Παρασκευή 29 Ιουνίου 2018

Ιστορίες για τερματοφύλακες

Αν, στον Θρύλο, η καρέκλα του προπονητή είναι (κατά το κοινώς λεγόμενο) ηλεκτρική, η θέση του τερματοφύλακα ήταν ανέκαθεν... καρμανιόλα. Μέσα στα χρόνια, έχουν περάσει σπουδαίοι τερματοφύλακες, που έβαλαν ψηλά τον πήχη και τους μνημονεύουμε χρόνια ολόκληρα, με τους οποίους αναπόφευκτα συγκρίνεται κάθε νέος (ο Κελεσίδης, ο Σαργκάνης, ο Ελέ, ο Νικοπολίδης). Κάθε φορά που έφευγε ένας μεγάλος, περνούσαν χρόνια μέχρι να βρεθεί ο άξιος αντικαταστάτης.

Ο Θεολόγος Μιχαηλίδης θυμάται παλιές, άγνωστες ιστορίες κάτω απ' τα ερυθρόλευκα γκολπόστ. 

 * Το κείμενο διαβάζεται παράλληλα με το εξαιρετικό αφιέρωμα του Pesetero για τις «γάτες» και τις «απάτες», απ' το 1980 και μετά.








Ο ΦΡΟΝΙΜΙΔΗΣ ΚΡΕΜΑΕΙ ΤΑ ΓΑΝΤΙΑ ΤΟΥ
Όταν το 1967, μετά την κατάκτηση του δεύτερου συνεχόμενου πρωταθλήματος από την ομάδα του Μπούκοβι, ο Φρονιμίδης ανακοίνωσε την απρόσμενη απόφασή του να εγκαταλείψει την ενεργό δράση, επικράτησε μεγάλος προβληματισμός, αφού δεν υπήρχε στον ορίζοντα μια καλή λύση. Στο πρόσωπο του Φρονιμίδη η ομάδα πίστευε ότι είχε επιτέλους λύσει το πρόβλημα της αποχώρησης του Θεοδωρίδη.

Χαρακτηριστικό της κατάστασης που δημιουργήθηκε ήταν ότι κάποια στιγμή ακόμη και ο Θεοδωρίδης (ο πιο αγνός και ανιδιοτελής Ολυμπιακός όλων των εποχών), μολονότι είχε σταματήσει την μπάλα πριν από πέντε χρόνια, βλέποντας το πρόβλημα, ζήτησε να επανέλθει στην ενεργό δράση και άρχισε μάλιστα να κάνει κανονικές προπονήσεις με την ομάδα, αφήνοντας μάλιστα ικανοποιητικές εντυπώσεις.

Τελικά όμως προτιμήθηκε τότε η απόκτηση του Βαλλιάνου. Ενδεχομένως όμως η επιστροφή Θεοδωρίδη, έστω και μετά από τα τόσα χρόνια απραξίας, να ήταν προτιμότερη, αφού ο Βαλλιάνος όταν ήρθε στον Ολυμπιακό ήταν σκιά του παλιού άξιου εαυτού του στον Εθνικό και είχε καταντήσει ένας θλιβερός αχθοφόρος ενός σπουδαίου παρελθόντος. Σημειωτέον ότι ανάλογη περίπτωση υπήρξε και η απόκτηση από τον Ολυμπιακό του Κουρκουβέλα λίγα χρόνια αργότερα, ο οποίος σε τίποτε δεν θύμιζε τον προηγούμενο έξοχο τερματοφύλακα του Πανιωνίου.

ΕΙΣΑΙ ΣΑΝ ΤΟΝ ΜΥΛΩΝΑ
«Είσαι σαν τον Μυλωνά»: αυτή τη σκωπτική και ειρωνική επωδό τραγουδούσαν τη δεκαετία του 1970 σε όλα τα γήπεδα της χώρας οι οπαδοί όλων των ομάδων προσπαθώντας να εκνευρίσουν τον αντίπαλο γκολκίπερ, ιδίως μετά από κάποιο λάθος ή αστάθεια. Τι είχε κάνει ο Μυλωνάς; Είχε αποκλείσει τον Ολυμπιακό από το Κύπελλο Κυπελλούχων Ευρώπης την περίοδο 1971/72, με τις μνημειώδεις γκάφες του στο τελευταίο δεκάλεπτο στον αγώνα με την Ντινάμο Μόσχας (0-2) στο Καραϊσκάκη. Έτσι πήγε χαμένη η εξαιρετική εμφάνιση και νίκη της ομάδας στη Μόσχα (2-1). Εκείνη τη χρονιά μάλιστα η Ντινάμο είχε ομαδάρα και είχε κατορθώσει να παίξει στον τελικό της διοργάνωσης.

Στην ίδια κατηγορία με τον Μυλωνά, ο Λιαδέλης, πατέρας του μπασκετμπολίστα, που το 1968 σε ένα αγώνα του Ολυμπιακού με την ΑΕΚ (2-3 στο Καραϊσκάκη) είχε φάει ένα αστείο γκολ «από το τηλέφωνο» από τον Παπαϊωάννου. Ο ίδιος είχε υποστεί και το πρωτοφανές κάζο να αντικατασταθεί στον τελικό Κυπέλλου Ελλάδας του 1969 με τον ΠΑΟ, αμέσως μετά από το γκολ-φάουλ του Δομάζου που έφαγε, θεωρηθείς ως αποκλειστικά υπεύθυνος.

Ο ΤΣΑΝΑΚΤΣΗΣ ΚΑΙ ΤΑ ΠΕΝΑΛΤΙ
Ο Τσανακτσής όταν ήλθε στον Ολυμπιακό ήταν τερματοφύλακας αξίας, όπως αποδεικνύεται από το γεγονός ότι ήταν ήδη διεθνής με τον Απόλλωνα προτού έρθει στον Ολυμπιακό, κάτι πολύ δύσκολο για την εποχή εκείνη. Μπορεί να μην κατέκτησε πρωτάθλημα στα 4 χρόνια (1960-1964) που κάθισε στον Ολυμπιακό, αλλά ήταν βασικός στην ομάδα που πήρε δύο Κύπελλα (1961, 1963). Επιπλέον, ήταν και ο βασικός της ομάδας, που κατέκτησε το σημαντικό τότε Βαλκανικό Κύπελλο (1963). Επίσης είχε και ένα πολύ αξιοσημείωτο ρεκόρ, φορώντας τη φανέλα του Ολυμπιακού. Σε ένα σύνολο 8 πέναλτι που του σούταραν σε αγώνες πρωταθλήματος δέχτηκε μόνο 2 γκολ (!). Τις υπόλοιπες φορές, σε πέντε περιπτώσεις απέκρουσε και σε μία η μπάλα πήγε άουτ.

Πάντως το ότι ήλθε σε μια κακή για τον Ολυμπιακό εποχή στην αρχή της δεκαετίας του 1960 και κυρίως το ότι διαδέχθηκε τον Θεοδωρίδη, γεγονός που μοιραία οδήγησε σε συγκρίσεις, δεν βοήθησαν την καριέρα του. Είναι χαρακτηριστικό ότι έπαιξε στην εθνική ως παίκτης του Ολυμπιακού μόνο μια φορά, δηλαδή λιγότερες από όσες αγωνίστηκε ως παίκτης του Απόλλωνα.

Υπήρχαν όμως και άλλα εξωποδοσφαιρικά στοιχεία που έπαιξαν κι αυτά τον δικό τους ρόλο, όσο και αν δεν το δέχονται ορισμένοι. Στοιχεία όπως η λαϊκότητα και η γραφικότητα της εμφάνισής του, με το μάγκικο-ρεμπέτικο μουστάκι και την τραγιάσκα, που ανελλιπώς φορούσε. Η μοντέρνα Ελλάδα που κτιζόταν ήθελε να ξεφορτωθεί στιλιστικές εικόνες ατόμων που ήταν βγαλμένες τις παλιότερες δεκαετίες.

ΕΝΑΣ ΕΡΥΘΡΟΛΕΥΚΟΣ ΗΡΩΑΣ
Τον Τάκη (Δημητράκη) Ξαρχάκο ο Ολυμπιακός απέκτησε από τον Απόλλωνα Καλαμαριάς. Δεν έπαιξε πολλά χρόνια στον Ολυμπιακό, ούτε σε πολλούς αγώνες. Αγωνίστηκε από το 1966 μέχρι το 1969 σε 58 συνολικά επίσημους αγώνες του Ολυμπιακού, εκ των οποίων 47 για το πρωτάθλημα, 8 για το Κύπελλο και 3 για τις διοργανώσεις της Ευρώπης. Υπήρξε μέλος της ομάδας του Μπούκοβι κυρίως ως αναπληρωματικός του Φρονιμίδη. Κατέκτησε δύο Πρωταθλήματα (1966, 1967) και ένα Κύπελλο (1968). Μολονότι τα προαναφερόμενα στοιχεία δεν είναι ιδιαίτερα εντυπωσιακά, αξίζει να σταθούμε σε αυτόν λίγο παραπάνω:

Ήταν ένας τερματοφύλακας με μεγάλα προσόντα και αρκετά θεαματικός. Έπαιζε με τρομερή αυτοθυσία και δεν λογάριαζε τη σωματική του ακεραιότητα. Γι’ αυτό και τραυματιζόταν συχνά. Αλλά και στην προσωπική του ζωή ήταν άτυχος, έχοντας δυστυχήματα, από τα οποία κινδύνευσε η ζωή και η σωματική του ακεραιότητα. Κύριο χαρακτηριστικό του ήταν ο τρόπος που αγωνιζόταν και διακρινόταν στα μεγάλα ντέρμπι.

Ποτέ του δεν δέχθηκε γκολ από τον Παναθηναϊκό, τον οποίο αντιμετώπισε σε πέντε συνολικά παιχνίδια και ήταν πάντα από τους καλύτερους της ομάδας, αλλά και του γηπέδου. Οι αγώνες αυτοί ήταν:

5.2.1966: 1-0, Καραϊσκάκη, Πρωτάθλημα
3.3.1968: 1-0, Καραϊσκάκη, Πρωτάθλημα

Το συγκεκριμένο ματς έγινε μέσα σε ακατάπαυστη βροχή και πηχτή λάσπη και η απόδοση του έχει μείνει στην ιστορία. Ο ΠΑΟ μας πίεζε ασφυκτικά για 70 τουλάχιστον λεπτά και ο Ξαρχάκος έκανε μια σειρά από απίθανες και ηρωικές αποκρούσεις, ενώ ήταν τραυματισμένος στο κεφάλι και έπαιζε από το 30΄ με διάσειση. Παρ’ όλα αυτά, αρνήθηκε τις ιατρικές συστάσεις που του έλεγαν να αποχωρήσει γιατί κινδύνευε. Ανέλαβε πλήρως την ευθύνη να παραμείνει στο γήπεδο γιατί γνώριζε ότι, αν έβγαινε, η ομάδα θα έμενε για 60+ λεπτά με δέκα παίκτες και τερματοφύλακα τον μπακ Παυλίδη, αφού τότε δεν επιτρεπόντουσαν αλλαγές. Στο τέλος του αγώνα, δεν θυμόταν καν το αποτέλεσμα, λιποθύμησε και τον τρέχανε στα νοσοκομεία.

21.7.1968: 1-0, Λεωφόρος, Τελικός Κυπέλλου
26.1.1969: 0-0, Λεωφόρος, Πρωτάθλημα
9.7.1969: 1-1, Καραϊσκάκη, Τελικός Κυπέλλου. 
Μπήκε αλλαγή στο 56΄ στη θέση του Λιαδέλη, αμέσως μόλις ο τελευταίος έφαγε το γκολ. Μετά χτυπάγαμε το κεφάλι μας που δεν τον είχαμε βάλει από την αρχή

Ήμουν μέσα σε όλα αυτά τα παιχνίδια. Παρ’ όλα αυτά εκείνο που θα μου μείνει χαραγμένο για πάντα στη μνήμη σχετικά με τον Ξαρχάκο είναι ένα άλλο ματς, με την πολύ φορμαρισμένη τότε ΑΕΚ στη Φιλαδέλφεια την 2.3.1969, που κερδίσαμε 1-0 με γκολ του Σιδέρη στο 85΄ στο τέρμα πίσω από το οποίο ήταν η εκκλησία και αργότερα (γιατί το 1969 δεν υπήρχε) η σκεπαστή.

Και πιο πολύ από όλα θα μου μείνει αξέχαστη μια φάση, λίγο νωρίτερα από το γκολ, στο αντίθετο τέρμα, το δικό μας, όταν σε μια σέντρα φαρμάκι ενός Αεκτζή, όπου πηδούν οι πάντες, ο Ξαρχάκος απογειώνεται και πιάνει την μπάλα με το ένα χέρι όπως περίπου κάνουν οι μπασκετμπολίστες, τη φέρνει και την κολλά στο στήθος του και μετά προσγειώνεται. Η αυτοπεποίθησή του έδωσε πεποίθηση και δύναμη σε όλη την ομάδα, παίκτες και οπαδούς, που τότε καθόντουσαν ανακατεμένοι στο γήπεδο. Μετά από αυτό ήμουν σίγουρος ότι δεν θα τρώγαμε γκολ με τίποτε. Μπορεί να ήταν παρακινδυνευμένο αυτό που έκανε, αλλά του βγήκε και δούλεψε στην ψυχολογία όλης της ομάδας.

Σήμερα ο Ξαρχάκος ζει στο εξωτερικό και κάπου διάβασα ότι, σε συνέντευξη που έδωσε, ακόμη θεωρεί το πέρασμα του από τον Ολυμπιακό και δη την εποχή του Μπούκοβι τη μεγαλύτερη ευλογία.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου