Του RedTerso
Μια πρώτη παραδοχή. Ο μη πρόκριση σε διπλούς αγώνες, αυτή τη χρονιά που βρίσκεται ο Μεντιλίμπαρ στον πάγκο της ομάδας, συνιστά αποτυχία. Όχι γιατί η Μπόντο Γκλιμτ είναι μια τυχαία και κακή ομάδα, αλλά γιατί ο Ολυμπιακός είναι μεγαλύτερο μέγεθος. Και ιστορικά, και λόγω του περσινού θριάμβου, αλλά και γιατί φέτος στη φάση του ομίλου του Europa League τερμάτισε ψηλότερα. Θεωρητικά, ήταν μια κλήρωση, που επέτρεπε να υπάρξει αισιοδοξία για συνέχιση της πορείας --για τουλάχιστον έναν ακόμα γύρο--, που θα ήταν μια ιδανική συνέχεια της περσινής εκπληκτικής χρονιάς. Συνολικά, όμως, η παρουσία της ομάδας φέτος δεν μπορεί να κριθεί ως αποτυχημένη, μιας και μια σειρά «κουτάκια» που είχαμε στο μυαλό μας (πρόκριση στην επόμενη φάση, μεγάλες ευρωπαϊκές νίκες, πλασάρισμα στην πρώτη οκτάδα) συμπληρώθηκαν με επιτυχία.
Είναι επίσης αδιαπραγμάτευτο ότι η ποδοσφαιρική ομάδα έχει σφυρηλατήσει εκ νέου τη σχέση με τον κόσμο της. Όχι μόνο λόγο της παθολογικής αγάπης των Ολυμπιακών, ούτε λόγω των τρομερών στιγμών, που έχουμε ζήσει γιορτάζοντας τα 100 χρόνια του Θρύλου. Η ομάδα μας, μέσω της αγωνιστικής της παρουσίας, μας είχε κάνει να πιστεύουμε ότι θα μπορούσαμε να ανατρέψουμε ακόμα και ένα βαρύ σκορ, όπως το 3-0 του πρώτου αγώνα. Σε τέτοιο επίπεδο, όμως, χρειάζεται και η τύχη κάποιες φορές. Στις αναμετρήσεις με τη Μπόντο, η τύχη δεν μας έκανε το χατήρι...
Η υπόθεση-πρόκριση είχε γίνει πάρα πολλή δύσκολη μετά την έκβαση του πρώτου αγώνα, εκεί στον νορβηγικό βορρά. Δεν θα σταθώ στο συνθετικό χλοοτάπητα, ούτε στο κρύο, μιας και κανείς από την ομάδα δεν στάθηκε σε αυτούς τους παράγοντες ως δικαιολογία. Η αίσθησή μου είναι ότι ο Ολυμπιακός παρουσιάστηκε αρκετά πιο «χαλαρός» σε σχέση με τα στάνταρ που είχε θέσει ο ίδιος για τον εαυτό του, αλλά και για τις απαιτήσεις μιας σκληρής δυάδας αγώνων. Το τετράμηνο σχεδόν που ήμασταν αήτητοι, τα συνεχόμενα μεγάλα αποτελέσματα (σε ντέρμπι στην Ελλάδα, αλλά και στην Ευρώπη) είχαν δημιουργήσει, πιστεύω, μια αίσθηση ανωτερότητας, που αποδείχθηκε πλασματική. Ήταν όμως ικανή να δημιουργήσει ένα κλίμα εφησυχασμού. Και μάλλον αυτό το πληρώσαμε.
Απέναντί μας βρήκαμε μια ομάδα που έμοιαζε πολύ στον Ολυμπιακό του Μεντιλίμπαρ (ειδικά στον πρώτο αγώνα): Ψηλά οι γραμμές και μεγάλη πίεση στο όριο της περιοχής μας, τρομερή ένταση στο παιχνίδι της, ταχύτατη ανάπτυξη και κυνικότητα σε υπερθετικό βαθμό. Αν σε αυτό συνυπολογίσουμε ότι όντως η ομάδα αιφνιδιάστηκε στα πρώτα λεπτά του πρώτου αγώνα, αλλά και ότι είχαν γίνει κάποιες λάθος κινήσεις από τον πάγκο (π.χ. Ροντινέι ως δεξί φουλ μπακ, έχοντας τις δεδομένες αμυντικές του αδυναμίες, αλλά και κούραση, έχοντας δύο χρόνια τραβήξει τρελό κουπί...), τότε μπορούμε να καταλάβουμε γιατί ήρθε το αποτέλεσμα του πρώτου ματς. Ο Ολυμπιακός βρήκε απέναντι μια ομάδα που του έμοιαζε, χωρίς όμως να καταφέρει να δημιουργήσει ο ίδιος το δηλητήριο που θα την πλήγωνε. Ακόμα και έτσι όμως, η τύχη δεν μας ευνόησε στο μακρινό βορρά με ένα γκολ, που σίγουρα θα έπαιζε τον ρόλο του.
Στο δεύτερο παιχνίδι, ο Ολυμπιακός παρουσιάστηκε πιο διαβασμένος. Και στο χορτάρι του Καραϊσκάκης πιστοποίησε ότι ίσως και να δικαιούταν κάτι καλύτερο. Από το πρώτο, λεπτό πίεσε έντονα την άμυνα της Μπόντο. Εκτελέσαμε πολλά κόρνερ, αλλά η περιοχή δεν ήταν γεμάτη. Και σε αυτό το σημείο, θα ήθελα να σημειώσω ότι πληρώσαμε το γεγονός ότι ο Κααμπί μπήκε στο παιχνίδι με την αεκ και με το σκορ στο 5-0 και τραυματίστηκε... Εκ του αποτελέσματος, δεν βγήκε και η τοποθέτηση του Ζέλσον στην κορυφή της επίθεσης. Και πάλι κόντρα στη ροή του αγώνα, οι Νορβηγοί κατάφεραν να ανοίξουν το σκορ (με πανομοιότυπο όμως τρόπο με τα 2 γκολ του Μπόντο) . Η προσπάθεια της ομάδας μας ήταν συγκλονιστική. Και η νίκη που διαμορφώθηκε με τα δύο γκολ του Γιάρεμτσουκ είναι ένα σημαντικό αποτέλεσμα. Που δεν ήταν όμως αρκετό. Και ενώ για το πρώτο ματς, αποδώσαμε τα εύσημα στους Νορβηγούς, δεν μπορώ παρά να σημειώσω ότι στο δεύτερο ματς παίξανε όντως σαν ένα ψαροχώρι (που είναι), κάνοντας καθυστερήσεις από το πρώτο λεπτό. Αυτό όμως διαβάζεται και από την ανάποδη και αποδίδεται και ως εύσημο για την ομάδα μας και τον κόσμο της και τον φόβο που προκαλούν στον αντίπαλο...
Για την ομάδα μας οι καλύτεροι ήταν ο συγκλονιστικός Αρχηγός Παναγιώτης Ρέτσος (που δεν έχασε ούτε μια μονομαχία και προσπάθησε να ανεβάσει την μπάλα σε πολλές στιγμές), ο Πιρόλα που κέρδισε τους αντιπάλους του, ο Κοστίνια (που είναι σταθερότατος όλη τη χρονιά και στις πλευρές του γηπέδου), ο «χίπστερ» Γκαρσία (που έβαλε και τον απαραίτητο τσαμπουκά που είναι χρήσιμος και κρίσιμος σε τέτοια ματς), ο Μουζακίτης που έδωσε κάθετο παιχνίδι όταν μπήκε και ο Γιάρεμτσουκ που πέτυχε τα δύο τέρματα (χωρίς όμως να αλλάζει η άποψή μου ότι μάλλον χρειάζεται ένας καλύτερος επιθετικός για μπακ-απ του Μαροκάνου serial-killer). Οι παίχτες που στελέχωσαν την επιθετική μας γραμμή δεν απέδωσαν το καλύτερο δυνατό. Ίσως ενόψει της νέας χρονιάς θα πρέπει να επανεξεταστεί αν πρέπει να ακολουθήσουμε το σχεδιασμό του τόσο μικρού ρόστερ.
Ολοκληρώθηκε λοιπον το φετινό ταξίδι της ομάδας μας στη διοργάνωση του Europa League. Εκτός απροόπτου, ο Θρύλος θα επιστρέψει τη νέα χρονιά στο Champions league. Σε μια διοργάνωση, που ο βαθμός δυσκολίας θα ανέβει εκθετικά. Προέχει βέβαια ο Ολυμπιακός να εξασφαλίσει το πρωτάθλημα στη διαδικασία των play-off απέναντι στους εγχώριους αντιπάλους του. Και μετά θα υπάρχει η πολυτέλεια του χρόνου και το φετινό καλοκαίρι (αν τα αποτελέσματα ακολουθήσουν τον δρόμο της λογικής) να υπάρξει ένας καλύτερος σχεδιασμός, με πιο ποιοτικές προσθήκες, για να μη χρειάζεται ο Μεντιλίμπαρ να κάνει τον θαυματοποιό. Μέχρι τότε βέβαια, έχουμε χρόνο να τα συζητήσουμε όλα αυτά. Για το τώρα, αρκεί να ξαναπούμε για πολλοστή φορά, ότι ...
100 χρόνια και δεν μας είναι, εννοείται, αρκετά!