Δευτέρα 26 Οκτωβρίου 2020

Το ταξίδι ξεκίνησε

Χωρίς αγωνιστικές υποχρεώσεις για το πρωτάθλημα (οι αγώνες με ΑΕΚ και ΠΑΟΚ είναι σε αναβολή) η ομάδα αφήνει πίσω της την νίκη επί της Μαρσέιγ με 1-0 και ταξιδεύει στην Πορτογαλία για να αντιμετωπίσει την Πόρτο. 

 

 

 

 

 

Του Dr. Jekyll

Με κάμποσες ημέρες να έχουν περάσει από τον αγώνα της Τετάρτης, δεν έχει μεγάλη σημασία να σταθώ στο παιχνίδι. Επειδή, όμως, τα γραπτά μένουν (scripta manent), λίγα λόγια για τον αγώνα και την απόδοση των παικτών, καθώς και την ομάδα γενικότερα.

Ο Σα έκανε την, έστω και με μια δόση τύχης, απόκρουση του αγώνα. Σε ένα από τα ελάχιστα λάθη του Ελ Αραμπί, ακριβώς στο ξεκίνημα του δευτέρου ημιχρόνου, ο παίκτης της Μαρσέιγ βρέθηκε τετ α τετ με τον Σα (που, παρεμπιπτόντως, σε αντίθεση με τον εκφωνητή, δεν θεωρώ ότι έκανε τεράστιο λάθος που δεν βγήκε) και η φτέρνα του Σα απέτρεψε το 0-1.

Για να κλείσω με τις φτέρνες: ο Μασούρας έκανε μια τόσο καλή εμφάνιση (που πέρασε απαρατήρητη, όπως και πολλά ακόμα που κάνει ο Γιώργος), που αν ήταν νέο απόκτημα, οι περισσότεροι θα έλεγαν ότι βρήκαμε τον παίκτη που ψάχναμε για τα πλάγια. Τρεις άριστες σέντρες, σημαντικές (και απαραίτητες) βοήθειες στην άμυνα και ένα γκολ που ακυρώθηκε από τηn, οφσάιντ φτέρνα του (και αν το παιχνίδι έληγε ισόπαλο, θα είχα τίτλο «η αχίλλειος πτέρνα του Μασούρα»).

Ο Χολέμπας αποκτήθηκε ως ένα ποιοτικό μπακ-απ του βασικού αριστερού μπακ, και για να καλύψει την θέση, μέχρι να βρεθεί (αρχικά) και να γνωρίσει την ομάδα (στη συνέχεια) ο βασικός αριστερός αμυντικός. Είχα ξαναγράψει πως αυτός ο ρόλος ταιριάζει κουτί στον ιδιόρρυθμο Χοσέ: και την ομάδα, και την ελληνική πραγματικότητα γνωρίζει, και πάθος διαθέτει. Ο αγώνας με την Μαρσέιγ, νομίζω, το αποδεικνύουν: ακόμα και μισόκουτσος, μέχρι να γίνει αλλαγή τα τελευταία λεπτά, τα έδινε όλα για την ομάδα -- και αυτό δεν σημαίνει ότι αν δεν μας βγει ο Βινάγκρε δεν έχουμε (κυρίως αμυντικά) πρόβλημα.

Κακός, στα δικά μου μάτια, ο Ραφίνια. Μετά το παιχνίδι με τους Γάλλους θεωρώ βέβαιο ότι θα ανέβει, και δεν θα μου κάνει εντύπωση αν, στο μέλλον, μπορεί να προσφέρει περισσότερα στην ανάπτυξη από όσα ο Ομάρ. Η εικόνα του, όμως, στην άμυνα ήταν κακή. Για την ακρίβεια παρέδωσε μάθημα για το πώς μπορούν να σε περάσουν με όλους τους τρόπους: επειδή δεν τους προλαβαίνεις στο σπριντ, επειδή κάνουν συνδυασμό, επειδή σε περνάν με τρίπλα ή επειδή δεν είσαι στη θέση σου. Όμως: ο Ραφίνια ήταν δεύτερος σε τρεξίματα --από τον Ολυμπιακό-- και είναι ο παίκτης που κλέβει την μπάλα (στο 91΄ και μπροστά από την περιοχή του αντιπάλου) στη φάση του γκολ. Μένει να αποδειχθεί αν αυτά τα --θετικά-- δείγματα είναι κομμάτι από αυτά που θα δούμε στο μέλλον ή θα αποτελούν τα highlights της καριέρας του στον Ολυμπιακό.

Εντυπωσιακός ο Μπα. Έγραφα ότι στα πρώτα παιχνίδια, μου θύμιζε τον ψαρωμένο Μπα όταν εμφανιζόταν για πρώτη φορά στην ομάδα, και όχι τον παίκτη που τελείωσε το περσινό πρωτάθλημα. Ο Μπα την Τετάρτη ήταν σχεδόν αλάνθαστος (παρότι έπρεπε να καλύπτει και τον Χολέμπας και --ενίοτε-- τον Ραφίνια). Ίσως το πιο εντυπωσιακό (και ας μην ξεχνάμε ότι η τελευταία εικόνα μετράει) είναι ότι έβγαζε απίστευτη δύναμη και αντοχές ακόμα και προς το τέλος του αγώνα (σε κάποιο διάστημα φαινόταν σαν να τους παίζει μόνος του).

Αρχοντικός και κομβικός για την ομάδα ο Σεμέδο. Δεν είναι μόνο οι αμυντικές του ικανότητες (άλλωστε είμαστε όλοι βέβαιοι ότι δεν είναι ο αξεπέραστος αμυντικός που πιστέψαμε στα περσινά προκριματικά), αλλά η ηρεμία που βγάζει (ακόμα και μετά από γκάφα) και το δεδομένο ότι ξέρει ποδόσφαιρο (και αυτό πάντα εμπεριέχει ρίσκο σε κεντρικό αμυντικό). Εκεί που ο Σισέ θα έριχνε την μπάλα στους προβολείς, ο Σεμέδο κάνει ψύχραιμη τρίπλα για να έχει χρόνο για την σωστή μεταβίβαση. Καλό θα ήταν, πάντως, να δουλέψει ξανά στα επιθετικά στημένα, γιατί έχει καιρό να δημιουργήσει επικίνδυνη κατάσταση (με εξαίρεση --νομίζω-- μια φάση με τον Ατρόμητο).

Καλός και ο Εμβιλά, ο οποίος ήταν και ο πρώτος στα τρεξίματα. Επαναλαμβάνω πως έχει διαφορετικά χαρακτηριστικά από τον Γκιγιέρμε, αλλά δείχνει παίκτης ποιότητας, που θα μπορέσει να σταθεί με αξιώσεις στη θέση του Βραζιλιάνου. Παρότι ακόμα μαθαίνει την ομάδα, δείχνει να έχει γρήγορες και --κατά κανόνα-- σωστές μεταβιβάσεις (αυτό που χάνει σε ταχύτητα, δείχνει να το κερδίζει με τις γρήγορες μεταβιβάσεις του), και μάλιστα όχι μόνο κοντινές, όπως μας είχε συνηθίσει ο Γκιγιέρμε. 

Τεράστιο παιχνίδι και από τον Μπουχαλάκη (μέχρι το 75΄, τουλάχιστον, γιατί μετά από αυτό άρχισε να καίει λάδια -- και ο κουρασμένος παίκτης δεν είναι μόνο ότι δεν θα μαρκάρει αποτελεσματικά, αλλά δεν έχει και το μυαλό για σωστές μεταβιβάσεις). Λίγα ακόμα για τον Ανδρέα: το «πού πάμε με Μπουχαλάκη» σταμάτησε να ακούγεται. Και σταμάτησε, με τις εμφανίσεις και τη δουλειά (δουλειά που αποτυπώνεται και στο πόσο γυμνασμένος φαίνεται πως είναι) που έριξε ο Μπουχαλάκης. Σύμφωνοι: δεν είναι ταχύς, και αυτό σε παιχνίδια που οι αντίπαλοι μέσοι τρέχουν γρήγορα μπορεί να στοιχίσει. Παραμένει, πάντως, βέβαιο ότι σταδιακά ο Μπουχαλάκης βγαίνει από την κατηγορία «φιλότιμος» και ανεβαίνει ένα σκαλί πάνω (οι μακρινές του μεταβιβάσεις παραμένουν ο πιο σίγουρος τρόπος για να αλλάξει παιχνίδι η ομάδα). Ακόμα: ξέρει καλά τι σημαίνει ο Ολυμπιακός, αμφιβάλω ότι το μυαλό του είναι στο να παίξει σε άλλα πρωταθλήματα, και μόνο καλά ακούγονται για τον χαρακτήρα του. Και ένα τελευταίο: ανεξάρτητα από την εντύπωση που προκαλεί ο Μπούχα στους οπαδούς, δεν μπορεί να είναι τυχαίο ότι τον εμπιστεύονται όλοι οι προπονητές που έχει συνεργαστεί στον Ολυμπιακό.

Ο Ματιέ με τη Μαρσέιγ έχει μια σχέση αγάπης μίσους, και το παιχνίδι της Τετάρτης (όσο και αν ο Ματιέ δεν πανηγύρισε την πολύ καλή σέντρα του γκολ) μάλλον σπρώχνουν τον δείκτη προς το μίσος. Με λίγα λόγια: ο Ματιέ ήταν πολύ καλός και, μάλιστα, ήταν η πρώτη φορά φέτος που δεν έπεφτε όσο περνούσε η ώρα (ίσως τα σημαντικότερά του λεπτά ήταν τα είκοσι τελευταία λεπτά του αγώνα, που αγωνιζόταν ως δεξιός μέσος). Και ένα σχόλιο για την --αναπόφευκτα μόνιμη-- σύγκριση με τον Φορτούνη: όλα μπαίνουν και όλα χάνονται, αλλά στη φάση που ανενόχλητος εκτελεί χάλια ο Ματιέ, στο ύψος του πέναλντι, ο Φόρτουνης μάλλον θα είχε σκοράρει (και αυτό δεν σημαίνει ότι ο Κωστάκης θα έκανε τη σέντρα, που έκανε ο Ματιέ, στη φάση του γκολ).

Καλοί και όσοι άλλοι αγωνίστηκαν (με εξαίρεση τον Βινάγκρε, που τον είδαμε ελάχιστα): Καλός ο Ραντζέλοβιτς, o οποίος δείχνει να είναι ο καλύτερος πλάγιος μέσος μας για να πατά περιοχή (ακόμα και στο οφσάιντ του Ελ Αραμπί, το σουτ που δοκιμάζει ο μικρός, βρίσκει δοκάρι, αφού έχει σκάσει μπροστά στον τερματοφύλακα). Καλός ο Ελ Αραμπί (που χρεώνεται πάντως το λάθος που οδήγησε στην μεγαλύτερη ευκαιρία των Γάλλων), με διάθεση για να προσφέρει σε όλο το γήπεδο. Καλός και ο Φορτούνης, στο μικρό διάστημα που αγωνίστηκε, δίνοντας μια ακόμα ποιοτική λύση στην ανάπτυξη του Ολυμπιακού (στα λεπτά που πίεσε για το γκολ) και ένα ακόμα πρόβλημα για τους αντίπαλους.

Ολοκληρώνοντας με τους παίκτες, ένας διθύραμβος για τον κολλητό του Σαλάχ, την κινέζικη απομίμηση του Μήτρογλου, την κόμπρα της Αιγύπτου, τον αλιγάτορα του Νείλου, τον Φαραώ του Σαρωνικού, τον έναν και μοναδικό Αχμέντ Χασάν Μαγκούμπ Αμπντελμονεΐμ. Σκέφτομαι: ξεχύνεται στις φάσεις με την ορμή μιας γερασμένης χελώνας, στρίβει μόνο αφού στείλει --και απαντηθεί-- αίτηση στον ΟΑΕΔ, εμπνέει την ασφάλεια μιας μεταλλικής χειρολαβής συνδεδεμένης στην πρίζα. Όμως, βλέπω: ο Χασάν σκοράρει. Και το κάνει τόσο συχνά που είναι βέβαιο ότι κινείται σωστά. Και είναι φιλότιμος, πιέζοντας όσο μπορεί τους αντιπάλους. Και δεν δημιουργεί προβλήματα στον ρόλο του αναπληρωματικού. Και τον θέλει και ο Μαρτίνς. Δεν τα λες και λίγα…

Και αφού είπα για τον Χασάν: δεν μπορεί πάρα όλο το γκολ να είναι μια φάρσα σε όσο, κατά κανόνα, γράφω και διαβάζω στο blog: ο άχρηστος Ραφίνια κλέβει την μπάλα στο 91’, μπροστά από την αντίπαλη περιοχή, δίνει την μπάλα στον Βαλμπουενά, που εξαφανίζεται μετά το 30’ (αλλά σε αυτό το παιχνίδι, κάθε άλλο παρά εξαφανίστηκε) και δεν κάνει ενέργειες που κρίνουν τον αγώνα (αλλά η σέντρα του, είναι σέντρα ακριβείας), ο οποίος βγάζει καταπληκτική σέντρα, για να βρει το κεφάλι του Χασάν (που είναι, κατά γενική παραδοχή, μέτριος επιθετικός), ο οποίος, όμως, ελίσσεται ανάμεσα στους αμυντικούς (που φαίνεται σαν να μην βλέπουν ότι κινείται γύρω τους) και με --άπιαστη-- κεφαλιά (αν και χασογκόλης, ειδικά με το κεφάλι) στέλνει την μπάλα στα δίχτυα.

Λίγα λόγια περί τύχης και ρίσκου: όποιος πει ότι στο ποδόσφαιρο δεν υπάρχει και η τύχη θα έχει σίγουρα άδικο. Η τύχη, όμως, μπορεί να καθορίσει μεμονωμένα παιχνίδια και όχι μια ολόκληρη χρονιά (ακόμα και οι τραυματισμοί, που και πάλι δεν είναι μόνο θέμα τύχης, αντιμετωπίζονται πιο εύκολα αν οι αναπληρωματικοί έχουν ένα μίνιμουμ ποιότητας). Ο Ολυμπιακός τα πρώτα χρόνια του στο Ch.L. δεχόταν γκολ στα τελευταία λεπτά: και, ναι, ήταν ως ένα σημείο και θέμα τύχης. Το βασικότερο, όμως, και αυτό το βλέπουμε τώρα, είναι ότι όλη η ομάδα ήταν σαν να περιμένει τι τρελό θα συμβεί και θα δεχτεί γκολ (και αυτό δεν έχει να κάνει τόσο με την ατομική ποιότητα των ποδοσφαιριστών, αλλά με την ψυχολογία, το mentalite της ομάδας).

Το γκολ με την Άρσεναλ, στο τέλος της παράτασης, όπως και η τεράστια χαμένη ευκαιρία των Λονδρέζων στην επόμενη φάση, περιλαμβάνουν και τον παράγοντα «τύχη». Ο Μαρτίνς, όμως, φτιάχνει μια ομάδα που την τύχη της την κυνηγά. Φροντίζει και να τη βελτιώνει: με τον ΠΑΟΚ, στον Πειραιά, έχασε το 2019 και έφερε ισοπαλία το 2020 (έχοντας παίξει και στα δύο παιχνίδια --και ειδικά στον αγώνα του 2019-- πολύ καλύτερα). Ο Ελ Αραμπί και ο Σουντανί ήρθαν πέρσι για να λύσουν το πρόβλημα του γκολ (ενώ ο Χασάν αποδεικνύεται ιδανικός για αναπληρωματικός -- και αυτό δεν σημαίνει ότι δεν θα είναι τεράστιο πρόβλημα η απουσία του Ελ Αραμπί).

Ο Πορτογάλος Γούναρης έχει δημιουργήσει ένα σύνολο ικανό να παίζει ποδόσφαιρο (δύο χρόνια τώρα, μόνο στον αγώνα με την Μπάγερν στη Γερμανία αγωνίστηκε φουλ αμυντικά) και να ξεπερνάει τα προβλήματα που προκύπτουν. Το σκηνικό του αγώνα της Τετάρτης: η ομάδα χωρίς να έχει κάνει προετοιμασία (η Μαρσέιγ έκανε κανονική, αφού οι αγωνιστικές της υποχρεώσεις ολοκληρώθηκαν τον Μάρτιο), με ένα Καραϊσκάκης άδειο (και ο κόσμος, πράγματι, δεν παίζει μπάλα, αλλά υπάρχει λόγος που το Καραϊσκάκης θεωρείται μια από τις δύσκολες έδρες της Ευρώπης), και χωρίς τον μοναδικό του παίκτη που φαινόταν ικανός να τρέξει στο κέντρο. Όλα αυτά αντιμετωπίστηκαν ιδανικά. Η ομάδα δεν επηρεάστηκε από το άδειο γήπεδο (και νομίζω πως έχει αρχίσει να συνηθίζει σε αυτή την γκροτέσκα πραγματικότητα) κράτησε δυνάμεις και αντοχές μέχρι τη λήξη (και ας άργησαν --λέμε τώρα-- οι αλλαγές, και ας ήταν ο Χολέμπας κουτσός, και ας είχε παραδώσει πνεύμα ο Μπουχαλάκης), και η απουσία του Καμαρά πέρασε απαρατήρητη.

Σχετικά με το ρίσκο: από το 60΄ πίστευα ότι θα έπρεπε να είχε μπει ο Φορτούνης στον αγώνα (στη θέση του Ματιέ). Θεώρησα λανθασμένη την αλλαγή του Μασούρα (με τον Χολέμπας να είναι φανερό ότι χρειάζεται βοήθειες στην άμυνα), και θεώρησα λανθασμένη την είσοδο του Χασάν στη θέση του Ραντζέλοβιτς (πίστευα πως ο --κουρασμένος-- Σέρβος εξακολουθούσε να είναι ο μοναδικός παίκτης --ο Μασούρας, που πατά λιγότερο περιοχή είχε ήδη βγει-- που θα μπορούσε να εκμεταλλευτεί καλή πάσα του Φορτούνη στον κενό χώρο) -- παρότι η τετράδα Ματιέ, Φορτούνη, Ελ Αραμπί και Χασάν είχε ξεκλειδώσει και το παιχνίδι με τον Ατρόμητο, εξακολουθεί να μου φαίνεται αδόκιμο σχήμα.

Ο Μαρτίνς, όμως, με τις κινήσεις του είχε και ένα συμβολισμό: η είσοδος του Χασάν, δεύτερου επιθετικού, έδειχνε και στους παίκτες ότι ο στόχος είναι η νίκη και όχι η ισοπαλία. Οι παίκτες της Μαρσέιγ, αντί να εκμεταλλευτούν ότι οι κουρασμένοι Χολέμπας και Ραφίνια δεν μπορούσαν να ανταποκριθούν αμυντικά (ο Ραφίνια, έως τώρα, δεν το έχει ούτε ξεκούραστος) και ότι ο Μπουχαλάκης αδυνατούσε να μαρκάρει αποτελεσματικά στο κέντρο, έδειξαν να μην μπορούν να ακολουθήσουν τον ρυθμό του Ολυμπιακού και αποδιοργανώθηκαν αμυντικά (ο τρόπος που ο Χασάν πλασάρεται για να πάρει την ανενόχλητος την κεφαλιά, ήταν σαν να μην είχαν καταλάβει ποτέ οι αντίπαλοι ότι υπάρχει και δεύτερος επιθετικός).

Κατά τ’ άλλα: η Πόρτο φέρνει στο μυαλό ευχάριστες αναμνήσεις: από το πανέμορφο γκολ του Γιαννακόπουλου στο κατάμεστο ΟΑΚΑ (το πρώτο γκολ του Ολυμπιακού, στον πρώτο του αγώνα στο Champions League, το 97/98), μέχρι την εκτός έδρας ισοφάριση, σε 2-2, του Γκόγκιτς το 98/99 (όπου με την καθυστέρηση ήχου-εικόνας, πρώτα άκουσα τους οπαδούς μας στο Οπόρτο να φωνάζουν «γκολ», και μετά είδα τον Γκόγκιτς να στέλνει την μπάλα στα δίχτυα -- σε έναν αγώνα που η Πόρτο είχε προηγηθεί με 2-0, και το πρώτο γκολ είχε πετύχει με φάουλ ο Ζάχοβιτς).

Η μεγαλύτερη επιτυχία του Μαρτίνς (ο οποίος, δυστυχώς, επανέλαβε σε συνέντευξη ότι στόχος του είναι να βρεθεί σε ένα καλύτερο πρωτάθλημα) είναι ότι περιμένεις τον αγώνα με τη βεβαιότητα ότι η ομάδα θα σταθεί ανταγωνιστική και την ελπίδα ότι μπορεί να φύγει με βαθμό ή βαθμούς (τη στιγμή που, αντικειμενικά, η Πόρτο ως όνομα και μπάτζετ ανήκει σε άλλο επίπεδο -- μην ξεχνάμε ότι είναι και η ομάδα από το πρώτο γκρουπ δυναμικότητας). Όμως και γενικότερα: με εξαίρεση τις χρονιές του Βαλβέρδε, δεν θυμάμαι να περιμένω με τόση ανυπομονησία να δω τι καινούργιο θα κάνει η ομάδα στο γήπεδο και να είμαι τόσο αισιόδοξος ότι η ομάδα θα βελτιωθεί (ακόμα απέχουν τρεις παίκτες που αποκτήθηκαν για βασικοί) -- οκ, βελτίωση περίμενα και όταν πιάναμε πάτο, αλλά δεν είναι το ίδιο. 

Δύο σχόλια, σε σχέση με το κείμενο για τον Ομάρ: η ανανέωση συμβολαίου του Σεμέδο, με συμβόλαιο άνω του ενός εκατομμυρίου (και οι προσεχείς ανανεώσεις, που αναφέρουν τα ρεπορτάζ, για Μασούρα, Καμαρά, Σισέ, Μπα και Ελ Αραμπί), κάνουν ακόμα πιο πιθανό το σενάριο ότι ο λόγος που δεν ανανεώθηκε το συμβόλαιο δεν ήταν το οικονομικό (τονίζω: δεν μιλώ για τις οικονομικές ισορροπίες, αυτές σίγουρα έπαιξαν ρόλο, μιλάω για το ποσό καθαυτό). Επίσης: δεν αμφιβάλω ότι οι αυξημένες αποδοχές (και διάρκεια συμβολαίου) θα είναι διαπραγματευτικά χαρτιά στις συζητήσεις για τις --στα μάτια μου αναπόφευκτες-- μελλοντικές πωλήσεις (κάτι που στην περίπτωση του Ομάρ δεν ήταν βέβαιο, αφού με ένα καλό συμβόλαιο ίσως και να τελείωνε εδώ την καριέρα του). Οι αυξήσεις, όμως, στα συμβόλαια (ο Νικαλακό αναφέρει ότι ήδη οκτώ παίκτες έχουν συμβόλαιο εκατομμυρίου -- δεδομένο απλησίαστο από τις άλλες ομάδες) και η πιθανή βελτίωση των αποδοχών του Ελ Αραμπί, συνάδουν με το σκεπτικό μου.

Δεύτερο: η σημασία και η δυσκολία να επιτευχθεί η σταθερότητα στις ευρωπαϊκές διοργανώσεις για ομάδες της ελληνικής πραγματικότητας αποτυπώθηκε πλήρως την περασμένη εβδομάδα: ο Ολυμπιακός στο Champions League νίκησε την Μαρσέιγ (ομάδα με διπλάσια «χρηματιστηριακή» αξία στο transfermarkt), η οποία φέτος έχει εκτός έδρας νίκη με την Παρί και ισοπαλία με τη Λυών. Για το Europa, η ΑΕΚ έχασε με 3-0 από την Μπράγκα (αποτέλεσμα που μπορεί να κρίνει από τώρα την αποτυχία της στον όμιλο) και ο ΠΑΟΚ ήρθε --δύσκολη-- ισοπαλία με την Ομόνοια στη Θεσσαλονίκη. Για να μην διαβάζω υπερβολές: η Ομόνοια είναι ομάδα που δύσκολα διασπάς, αλλά παραμένει μέτρια ποιοτικά ομάδα (ακόμα και στον αγώνα με τον ΠΑΟΚ κάνει παιδαριώδη αμυντικά λάθη, ανεπίτρεπτα για ομάδα που αγωνίζεται καλά -- άσχετα ότι δεν υπάρχει κανείς να τα εκμεταλλευτεί). Για τις υπόλοιπες ελληνικές ομάδες ούτε λόγος: αδυνατούν, προς το παρόν, να περάσουν έστω και ένα γύρο (και κάπως έτσι η κατάταξη της Ελλάδας κατρακυλά, ενώ ο Ολυμπιακός, ανεξάρτητα από την υποβάθμιση του ελληνικού ποδοσφαίρυυ σε εθνικό και συλλογικό επίπεδο, παραμένει ανταγωνιστικός και σε καλή θέση).

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου