Πέμπτη 3 Φεβρουαρίου 2022

Ολυμπιακός – Παναιτωλικός 3-1

Με δύο τέρματα, πριν συμπληρωθεί το πεντάλεπτο, ο βελτιωμένος Ολυμπιακός πήρε τη νίκη και συνεχίζει την πορεία για την κατάκτηση του πρωταθλήματος.







Του Dr. Jekyll

Χωρίς ιδιαίτερες δυσκολίες, ο Ολυμπιακός πρόσθεσε άλλους τρεις πόντους στη βαθμολογία του. Με έναν πολύ καλό Εμβιλά στη μεσαία γραμμή, με τον Ροντρίγκεζ, ένα εξτρέμ που δεν αφήνει τον αντίπαλο να χαλαρώσει, και με τον Αγκιμπού να δίνει ξανά ένταση και ενέργεια, καθάρισε τον αγώνα, παρουσιάζοντας καλύτερη εικόνα από αυτή που έχει δείξει το 2022. Καλή εμφάνιση, στο πρώτο ημίχρονο (και κυρίως στο πρώτο μισάωρο, όσο δηλαδή μπορεί να παίξει με καθαρό μυαλό) από τον Ματιέ (που είναι μέσα στα δύο πρώτα γκολ) και τον Ελ Αραμπί.

Στα βασικά: όταν προηγείσαι με δύο τέρματα πριν συμπληρωθούν τα πέντε λεπτά, έχεις κάνει το ιδανικό ξεκίνημα. Αυτό, όμως, δεν σημαίνει ότι το παιχνίδι ήταν εύκολο (ο Παναιτωλικός έχασε τρεις κορυφαίες ευκαιρίες, που αν είχαν καταλήξει γκολ, η εξέλιξη του αγώνα θα ήταν διαφορετική -- έστω πολύ πιο αγχωτική). Και στις τρεις ευκαιρίες, κοινός παρανομαστής, οι κακές τοποθετήσεις/αντιδράσεις του κεντρικού αμυντικού διδύμου (οκ, σε κάποιες από αυτές τα λάθη είναι γενικότερης μέτριας ανασταλτικής λειτουργίας).

Στα υπόλοιπα: μια ακόμα καλή εμφάνιση από τον Βατσλίκ (που και παραπάνω γκολ να έτρωγε, δεν θα ήταν δική του ευθύνη), εντυπωσιακό ξεκίνημα από Λαλά (που τραυματίστηκε και έγινε αλλαγή πριν το 40΄), χωρίς προβλήματα ο Ανδρούτσος που πέρασε στη θέση του, και με δύο διαφορετικά ημίχρονα ο Ρέαμπτσιουκ (μέτριος προς κακός στο πρώτο --και αυτό όχι γιατί από δικό του, λέμε τώρα, λάθος δεχόμαστε το γκολ, αλλά και γενικότερα--, καλύτερος, και με συγκινητική κατάθεση δυνάμεων, στο δεύτερο). Συμπαθητική εμφάνιση και από Μπουχαλάκη και Μασούρα (πέρασε αλλαγή του Ματιέ), βοήθησε, όπως κάνει συνήθως, ο Τικίνιο (πέρασε αλλαγή του Ελ Αραμπί).

Ο αγώνας τελείωσε με τον Ολυμπιακό να έχει πετύχει τρία γκολ και να έχει χάσει και κάποιες καλές ευκαιρίες ακόμα, αλλά --στα μάτια μου-- θέλει τεράστια βελτίωση για να γίνει, ξανά, ομάδα ευρωπαϊκού επιπέδου. Ελπιδοφόρα μηνύματα υπάρχουν, όπως ότι η επιστροφή του Αγκιμπού τον βρίσκει στην --καλή-- κατάσταση που ήταν όταν έφυγε, η εικόνα του Ροντρίγκεζ (αρκεί να είναι γερός) και --το σημαντικότερο-- ότι σαν να βγαίνουν πλέον κάποια τρεξίματα (και αυτό ίσχυε ακόμα και στον πολύ κακό αγώνα μας με τον ΠΑΟΚ).

Λίγα ακόμα: Λαλά και Ροντρίγκεζ έκαναν πλάκα στη δεξιά πτέρυγα, έστω και απέναντι σε αυτόν τον ελλιπή Παναιτωλικό (αυτό, όμως, δεν αλλάζει το δεδομένο πως όλα γίνονται πιο εύκολα όταν έχεις παίκτες που διαθέτουν τεχνική και προκαλούν άγχος στον αντίπαλο). Ο Ελ Αραμπί εξακολουθεί να είναι ο καλύτερος επιθετικός μας (και οι δύο κεφαλιές που παίρνει --η πρώτη οδήγησε σε γκολ και η δεύτερη σε σπουδαία απόκρουση-- έχουν περισσότερο να κάνουν με την κίνησή του, παρά με τις καλές σέντρες). Ο Ματιέ εξακολουθεί να μπορεί να προσφέρει πολύτιμες βοήθειες (και, ήδη αναφέρθηκε, πως ήταν μέσα στα δύο πρώτα γκολ). Η ώρα που περνά, όμως, δεν είναι σύμμαχός του: όσο οι δυνάμεις τον εγκατέλειπαν, τόσο η ενστικτώδης του κίνηση, στην πρώτη επαφή, ήταν να γυρίσει κατεύθυνση προς τα πίσω, προκειμένου να εξασφαλίσει ότι δεν θα χάσει την μπάλα, παρά να δει πώς θα μοιράσει γρήγορα μπροστά (και, αν δεν κάνω λάθος, σε όλο το δεύτερο ημίχρονο έχει να επιδείξει μόνο μια --πολύ-- καλή σέντρα).

Ας ξεκολλήσουμε λίγο και με τον Μπουχαλάκη (και αυτό δεν έχει να κάνει με το αν είναι ο μέσος που ονειρευόμαστε στον Ολυμπιακό): ναι, έχει συγκεκριμένες --ενδεχομένως και σοβαρές-- αδυναμίες (με βασικότερο ότι δυσκολεύεται να αντεπεξέλθει απέναντι σε γρήγορους και δυναμικούς μέσους). Παραμένει, όμως, ένα χρήσιμο εργαλείο, και ένας από τους τελευταίους που του αναλογούν μεγάλες ευθύνες για την εικόνα της ομάδας (και με αυτό δεν αναφέρομαι σε διοίκηση ή/και Μαρτίνς, αλλά στα θεωρητικά μεγάλα ονόματα, που, το βιογραφικό και το συμβόλαιό τους τούς καθιστά αυτόματα ως βασικούς παράγοντες για την καλή ή κακή εικόνα της ομάδας). Από το καλοκαίρι δεν έχει ούτε ένας παίκτης σταθερά καλές εμφανίσεις (ούτε καν ο Αγκιμπού, απλά σε αυτόν --δικαίως-- συγχωρούνται πολλά -- άλλωστε η προσφορά του είναι πολύ μεγαλύτερη από αυτήν που περιμέναμε), και για μια ακόμα φορά την πιο αυστηρή κριτική και το ανάθεμα (μιλάω πάντα για παίκτες) δέχεται ο Μπούχα, λες και είναι ο Ζιντάν στα ντουζένια του και παίζει αδιάφορα -- και, πράγματι, οι φετινές του εμφανίσεις είναι χειρότερες από πέρσι, αλλά πέρσι μέχρι και που καθάριζε παιχνίδια...

Σε ένα υποθετικό σενάριο που ο χθεσινός αγώνας ήταν ο επαναληπτικός του Κυπέλλου: κάμποσοι θα έλεγαν ότι «είδατε γιατί ο Μαρτίνς κατέβαζε τρεις αμυντικούς» (καθώς με ένα ακόμα γκολ του Παναιτωλικού, θα χάναμε την πρόκριση). Πάμε πάλι: ο Ολυμπιακός είναι η μεγαλύτερη ομάδα της Ελλάδας, όχι μόνο στην καρδιά και το μυαλό μας, αλλά βάσει και της αξίας των ποδοσφαιριστών της. Το σχήμα με τους τρεις κεντρικούς αμυντικούς έδωσε στον --ποιοτικά κατώτερο-- Παναθηναϊκό μία μόνο μεγάλη ευκαιρία, με αντάλλαγμα να μην κάνουμε εμείς ούτε υποψία ευκαιρίας σε 90 λεπτά, και, απέναντι στον ΠΑΟΚ, την ισοπαλία, χάρη στις αποκρούσεις του Βατσλίκ, τα κακά τελειώματα των παικτών του ΠΑΟΚ και ένα πολύ τυχερό (στα μάτια μου πολύ πιο τυχερό από το αυτογκόλ -- άλλωστε τέτοια γκολ έχουμε δει πολλά) γκολ ισοφάρισης -- και η αλλαγή συστήματος στο δεύτερο ημίχρονο, οδήγησε σε πολύ πιο ισορροπημένο παιχνίδι.

Πιο συνοπτικά: θεωρώ ότι και στα δύο αυτά παιχνίδια, μεγαλύτερο ρόλο στο ότι δεν χάσαμε είχε η χαμηλή ποιότητα του Παναθηναϊκού και η ανικανότητα του ΠΑΟΚ, παρά ότι το σχήμα προσέφερε καλή αμυντική λειτουργία (όπως, πράγματι, είχε κάνει --ως ένα σημείο-- πέρσι -όμως πέρσι ήταν άλλη και η σύνθεση της άμυνας και η κατάσταση της υπόλοιπης ομάδας). Ολοκληρώνοντας: ο Μαρτίνς (που, ξεκάθαρα, έχει συμβάλει τα μάλα στις επιτυχίες και καλές εμφανίσεις των τριών τελευταίων ετών) σίγουρα ξέρει καλύτερα την «πραγματικότητα» της ομάδας σε κάθε συγκεκριμένη χρονική περίοδο (και, αδιαμφισβήτητα, κατανοεί το ποδόσφαιρο απείρως καλύτερα από εμένα), αλλά δεν είναι αλάνθαστος, ούτε υπεράνω κριτικής.

Λίγα πράγματα και για την Β Ομάδα: όσο παρακολούθησα το χθεσινό παιχνίδι, δεν είδα κάποιον παίκτη που να θεωρώ πως μπορεί να σταθεί πραγματικά καλά στην πρώτη ομάδα (χωρίς αυτό να σημαίνει πως ένας από τους «μικρούς» δεν θα μπορεί να σταθεί αξιοπρεπώς, έχοντας δίπλα του τους ποιοτικότερους παίκτες της πρώτης ομάδας). Συμπαθητικοί, και το διαβάζουμε, οι Καλογερόπουλος και Αποστολόπουλος, με καλές στιγμές Ξενιτίδης και Σουρλής, ανέτοιμος ο Καρβάλιο (όσο έπαιξε, λίγες καλές μπαλιές και καλό κοντρόλ) και πολύ λίγα πράγματα (σχετικά με το τι περιμέναμε) από τον Καρμπόβνικ (και αναρωτιόμουν πού είχε χαθεί το παλικάρι...). Πάντως, κρίμα για τους πανηγυρισμούς των πιτσιρικάδων (μετά από ένα άθλιο πρώτο ημίχρονο, προηγήθηκαν με γκολάρα του Κωστή στο 93΄, για να ισοφαριστούν στο 94΄).

Για το τέλος: δεν βρίσκω λόγια για την ψυχρή δολοφονία του Άλκη Καμπανού (γιατί αυτό συνέβη, και όχι μια οπαδική σύγκρουση). Από τις ενέδρες σε σπίτια και χώρους εργασίας (δεν βάζω καν τα ραντεβού ή τα πεσίματα σε συνδέσμους), η κατάσταση έφτασε στο να μαχαιρώνεται, άσχετος με τα οπαδικά δρώμενα κόσμος επειδή κυκλοφορεί σε συγκεκριμένες γειτονιές. Ο εχθρός δεν βρίσκεται στα απέναντι πέταλα, αλλά όσοι κάνουν τέτοια σκηνικά είναι σίγουρα εχθροί μου. Και είναι υποκρισία να πιστεύουμε ότι με τέτοιους ανθρώπους δεν έχουμε αγκαλιαστεί και τραγουδήσει μαζί στο πέταλο, επειδή μας ενώνει ο Ολυμπιακός (χωρίς να έχει καμία σημασία πλέον, δεν πιστεύω ότι οι δράστες ήθελαν να σκοτώσουν -- όχι από φιλανθρωπία, αλλά για το τι θα ακολουθούσε)... Και από αυτή την άποψη (όπως και για τις φορές που έχουμε τραγουδήσει για οπαδικά σκηνικά -- που καμία σχέση δεν έχουν με την αγάπη για την ομάδα), έχουμε όλοι ένα μερίδιο ευθύνης για τα καθάρματα που κινούνται ανάμεσά μας -- και η σκέψη αυτή, καθώς και η αδυναμία αντίδρασης, μου κάνει ακόμα πιο δύσκολο να αναφερθώ σε ό,τι συνέβη.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου