Δευτέρα 19 Νοεμβρίου 2018

Ο Ολυμπιακός υπό ιστορικό-κοινωνικό πρίσμα: ομάδα του λαού ή όχι;

Έχει υποστηριχθεί δημόσια, ακόμη και από γνωστούς Ολυμπιακούς, σε ομιλίες, αλλά και σε γραπτά άρθρα τους και μάλιστα σε δική μας εφημερίδα (Γαύρος) η άποψη ότι ο Ολυμπιακός δεν έχει καμία σχέση με τα λαικά στρώματα του Πειραιά, αλλά αντίθετα προήλθε από τα εισοδηματικά εύπορα και ταξικά ανώτερα κοινωνικά στρώματα της πόλης, τα οποία και εκπροσωπούσε. Με άλλα λόγια ο Ολυμπιακός ήταν σχεδόν η ελίτ της πειραϊκής κοινωνίας.







Του Θεολόγου Μιχαηλίδη

Αλλά και στην εισαγωγή του βιβλίου Η μυστική ιστορία του Ολυμπιακού (2018) χαρακτηρίζονται από τους έχοντες την ως άνω άποψη επί λέξει ως: «φαιδρές μωρολογίες, αερολογίες, φληναφήματα και ανοησίες» οι θεωρίες περί συσχετισμού της εξέλιξης του Θρύλου με την πλατιά λαική βάση και την εργατιά του επινείου, αλλά και παραπλήσιες θεωρίες προσφιλείς σε μαρξιστές.

Σύμφωνα με την αριστοκρατική αυτή άποψη, ο Ολυμπιακός κακώς συνδέθηκε με την πλέμπα της πόλης, του λιμανιού, των συνοικιών και των περιχώρων του. Κατά την ίδια άποψη, ο Ολυμπιακός εμφανίζεται ιστορικά ως ομάδα επιφανών και προνομιούχων, αυτοδημιούργητων ή παραδοσιακών επιχειρηματιών, εμπόρων και βιομηχάνων, «οικονομημένων» ελευθέρων επαγγελματιών, επιστημόνων, αξιωματικών κ.λπ. εκλεκτών και μεγαλόσχημων.

Ως κύριο επιχείρημά της, επικαλείται τα επαγγέλματα και τις ιδιότητες των ιδρυτών του συλλόγου, που, όντως, στη μεγάλη πλειοψηφία τους, δεν παραπέμπουν σε ταπεινό λαουτζίκο, ούτε σε εργατιά.

Η ως άνω άποψη υποτιμά βαθιά την εργατική τάξη, αλλά και τη λαϊκή κουλτούρα της πόλης, όπως π.χ. το ρεμπέτικο. Αποφεύγει όμως να ασχοληθεί με τη στάση της ελίτ του Πειραιά στην κατοχή, στον εμφύλιο, αλλά και μετά από τη λήξη του τελευταίου. Αποφεύγει επίσης να ασχοληθεί και με τη στάση των ταγματασφαλιτών και γερμανοτσολιάδων, που έδρασαν στην πόλη κατά τις ίδιες περιόδους.

Για την εν λόγω άποψη, η ταχύτατη ταύτιση του Ολυμπιακού με τον εργατικό φτωχόκοσμο του Πειραιά αποτελεί μια δυσάρεστη κατασκευασμένη ιστορία που πρέπει να αμφισβητηθεί ή υποτιμηθεί. Συνεπώς τα διάφορα παρατσούκλια «μαουνιέρηδες», «βαρκάρηδες», «ψαραγορίτες», «αρουραίοι» κ.λπ, με τα οποία μας έχουν αποκαλέσει κατά καιρούς από την ίδρυσή μας και έπειτα οι βάζελοι είναι άκρως συκοφαντικά.

Βέβαια, για να λέμε και την αλήθεια, ο Ολυμπιακός, κατά το καταστατικό του, όντως ιδρύθηκε για να μείνει κλειστό κλαμπ ορισμένων εκλεκτών «χρηστών πολιτών» που έπρεπε να είναι «κοινωνικά φίλοι» μεταξύ τους (!) Ο λόγος πάντοτε που ο Ανδριανόπουλος εμπόδιζε την είσοδο νέων μελών ήταν, όπως ρητά είχε ομολογήσει και ο ίδιος, ο φόβος του μήπως γέμιζε ο Ολυμπιακός από κομμουνιστές (!).

Αυτό όμως δεν σημαίνει πως ό, τι σχεδιάστηκε στο μυαλό κάποιων συνέβη όντως, όπως είχε αρχικά προγραμματιστεί. Άλλο πράγμα οι σκοποί που ήθελαν ή επιδίωκαν πέντε-δέκα άτομα και άλλο πράγμα τα αποτελέσματα που φέρνει η ζωή και η δύναμη της ιστορικής και κοινωνικής πραγματικότητας και εξέλιξης, όπου συμμετέχουν εκατομμύρια άνθρωποι. 

Αλλά και η επιχειρηματολογία της ως άνω άποψης, αυτής καθαυτής, πάσχει, αφού δεν είναι απόλυτα ακριβής και βάσιμη. Αν ανατρέξουμε στις επαγγελματικές ιδιότητες των ιδρυτών του συλλόγου θα διαπιστώσουμε μια εμφανή υπερβολή, αφού οι περισσότεροι από αυτούς ανήκουν σε μάλλον μικροαστικά, κάποιοι λιγότεροι σε μεσοαστικά και μόνο ελάχιστοι σε μεγαλοαστικά κοινωνικά στρώματα.

Ο ερευνητής και αναλυτής της ιστορίας του Πειραιά Β. Τσοκόπουλος στο βιβλίο του Η Ομάδα και η Πόλη: Ολυμπιακός και Πειραιάς (2008), αλλά και σε άλλα βιβλία και άρθρα του, το επιβεβαιώνει, εξηγώντας ότι τα μεγαλοαστικά στρώματα της πόλης υποστήριζαν τον Εθνικό Πειραιά.

Σύμφωνα με τον Τσοκόπουλο, ο Ολυμπιακός άνθησε όταν και επειδή τα μεγαλοαστικά στρώματα του Πειραιά εγκατέλειπαν την πόλη ή αδιαφορούσαν για την ευρύτερη κοινωνία της πόλης. Έτσι αντί να συνδράμουν στις μεγάλες δυνατότητες αναγέννησης και ανάπτυξης του Πειραιά, συνέτειναν στη παρακμή του. Γενεσιουργός δύναμη, που τροφοδότησε την εκπληκτική ανάπτυξη του Ολυμπιακού, ήταν κυρίως το μίσος των κατωτέρων στρωμάτων του λαού του Πειραιά κατά του κατεστημένου της Αθήνας, το οποίο εκμεταλλευόταν την παραγωγική δύναμη της πόλης, που οι Πειραιώτες αγαπούσαν παθιασμένα. 

Ο Ολυμπιακός προσέλκυσε τεράστιες μάζες αρχικά στον Πειραιά και μετά σε όλη των χώρα, όχι βέβαια επειδή εκπροσωπούσε προνομιούχους, αλλά γιατί έβγαζε αυτή τη δύναμη της αντίστασης των κοινωνικά παρακατιανών και αδικημένων κατά των προνομιούχων.

Ο ίδιος ο Τσοκόπουλος, σε συνέντευξή του την 9.3.2014 στον Γ. Μπαλούρδο χαρακτηρίζει τον Ολυμπιακό ιστορικά ως μια μεγάλη «ορμητική και εκδικητική δύναμη», προιόν του κοινωνικού γίγνεσθαι της εποχής. Κατά τον ίδιο ο Ολυμπιακός έγινε βασικό όργανο τοπικής κοινωνικής συνείδησης. Και όταν μιλάμε για κοινωνική συνείδηση δεν μιλάμε ασφαλώς --ιδίως εκείνη την εποχή-- για κοινωνική συνείδηση βολεμένων και προνομιούχων. 

Σε κάθε περίπτωση δεν είναι τα επαγγέλματα των ιδρυτών ή τα αρχικά σχέδια μιας μικρής ομάδας ανθρώπων που δημιουργούν και καθορίζουν την διαδρομή ενός συλλόγου, αλλά η ιστορική εξέλιξη και πορεία του και κυρίως η οπτική γωνία και συμμετοχή της κοινωνίας. Με άλλα λόγια: ποιοι πάνε μαζί σου, τι πιστεύουν για σένα και τι βλέπουν σε σένα οι άλλοι (οι πολλοί) πώς μιλάς στις καρδιές τους, πώς σε αντιμετωπίζουν κ.λπ.

Και στην περίπτωση του Ολυμπιακού, το λαικό στοιχείο είναι αυτό που έχει καθορίσει, κατατάξει και αναδείξει τον Ολυμπιακό. Για παράδειγμα αυτό το στοιχείο, που αντιπροσώπευε και εξέπεμπε ανέκαθεν στο πανελλήνιο ο Ολυμπιακός ήταν που έκανε τον οικογενειακά και προσωπικά κατατρεγμένο αριστερό Δημήτρη Μητροπάνο από τα Τρίκαλα να γίνει Ολυμπιακός, όταν ακόμη ήταν μικρός και άγνωστος. Το είχε δηλώσει κατ’ επανάληψη και ο ίδιος, θεωρώντας τον εαυτό του ευλογημένο που ήταν Ολυμπιακός.

Συνεπώς ακόμη και αν υποτεθεί ότι ο Ολυμπιακός ιδρύθηκε από ευκατάστατους για να απευθυνθεί σε εύπορους πολύ γρήγορα, σχεδόν ακαριαία, ξέφυγε από την αρχική σύλληψη, την ξεπέρασε, την ανέτρεψε και ταυτίστηκε με τις πλατιές λαικές και φτωχές μάζες, τις μεγάλες πληθυσμιακές κοινωνικές ομάδες, που σιχαίνονται οι αριστοκράτες και οι πλουτοκράτες.

Και όπως έχει πει ο μεγάλος ποδοσφαιράνθρωπος Μπιλ Σάνκλι, το κοινωνικό στίγμα των ποδοσφαιρικών ομάδων το δίνουν οι παίκτες, ο προπονητής, αλλά πάνω από όλους οι οπαδοί τους και όχι τα διοικητικά στελέχη, που κατά Σάνκλι: «κανονικά το μόνο που θα έπρεπε να κάνουν είναι να υπογράφουν επιταγές». Στον Ολυμπιακό παίκτες και οπαδοί προέρχονταν από τους πολλούς, από τον λαό. Η διοίκηση μπορεί να εκπροσωπήσει τυπικά μια ομάδα αλλά, όσο και αν θέλει, δεν μπορεί να καθορίσει το ουσιαστικό κοινωνικό της στίγμα ή να διαπλάσει τον βαθύτερο κοινωνικό χαρακτήρα της ομάδας.

Εξάλλου κατά ένα παράδοξο τρόπο στη δημιουργία του απόλυτα λαικού χαρακτήρα του Ολυμπιακού είχαν συντελέσει καταλυτικά και πολλοί από τη διοίκηση του συλλόγου, από αυτούς που διακατέχονταν από αριστοκρατικές αντιλήψεις και ήθελαν να μείνει ο Ολυμπιακός ένα κλειστό κλαμπ, μακριά από το λαϊκό και εργατικό στοιχείο της πόλης, το «πόπολο». Ο λόγος για την αντιφατική συμπεριφορά τους ήταν ότι πολιτεύονταν και ως εκ τούτου χρειαζόντουσαν τον λαό, τις ψήφους και τις πελατειακές σχέσεις, προκειμένου να εκλεγούν. Και περισσότερος λαός από αυτόν του Ολυμπιακού δεν υπήρχε.

Έτσι μοιραία, αναπόδραστα και ταχύτατα ο Ολυμπιακός καθιερώθηκε ως ο «σύλλογος του λαού», και «η πανελλήνιος ομάς» όπως τον αποκαλούσε στην αρθρογραφία της η εφημερίδα Αθλητική Ηχώ από τις αρχές της δεκαετίας του 1950, όταν κατηγορούσε το ΔΣ του Ολυμπιακού για τον μη δημοκρατικό τρόπο που διοικούσε, ερήμην των ανώνυμων φιλάθλων.

Υπάρχουν παίκτες του Ολυμπιακού που έχασαν την ζωή τους στον εμφύλιο. Ο θρυλικός Νίκος Γόδας, λοχαγός του ΕΛΑΣ, εκτελέστηκε το 1948 στην Κέρκυρα, φορώντας την φανέλα του Ολυμπιακού, αδιαφορώντας για το αν τον «πούλησε» ή όχι η διοίκηση της ομάδας. Ήταν μόλις 27 χρονών. Παρεμπιπτόντως, ξέρετε σε τι ηλικία πέθανε ο βιομήχανος Μανούσκος πρόεδρος του Ολυμπιακού, ο άνθρωπος που δεν έκανε το παραμικρό για να σώσει τον Γόδα από την εκτέλεση; 107 ετών (!). Τι σημασία έχουν άραγε 80 χρόνια διαφορά στην διάρκεια των ανθρώπινων ζωών !

Ο μαχητής του ΕΑΜ Μιχάλης Αναματερός σκοτώθηκε στα Δεκεμβριανά το 1944. Θα αγωνιζόντουσαν οι δύο αυτοί συνειδητοποιημένοι αριστεροί στον Ολυμπιακό αν επρόκειτο για μια ομάδα της αριστοκρατίας και των προνομιούχων ;

Οι παίκτες του Ολυμπιακού Ανδρέας Μουράτης και Μίμης Αποστολόπουλος ήταν οργανωμένοι στην ΕΠΟΝ Πειραιά από το 1943, ενώ άλλοι τέσσερις αριστεροί παίκτες μας οι Νίκος Πολίτης, Διονύσης Γεωργάτος, Γιώργος Δαρίβας, Ηλίας Μαλαμόπουλος πέρασαν από το κολαστήριο της Μακρονήσου. Ο αγράμματος Μουράτης πήγε και αγωνίστηκε με αυτούς που αγωνίστηκε, «για να είμαστε όλοι ίσα», όπως είχε πει ο ίδιος στον δημοσιογράφο Γεραμάνη. Θα πήγαιναν ποτέ όλοι αυτοί στον Ολυμπιακό αν ήταν ομάδα της πλουτοκρατίας και του κατεστημένου;

Όσον αφορά δε ειδικά τον Γεωργάτο εξελίχθηκε σε μια σπουδαία μορφή στο ΚΚΕ, με αποτέλεσμα, όταν πέθανε το 2013, σύσσωμο το Κόμμα, με επικεφαλής τον Κουτσούμπα και Παπαρήγα να τον τιμήσει ιδιαίτερα για την προσφορά του, τους αγώνες και τις θυσίες του. Όπως έγραψε ο γιος του στην Αυγή τον Σεπτέμβριο του 2016 για τον πατέρα του: «ο μαθητής της Ιωνιδείου, το παλικαράκι του Ολυμπιακού» ήταν αυτός ήταν που του έμαθε πως λογάριαζαν την ζωή οι κόκκινοι του Ολυμπιακού και του ΚΚΕ».

Εδώ θα κατακρίνω την σκόπιμη παράλειψη και αποσιώπηση εκ μέρους του ΚΚΕ κάθε αναφοράς στην θητεία του Γεωργάτου στον Ολυμπιακό και στην αγάπη του προς τον σύλλογο. Ενώ τα δημοσιεύματα για τον Γεωργάτο, όταν πέθανε, ιδίως στον Ριζοσπάστη, ήταν επανειλημμένα και εκτεταμένα, ουδέποτε έγινε η παραμικρή αναφορά για τον δεσμό του παίκτη με τον Ολυμπιακό. Όχι μόνο σαν να μην υπήρξε παίκτης του Ολυμπιακού, αλλά σαν να μην υπήρξε καν ποδοσφαιριστής Είναι σαφές ότι το ΚΚΕ δεν ανέχεται λατρεία σε άλλη θρησκεία εκτός από το Κόμμα.

Δεν είναι το μόνο παράδειγμα. Υπάρχει και η περίπτωση του αριστερού συγγραφέα Σκρουμπέλου, που προσπάθησε, έστω και (ομολογουμένως) δειλά, να πιθανολογήσει ως αμφίβολο το περιστατικό με τη φανέλα του Ολυμπιακού στην εκτέλεση του Γόδα, παρά τις περί του αντιθέτου πολλές, αμερόληπτες και ανιδιοτελείς μαρτυρικές καταθέσεις.

Κι αυτός δείχνει να διακατέχεται από την ίδια παλιά κομμουνιστική αντίληψη πως μόνο το Κόμμα και η ιδεολογία του είχαν την ικανότητα να εμπνεύσουν ηρωικές και αξιοθαύμαστες στάσεις και ποτέ ένας σύλλογος όπως ο Ολυμπιακός. Για τον λόγο αυτό μάλιστα δήλωσε ότι θα περίμενε ως πιο πιθανό να ζητούσε ο Γόδας να τυλιχτεί με μια σημαία με σφυροδρέπανο. Πάντως, για να τα λέμε όλα, η αλήθεια για την εκτέλεση του Γόδα έχει επιβεβαιωθεί και σε επίσημη εκδήλωση του ΚΚΕ το 2013, στην οποία παρέστησαν και συγγενείς του Γόδα.

Θα επιχειρήσω τώρα μια σύγκριση μεταξύ δύο αγώνων της εποχής του εμφυλιοπολεμικού κλίματος.

Από τη μια, βάζω τον περίφημο αγώνα Ολυμπιακού-Μικτής Μακρονήσου (1-2) στη Λεωφόρο τον Ιανουάριο του 1949, στον οποίο ο πρωταθλητής Ολυμπιακός, παρουσία των εκπροσώπων της κυβέρνησης, έπαιξε… άκεφα και, προς γενική έκπληξη, ηττήθηκε από τους βασανισμένους και ταλαιπωρημένους της Μακρονήσου, ανάμεσα στους οποίους οι περισσότεροι (4-5) ήταν παίκτες του Ολυμπιακού. Ο Ολυμπιακός έχασε… και το ευχαριστήθηκε, όπως άλλωστε και οι χιλιάδες οπαδοί του.

Από την άλλη βάζω τον αγώνα Ολυμπιακού-Αεροπορίας (2-1) που έγινε στο ίδιο γήπεδο ακριβώς ένα χρόνο νωρίτερα, τον Ιανουάριο του 1948. Τότε η ομάδα της Αεροπορίας διαφημιζόταν από την κυβέρνηση ως πανίσχυρη, αφού αποτελείτο από καλούς παίκτες πολύ καλών ομάδων εκείνης της εποχής όπως των ΠΑΟ, Πανιωνίου, Φωστήρα και Ατρόμητου κ.λπ. και είχε τερματοφύλακα τον τότε καλύτερο τερματοφύλακα της χώρας, τον Πεντζαρόπουλο του Πανιωνίου.

Αλλά σε εκείνο τον πολυδιαφημισμένο ως ντέρμπι αγώνα, που παρακολούθησαν η Βασίλισσα Φρειδερίκη και ο πρωθυπουργός Σοφούλης, που αμφότεροι επιθυμούσαν νίκη της στρατιωτικής ομάδας, ο Ολυμπιακός έπαιξε σαν Ολυμπιακός και υπό τις επευφημίες των οπαδών του νίκησε, ακριβώς γιατί οι παίκτες και ο κόσμος του δεν ήθελαν να χάσουν από τους καθεστωτικούς.

Αλλά ούτε ο Μπούκοβι τη δεκαετία του 1960, ούτε ο Ρομαίν Αργυρούδης την δεκαετία του 1970, γνωστοί για τις πεποιθήσεις τους, θα γινόντουσαν τόσο δημοφιλείς στον λαό της ομάδας, ούτε θα γούσταραν και οι ίδιοι τόσο πολύ τον Ολυμπιακό, αν αυτός ήταν η ομάδα της αριστοκρατίας και της μεγαλοαστικής τάξης.

Δεν είναι όμως μόνον αυτά. 

Ως γνωστό από τότε που ιδρύθηκε και κυρίως από τότε που αναπτύχθηκε ο Ολυμπιακός αποτέλεσε ένα πρότυπο, που οδήγησε σε ένα παγκόσμιο κοινωνικό φαινόμενο. Εκατοντάδες ποδοσφαιρικές ομάδες σε όλη την Ελλάδα δημιουργήθηκαν με την ονομασία «Ολυμπιακός». Στη συντριπτική τους πλειοψηφία οι ομάδας αυτές ιδρύθηκαν από οπαδούς του Ολυμπιακού σε όλη την χώρα και είχαν τα ίδια χρώματα και το ίδιο λαοφιλές έμβλημα και σήμα της ομάδας, που αποτελούσε τον μεγάλο οδηγό και εμπνευστή, δηλαδή του Ολυμπιακού Πειραιά.

Κυριολεκτικά γέμισε όλη η Ελλάδα από τοπικούς «Ολυμπιακούς» εμπνευσμένους από τον Ολυμπιακό Πειραιά και αυτό έγινε παντού σε νομούς, επαρχίες, πόλεις, χωριά και συνοικίες κ.λπ. Ο Ολυμπιακός υπερέβη τα στενά τοπικά πλαίσια και εξαπλώθηκε σε ένα πρωτοφανές πανελλήνιο και πανεθνικό επίπεδο, αποτελώντας ένα ανεπανάληπτο πρότυπο, που μπήκε στο επίκεντρο της καθημερινότητας όλων των απλών ανθρώπων, που κατοικούσαν σε τα αστικά κέντρα, σε επαρχιακές πόλεις και χωριά. 

Οι ομάδες αυτές είχαν ένα κοινό χαρακτηριστικό. Ήταν ομάδες του λαού. Γύρω από τους διάφορους «Ολυμπιακούς» όλης της Ελλάδας συγκεντρώθηκαν, ως οπαδοί,  άνθρωποι από όλα τα κοινωνικά στρώματα και κυρίως οι ταπεινοί και καταφρονεμένοι, και οι άνθρωποι της εργασίας και του μόχθου, οι οποίοι αμέσως κατάλαβαν, με το αλάθητο αισθητήριο τους, πως η ομάδα αυτή είχε απέραντη λαική βάση και απήχηση. Πως είναι η δικιά τους ομάδα, αυτή που τους εκφράζει.

Για τον λόγο αυτό άλλωστε, όταν κατέλαβε το 1967 την εξουσία η Χούντα, στο πλαίσιο της βίαιης εκκαθάρισης αθλητικών σωματείων και αναδιάρθρωσης των ποδοσφαιρικών κατηγοριών και πρωταθλημάτων, έδειξε ιδιαίτερη φροντίδα και επιμέλεια για την εξαφάνιση αρκετών τοπικών Ολυμπιακών, τους οποίους υποχρεωτικά διέλυσε και ανάγκασε να συγχωνευτούν σε άλλες καινούριες ομάδες υπό κρατική εποπτεία. Μάλιστα απαιτούσε οι νέες ομάδες που θα ιδρύονταν και θα αφομοίωναν τους Ολυμπιακούς να μην φορούν με τίποτε κόκκινα και φυσικά να μην έχουν σήμα, που να θυμίζει σε κάτι τον Ολυμπιακό. Σε πολλές περιπτώσεις το πέτυχε. 

Έτσι ιστορικές ομάδες όπως π.χ. ο Ολυμπιακός Χαλκίδας που είχε παίξει Α΄ Εθνική Κατηγορία υποχρεωτικά συγχωνεύτηκε με τον Εύριπο και προέκυψε ο Α.Ο. Χαλκίδας. Το ίδιο συνέβη με τον ισχυρό τότε Ολυμπιακό Πατρών (από τον οποίο ξεκίνησαν οι μετέπειτα μεγάλοι άσοι της Παναχαικής Στραβοπόδης, Ρήγας και Μιχαλόπουλος κ.λπ.), που αγωνιζόταν στην Β΄ Εθνική και συγχωνεύτηκε υποχρεωτικά με την Θύελλα Πατρών και άλλα σωματεία και προέκυψε ο «ΑΠΣ Πάτραι» κ.λπ.

Το χαρακτηριστικότερο όμως παράδειγμα, στο οποίο αξίζει να σταθούμε, ήταν ο Ολυμπιακός Κοζάνης. Πρόκειται για μια ομάδα που ιδρύθηκε ως αντίδραση στο μονοπωλιακό κατεστημένο του μέχρι τότε κυρίαρχου στην πόλη Μακεδονικού Κοζάνης, που θεωρείτο η αριστοκρατική της ομάδα και εκπροσωπούσε κυρίως την όποια αστική τάξη της.

Ονομάστηκε «Ολυμπιακός», αφού το όνομα αυτό σε όλη την Ελλάδα ήταν συνώνυμο του λαικού στοιχείου. Γρήγορα μάζεψε κοντά του τον κόσμο της εργασίας και της φτώχειας, με αποτέλεσμα να θεωρηθεί αμέσως ομάδα των αριστερών. Άλλωστε ο μετέπειτα ηγέτης της ομάδας Μερκούρης Κυρατσούς, ως νέος, ακολουθούσε πιστά τον συνταγματολόγο Σβώλο, ο οποίος επί κατοχής διετέλεσε πρωθυπουργός της ΠΕΕΑ (δηλαδή της λεγόμενης «Κυβέρνησης του Βουνού»). Αργότερα θήτευσε κι αυτός (ο Κυρατσούς) στο «αναμορφωτήριο» ή «κολαστήριο» (διαλέγετε και παίρνετε) της Μακρονήσου.

Ο Ολυμπιακός Κοζάνης δεν ήταν κάποια τυχαία ομάδα. Πρωταγωνίστησε επί σειρά ετών στην Β΄ Εθνική. Στα τέλη της δεκαετίας του 1950 και αρχές της δεκαετίας 1960 έφτασε επανειλημμένα μια ανάσα από στην Α΄ Εθνική, χάνοντας την πρωτιά στον όμιλό της, άλλοτε σε αγώνες μπαράζ και άλλοτε για ένα βαθμό, συναγωνιζόμενος μέχρι την τελευταία στιγμή ιστορικές ομάδες όπως ο Πιερικός και η Νίκη Βόλου. Τότε υπήρχαν 4 (πολυάριθμοι μάλιστα σε ομάδες) όμιλοι και οι πρώτοι των ομίλων έπαιζαν σε αγώνες μπαράζ μεταξύ τους και δύο από αυτούς ανέβαιναν στην Α΄ Εθνική. Στο Κύπελλο Ελλάδας δύο συνεχόμενες χρονιές (1960-1962) αποκλείστηκε δύσκολα δύο φορές στα προημιτελικά από ομάδες ανώτερης κατηγορίας όπως π.χ. ο Πανιώνιος. ενώ προηγουμένως είχε αποκλείσει ομάδες Α΄ Εθνικής όπως τον ΠΑΟΚ (μέσα στην Τούμπα), τον Ηρακλή κ.ά. 

Η Χούντα δεν ήταν διατεθειμένη να ανεχτεί τον Ολυμπιακό Κοζάνης. Διέταξε λοιπόν την συγχώνευσή του με τον Μακεδονικό σε μια νέα ομάδα την «Κοζάνη». Προηγουμένως, βέβαια, ως ήταν αναμενόμενο, το δικτατορικό καθεστώς καταδίωξε άγρια ένα σωρό άτομα από την ομάδα. Ειδικότερα τον πιο δεδηλωμένο κομμουνιστή παίκτη τον μέσο του Ολυμπιακού Κοζάνης Γιάννη Κωφίδη τον δείρανε ανηλεώς δημόσια, προς παραδειγματισμό, και μετά τον εκτοπίσανε στη Γυάρο.

Ο Ολυμπιακός Κοζάνης είχε τόση κοινωνική απήχηση στην πόλη που η Χούντα δεν επέβαλλε εξαρχής και άμεσα την κατάργησή του, η οποία καθυστέρησε κάπως, πλην όμως ήταν αναπόφευκτη, λόγω του αριστερού παρελθόντος του. Αυτή υλοποιήθηκε τον Ιανουάριο του 1968.

Μέχρι τότε υπήρχε Ολυμπιακός Κοζάνης και όσα περί του αντιθέτου γράφονται ή αναπαράγονται στο Wikipedia και εμφανίζουν ότι ο Ολυμπιακός τάχα συγχωνεύτηκε με τον Μακεδονικό και έγινε «Κοζάνη» το 1964, δηλαδή τρία χρόνια πριν από την χούντα είναι εντελώς λανθασμένα, ανακριβή ή παραποιημένα, για να μην πούμε ύποπτα ή δόλια.

Η βίαιη διάλυση και συγχώνευση του Ολυμπιακού δεν έγινε πριν από την χούντα αλλά από την χούντα και υπάρχουν άφθονες πηγές, άρθρα και το ψηφιακό αρχείο της εφημερίδας Μακεδονία ετών 1965 και 1966, που αποδεικνύουν την αλήθεια, παραθέτοντας και λεπτομέρειες από αγώνες του υπαρκτού (και όχι δήθεν συγχωνευθέντος) Ολυμπιακού Κοζάνης μέχρι το 1968, όταν και το όνομα «Ολυμπιακός», μαζί με το κόκκινο χρώμα, απαγορεύθηκαν οριστικά.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου