Τετάρτη 5 Δεκεμβρίου 2018

Ο Πλάθα... έπλασε το πέναλτι!

Ένας ξένος διαιτητής, και ένα πρωτάθλημα που άρχισε... Δεκέμβρη.

Το πρωτάθλημα που ξεκίνησε πιο καθυστερημένα από όλα στην ποδοσφαιρική ιστορία από την καθιέρωση της Α΄ Εθνικής μέχρι τις μέρες μας, ήταν αυτό της περιόδου 1965/66, το οποίο ξεκίνησε την 5.12.1965 λόγω σοβαρών διαφωνιών και ερίδων μεταξύ των ομάδων. Χαλάλι στη καθυστέρηση πάντως, γιατί αποδείχθηκε ένα πρωτάθλημα-σταθμός στην ιστορία του Ολυμπιακού, αφού το τέλος του βρήκε επιτέλους πρωταθλητή τον Ολυμπιακό, μετά από μια εξαετή περίοδο «νηστείας». 





Ήταν το πρώτο πρωτάθλημα της ομάδας μας επί Εθνικής κατηγορίας και το πρώτο με τον Μπούκοβι στον πάγκο. Μέσα στο αλησμόνητο, πολύ δύσκολο και συναρπαστικό αυτό πρωτάθλημα υπήρξε ένα διήμερο, που θα το θυμάμαι έντονα όσο ζω.

Το διήμερο 20-21.5.1966 δεν ήταν ένα συνηθισμένο διήμερο μιας συνηθισμένης εβδομάδας, καθώς μέσα σε αυτό έγιναν τόσα πολλά και σημαντικά γεγονότα, που χαράχτηκαν για πάντα ανεξίτηλα στη μνήμη του.

Καταρχάς όλη την εβδομάδα σύμπασα η Ελλάδα ζούσε και ανέπνεε στον ρυθμό δύο γεγονότων.

Το ένα ήταν το σπάνιο φυσικό φαινόμενο της δακτυλιοειδούς έκλειψης ηλίου, που θα γινόταν έντονα ορατή στη χώρα μας την Παρασκευή 20.5.1966 και θα κρατούσε συνολικά ένα τρίωρο (από τις 10.00 π.μ. έως τις 13.00 μ.μ.). Είχαν δοθεί οδηγίες σε όλο τον πληθυσμό να αποφύγει να παρακολουθήσει το φαινόμενο, εκτός αν το έβλεπαν πίσω από μια πολύ σκούρα, επιμελώς καπνισμένη, γυάλινη επιφάνεια, προκειμένου να αποφευχθούν σοβαρές οφθαλμικές βλάβες, που θα μπορούσαν να αποβούν ακόμη και μη αναστρέψιμες για την ανθρώπινη όραση.

Σημειωτέον ότι εκείνη την εποχή της δεκαετίας του 1960, αν και υπήρχαν μαύρα γυαλιά ηλίου, λίγοι τα φορούσαν (ιδιαίτερα τα πραγματικά και γνήσια). Αποτελούσαν ένα είδος πολυτελείας, που διαδόθηκε ευρέως στην Ευρώπη αργότερα, κυρίως την δεκαετία του 1970. Σε κάθε περίπτωση ακόμη και αυτά τα γυαλιά ηλίου που υπήρχαν τότε δεν μπορούσαν να προσφέρουν επαρκή προστασία.

Συνεπώς οι οδηγίες παρακολούθησης του φαινομένου και προφύλαξης από αυτό είχαν επικεντρωθεί στον προαναφερόμενο τρόπο. Φυσικά το αθάνατο ελληνικό δαιμόνιο βρήκε την ευκαιρία να θριαμβεύσει και πάλι, αφού εν ριπή οφθαλμού κόπηκαν και πουλήθηκαν εκατοντάδες χιλιάδες γυάλινα ή περίπου γυάλινα καπνισμένα τζάμια σε σχήμα παραλληλόγραμμου.

Θυμάμαι τον δάσκαλο των θρησκευτικών στο σχολείο, που ήταν ταυτόχρονα υποψήφιος ιερέας, να ψέλνει μέσα στην τάξη την ώρα αποκορύφωσης του φαινομένου, όταν τα πάντα γύρω μας είχαν σκοτεινιάσει την ώρα που εμείς οι διάβολοι είχαμε μείνει σιωπηλοί, εμβρόντητοι και εντυπωσιασμένοι από αυτό που συνέβαινε γύρω μας ή μάλλον από πάνω μας.

Δεν ήταν όμως μόνο εκείνο το γεγονός που κυριαρχούσε στην Ελλάδα εκείνη την εβδομάδα. Ήταν και ένα άλλο γεγονός που τους περισσότερους (μεταξύ αυτών και μένα) ενδιέφερε πολύ περισσότερο από την έκλειψη ηλίου. Ήταν το μεγάλο ντέρμπι ΠΑΟ-Ολυμπιακού στη Λεωφόρο.

Γινόταν μόλις πέντε αγωνιστικές πριν από την λήξη του πρωταθλήματος και ενώ ο ΠΑΟ προηγείτο στον βαθμολογικό πίνακα κατά ένα βαθμό του Ολυμπιακού. Συνεπώς εμείς θέλαμε μόνο την νίκη, ενώ ο ΠΑΟ βολευόταν και με την ισοπαλία.

Ο αγώνας ήταν για την ομάδα μας ματς ζωής ή θανάτου. Κι αυτό γιατί είχαν περάσει έξι χρόνια χωρίς πρωτάθλημα για τον Ολυμπιακό. Αντίθετα μέσα στην εξαετία αυτή ο ΠΑΟ είχε πάρει πέντε πρωταθλήματα. Το άγχος, η προσμονή και η λαχτάρα έπνιγαν την ομάδα μας.

Θυμάμαι, από τις φωτογραφίες του τύπου της εποχής, την παραμονή του αγώνα τους ποδοσφαιριστές της ομάδας μας να παρακολουθούν από το ξενοδοχείο που είχαν καταλύσει την έκλειψη ηλίου, με τον τρόπο που περιγράψαμε πιο πάνω. Το ίδιο ίσχυε και για τους παίκτες του ΠΑΟ. Εγώ μάλιστα τότε ανησυχούσα μήπως η όραση κάποιου από τους δικούς μας πάθαινε κάτι και δεν μπορούσε να παίξει. Άραγε είχαν λάβει όλα τα αναγκαία μέτρα προστασίας όταν και όσο παρακολουθούσαν την έκλειψη του ηλίου σκεπτόμουν. Τέτοια ερωτήματα με απασχολούσαν.

Φυσικά για τους αντιπάλους δεν έδινα δεκάρα αν πάθαιναν τίποτε. Μάλιστα σκεπτόμουν ακόμη χειρότερα: μακάρι και να πάθαιναν κάτι και να μην έπαιζαν. Δεν το έλεγα δυνατά γιατί ντρεπόμουν τότε για τις σκέψεις αυτές, αφού την εποχή εκείνη οι ανθρώπινες σχέσεις ήταν πολύ καλύτερες, πιο αναπτυγμένες, γνήσιες και μεγαλόψυχες. Αλλά βλέπετε, αν και μικρός σε ηλικία ήμουν πάνω από όλα συνειδητοποιημένος οπαδός.

Περιττό βέβαια να αναφέρω το πόσες φορές εκείνη την εβδομάδα, λόγω της τότε επικαιρότητας, οπαδοί αλλά και παίκτες των δύο ομάδων απειλούσαν με φραστικά κλισέ τους αντιπάλους τους με ποδοσφαιρική «έκλειψη».

Όμως η 20.5.1966 ήταν μια περίεργη ημέρα, που επιφύλασσε κι άλλες εκπλήξεις, σε σημείο που νόμιζες ότι δεν θα τελείωνε ποτέ. Την ημέρα εκείνη πέθανε ξαφνικά η μάνα του Γιώργου Σιδέρη. Ο Σιδέρης έφυγε από το ξενοδοχείο της ομάδας μας και ένα σήριαλ άρχισε. Θα έπαιζε άραγε ναι ή όχι την επομένη, στο ντέρμπι ο Σιδέρης, το μεγαλύτερο επιθετικό ατού της ομάδας μας;

Ο Σιδέρης πήρε την απόφαση σχετικά γρήγορα. Θα έπαιζε οπωσδήποτε, ανήμερα της κηδείας της μητέρας του, γιατί ο αγώνας ήταν κρισιμότατος για τον Ολυμπιακό και δεν μπορούσε να απουσιάζει. Η κηδεία της μητέρας του ορίστηκε το πρωί της ημέρας του αγώνα, λίγες ώρες προτού αρχίσει το ντέρμπυ. Αμέσως μετά την κηδεία θα αγωνιζόταν κανονικά.

Όμως ακόμη και ύστερα την απόφαση του Σιδέρη ο κόσμος της ομάδας ήταν πολύ προβληματισμένος, καθώς δεν μπορούσε να εκτιμήσει μέχρι ποίου βαθμού αυτό το δυσάρεστο γεγονός, που είχε προκύψει ξαφνικά, θα επηρέαζε την απόδοση του μεγαλύτερου σκόρερ όλων των εποχών όχι μόνο στην ιστορία του Ολυμπιακού, αλλά και του ελληνικού ποδοσφαίρου.

Κατά τα άλλα ο συνήθης χαμός που επικρατούσε εκείνη την εποχή για την εξασφάλιση εισιτηρίου την παραμονή του αγώνα είχε σπάσει κάθε προηγούμενο ρεκόρ. Πραγματικός παροξυσμός. Όλη η Ελλάδα έψαχνε εισιτήριο και μάλιστα πολύ προτού κυκλοφορήσουν τα εισιτήρια. Πολλοί είχαν επιστρατεύσει πολιτικά μέσα και άλλοι είχαν αρχίσει να ενοχλούν γνωστούς και φίλους δεκαπέντε μέρες ή και ένα μήνα νωρίτερα. Αυτή την φορά όμως δεν ζητούσαν διορισμό, αλλά το μαγικό χαρτάκι για να βρεθούν στον ποδοσφαιρικό τους παράδεισο. Οι μαυραγορίτες της Ομόνοιας μερικές ώρες πριν από τον αγώνα έκαναν χρυσές δουλειές, πουλώντας στους ενδιαφερόμενους οπαδούς ακόμη και 500%-1000% παραπάνω από την τιμή του εισιτηρίου. Πολλές φορές προμηθευτές τους, με το αζημίωτο βέβαια, ήταν κάποιοι ποδοσφαιριστές.

Εγώ ήμουν τυχερός, καθώς ένας καταφερτζής θείος μου είχε τον τρόπο να βρίσκει εισιτήρια, ενώ, παράλληλα, είχε πολύ φίλο ένα πορτιέρη στην Λεωφόρο, που θα με έβαζε τζάμπα ως μικρό, συνοδευόμενο από τον θείο μου. Γι αυτό μου είχε πει να φορώ κοντά παντελόνια, για να φαίνομαι ακόμη μικρότερος. Άλλωστε τότε τα μακριά παντελόνια δεν ήταν συνηθισμένα σε παιδιά 11-12 ετών.

Πήγαινα τότε στην τελευταία τάξη του δημοτικού. Κι αυτό το γεγονός ήταν και το τελευταίο εμπόδιο, που έπρεπε να περάσω, καθώς το ντέρμπυ γινόταν Σάββατο 21.5.1966 και όχι Κυριακή ως συνήθως. Και τότε το Σάββατο ήταν κανονική σχολική ημέρα. Μόνο την Κυριακή δεν είχε σχολείο. Δεν θα κολλάγαμε βέβαια εκεί. Θα «καθάριζε» ενδοοικογενειακά ο θείος.

Ο αγώνας έληξε τελικά ισόπαλος 1-1. Ο Μποτίνος ισοφάρισε νωρίς στο δεύτερο ημίχρονο το γκολ που είχαμε δεχτεί από πέναλτι, το οποίο είχε βαρέσει ο Λουκανίδης στο πρώτο ημίχρονο. Ο Σιδέρης, πάρα το πένθος του, ήταν από τους διακριθέντες.

Από εκείνο το παιχνίδι όμως αυτό που θυμάμαι πιο έντονα από όλα ήταν η περίπου δεκάλεπτη διακοπή του αγώνα στο πρώτο ημίχρονο, λόγω των επεισοδιακών διαμαρτυριών των παικτών και των ανθρώπων της ομάδας μας, για το πέναλτι που είχε σφυρίξει σε βάρος μας ο Ισπανός διαιτητής ονόματι Πλάθα. Το μαρκάρισμα από τον Ζαντέρογλου στον Δομάζο είχε γίνει έξω από την περιοχή, αλλά ο πανούργος πράσινος παίκτης είχε πέσει θεαματικά εντός της περιοχής.

Οι παίκτες μας αρνούνταν να δεχτούν το πέναλτι, είχαν περικυκλώσει τον διαιτητή και δεν άφηναν να συνεχιστεί το ματς και να εκτελεστεί το πέναλτι, ενώ οι εντάσεις και τα νεύρα μέσα στο γήπεδο είχαν πάρει μεγάλες διαστάσεις. Τελικά οι παίκτες μας αναγκάστηκαν να υποχωρήσουν.

Την άλλη μέρα το ΦΩΣ σχολίαζε, κάνοντας λογοπαίγνιο με το όνομα του διαιτητή: «ο Πλάθα… έπλασε το πέναλτι!». Καταλαβαίνετε τώρα πως αισθάνθηκα όταν μετά από πολλά χρόνια άκουγα τους βάζελους να φωνάζουν για τον… Παπουτσέλη. Στον Ολυμπιακό ψάχνανε μετά τον αγώνα μήπως ό Πλάθα είχε φιλοξενηθεί στο ξενοδοχείο του Μαντζεβελάκη (το γνωστό «Saint George Lycabettus») όπου όπως λέγανε οι κακές γλώσσες συνηθιζόντουσαν έξτρα περιποιήσεις και γενναιοδωρίες….

Μετά την λήξη του αγώνα οι πράσινοι περιχαρείς είχαν βιαστεί να πανηγυρίσουν την ουσιαστική κατάκτηση του πρωταθλήματος, αφού δεν είχαν χάσει στον δυσκολότερο αγώνα, που τους απέμενε πριν από την λήξη του πρωταθλήματος. Την ίδια ώρα οι δικοί μας παίκτες και φίλαθλοι αποχωρούσαν κατηφείς.

Όμως όλα αυτά αποδείχθηκαν πρόωρα. Γιατί την επόμενη αγωνιστική στη Νέα Σμύρνη ο ΠΑΟ έχασε 2-1 από τον Πανιώνιο και ο Ολυμπιακός πήρε κεφάλι στην βαθμολογία, νικώντας την Προοδευτική 4-2. Θα ακολουθούσαν οι νίκες μας στο 90΄ στο περίφημο θρίλερ με τον Πανσερραικό στο Καραισκάκη (2-1) ο θρίαμβος (5-0) στα Τρίκαλα επί της αήττητης μέχρι τότε στην έδρα της τοπικής ομάδας και η επικράτηση (3-0) στο φινάλε επί του Απόλλωνα στον Πειραιά.

Ο Ολυμπιακός με τον Μπούκοβι στον πάγκο επέστρεψε στο θρόνο του, αφήνοντας μέσα μου υπέροχες αναμνήσεις. Μπορεί να μη θυμάμαι τι έφαγα χθες, αλλά πάντα θα θυμάμαι τι έγινε το 1966 και ιδιαίτερα το διήμερο, για το οποίο σας μίλησα. 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου