Πέμπτη 17 Ιανουαρίου 2019

Πάτρικ Μπέβερλυ: Από τον Ολυμπιακό στο ΝΒΑ

Guys, do you remember Patrick Beverley?

Ο 30-31χρονος σήμερα Πάτρικ Μπέβερλυ ήταν μέλος της ομάδας μπάσκετ του Ολυμπιακού τη σεζόν 2009/10 όταν, με προπονητή τον Γιαννάκη και ένα πολύ ακριβό ρόστερ, χάσαμε το πρωτάθλημα, πήραμε το Κύπελλο (χωρίς ο Μπέβερλυ να αγωνιστεί στον τελικό) και παίξαμε τελικό Ευρωλίγκας στο Παρίσι με την Μπαρτσελόνα, όπου ο Μπέβερλυ αγωνίστηκε, αναλαμβάνοντας να μαρκάρει και να περιορίσει τον Ρούμπιο.



Του Θεολόγου Μιχαηλίδη

Ήταν συμπαίκτης των Τσίλντρες, Κλέιζα, Βούισιτς, Χαλπερίν, Βασιλόπουλου, Σχορτσιανίτη, Τεόντοσιτς, Μπουρούση, Πεν, Μαυροκεφαλίδη κ.λπ.

Στον Ολυμπιακό αγωνίστηκε 22 αγώνες σε εθνικό επίπεδο, σημειώνοντας συνολικά 108 πόντους. Είχε μέσους όρους ανά παιχνίδι: 4,9 πόντους, 2,8 ριμπάουντ, 1,6 ασίστ και 0,5 κλεψίματα. Στην Ευρωλίγκα, όπου τα πράγματα είναι πιο ζόρικα, έπαιξε σε 19 αγώνες σημειώνοντας συνολικά 52 πόντους. Οι μέσοι όροι του ανά αγώνα ήταν οι εξής ανά αγώνα: 2,7 πόντους, 1,9 ριμπάουντ, 0,6 ασίστ και 0,6 κλεψίματα.

Ασφαλώς οι επιδόσεις του δεν ήταν εντυπωσιακές. Εκείνο πάντως που από τότε προξενούσε εντύπωση ήταν ο πολύ δυναμικός τρόπος παιχνιδιού του και η πολύ σκληρή και επίμονη άμυνα του.

Πολλές φορές φρόντιζε με ένα ιδιαίτερο, επιδέξιο, αλλά και αρκετά επικίνδυνο τρόπο να «μπλέκει» τα πόδια του στα πόδια των αντίπαλων περιφερειακών. Αποτέλεσμα της δυναμικής αμυντικής του τακτικής ήταν να γίνονται αρκετές πτώσεις, αλλά και εν γένει να προκαλούνται από αντιδράσεις αντιπάλων επεισόδια και καυγάδες, που έχουν άλλωστε φιλοξενηθεί και στο youtube όπως π.χ. σε ένα αγώνα του Ολυμπιακού με την Μάλαγα.

Παρά το μικρό του ύψος (μόλις 1,85μ.) Μπέβερλυ ήταν πολύ αλτικός (έχοντας κερδίσει και το «UBL All Star Slam Dunk Contest»). Κάποια εντυπωσιακά καρφώματά του με τη φανέλα του Ολυμπιακού έχουν απαθανατιστεί επίσης σε επίλεκτα στιγμιότυπα της επίσημης Ευρωλίγκας (Devotion).

Ένα άλλο στοιχείο που τον χαρακτήριζε σε όλη του την καριέρα ήταν η κάπως ανεξήγητη και δυσανάλογη για το χαμηλό του ύψος ιδιαίτερη έφεση-ικανότητα, που είχε στο ριμπάουντ. Αυτό φάνηκε σε κάθε ομάδα που έπαιξε, ακόμη και στον Ολυμπιακό, όπου δεν αγωνίστηκε πολύ και τα νούμερα του ήταν πενιχρά.

Ο Γενάρης έχει αποδειχθεί ο πιο καλός μήνας για τον Πάτρικ Μπέβερλυ και την καριέρα του.

Γενάρη του 2011 πήγε στη Ρωσία, στην Σπαρτάκ Αγίας Πετρούπολης, όπου διακρίθηκε ιδιαίτερα και παρά λίγο να την οδηγήσει στον τελικό του EuroCup. Τότε αναδείχθηκε και MVP της διοργάνωσης του ΕuroCup για την περίοδο 2011/12.

Γενάρης του 2013 ήταν και όταν πήγε στους Χιούστον Ρόκετς, όπου επιτέλους πέτυχε την καταξίωσή του στον κόσμο του NBA.

Ας δούμε όμως την πιο αναλυτικά διαδρομή του.

Πατρίδα του το Σικάγο, όπου ως παίκτης γυμνασίου είχε αφήσει υποσχέσεις ως καλαθομηχανή των 37 πόντων ανά παιχνίδι. Είχε ανακηρυχθεί μάλιστα ο καλύτερος γυμνασιακός παίκτης στο Σικάγο.

Σε κολεγιακό επίπεδο συνέχισε στο Αρκάνσας, όπου παρά τα διψήφια νούμερά του στο σκοράρισμα και την ανάδειξή του ως «Freshman of the Year», δεν μπόρεσε τελικά να ευδοκιμήσει, καθώς υπέπεσε σε μια σειρά πειθαρχικών παραπτωμάτων: άλλοτε αντέγραφε ή παρουσίαζε κόλες άλλων ως δικές του, άλλοτε έχανε το κολεγιακό λεωφορείο, άλλοτε καθυστερούσε ή δεν πήγαινε σε εκδηλώσεις, άλλοτε πήγαινε σε εκδηλώσεις ή επιδιδόταν σε δραστηριότητες, που απαγορευόντουσαν από τους κανονισμούς του κολεγίου. Ήταν φανερό ότι η μπασκετική του αξία δεν επαρκούσε για να τον σώσει. Δεν έκανε για κολέγιο. Η αποκορύφωση ήταν όταν έγιναν καταγγελίες σε βάρος του για έλλειψη πατρικής μέριμνας, για το παιδί του που είχε σπεύσει να αποκτήσει, παρά τη νεαρή του ηλικία.

Αλλά και ο ίδιος ήταν περιπετειώδης τύπος, που δεν έμπαινε σε καλούπια. Έτσι κυνηγώντας το χρήμα βρέθηκε στην Ουκρανία στην Ντνίπρο, όπου αγωνίστηκε την περίοδο 2008/09, με ένα αρκετά ψηλό συμβόλαιο.

Τον Αύγουστο του 2009 υπέγραψε στον Ολυμπιακό όπου αγωνίστηκε, όπως είπαμε, την περίοδο 2009/10. Το συμβόλαιό του ήταν καταρχήν διετές, αλλά το δικαίωμα ανανέωσης το είχε ο Ολυμπιακός, που δεν το άσκησε μέσα στη γενική απογοήτευση από την απώλεια του πρωταθλήματος.

Τις επόμενες δύο περιόδους (2010/11 και 2011/12) αγωνίστηκε στη Ρωσία στη Σπάρτακ Αγίας Πετρούπολης, όπου διέπρεψε. Οι μέσοι όροι των επιδόσεων του ήταν εντυπωσιακοί: Σε εθνικό επίπεδο: 14,5 πόντοι, 6 ριμπάουντ, 2,3 ασίστ, 2,1 κλεψίματα, ενώ στην Ευρώπη 13 πόντοι, 4,1 ριμπάουντ, 3,5 ασίστ, 1,8 κλεψίματα.

Η Σπαρτάκ έσπευσε να του ανανεώσει το συμβόλαιο και για τρίτη χρονιά.

Αλλά γρήγορα ξεκίνησαν οι πρώτες προστριβές και διαφωνίες, καθώς ο Πάτρικ ήθελε να φύγει και να κάνει το άλμα στο NBA, ένα όνειρο που είχε μείνει ανεκπλήρωτο, αφού το 2009 είχε γίνει ντραφτ από τους Λος Άντζελες Λέικερς (δεύτερος γύρος, γενική επιλογή νο. 42) από τους οποίους αγόρασαν την επόμενη μέρα τα δικαιώματά του οι Μαιάμι Χιτ, που όμως ουδέποτε τα ενεργοποίησαν, με αποτέλεσμα να μην παίξει ποτέ. Αλλά και οι προσπάθειές του στη συνέχεια να ενταχθεί στους Κλίβελαντ Καβαλίερς και τους Σικάγο Μπουλς δεν ευδοκίμησαν, αφού είχε συναντήσει έλλειψη ενδιαφέροντος ή και απόρριψη.

Αυτή η προϊστορία τον είχε κάνει να απομακρυνθεί απογοητευμένος από τον χώρο του NBA, η επιθυμία όμως παρέμενε ζωντανή και τον έκαιγε.

Το όνειρο έγινε πραγματικότητα τον Ιανουάριο του 2013 όταν οι Χιούστον Ρόκετς μετά από επίμονη διαπραγμάτευση με τη Σπαρτάκ, τον απέκτησαν, εξαγοράζοντας το συμβόλαιό του.

Στο Χιούστον η καριέρα του, που διάρκεσε από το 2013 μέχρι το 2017, κυριολεκτικά απογειώθηκε. Θεωρήθηκε το απαραίτητο συμπλήρωμα του Τζειμς Χάρντεν και έγινε μέλος της πεντάδας. Οι μέσοι όροι της καριέρας του στους Ρόκετς πολλαπλασιάσθηκαν: 9,2 πόντοι, 4,4 ριμπάουντ, 3,1 ασίστ και 1,1 κλεψίματα. Από την περίοδο 2017/18 συνεχίζει στους Λος Άντζελες Κλίππερς, έχοντας ήδη στην πρώτη του χρονιά εξαιρετικές στατιστικές με τους εξής μέσους όρους ανά αγώνα: 12,2 πόντους, 4,1 ριμπάουντ, 2,9 ασίστ και 1,7 κλεψίματα. Οι φίλαθλοι του Χιούστον τον νοσταλγούν πολύ ήδη.

Ο Μπέβερλυ σήμερα είναι πασίγνωστος στον χώρο του NBA. Βέβαια, παρά την πρόοδο του σε όλους τους τομείς, ξεχωρίζει κυρίως επειδή θεωρείται ένας από τους καλύτερους και σκληρότερους αμυντικούς του NBA. Την περίοδο 2016/17 μάλιστα αναδείχθηκε μέλος της καλύτερης αμυντικής πεντάδας του πρωταθλήματος (NBA’s All Defensive First Team).

Οι διενέξεις του με φίρμες του NBA (όπως π.χ. τους Westbrook, Gasol, Cousins, Paul, Lillard κ.λπ.) λόγω του τρόπου παιχνιδιού του έχουν απασχολήσει επανειλημμένα τα κοινωνικά δίκτυα. Οι θαυμαστές παικτών-ειδώλων, τους οποίους έχει αντιμετωπίσει σκληρά, έχουν απειλήσει στα social media τη ζωή ή τη σωματική του ακεραιότητα.

Ο ίδιος έχει αποδεχτεί τον ρόλο του και δηλώνει ότι θα του άρεσε να εξελιχθεί σε ένα είδος «Ντένις Ρόντμαν των γκαρντ». Δημοσιογράφοι και ειδικοί έχουν περιγράψει αυτόν και το physical game του ως: «pure hell for every opponent, relentlessly disruptive and unpolegetically combative» Τον έχουν αποκαλέσει με διάφορα παρατσούκλια όπως: pitbull, mosquito, doberman, piranha. Αλλά και ο ίδιος δεν παραλείπει να ρίχνει νερό στον μύλο του μύθου του, παραδεχόμενος «ότι δεν θέλει κανένας να αισθάνεται άνετα μαζί του, ούτε καν ακόμη κι αυτός ο ίδιος με τον εαυτό του».

Έχει άραγε συμβάλλει σε όλη αυτήν την πορεία στην καταξίωση ο Ολυμπιακός και το πέρασμα του Πάτρικ από τον Πειραιά;

Η απάντηση του ιδίου είναι καταφατική και μάλιστα κατηγορηματικά καταφατική. Για τον Πάτρικ, ο Ολυμπιακός αποτέλεσε γι’ αυτόν το μεγαλύτερο μπασκετικό σχολείο, από το οποίο πέρασε στη ζωή του. Εκεί έμαθε να κάνει την πιο σκληρή προπόνηση και να ασχολείται πραγματικά συστηματικά και μεθοδικά με το μπάσκετ. Στην Ελλάδα έκανε έξτρα προπόνηση με personal trainer, αλλά και με weight lifter expert, με συνέπεια να φτάσει τελικά να κάνει προπόνηση συνολικά τέσσερις φορές κάθε μέρα.

Ο Πάτρικ πιστεύει ότι μεγάλο μέρος της εξέλιξης του οφείλεται στον Ολυμπιακό και στη σοβαρή δουλειά που έριξε στην Ελλάδα, όπου αντιμετωπίστηκε πάντα από τον σύλλογο με ενδιαφέρον, προσοχή και φροντίδα, κάτι που ποτέ δεν ξεχνάει.

Θεωρεί τον Ολυμπιακό ως τεράστιο σύλλογο και διατηρεί από αυτόν καλύτερες αναμνήσεις, μολονότι στον Πειραιά ελάχιστα αγωνίσθηκε και δεν διακρίθηκε, σε αντίθεση με τη Σπαρτάκ της Ρωσίας, την οποία αποφεύγει ακόμη και να μνημονεύσει, παρά το γεγονός ότι σε αυτή διακρίθηκε και εκεί εκτινάχθηκε η καριέρα του. Αυτό είναι κάτι ιδιαίτερα αξιοσημείωτο.

Ακόμη και τις αναμετρήσεις Play Station 2Κ με τους συμπαίκτες του στον Ολυμπιακό θυμάται με νοσταλγία, επιμένοντας ότι σχεδόν όλες ήταν νικηφόρες. Καλύτεροι φίλοι του στον Ολυμπιακό οι Τσίλντρες, Παπαλουκάς, Σχορτσιανίτης και Τεόντοσιτς, με τον οποίο με μεγάλη χαρά ξαναβρέθηκε συμπαίκτης στους Κλίπερς. Ως δυσκολότερο αντίπαλο του στην Ευρωλίγκα θεωρεί τον Μακάλεμπ και στην Ελλάδα τον Διαμαντίδη. Ως καλύτερο Έλληνα παίκτη, θεωρεί τον Παπαλουκά, που όντως θεωρεί πραγματικό κομπιούτερ.

Ο Πάτρικ πάντα θα θυμάται τον τελικό της Ευρωλίγκας στο Παρίσι, όπου κλήθηκε να αντιμετωπίσει και να περιορίσει τον Ρούμπιο, αποστολή την οποία θεωρεί ότι έφερε εις πέρας. Όπως χαρακτηριστικά έχει εξομολογηθεί ο ίδιος, το βράδυ του χαμένου τελικού του Παρισιού ο μάνατζερ του έκανε το τραπέζι και αναφερόμενος στην απόδοση του πάνω στον Ρούμπιο του είπε επί λέξει: «Olympiakos lost the title but you Patrick, you gained an identity».

Το ερώτημα που μοιραία προκύπτει στο τέλος του κειμένου μας είναι γιατί ο Πάτρικ δεν έκανε καριέρα στον Ολυμπιακό;  Τι πήγε λάθος και ένας παίκτης που διακρίνεται στο NBA δεν έκανε τίποτε στην Ελλάδα; Πώς γίνεται οι στατιστικές του επιδόσεις στην Ελλάδα να υστερούν τόσο σε σύγκριση με τις αντίστοιχες στον θαυμαστό κόσμο του NBA;

Δεν θα επιχειρήσω να δώσω εδώ απάντηση σε αυτά τα ερωτήματα.

Απλώς θα επισημάνω με την ευκαιρία και μια διάσταση, που ίσως ξενίσει κάποιους και μπορεί να σχετίζεται και με τα προαναφερόμενα ερωτήματα.

Ο σημερινός κόσμος του NBA δεν είναι για μένα και τόσο θαυμαστός όπως ήταν άλλοτε.

Κατ’ αρχάς η πραγματική Dream Team ήταν αυτή της Βαρκελώνης του 1992 και καμία άλλη έκτοτε.

Επίσης, να με συγχωρεί ο Λεμπρόν και οι θαυμαστές του, αλλά Τζόρνταν δεν είναι.

Επιπλέον, από τη στιγμή που έγινε το αδιανόητο και Ευρωπαίοι παίκτες, που παλιά ούτε απέξω από τις σάλες του NBA δεν τολμούσαν να σκεφτούν ότι μπορούν να περάσουν, όχι μόνο μπόρεσαν να παίξουν στον απαγορευμένο κόσμο του NBA, αλλά και να γίνουν και πρώτες φίρμες όπως οι Νοβίτσκι, ο Στογιάκοβιτς κ.λπ., τότε αυτό σημαίνει ότι το ΝΒΑ δεν είναι πλέον το ίδιο.

Από τη στιγμή που ο Αντετοκούμπο, που έμαθε το μπάσκετ στην Ελλάδα, χωρίς να έχει παίξει καν Α1, προερχόμενος κατευθείαν από τον Φιλαθλητικό έχει κατορθώσει να φτάσει μέσα σε δύο χρόνια στην κορυφή του NBA, τότε αυτό είναι ένα άλλο NBA από αυτό που γνώριζα.

Από τη στιγμή που ο Ντόντσιτς, από τον πρώτο χρόνο στο NBA, κάνει ό,τι θέλει εκεί όπου ιερά τέρατα και παγκόσμια φαινόμενα, όπως ο Γκάλης και ο Όσκαρ, ουσιαστικά έτρεμαν ακόμη και να δοκιμάσουν, ε τότε, συγγνώμη και πάλι, αλλά αυτό δεν είναι το ΝΒΑ, με το οποίο εγώ μεγάλωσα και ήξερα, αυτό στο οποίο παρακολουθούσα τόσο πολλούς και τόσο μεγάλους παίκτες, εκεί που έβλεπα ένα χάρμα οφθαλμών όπως τον Dr. J να ίπταται και να περπατάει (κυριολεκτικά) στον αέρα, τον Dr. J που, όταν ήταν έφηβος και έπαιζε σε αγώνες 3Χ3 σε ταράτσες ή σε περιθωριακά γηπεδάκια, αμέτρητα άτομα από όλες τις κοινωνικές τάξεις μαζευόντουσαν από μακριά (από πληροφορίες που διαδιδόντουσαν στόμα σε στόμα) μόνο και μόνο για να δουν την ομορφιά του παιχνιδιού του. 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου