Παρασκευή 5 Ιανουαρίου 2018

Για τον πιστό στρατιώτη Τάκη

Με τις εξελίξεις να τρέχουν, με τις φήμες να ακολουθούνται από ημιδιαψεύσεις, μέχρι να γίνουν γεγονότα, ο Ολυμπιακός ζει και πάλι παράξενες καταστάσεις. Όσο και να πρέπει να έχουμε το βλέμμα στο μέλλον, ας ξεκινήσουμε με το (πολύ πρόσφατο) παρελθόν. Ο πιστός στρατιώτης Λεμονής αποτελεί παρελθόν από τη τεχνική ηγεσία της ομάδας (αποτελεί ερώτημα αν θα δεχτεί, όπως όλοι θέλουμε, να παραμείνει κομμάτι της). Κάμποσα λόγια, λοιπόν, για τα πεπραγμένα του Λεμονή σε αυτό το πέρασμά του από την ομάδα.




Του Dr. Jekyll

Ο Τάκης Λεμονής κλήθηκε να παραλάβει μια ομάδα, στην οποία: δεν είχε κανένα λόγο στις μεταγραφές/ έμψυχο υλικό, και δεν είχε κάνει αυτός (αλλά, και όλα δείχνουν, ότι γενικότερα η ομάδα δεν είχε κάνει) την καλοκαιρινή προετοιμασία. Η ομάδα είχε τεράστια αγωνιστικά προβλήματα (αμυντικά και επιθετικά), κάκιστη φυσική κατάσταση (μετά το 60΄ παρέδιδε πνεύμα), κακή ψυχολογία, και σοβαρά ζητήματα πειθαρχίας. Τι από όλα αυτά βελτιώθηκε; Αρχικά, η φυσική κατάσταση, πράγμα φυσιολογικό (χωρίς προετοιμασία, οι πρώτοι μήνες είναι δύσκολοι). Στη συνέχεια, αντικειμενικά (στο ποδόσφαιρο υπάρχουν τα αποτελέσματα), βελτιώθηκε και το αγωνιστικό κομμάτι. Λίγο; Πολύ; Υποθέτω λίγο, αρκετά, όμως, ώστε, εκμεταλλευόμενος και τα στραβοπατήματα των άλλων, να βρεθεί από το -5 στο +1. Ήταν η εικόνα της ομάδας καλή, αντάξια του Ολυμπιακού; Όχι. Και πάλι η εικόνα των αγώνων αποτελεί αδιάψευστο κριτήριο: ο Ολυμπιακός καθάρισε με άνεση μόνο τον αγώνα με τον Πλατανιά στο Καραϊσκάκης, είχε καλά διαστήματα σε κάμποσους αγώνες (όπως το πρώτο ημίχρονο με τον Πανιώνιο ή το δεύτερο με τον Παναιτωλικό), αλλά, σε γενικές γραμμές, αγκομαχούσε για να σκοράρει και δεχόταν τέρματα με ευκολία.

Με τον Λεμονή στον πάγκο, ο Ολυμπιακός κέρδισε το ντέρμπυ με τον μΠαοκ (όπου μια κουρασμένη ομάδα, με τη βοήθεια του κόσμου, κέρδισε, με κακή απόδοση, μια χειρότερη, αν και ξεκούραστη, με 1-0). Έχασε από τον (με τεράστια προβλήματα) Παναθηναϊκό, στο μόνο παιχνίδι που, προσωπικά, δεν μπορώ να συγχωρέσω τον Τάκη για τον τρόπο που κατέβασε την ομάδα: δεν είναι (τόσο) η ήττα: και στο παρελθόν έχουμε δει ότι τέτοιοι αγώνες (αν και συνήθως από την ανάποδη, δηλαδή με τον Ολυμπιακό να έχει τεράστια προβλήματα και να παίρνει τη νίκη, στα πέτρινα χρόνια) είναι ντέρμπυ, με όλα τα αποτελέσματα ανοιχτά. Είναι, κυρίως, ότι ο (θεωρητικά) ανώτερος και χωρίς προβλήματα, ολοκληρώνει το πρώτο ημίχρονο με !!!0 (μηδέν)!!! τελικές.

Στα υπόλοιπα του πρωταθλήματος: ο Ολυμπιακός με τον Λεμονή στον πάγκο για περίπου δέκα μέρες (δηλαδή, διάστημα που δεν του αναλογούν ούτε ευθύνες, αλλά ούτε εύσημα) χάνει από τον Ατρόμητο στο άδειο Καραϊσκάκης με 0-1. Κερδίζει τον Πανιώνιο 3-4, πραγματοποιώντας ένα πολύ καλό πρώτο ημίχρονο (γυρίζοντας το σκορ από 1-0 σε 1-3) και ένα τραγικό δεύτερο, στο οποίο ισοφαρίζεται στο 84' και παίρνει τη νίκη, με πέναλτυ, στο 87'. Κερδίζει τον Πλατανιά με 5-1, στο μοναδικό, φέτος παιχνίδι, που δεν δαγκώσαμε ούτε λίγο τα νύχια μας, καθώς στο 32' το σκορ ήταν ήδη 3-0. Κερδίζει τον Λεβαδειακό 2-1, σε έναν αγώνα που έπαιξε, σε γενικές γραμμές καλά, αλλά χρειάστηκε να φτάσει στο 84' για να σκοράρει δεύτερη φορά, με μακρινό σουτ του Κούτρη. Νικά τη Κέρκυρα 1-3, σε έναν αγώνα που το σκορ του πρώτου ημιχρόνου ήταν 1-0 και η Κέρκυρα είχε χάσει σπουδαία ευκαιρία για να διπλασιάσει τα τέρματα της, καθαρίζοντας, έχω την αίσθηση, τον αγώνα. Κερδίζει τον Απόλλωνα 3-1, με τους φιλοξενούμενους να ανοίγουν το σκορ, το ημίχρονο να τελειώνει 1-1 και το γκολ της νίκης να έρχεται στο 80' (το τρίτο μας γκολ στις καθυστερήσεις). Περνά από την έδρα του Παναιτωλικού με 1-4, με το ημίχρονο να βρίσκει τις δύο ομάδες ισόπαλες 1-1. Τέλος, νικά, σε ένα κακό παιχνίδι, τα Γιάννενα με 1-0, με το μοναδικό γκολ να σημειώνεται στο 63΄.

Για το Kύπελλο, ο Ολυμπιακός περνά αέρα από τον, τυπικά, γηπεδούχο Νέο Αχαρναϊκό με 0-3, έρχεται ισόπαλος με το μεγαθήριο (σόρυ για την ειρωνεία) του Κισσαμικού στη Κρήτη με 1-1, και, για τη φάση των 16, νικά, σε ένα κακό, πάντως, παιχνίδι, τον Πλατανιά (επίσης στα Περιβόλια της Κρήτης) με 0-2. Στην Ευρώπη, χάνει αρχικά από τη Γιούβε με 2-0, από την Μπαρτσελόνα με 3-1, έρχεται ισόπαλος στο Καραϊσκάκης με την καταλανική ομάδα 0-0, χάνει από τη Σπόρτιγκ (σε έναν αγώνα που μόνο με νίκη είχε ελπίδες για να συνεχίσει στις ευρωπαϊκές διοργανώσεις) με 3-1 και χάνει από τη Γιούβε (σε έναν αγώνα γοήτρου) με 0-2. Σε όλους αυτούς τους αγώνες (με εξαίρεση τον τελευταίο -και αδιάφορο) η κριτική επικεντρώθηκε στο ότι ο Ολυμπιακός κατέβηκε χωρίς καθαρόαιμο επιθετικό, με μοναδικό σκοπό να καταστρέψει το παιχνίδι του αντίπαλου (η υπερασπιστική γραμμή ήταν ότι απέναντι σε αυτές τις ομάδες, ένα άλλο σύστημα, μπορεί να έφερνε τον διασυρμό -με εξαίρεση, πάντως, τον αγώνα ζωής και θανάτου με τη Σπόρτιγκ).

Στα άλλα: στον Λεμονή καταλογίστηκε (με ψιθύρους, έως τώρα, και, από τώρα, ξεκάθαρα) ότι είχε χάσει τα αποδυτήρια. Δύο παραπάνω λόγια για αυτό. Σε μια ομάδα που αλλάζει προπονητές σαν τα πουκάμισα (τα τελευταία δύο χρόνια τουλάχιστον) οι παίκτες έχουν την αίσθηση ότι ο προπονητής είναι αναλώσιμος. Αν στο κάδρο μπουν και τα παιχνίδια μάνατζερ, που οι κακές φήμες, θέλουν να έχουν παραπάνω λόγο στην ομάδα από αυτόν που θα έπρεπε σε ένα σοβαρό κλαμπ, καταλήγουμε ότι η πειθαρχία δεν είναι κάτι που έγκειται μόνο στον προπονητή. Για κάθε παραπονούμενο και ασεβή Μάριν, άλλωστε, υπάρχει και ένας Σισέ ή Καρίμ, που δεν δίστασαν στιγμή να δείξουν ευγνωμοσύνη στον Λεμονή (θυμίζουμε ότι ο Χάσι είχε και τους δύο εκτός ευρωπαϊκής λίστας και, πιθανότατα, εκτός πλάνων γενικότερα). Οι ποδοσφαιριστές είναι μεγάλα παιδιά: οι περισσότεροι παίκτες του Ολυμπιακού αμείβονται με χρήματα που, οι περισσότεροι, δεν θα βγάλουμε σε πέντε ζωές. Αυτοί που ήρθαν ως πριμαντόνες, έχουν αρκετούς λόγους να αισθάνονται ότι κάνουν χάρη που αγωνίζονται σε ένα χαμηλής δυναμικότητας πρωτάθλημα και ότι δικαιούνται σπίτι τους τη φανέλα του βασικού. Πολλοί από αυτούς, έχουν την απαίτηση να είναι βασικοί, αφού θεωρούν την ομάδα ως ένα σκαλοπάτι για να αγωνιστούν (ή να επιστρέψουν) σε ανώτερα (και με ακόμα καλύτερες απολαβές) πρωταθλήματα (δεν αμφιβάλω ότι σε πολλούς, αυτό ήταν το κίνητρο που τούς έδωσε και ο μάνατζερ τους).

Θα αφήσω απέξω την κριτική για τις προπονητικές ικανότητες του Λεμονή: δεν παρακολουθώ ιδιαίτερα τα ευρωπαϊκά πρωταθλήματα και, αν ο Λεμονής θεωρείται μια φορά ξεπερασμένος, οι δικές μου γνώσεις είναι σίγουρα χειρότερες. Υπάρχουν, όμως, άνθρωποι στην ομάδα, οι οποίοι έχουν εμπεριστατωμένοι άποψη, τόσο στο κομμάτι της διδασκαλίας (με τον Λεμονή στον πάγκο, και όσο και αν οι συνεχείς --και απαιτητικές-- αγωνιστικές υποχρεώσεις αποτελούν τροχοπέδη, για τρεις μήνες, ο Ολυμπιακός δεν φάνηκε να βγάζει στο χορτάρι έναν πιο οργανωμένο τρόπο άμυνας και ανάπτυξης), όσο και της προπόνησης (όσο και αν αυτό επαφίεται στο σύγχρονο ποδόσφαιρο σε γυμναστές και όχι στον προπονητή).

Στο κομμάτι της αξιοποίησης του υλικού: είμαι της άποψης πως ούτε κρύο, ούτε ζέστη. Επί Λεμονή βελτιώθηκε ο Φορτούνης (κομβικός για τη λειτουργία της ομάδας), ο Μάριν (με πολλές φήμες να αναφέρουν ότι ο Τάκης τον είχε για φάγωμα και τον έσωσε η διοίκηση -εξου και η χειρονομία του Μάριν προς τον προπονητή στον αγώνα με την Κέρκυρα), ο Σισέ (καθοριστικός σε κάποιους αγώνες), ο Καρίμ (πρώτος σκόρερ το πρωταθλήματος), ενώ είδαμε καλές εμφανίσεις (επιτέλους) και από τον Ομάρ. Από την άλλη, ακόμα δεν έλαμψε κανείς. Ακόμα αναρωτιόμαστε αν πήραμε τον Τζούρτζεβιτς από την Παρτιζάν ή κάποιον (άμπαλο) κλώνο του, ο Οφόε έχει τάσεις φυγής, ο Σεμπά (ναι, ο φιλότιμος Σεμπά) κωλοπαιδαρίζει, ο Πάρντο είναι ή του (χαμηλού) ύψους ή του (βαθέος) βάθους, ο (καλύτερος σε δημιουργία περυσινός μέσος σου) Μάρτινς μένει πρακτικά εκτός ομάδας, οι Νικολάου και Ανδρούτσος (μοναδικό κέρδος της, κακής, περυσινής χρονιάς) ψιλοεξαφανισμένοι (ειδικά ο Ανδρούτσος, σίγουρα χειρότερος), ο υπουργός άμυνας Βούκοβιτς δεν έχει αγωνιστεί για να δείξει (και να δούμε) αν κάτι αξίζει, ενώ οι Εμενίκε, Καρσελά και Μίλιτς (με τους δύο πρώτους, μαζί με τον Οφόε, να αποτελούν τις σπουδαιότερες καλοκαιρινές σου προσθήκες) είναι πλέον εκτός ομάδας.

Σταθερός κορμός αναζητείται ακόμα: μόνο στην αμυντική τετράδα κάπως δείχνει να έχει καταλαγιάσει το ζήτημα, με τον Κούτρη (ελλείψει, πριν τον Χατζισαφί, εναλλακτικής) να έχει καπαρώσει τη θέση του αριστερού μπακ, και τους Σισέ και Ένχελς να έχουν το --ξεκάθαρο-- προβάδισμα για τα δύο στόπερ. Εξασφαλισμένη θέση και ο Ρομαό (με τον Ζντιέλαρ, δυστυχώς, φευγάτο), τον Ταχτσίδη πιο αργό και από τρόλλευ (τα κίτρινα, τα παλιά) που προσπαθεί να στρίψει, τον Ζιλέ αίνιγμα (αίνιγμα ως προς το γιατί αποκτήθηκε). Επιμονή (που μπορεί να δικαιολογηθεί μόνο από την εικόνα του στις προπονήσεις) και στην θέση οκτώ για τον Ταχτσίδη (με το κέντρο μας, με Ρομαό -Ταχτσίδη, να μην διακρίνεται για την ταχύτητά του), και από εκεί και πέρα αρκετά πειράματα (προβάδισμα, πάντως, στους τελευταίους αγώνες είχαν και οι Μάριν, Φορτούνης, Καρίμ -δηλ. ενάς σταθερός κορμός διαφαινόταν στον ορίζοντα).

Πειραματισμοί και στα συστήματα: στη Νέα Σμύρνη, στο β΄ ημίχρονο, φουλ επιθετική ομάδα, στον Παναιτωλικό πάλι στο β΄ ημίχρονο (όπως και στο ξεκίνημα του αγώνα με τα Γιάννενα) συνύπαρξη Μάριν, Φορτούνη, Οφόε, χωρίς εξτρέμ (και με δύο αμυντικά χαφ). Μέχρι και 3-5-2 δοκίμασε ο Λεμονής, αναζητώντας ένα πιο λειτουργικό, στην επίθεση σχήμα (οι πειραματισμοί αυτοί, αναίμακτοι και εκ του αποτελέσματος, δεν είναι αναγκαστικά κακοί -άλλωστε, χωρίς προετοιμασία, αναγκαστικά οι δοκιμές, μετά από λίγες προπονήσεις, θα εφαρμοστούν κατά την διάρκεια αγώνων).

Συνοψίζοντας: στον Λεμονή καταλογίζεται κυρίως ότι η ομάδα δεν είχε την βελτίωση που θα έπρεπε (αμφισβητούμενο ως προς το τι σημαίνει «θα έπρεπε», αν αναλογιστεί κανείς τις συνθήκες όταν παρέλαβε την ομάδα), τόσο στην προβληματική αμυντική εικόνα, όσο και στη δημιουργία. Σε συνάρτηση με το προηγούμενο, ότι ο Λεμονής έχει χαμηλό ταβάνι (κοινή άποψη των περισσότερων -- αλλά οι περισσότεροι είμαστε προπονητές Football Manager). Καταλογίζεται, ακόμα, πως είχε χάσει τα αποδυτήρια (δίχως την στήριξη της διοίκησης, κάθε προπονητής χάνει τα αποδυτήρια).

Η διοίκηση αποφάσισε πως η λύση σε αυτό είναι η διακοπή της συνεργασίας (το είπαμε: από αυτό το πόστο). Αφήνουμε απέξω και το ηθικό κομμάτι (η διοίκηση δεν είναι φιλανθρωπικός οργανισμός, οφείλει να παίρνει αποφάσεις μόνο με γνώμονα τη βελτίωση της ομάδας -- όσο και αν αυτό δεν αρέσει στους, συναισθηματικά δεμένους με την ομάδα, οπαδούς). Έπραξε σωστά η διοίκηση; Στη συγκεκριμένη περίπτωση (γιατί αυτά πρέπει να τα βλέπουμε συγκεκριμένα και όχι γενικά) έκανε αυτό που έπρεπε: πήρε μια (ψυχρή) απόφαση, με αγωνιστικά κριτήρια. Αυτός είναι και ο ρόλος της: όταν κρίνει ότι τα πράγματα δεν πηγαίνουν καλά να επεμβαίνει, χωρίς να λογαριάζει (οικονομικό και γενικότερο) κόστος. Με αυτόν τον μπούσουλα έδιωξε Εμενίκε, Καρσελά, Καπίνο και Μίλιτς. Με αυτόν τον μπούσουλα αποφάσισε ότι η αλλαγή προπονητή (τεράστιο ρίσκο) είναι η βέλτιστη επιλογή. Και οι δύο προαναφερθείσες αλλαγές, έχουν οικονομικό κόστος, συνεπώς αυτά περί λευκής πετσέτας, καλύτερα να μην αναφέρονται.

Το πρόβλημα με τη διοίκηση είναι ότι καλείται να διορθώνει τα δικά της επαναλαμβανόμενα λάθη. Καλό από μία άποψη (από την πλευρά της διόρθωσης), κακό από την άλλη (και αυτό είναι το σημαντικότερο: να σταματήσουν να γίνονται τα ίδια λάθη -- υπάρχουν χιλιάδες λάθη για να κάνει κανείς, δεν χρειάζεται να κάνει τα ίδια). Εκ του αποτελέσματος, δικαιώνονται απόλυτα όσοι γκρίνιαζαν για την πρόσληψη του Χάσι (εκτός των γραφικών που το πρόβλημά τους ήταν η εθνικότητα). Αν τα κριτήρια ήταν ορθολογικά το καλοκαίρι (και όχι ευχολόγια «μπαίνουμε Ch.L., παίρνουμε τους παίκτες που ζητά, και όλα θα πάνε καλά»), πιθανότατα θα γλιτώναμε από όλα αυτά που ζούμε (επιμένω πως μετά τον Χάσι, η πρόσληψη Λεμονή ήταν η βέλτιστη επιλογή, καθώς άλλες λύσεις δεν υπήρχαν -- ο Ολυμπιακός πιθανότατα δεν έπαψε ποτέ να αναζητά τον επόμενο προπονητή και τον βρήκε τώρα).

Με αυτή τη κίνηση (όπως και με την αποπομπή των ποδοσφαιριστών), η διοίκηση βγαίνει μπροστά και παίρνει την ευθύνη. Θυμίζω πως δεν είναι η πρώτη φορά (όσον αφορά στον προπονητή) που το κάνει αυτό: η απόλυση Μίτσελ έφερε γκρίνια στον κόσμο, αλλά κατά την άποψή μου ήταν αγωνιστικά σωστή (αν όχι επιβεβλημένη) όσο ο Μίτσελ δεν άλλαζε τη τακτική του. Τα «θέλω» του κόσμου πρέπει πάντα να ακούγονται (αφού η ομάδα είναι οι οπαδοί της), αλλά την τελική απόφαση (πρέπει) να την έχει ο εκάστοτε υπεύθυνος: η ενδεκάδα του προπονητή, οι μεταγραφές της διοίκησης και του προπονητή, και τα υπόλοιπα --σε αυτή την κατηγορία είναι και το ζήτημα του προπονητή-- η διοίκηση. Επαναλαμβάνω: άλλο αυτό που συμβαίνει τώρα, και άλλο η πρόσληψη του Ουζουνίδη ή η μεταγραφή Μπασινά (εκεί μιλάμε για το dna της ομάδας, για την αντιπαλότητα με συγκεκριμένους ανθρώπους -- ελάχιστοι δυσανασχέτησαν με την απόκτηση του Νικοπολίδη).

Από όλα τα παραπάνω, καταλήγω πως ακόμα και το λάθος timing είναι σχετικό. Έγραφα μετά τον ισόπαλο αγώνα με τον Αστέρα, σχετικά με τον Χάσι: «Αν εμείς, ως οπαδοί, λειτουργούμε με το θυμικό, η διοίκηση έχει την υποχρέωση να λειτουργεί με ψυχραιμία. Ας ζυγίζουν την κατάσταση και ας αποφασίσουν». Όσο και αν αντιφάσκω (είχα, επίσης, γράψει --μετά το «τρελό» καλοκαίρι του 2016--: «Διαπράττοντας μια ιεροσυλία, θα τολμήσω να παραφράσω τον λογοτέχνη ιστορικό Howard Zinn: “Η κραυγή των οπαδών δεν είναι πάντα δίκαιη, αλλά όποια διοίκηση δεν την ακούσει δεν έχει ιδέα για δικαιοσύνη”»), θεωρώ πως στη συγκεκριμένη περίπτωση, η διοίκηση επέλεξε τον δύσκολο δρόμο: έχοντας επίγνωση πως ο κόσμος δυσφορεί (από την μικροπρέπεια απέναντι στον Τάκη --δυστυχώς, όμως, στο σύγχρονο ποδόσφαιρο οι συναισθηματισμοί είναι πολυτέλεια-- έως --το βασικότερο-- πως η ομάδα έχει να παίξει όμορφο ποδόσφαιρο δύο χρόνια και, μάλιστα, φέτος απειλείται να χάσει το πρωτάθλημα) αποφάσισε να επέμβει δυναμικά και να φέρει στον πάγκο έναν άνθρωπο που μπορεί να την οδηγήσει ψηλότερα.

Η διοίκηση, πλέον, οφείλει να κάνει και ανάλογες (δηλαδή, χωρίς να λογαριάσει το --οικονομικό, αυτή τη φορά-- κόστος) κινήσεις στις μεταγραφές. Με τις πιεστικές αγωνιστικές υποχρεώσεις να ξεκινούν τη Κυριακή, η ομάδα εξακολουθεί να παραμένει δίχως εξτρέμ, ενώ και σε κάμποσες ακόμα θέσεις, η ενίσχυση, αν όχι απαραίτητη, θα βοηθήσει στη φετινή, δύσκολη, κούρσα του πρωταθλήματος. Ο ερχομός καλών ποδοσφαιριστών, άλλωστε, θα της δώσει ένα (μικρό) άλλοθι στην περίπτωση που τα πράγματα στραβώσουν (δηλαδή χαθεί το πρωτάθλημα). Τουλάχιστον, φέτος, θα μπορεί βάσιμα να ισχυριστεί πως, παρά τα λάθη και τις αστοχίες στο --κομβικό-- ζήτημα του προπονητή, στο ζήτημα της ενίσχυσης, ξόδεψε αρκετά λεφτά (παρά, επίσης, τα λάθη και τις αστοχίες της στις επιλογές της).

Αν ο τίτλος χαθεί, είναι βέβαιο πως πολλοί θα αναφερθούν και πάλι στον Τάκη Λεμονή, με βεβαιότητα ότι με αυτόν στο τιμόνι ο τίτλος δεν (θα) χανόταν (να υπενθυμίσω, πάντως, ότι με πολύ πιο ιδανικές συνθήκες, αγωνιστικά και εξωαγωνιστικά, ο Λεμονής κινδύνεψε να χάσει τον τίτλο του 2008 από τη κούλα). Αν ο τίτλος κερδηθεί, και μάλιστα με αγωνιστική βελτίωση, τότε όλοι θα θυμούνται με μια γλυκιά αίσθηση τον πιστό στρατιώτη Τάκη, αλλά κανείς δεν θα νοσταλγεί το διάστημα που ήταν στον πάγκο. Όπως και να έχει, ο δικός μας ρόλος ήταν, είναι και θα είναι, να στηρίζουμε την ομάδα, με Λεμονή ή Απιθανόπουλο στον πάγκο, με Μαρινάκη, Κόκκαλη ή Σαλιαρέλη στην διοίκηση, με Ζιοβάνι ή Αμποάγκουε στην ενδεκάδα (και, φυσικά, θα ασκούμε κριτική και θα σχολιάζουμε τα --αρκετά, τώρα τελευταία-- λάθη που γίνονταν, γίνονται και θα γίνονται εσαεί, στην ομάδα).

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου