Ο Ολυμπιακός έθαψε τη Παρτιζάν 1-3 και το ταξίδι ξεκινά από τη Σερβία...
Του Dr. Jekyll
Ο
Χάσι επέλεξε τους Καπίνο, Κούτρη (αριστερό μπακ), Ρέτσο και Ρομαό
(κέντρο άμυνας), Φιγκέιρας (δεξί μπακ), Σιώπη (εξάρι), Οφόε (οκτάρι),
Σεμπά (αριστερό μέσο), Μάριν (σε ρόλο οργανωτή, με κινήσεις και αριστερά
και δεξιά) και Μπεν (επιθετικό). Ο Ολυμπιακός δεν φάνηκε να επηρεάζεται
από την έδρα της Παρτιζάν, μπήκε ψύχραιμα και δυνατά, και άνοιξε το
σκορ με τον Μπεν στο 6ο λεπτό, μετά από εξαιρετική ασίστ του Μάριν. Και
ενώ όλα ξεκίνησαν πρίμα, λίγα λεπτά μετά, στο 11΄ ζήσαμε σκηνές deja vu
της περυσινής τρικυμίας στην άμυνα, και οι Σέρβοι ισοφάρισαν με τον
Ταβάμπα.
Οπωσδήποτε κάποιος θα μπορούσε να μιλήσει και για
ατυχία, καθώς η μπάλα για να καταλήξει στα δίχτυα κόντραρε στη πλάτη του
Καπίνο, ο οποίος μόλις είχε πραγματοποιήσει εντυπωσιακή απόκρουση.
Πιστεύω πως η χρήσιμη ανάγνωση της φάσης, όμως, είναι ότι η άμυνα δεν
λειτούργησε σωστά, με αποτέλεσμα να βγει μπαλιά προς τα αριστερά, ο
Σεμπά δεν βρέθηκε να μαρκάρει, όπως, υποθέτω, προβλέπει το πλάνο, για να
βοηθά τον Κούτρη, και ο Ταβάμπα βρέθηκε μόνος του απέναντι στον Καπίνο.
Κάπου
εκεί ο Ολυμπιακός έχασε τον έλεγχο του παιχνιδιού, αδυνατούσε να
κρατήσει τη μπάλα, και οι Σέρβοι πίεζαν για να πραγματοποιήσουν την
ολική ανατροπή. Δεν κατόρθωσαν να δημιουργήσουν, μεν, μεγάλη ευκαιρία,
αλλά η ψυχραιμία είχε πάει περίπατο, οι λανθασμένες μεταβιβάσεις έδιναν
και έπαιρναν και, γενικά, έβλεπες μια αδυναμία συνεννόησης, τόσο στην
άμυνα, όσο και στην επίθεση. Το ημίχρονο βρήκε τις δύο ομάδες ισόπαλες,
τους γκρόμπαρι (τρομάρα τους) να πετάνε αντικείμενα στη φυσούνα, και
τους λογαριασμούς ανοιχτούς.
Και εκεί που αναρωτιόσουν (είναι και
κοντινές οι περυσινές εμφανίσεις) τι θα γίνει στο δεύτερο ημίχρονο, ο
Ολυμπιακός μπήκε στον αγωνιστικό χώρο σοβαρός, έδειξε τις προθέσεις του
με μια τεράστια χαμένη ευκαιρία του Σεμπα στο 49΄, και στο 56ο λεπτό
σφράγισε την πρόκριση (με την Παρτιζάν παίζουμε) με καταπληκτικό πλασέ του
Μπεν από ατομική προσπάθεια. Και αφού τα μικρά, αλλά πάντα
εμφανιζόμενα, φαινόμενα τρικυμίας στην αμυντική λειτουργία δεν
στοίχισαν, ο Ολυμπιακός έχασε μια ακόμα σπουδαία ευκαιρία (όταν με
ακατανόητο τρόπο ο Σεμπά αντί να δώσει την πανεύκολη πάσα στον εντελώς
αφύλακτο Μπεν, έστειλε την μπάλα στα πετούμενα), και, στη συνέχεια,
έβαλε το κερασάκι στη τούρτα με τον Εμενίκε να κάνει σεφτέ με την
ερυθρόλευκη, στο 89΄, μετά από καταπληκτική μακρινή μπαλιά του
Φιγκέιρας.
Ας ξεκινήσουμε με τα αρνητικά (με όλες τις
δικαιολογίες που υπάρχουν): η άμυνα μας πάθαινε συχνά τη περσινή
τρικυμία που στοίχισε κάμποσους βαθμούς, προκρίσεις, και τόνους ψυχικής
ηρεμίας. Επίσης σε κάμποσα στημένα, οι παίκτες της Παρτιζάν κέρδιζαν με
ευκολία τη μπάλα. Ας μην ξεγελιόμαστε: η Παρτιζάν δεν συγκαταλέγεται
στις «σοβαρές» ομάδες της Ευρώπης και οι αντίπαλοι που θα συναντήσουμε
παρακάτω (ειδικά αν προκριθούμε στο Ch.L.) δεν θα έχουν καμία σχέση με
τους Σέρβους.
Ο Σεμπά πραγματοποίησε μια από τις χειρότερες του
εμφανίσεις με τη φανέλα του Ολυμπιακού. Χωρίς τρεξίματα, δύναμη και
αντοχές, άφηνε συνέχεια εκτεθειμένο τον Κούτρη, να αντιμετωπίζει συχνά
δύο αντιπάλους. Στο δεύτερο ημίχρονο κάπως βελτιώθηκε, αλλά, στα μάτια
μου, ήταν χειρότερος όχι μόνο από τις περσινές, αλλά και από τις
προπέρσινες εμφανίσεις του. Να μην ήταν ψυχικά προετοιμασμένος, αφού
μπήκε στην ενδεκάδα τη τελευταία στιγμή, λόγω των στομαχόπονων του
Φορτούνη; Να είναι πολύ πιασμένος από τις προπονήσεις; Να πέρασε κι
αυτός ίωση; (για τον Σεμπά μιλάμε, δεν πιστεύω πως για οποιοδήποτε λόγο
θα επέλεγε να είναι --προκλητικά-- αδιάφορος).
Ο Σιώπης έτρεχε
παντού, μάρκαρε, και βοήθησε την αμυντική λειτουργία. Όμως, πήρε κίτρινη
κάρτα από το 3΄ και είχε πολλές λανθασμένες μεταβιβάσεις -- τόσο
κοντινές, όσο και μακρινές. Ο Μάριν έβγαλε την καταπληκτική ασίστ στον
Μπεν, κράτησε κάποιες φορές τη μπάλα, και είχε στο ενεργητικό του
μερικές καλές μεταβιβάσεις (ένα θεματάκι αντοχών όσο περνάει η ώρα, το
είχε από πέρσι). Έχω την αίσθηση πως στο κενό διάστημα του πρώτου
ημιχρόνου, ο Φορτούνης θα ζητούσε --και θα έπαιρνε-- περισσότερο την μπάλα.
Δεν υπάρχει κανένα ερώτημα για το αν ο Μάριν ξέρει μπάλα (κάποιες
τρίπλες και μεταβιβάσεις του Μάριν πολύ αμφιβάλω αν θα μπορούσε να τις
κάνει ο Φορτούνης), αυτό που δεν έχω ακόμα πειστεί είναι πως έχει
κοχόνες για να βγει μπροστά σε παιχνίδια που πάνε στη δύναμη ή/και σε
κακούς αγωνιστικούς χώρους (ο Φορτούνης γυρίζει πίσω από τη σέντρα για
να παίρνει τη μπάλα, ενώ ο Γερμανός σήμερα, σε αρκετά διαστήματα, ήταν
εξαφανισμένος). Για να μην παρεξηγούμαι: με αυτά, δεν λέω πως ο Φορτούνης
είναι καλύτερος ή πιο χρήσιμος από τον Μάριν.
Ο Οφόε (Οτζίτζα,
όπως μάθαμε πως προτιμά να τον φωνάζουμε) ήταν πολύτιμος και, σίγουρα, ο
νεοφερμένος που έδειξε πως έχει προσαρμοστεί πιο πολύ στην ομάδα.
Παίζοντας ως οκτάρι στο μεγαλύτερο μέρος του αγώνα (ως παίκτης πίσω από
τον επιθετικό αγωνίστηκε μετά την αλλαγή του Μάριν με τον Ζντιέλαρ στο
80΄), δεν έδειξε πολλές φορές τις οργανωτικές του ικανότητες (για τις
οποίες κρίθηκε MVP του πολωνικού πρωταθλήματος). Ήταν, όμως, παντού και
έδωσε δύναμη και τσαμπουκά στη μεσαία γραμμή. Πολύ καλή εμφάνιση για τον
νέο μας μέσο.
Ο Καρσελά στο μεγαλύτερο μέρος του αγώνα και μέχρι
να γίνει αλλαγή (Πάρντο, στο 80΄), ήταν λίγο εξαφανισμένος. Είχε, όμως,
αυτό που γράφαμε και στο προηγούμενο φιλικό: κάμποσες στιγμές που με
την ταχύτητα και τις τρίπλες του φάνταζε ασταμάτητος, αν δεν του έκαναν
φάουλ (γενικά --και ειδικά από τους παίκτες της Παρτιζάν-- το παιχνίδι
είχε δυνατές φάσεις). Το χορτάρι θα είναι ο απόλυτος κριτής του, αλλά
αυτές οι --προς το παρόν μετρημένες-- στιγμές, σε κάνουν πολύ αισιόδοξο
για το ταβάνι που έχει.
Κανένα πρόβλημα για τον Καπίνο, ο οποίος
ακόμα και στο γκολ έκανε μια σπουδαία απόκρουση (άμα θέλει, όμως, να
μπει...). Ίσως το πιο παράξενο --σε σχέση με το χάος που επικράτησε
κάμποσες φορές στην αμυντική μας λειτουργία στο πρώτο ημίχρονο-- είναι
πως και οι τέσσερις αμυντικοί, έκαναν σχετικά καλό παιχνίδι. Ο Κούτρης
παίρνει πάλι καλό βαθμό -- και αυτή τη φορά σε επίσημο αγώνα, απέναντι σε
μια ομάδα που διακρίνεται με την επίθεσή της. Χωρίς βοήθειες από τον
Σεμπά (συνήθως ο Οτζίτζα έτρεχε να καλύψει), τα πήγε πολύ καλά στα
αμυντικά του καθήκοντα, αλλά υστέρησε --σε σχέση με τα φιλικά, πάντα-- στο
δημιουργικό κομμάτι. Ο Ρέτσος, ειδικά από ένα σημείο και μετά ήταν πολύ
καλός, ενώ ο Ρομαό έδειξε ότι με λίγη εμπιστοσύνη θα μπορούσαμε πέρυσι
να είχαμε ένα αρκετά πιο αξιόπιστο κεντρικό αμυντικό από τον Ντα Κόστα.
Ο
Φιγκέιρας είναι περίπτωση: αψυχολόγητος (πάλι σε μια φάση τινάζει
πεσμένος το πόδι του για να βρει τον αντίπαλο), χειρότερος στα αμυντικά
του καθήκοντα από τον Ομάρ (σήμερα τις έφαγε τις τρίπλες του), αλλά η
μπαλιά που βγάζει για το τρίτο γκολ είναι σπουδαία. Τουλάχιστον από τον
Φιγκέιρας, με ελάχιστες εξαιρέσεις, ξέρεις πάνω κάτω τι απόδοση μπορείς
να περιμένεις (και δεν αναφέρομαι στη μπόλικη τρέλα που κουβαλά, και που
μπορεί να στοιχίσει κόκκινη κάρτα σε ανύποπτη φάση). Γενικά, όμως, τα
αμυντικά προβλήματα του Ολυμπιακού (ακόμα και πέρυσι) πιστεύω πως
οφείλονται περισσότερο στη συνολική αμυντική λειτουργία της ομάδας, παρά
στις ικανότητες της τετράδας της αμυντικής γραμμής.
Και λίγα
λόγια για τον Εμενίκε: δεν αμφιβάλω πως η φυσική του κατάσταση δεν
επέτρεπε να ξεκινήσει βασικός (για αυτόν τον ρόλο αποκτήθηκε). Το
τελείωμα της φάσης, όμως, στο τρίτο τέρμα, δείχνει επιθετικό που
χρειαζόμαστε (εδώ και κάμποσα χρόνια) στον Ολυμπιακό. Λίγα λεπτά αφού
έχει περάσει στον αγώνα, εκμεταλλεύεται την υπέροχη μπαλιά ακριβείας του
Φιγκέιρας, και τριπλάρει με άνεση τον τερματοφύλακα για να σπρώξει τη
μπάλα στο άδειο τέρμα. Δεν προσπαθεί να τον σκοτώσει με δυνατό σουτ, δεν
χάνει τη ψυχραιμία του, δεν στέλνει τη μπάλα στους οπαδούς, δεν
πετυχαίνει το δοκάρι. Απλά και όμορφα, τριπλάρει και σκοράρει.
Καλό δεκάλεπτο --όσο χρήσιμο για συμπεράσματα μπορεί να
είναι ένα δεκάλεπτο-- είχαν και οι άλλοι δύο παίκτες που μπήκαν ως
αλλαγή, Ζντιέλαρ και Πάρντο. Και αν τα χαρακτηριστικά του Πάρντο είναι
λίγο πολύ γνωστά (σήμερα νομίζω πως θα μπορούσε να είχε αντικαταστήσει
πολύ νωρίτερα τον Σεμπά), ο Ζντιέλαρ με εξέπληξε ευχάριστα με την
ωριμότητα και την όρεξη που έδειξε (είπαμε, για ένα δεκάλεπτο μιλάμε).
Τελευταίο
άφησα τον αδιαμφισβήτητα πολυτιμότερο του αγώνα, τον 28χρονο Μπεν, ο
οποίος δυόμιση --δύσκολα γι' αυτόν-- χρόνια μετά τη συμφωνία για τη
μετακίνησή του από τη Βέροια στον Ολυμπιακό, είχε τη χαρά να
πρωταγωνιστήσει ως παίκτης του Θρύλου. Με αυτή την εμφάνιση εξασφάλισε
την παραμονή του στον Ολυμπιακό, εξασφάλισε την παρουσία του Ολυμπιακού
στις ευρωπαϊκές διοργανώσεις και χάρισε στιγμές θλίψης στις μπουγάτσες
της Σερβίας. Όλοι θα θυμόμαστε το δεύτερο γκολ που πέτυχε, αλλά έτσι θα
αδικούμε το άψογο τελείωμα στο πρώτο γκολ, με το οποίο έθεσε τα θεμέλια
της νίκης.
Ο
Χάσι κέρδισε το πρώτο μεγάλο στοίχημα (η πρόσληψή του βασίστηκε στην
εμπειρία του στα καλοκαιρινά προκριματικά). Μπορεί να φάνηκε ότι
ισορρόπησε σε τεντωμένο σκοινί, αφού στο πρώτο ημίχρονο δεν φάνηκε
διαφορά δυναμικότητας (είπαμε: η Παρτιζάν είναι χειρότερη ομάδα), αλλά
το τέλος του αγώνα τον βρίσκει να έχει κάνει τριπλή τούμπα και να
προσγειώνεται με κατακόρυφο. Ιδανικό ξεκίνημα, αφού σε αυτή τη φάση
--τόσο χρονικά, όσο και ποδοσφαιρικά-- το ζητούμενο είναι το σκορ και όχι η
απόδοση.
Ένα αρνητικό για τον προπονητή: δεν βρίσκω τον λόγο οι
πρώτες αλλαγές να γίνουν στο ογδόντα. Και παίκτες με κακή απόδοση
υπήρχαν (Σεμπά), και με κίτρινη κάρτα από πολύ νωρίς σε νευραλγικό
σημείο του γηπέδου (Σιώπης) και σκασμένοι από το τρέξιμο (Μάριν). Όμως: η
ομάδα είχε ταυτότητα και αποτελεσματικότητα, και ας είχε πολλές
απουσίες (Ομάρ, Μποτία, Φορτούνης, Ταχτσίδης, Ανδρούτσος -- με τους τρεις
πρώτους να υπολογίζονται ως βασικοί). Και ακόμα ένα δείγμα εξυπνάδας (κι
ας του το σφύριξαν): τη νίκη αφιέρωσε στον Θανάση Μπέμπη, έναν αληθινό
Θρύλο του Θρύλου -κι ας έχω μόνο ακούσει από τον πατέρα μου ή διαβάσει
γι' αυτόν.
Πριν λίγες ημέρες, έγραφα πως είναι αδύνατον να είναι
έτοιμη η ομάδα τέλη Ιουλίου και πως έχουμε πολύ μικρά δείγματα γραφής
για να κρίνουμε τους παίκτες και τον προπονητή. Επαναλαμβάνω: η κριτική
που γίνεται --καλή ή κακή, σωστή ή λανθασμένη-- γίνεται με δεδομένο πως
λίγο πριν τον Αύγουστο είναι παράλογο να περιμένεις μια ομάδα με
αυτοματισμούς, δημιουργία και άψογη αμυντική λειτουργία, καθώς και ότι
από τρία φιλικά και ένα επίσημο παιχνίδι είναι αδύνατο να κρίνεις
κάποιον παίκτη (πόσο μάλλον όταν οι ποδοσφαιριστές δεν ξέρουν τους
συμπαίκτες του και δεν βρίσκονται σε καλή φυσική κατάσταση).
Για
το τέλος: οι παίκτες της Παρτιζάν προκαλούσαν, έπεφταν για πέναλτι (δεν
τιμωρήθηκαν ποτέ, όπως προβλέπει ο κανονισμός) και παρά το πολύ μεγάλο
στόμα, έφυγαν με την ουρά στα σκέλια. Πραγματικά ταιριαστοί για παρεάκι
με τον Δικέφαλο του Βορρά. Όμως: είναι λάθος να τους λέμε παοκ της
Σερβίας. Ανεξάρτητα από το πόσο αντιπαθητική ομάδα είναι, η Παρτιζάν και
διακρίσεις, και τίτλους έχει στην ιστορία της. Αν έπρεπε να
περιγράψουμε τη σχέση τους, ο μπαοκ είναι το κακομαθημένο, μυξιάρικο,
κομπλεξικό ξαδερφάκι, που θέλει να μοιάσει στον ψευτόμαγκα μεγαλύτερο
ξάδερφό του.
Και αφού ξέρουν ελληνικά συνθήματα, ας βάλουν το
δρεπάνι εκεί που ξέρουν, και ας έρθουν να μάθουν πως του Περαία το
λιμάνι είναι βαθύ...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου