Τρίτη 9 Ιανουαρίου 2018

ΑΕΛ - Ολυμπιακός 0-3 και τάβλα τ' αλογάκι!

Ο Ολυμπιακός με ένα κακό πρώτο ημίχρονο, και ένα αρκετά καλύτερο δεύτερο, πέρασε και από τη Λάρισα, κερδίζοντας 0-3, και παραμένει μόνος στη πρώτη θέση της βαθμολογίας. Στο θεσσαλικό γήπεδο και ο Γκαρσία, νέος προπονητής της ομάδας, που παρακολούθησε τα --αρκετά-- που χρειάζεται να βελτιωθούν, ώστε να κατηφορίσει το όγδοο στο Λιμάνι.






Του Dr. Jekyll

Η ενδεκάδα που επέλεξε ο υπηρεσιακός προπονητής Χρήστος Κόντης δεν έκρυβε εκπλήξεις: Προτό, Κούτρης (αριστερό μπακ), Σισέ και Ένχελς (αριστερός και δεξιός κεντρικός αμυντικός), Ομάρ (δεξιό μπακ), Ρομαό (εξάρι), Ταχτσίδης (οκτάρι), Μάριν (αριστερός μέσος), Φορτούνης (οργανωτής), Πάρντο (δεξιός μέσος) και Καρίμ (επιθετικός). Οι αλλαγές ήταν Σεμπά (60΄, στη θέση του Πάρντο), Τζούρτζεβιτς (78΄, Καρίμ) και Ζιλέ (90΄, Φορτούνης).

Ο Ολυμπιακός στο πρώτο μέρος ήταν κακός. Παρότι είχε συντριπτική κατοχή (70%) και κάμποσες στημένες φάσεις, έγινε ελάχιστος απειλητικός, απέναντι σε μια Λάρισα με ξεκάθαρο αμυντικό προσανατολισμό. Η μπάλα γυρνούσε γύρω γύρω, παίκτες με τη ριγωτή, όμως (και με εξαίρεση τις στημένες φάσεις), ελάχιστες φορές βρισκόντουσαν στην αντίπαλη περιοχή. Με τους Φορτούνη, Μάριν και Πάρντο, να μην μπορούν να δημιουργήσουν, η ΑΕΛ δεν έδειξε να ζορίζεται ιδιαίτερα, ενώ έχασε και την ευκαιρία του ημιχρόνου για να ανοίξει το σκορ.

Το δεύτερο ημίχρονο, όμως, ήταν ερυθρόλευκη υπόθεση: ο Ολυμπιακός, χάρη στην εξυπνάδα του Ταχτσίδη, και με σκόρερ τον Μάριν έκανε το 0-1 στο 54΄, διπλασίασε τα τέρματα στο 68΄, με τον συνήθη ύποπτο Καρίμ, και έκλεισε τη γιορτή, με τέρμα του Τζούρτζεβιτς στο 89΄.

Λίγα παραπάνω σχόλια για τον αγώνα (και όχι μόνο):

Για μια ακόμα φορά ο Προτό πραγματοποιεί σπουδαία εμφάνιση και με τις επεμβάσεις του κρατά το μηδέν στην άμυνα, τόσο με το σκορ σε εύθραυστη κατάσταση, όσο και όταν ο αγώνας έχει κριθεί. Για το πάθος που βγάζει, τα έχουμε πει αρκετές φορές: δεν νομίζω πως έχει απομείνει Ολυμπιακός να νοσταλγεί κάτω από τα δοκάρια τον Καπίνο, ούτε ως προς την απόδοση, ούτε ως προς τον χαρακτήρα που δείχνει (αν και η αλήθεια είναι, πως για τον Καπίνο, τουλάχιστον στους αγωνιστικούς χώρους, το παρελθόν του ήταν βεβαρυμένο -- και δεν αναφέρομαι μόνο στο ότι ήταν παίκτης του Παναθηναϊκού, γιατί κανείς δεν είχε πρόβλημα με τον Νικοπολίδη).

Λίγα πράγματα και μέτρια εμφάνιση από τον Κούτρη, ο οποίος φέρει και ευθύνη για τον τρόπο που κινείται στη μεγάλη ευκαιρία της ΑΕΛ στο πρώτο ημίχρονο. Με συνεχείς αγώνες (ελλείψει αντικαταστάτη) είναι δεδομένο πως πρέπει να δοκιμαστεί στη θέση και ο Χατζισαφί, όχι μόνο επειδή ο νεαρός χρειάζεται ανάσες, αλλά και για να δοκιμαστεί μια ακόμα λύση, αφού ακόμα ζητείται σταθερότητα. Έχω πάντως την αίσθηση (όπως μου φάνηκε από την τηλεόραση) ότι ένα μερίδιο στην ευθύνη της αδύναμης αριστερής μας πλευράς είχε και ο Ταχτσίδης (όχι, δεν προσπαθώ να τού προσάψω όλες τις αδυναμίες της ομάδας). Όπως το έβλεπα, ήταν σαν να έδινε βοήθειες συνήθως ο Ρομαό από τα δεξία (όπου, πάντα, υπήρχε και ο ατσούμπαλος, αλλά δυναμικός Πάρντο) και σαν να έδινε βοήθειες ο Ταχτσίδης από τα αριστερά.

Ο Σισέ διαθέτει ταλέντο και σωματικές ικανότητες αδιαμφισβήτητες. Χρειάζεται, όμως, ακόμα δουλειά, για να μετατραπεί από έναν (ενδεχομένως, πολύ) καλό αμυντικό της Super League, σε έναν αμυντικό, ο οποίος μπορεί να πρωταγωνιστήσει στο ευρωπαϊκό στερέωμα. Καλός στο ψηλό παιχνίδι, χωρίς να φοβάται να παει προς τον αντίπαλο παίκτη (από τον φόβο να εκτεθεί από τρίπλα), και με επικίνδυνες προωθήσεις, χρειάζεται ακόμα να βελτιώσει λίγο και τις τοποθετήσεις, αλλά και τον τρόπο που διώχνει τη μπάλα (δεν αμφιβάλω ότι μετά από κάμποσα λάθη, προτιμά να στέλνει τη μπάλα στα περιστέρια, παρά να διακινδυνεύει με χαμηλές πάσες). Επίσης, προσπαθεί να προσφέρει στην ανάπτυξη με μακρινές μπαλιές (κάποιες --τις λιγότερες-- τα καταφέρνει, κάποιες --τις περισσότερες-- όχι).

Καλή (και αθόρυβη, ως συνήθως) δουλειά και από τον έτερο κεντρικό αμυντικό, Ένχελς. Ο νεαρός Βέλγος έχω την αίσθηση πως έχει αρχίσει να είναι απαραίτητος για την αμυντική μας λειτουργία (όσο προβληματική και να είναι αυτή). Ψύχραιμος, και, κατά κανόνα, σωστός με τη μπάλα στα πόδια, ικανός στο ψηλό παιχνίδι και με καλές (πάλι με τις εξαιρέσεις) τοποθετήσεις, μπορεί να μην αξίζει τα 7 εκατομμύρια, αλλά, προσωπικά, δεν θεωρώ αποτυχημένη τη μεταγραφή του.

Από τον Ομάρ περιμένω (πάντα) περισσότερα. Ο φετινός Ομάρ έχει κάνει καλά παιχνίδια (λίγα), και μέτρια (αρκετά), αλλά είναι από τους παίκτες που διαθέτουν την ποιότητα για να κάνουν τη διαφορά. Είναι θετικό ότι δεν κάνει πλέον τις κακές εμφανίσεις, που πραγματοποίησε στο ξεκίνημα της χρονιάς, αλλά από τον Ομάρ πρέπει να περιμένουμε περισσότερα.

Εξαιρετικός στο πρώτο ημίχρονο ο Ρομαό (στα δικά μου μάτια, ο καλύτερος παίκτης της ομάδας μας εκείνο το διάστημα), με προβλήματα (που συνεχώς μεγάλωναν) όσο ο αγώνας κυλούσε προς τη λήξη. Πιστώνεται μια πολύ καλή κάθετη μπαλιά, είχε ψύχραιμες αντιδράσεις, με σωστές, κατά κανόνα, μεταβιβάσεις, όσο κρατούσαν τα πόδια του. Είναι, όμως, δεδομένο πως χρειάζεται βοήθειες. Είναι παράλογο να περιμένεις από τον 34χρονο Ρομαό να βγάλει όλο το πρωτάθλημα, ειδικά από τη στιγμή που τα χαρακτηριστικά του δεν δένουν με τον παίκτη που είχε, έως τώρα (προς Γκαρσία εποχή), το προβάδισμα για παρτενέρ του, τον Παναγιώτη Ταχτσίδη. Με τον Ρομαό να μπορεί μεν να τρέχει για 60-70 λεπτά ασταμάτητα, αλλά να μην είναι γρήγορος, και τον Ταχτσίδη να μπορεί να τρέχει για περισσότερο, αλλά να είναι χαρακτηριστικά αργός, το κέντρο μας είναι ευάλωτο στις αντεπιθέσεις (και στην Ελλάδα, σχεδόν σε όλους τους αγώνες με αντεπιθέσεις θα σε αντιμετωπίσουν).

Και αφού πήγαμε στον Ταχτσίδη: μόνο και μόνο για την πανέξυπνη εκτέλεση του φάουλ, από το οποίο ήρθε το πρώτο τέρμα, ανήκει στους διακριθέντες του αγώνα. Τα πλεονεκτήματά του είναι γνωστά: Έλληνας, καλή ηλικία, καλή σωματοδομή, ικανός στο ψηλό παιχνίδι, δυνατός και με καλή (λέμε τώρα) κάθετη μεταβίβαση. Τα μειονεκτήματά του, επίσης, γνωστά, με βασικότερο ότι είναι αργός (όπως είπαμε, ο συνδυασμός με Ρομαό, το κάνει ακόμα πιο έντονο). Το πρόβλημά μου με τον Ταχτσίδη είναι ότι δεν είμαι βέβαιος αν πράγματι έχει θετικό πρόσημο (σε σύγκριση, πάντα, με πιθανές εναλλακτικές) στην οικονομία του αγώνα.

Λίγα λόγια ακόμα για αυτό: ανεξάρτητα από το αν ένας παίκτης καθορίσει με μία ενέργεια έναν αγώνα (ή, ακόμα, και ένα πρωτάθλημα, με κάποιες ενέργειές του) δεν σημαίνει ότι η προσφορά του είναι τόσο σημαντική, ώστε να «εξιλεώνεται» για τα μειονεκτήματά του. Για παράδειγμα (σε σχέση με ένα ολόκληρο πρωτάθλημα): εξακολουθώ να πιστεύω ότι ο (άκρως προβληματικός, όσο και σπουδαίος ποδοσφαιριστής) Ζλάτκο Ζάχοβιτς, καθόρισε, με προσωπικές ενέργειες, το πρωτάθλημα 1999-2000 (δεν αναφέρομαι μόνο στη προ ξενερώματος εποχή, αναφέρομαι και μετά την επιστροφή του). Αμφιβάλλω, όμως, αν η συνολική του προσφορά εκείνη τη χρονιά (μιλώντας υποτιμητικά για τους συμπαίκτες του, κάνοντας άνω κάτω την ομάδα και δείχνοντας ασέβεια προς όλο τον οργανισμό του Ολυμπιακού), μπορεί να χαρακτηριστεί θετική (με λίγα λόγια, ένας λιγότερο χαρισματικός ποδοσφαιριστής, μπορεί να είχε προσφέρει πολύ περισσότερα κατά την διάρκεια του πρωταθλήματος).

Το ίδιο (αυτή τη φορά για ένα μεμονωμένο αγώνα) και για τον Ταχτσίδη: πράγματι, με την ενέργειά του στην γρήγορη εκτέλεση του φάουλ, έσπασε τον γόρδιο δεσμό και ανάγκασε την ΑΕΛ (που, έως τότε, ελάχιστα είχε απειληθεί) να ανοιχτεί και να δεχτεί (σε χαλαρό τέμπο) άλλα δύο τέρματα. Εξακολουθώ, όμως, να πιστεύω ότι κάποιοι άλλοι παίκτες (όπως οι Οφόε, Μάρτινς και Ανδρούτσος –αν οι δύο τελευταίοι δεν ήταν παροπλισμένοι) θα μπορούσαν να είχαν συνολικά μεγαλύτερη προσφορά στον αγώνα.

Λίγα πράγματα από τον Πάρντο, με την εμφάνισή του να κάνει ακόμα χειρότερη το γεγονός πως φάνηκε ορεξάτος. Ο Ολυμπιακός είχε πάντα παίκτες που έκαναν τη διαφορά, ακόμα απέναντι και στους μεγάλους του αντιπάλους (πόσο μάλλον απέναντι στις μικρομεσαίες ομάδες της κατηγορίας). Δεν αμφιβάλω ότι ο φετινός Πάρντο ήρθε με πολύ μεγαλύτερη όρεξη για μπάλα (το έχουμε ξαναγράψει: ο χρόνος που έχει για να αποδείξει ότι μπορεί να αγωνιστεί σε υψηλό επίπεδο --στα ευρωπαϊκά, τουλάχιστον, γήπεδα-- μετρά πλέον αντίστροφα). Όταν, όμως, δεν μπορεί να κάνει τη διαφορά απέναντι στη Λάρισα, είναι φανερό πως δεν είναι ο παίκτης που μπορεί πάνω του να στηριχθεί ο Ολυμπιακός.

Και πάμε στους μεγάλους, μαζί με τον Προτό, πρωταγωνιστές της νίκης. Σπουδαίο παιχνίδι από Μάριν και Φορτούνη. Ο Γερμανός στο πρώτο μέρος δεν μου άρεσε: σαν να έψαχνε τα πατήματά του στον πανκάκιστο αγωνιστικό χώρο (περισσότερο), σαν να φοβόταν να βάλει τα ποδαράκια του στη φωτιά (λιγότερο), σαν να μην του έβγαινε τίποτα (τρίπλες, πάσες και σέντρες). Και εκεί που αρχίζω να αισθάνομαι δικαιωμένος για τις (κακές) κριτικές που είχα κάνει στον Μάριν στο παρελθόν, έρχεται το δεύτερο ημίχρονο, για να με αναγκάσει να ανακαλέσω (για μια ακόμα φορά στους τελευταίους αγώνες) ό,τι αρνητικό έχω σκεφτεί για τον Μάριν. Ανοίγει το σκορ, κάνοντας πανέξυπνη κίνηση, αλλά και άψογο τελείωμα, και έχει συμμετοχή και στα δύο επόμενα τέρματα: αρχικά, με την καταπληκτική του μακρινή μπαλιά στον Φορτούνη για το δεύτερο γκολ, και, στη συνέχεια, με την καλή του προώθηση (πάλι προς τον Κωστάκη) για το τρίτο.

Πολύ καλή εμφάνιση και από τον Φορτούνη: με επιστροφές πίσω για να πάρει τη μπάλα στο (κακό του) πρώτο ημίχρονο. Με πολύ έξυπνη ασίστ προς τον Καρίμ για το δεύτερο γκολ (είχε και μια προηγούμενη καταπληκτική κάθετη πάσα στον Καρίμ, στην ευκαιρία που χάνει ο Ιρανός). Για το κερασάκι, η καταπληκτική παράλληλη μπαλιά λουκούμι, προς τον Τζούρτζεβιτς, για το τρίτο γκολ.

Καλή εμφάνιση και από τον Καρίμ. Ο Ιρανός πρόσθεσε ένα ακόμα γκολ στο πρωτάθλημα (εξακολουθεί να βρίσκεται στη πρώτη θέση του πίνακα των σκόρερ, με οκτώ τέρματα –και συγκάτοικο, πλέον, το ομορφόπαιδο Πρίγιοβιτς), έχασε ένα τετ α τετ (το διόρθωσε σκοράροντας λίγα λεπτά αργότερα), κυνήγησε δύσκολες φάσεις, και μυρίστηκε (δείγμα καλού επιθετικού) ένα ακόμα λάθος της αντίπαλης άμυνας.

Το σημαντικότερο όλων: επειδή σύμπτωση επαναλαμβανόμενη παύει να είναι σύμπτωση, κάτι έχει αρχίσει να φαίνεται πως δημιουργείται από τους τρεις αυτούς ποδοσφαιριστές. Είχαμε ήδη δείγματα ότι ο Φορτούνης με τον Καρίμ έδειχναν να δένουν. Στο δίδυμο προστίθεται πλέον και ο Μάριν. Οι τρεις τους έχουν κρατήσει τον Ολυμπιακό σε αυτό το (πιο δύσκολο από ό,τι φαίνεται) σερί νικών και έχουν δώσει τις περισσότερες επιθετικές λύσεις. Από το ξεκίνημα της χρονιάς, το ζητούμενο ήταν να αρχίσουν να «βρίσκονται» οι παίκτες: να κατανοούν τον τρόπο που κινούνται οι συμπαίκτες τους και να εκμεταλλεύονται τα πλεονεκτήματά τους.

Στα υπόλοιπα: ο Ούρος μπήκε για λίγα λεπτά, αλλά σκόραρε με άνεση σοβαρού σκόρερ. Με πολύ λίγα λεπτά συμμετοχής, έφτασε στα τέσσερα τέρματα στη σεζόν, και, παρά τα νευράκια που φαίνεται να έχει, δείχνει ότι μπορεί να αποτελεί λύση για τη θέση του επιθετικού. Σήμερα (για αύριο δεν ξέρω) ο Ολυμπιακός δεν φαίνεται ότι χρειάζεται επιθετικό, για πρώτο και δεύτερο. Τόσο ο Καρίμ, όσο και ο Τζούρτζεβιτς, δείχνουν ότι με τη κατάλληλη στήριξη από τους μέσους μπορούν να βγάλουν την (δίχως ευρωπαϊκές απαιτήσεις) χρονιά. Προσοχή: αυτό δεν σημαίνει ότι δεν χρειάζεται και τρίτος επιθετικός. Διαβάζουμε ότι ο Γκαρσία συχνά χρησιμοποιεί δύο επιθετικούς στο βασικό σχήμα. Όσο και αν ο Μάριν αποδεικνύει ότι δικαιούται θέση, έστω και ως πλάγιος μέσος, και ο Μιραλάς (φαίνεται να) προορίζεται για τα εξτρέμ, ο Ολυμπιακός χρειάζεται έναν ακόμα, έστω ως τρίτο, επιθετικό.

Ο ανούσιος Σεμπά πήρε τη θέση του ανούσιου Πάρντο, αλλά στο πηλικό μηδέν. Υπό το βλέμμα του νέου τεχνικού (και παρά τις φήμες που τον θέλουν να βρίσκεται με το ενάμισι --άτεχνο-- πόδι στη Κίνα), ο Σεμπά ήταν πολύ πιο κινητικός και δραστήριος από όσο μας έχει συνηθίσει φέτος. Επαναλαμβάνω: αν ο περυσινός Σεμπά σημείωνε ανάλογη βελτίωση φέτος, με αυτή που σημείωσε από το 2016 στο 2017, ο Ολυμπιακός θα είχε ένα πολύτιμο εργαλείο στην μηχανή του. Ο φετινός Σεμπά παρουσιάστηκε, όμως, άνευρος (σε σημείο προκλητικό κάποιες φορές), χωρίς, όχι μόνο τις κούρσες και ασίστ, που τον καθόρισαν ως έναν από τους πρωταγωνιστές της περυσινής χρονιάς, αλλά χωρίς και τα τρεξίματα και το φιλότιμο που έκαναν πολλούς να αναγνωρίζουν, τουλάχιστον, τον ιδρώτα που έχυνε σε κάθε αγώνα. Δεν ξέρω κατά πόσο η έλευση νέου τεχνικού θα σημαίνει επαναξιολόγηση των παικτών, αλλά ο Σεμπά αν είναι να μείνει, θα πρέπει να βελτιωθεί και να επιστρέψει, τουλάχιστον, στα περυσινά επίπεδα.

Λίγα ακόμα για τον αγώνα της Κυριακής: απενοχοποιημένα (καθώς ο Ολυμπιακός πέρασε νικητής από τη Λάρισα), αξίζει να θυμίσω ένα άρθρο του Καρπετόπουλου για τον περυσινό Ολυμπιακό, το οποίο, μέσες άκρες, σχολίαζε ότι ο Ολυμπιακός πέρυσι είχε ένα μοναδικό επίτευγμα: είναι η μόνη ομάδα που κατέκτησε τον τίτλο, από το '90 και μετά, με το παρασκήνιο να ελέγχεται από τους αντιπάλους του. Η διαιτησία στην Λάρισα έρχεται να υπενθυμίσει, ποικιλοτρόπως, ότι για τον φετινό τίτλο οι παίκτες μας θα χρειαστεί να φτύσουν αίμα.

Ακόμα: θεωρώ βέβαιο πως ο Γκαρσία παρακολουθώντας την ομάδα στο πρώτο ημίχρονο θα αισθάνθηκε ένα κόμπο στον λαιμό. Η δουλειά που έχει μπροστά του δεν είναι ούτε λίγη, ούτε εύκολη. Ο Ολυμπιακός νικά, και αυτό είναι καλό. Ο Ολυμπιακός, όμως, συνεχίζει να φτάνει με δυσκολία στο γκολ, ενώ με την ομάδα να αναγκάζεται να βγαίνει όλο και πιο συχνά (και μαζικά) μπροστά, ο αντίπαλος σε βρίσκει συχνά εκτεθειμένο στα μετόπισθεν.

Η επιστροφή του Κέβιν Μιραλάς, πέρα από την (απαραίτητη) συσπείρωση και τον ενθουσιασμό των οπαδών, καθώς και το μήνυμα στους απέναντι, παραμένει μεταγραφή ενός μόνο παίκτη, (με τη σημασία που έχει ότι γίνεται τον Γενάρη), με λίγες αγωνιστικές παραστάσεις τη φετινή χρονιά. Με λίγα λόγια, δεν αρκεί για να πάρουμε το πρωτάθλημα (και, μακάρι, να βγω λάθος και να καθαρίσει όλα τα παιχνίδι ο Καλύτερος).

Η διοίκηση απάντησε και στα σχόλια περί λευκής πετσέτας: επανέρχομαι για τελευταία (ελπίζω) φορά στο ζήτημα Λεμονή. Με δεδομένη την απόκτηση του Βέλγου (και με τις φήμες να αναφέρονται σε μια ακόμα καλή μεταγραφή), η ομάδα θα μπορούσε να μείνει ως είχε στο θέμα του τεχνικού: σε περίπτωση που το πρωτάθλημα χανόταν, μικρή διαφορά θα είχε στις αποδοκιμασίες προς τη διοίκηση. Η επιλογή της αλλαγής, σε συνδυασμό με τη πληροφορία πως οι επαφές με Όσκαρ, κρατούσαν τουλάχιστον ένα μήνα, δείχνουν ότι ο Λεμονής ήρθε για όσο χρειαζόταν, μέχρι να βρεθεί ο αντικαταστάτης του.

Λίγα ακόμα περί λευκής πετσέτας: το παρασκήνιο βρίσκεται στα χέρια των ανταγωνιστών σου, και οι προσωπικές επιθέσεις αυξάνονται σε ένταση με αιχμή της κριτικής τον Ολυμπιακό (όσο και αν πίσω κρύβονται επιχειρηματικά και πολιτικά --διαπλεκόμενα, με λίγα λόγια-- παιχνίδια). Αντί να λουφάξεις, ξοδεύεις ένα σημαντικό (για Ελλάδα, πάντα) ποσό για την ενίσχυση της ομάδας (πριν τη πρόκριση στους ομίλους, πριν τη πώληση του Ρέτσου) -και άσχετο με το ότι με τις επιλογές σου ήταν σαν να πετάς τα λεφτά σε πηγάδι. Τα πράγματα στραβώνουν και ο χειμώνας σε βρίσκει, οριακά, πρώτο στη βαθμολογία: διώχνεις τον προπονητή (γνωρίζοντας πως πας κόντρα στη θέληση των οπαδών) και ξοδεύεις ακόμα περισσότερα χρήματα (σε νέο προπονητή και παίκτες), ακριβώς για να φτιάξεις την ομάδα που θα κερδίζει και τη διαιτησία (και, παρότι, ο πόλεμος εναντίον σου εντείνεται). Όλα αυτά, καθόλου λευκή πετσέτα δεν θυμίζουν...

Και με αφορμή την απουσία Ολυμπιακών από το γήπεδο της Λάρισας: οι φήμες που θέλουν να απαγορεύονται οι πενθήμερες εκδρομές των σχολείων μόνο του Πειραιά, μάλλον δεν ευσταθούν.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου