Τρίτη 22 Φεβρουαρίου 2022

Βόλος – Ολυμπιακός 0-1

Λίγες ημέρες μετά --και πριν-- τους καθοριστικούς αγώνες με την Αταλάντα, ο Ολυμπιακός έκανε το χρέος του, νίκησε τον Βόλο και, αν δεν συμβεί η μεγαλύτερη έκπληξη στην ιστορία του ελληνικού πρωταθλήματος, κλείδωσε τον τίτλο.






Του Dr. Jekyll

Τα βασικά: με ένα κακό πρώτο ημίχρονο και ένα αρκετά καλύτερο δεύτερο, ο Ολυμπιακός πήρε μια δύσκολη νίκη. Πρωταγωνιστής ο 38χρονός Ματιέ Βαλμπουενά, που πέτυχε το γκολ της νίκης και έδειξε πως, με σωστή διαχείριση, δεν έχουν τελειώσει οι στιγμές που θα προσφέρει νίκες και επιτυχίες στον Ολυμπιακό. Μετά τον αγώνα με την Αταλάντα, δεν μου έβγαινε να γράψω κάτι (όσο καλό και να είναι, στη θεωρία, το σκορ 2-1, τόσο απογοήτευση μου προκάλεσε ο τρόπος που ήρθε -- αρκετή για να μην μπορώ να εστιάσω στις πιθανότητες για πρόκριση που αφήνει μια ήττα, με ένα γκολ διαφορά, αλλά στο απαράδεκτο ποδοσφαιρικά θέαμα που, για μια ακόμα φορά, παρουσίασε η ομάδα μας φέτος).

Επιστροφή στον Βόλο: το πρώτο ημίχρονο κύλησε όπως οι περισσότεροι φετινοί αγώνες. Ο Ολυμπιακός δεν μπορούσε να πατήσει γκάζι, κάμποσοι από τους παίκτες που, θεωρητικά, περιμένεις να κάνουν την διαφορά, βρέθηκαν σε μέτρια μέρα και όλα έδειχναν ότι θα ζούσαμε ξανά ένα προβληματικό απόγευμα. Λιγοστές ευκαιρίες στην επίθεση (μία σπουδαία με σουτ του Αγκιμπού να βρίσκει το δοκάρι και στη συνέχεια τον Μασούρα να αστοχεί σε κενό τέρμα, και μία μέτρια κεφαλιά του Μπουχαλάκη, από πολύ καλή θέση, που κατέληξε χαλαρά στα χέρια του τερματοφύλακα -- τόσο χαλαρά, που δεν μπορείς καν να την κατατάξεις ως σπουδαία ευκαιρία), και κάποιες στιγμές αναμπουμπούλας στην άμυνά μας που θα μπορούσαν να είχαν οδηγήσει σε γκολ (αποτελεί οδηγό για λανθασμένη αντίδραση στόπερ, όταν ο Μπα χάνει την μπάλα μες στη μεγάλη μας περιοχή από τον Νίνη).

Στο ημίχρονο (και με το ένα μάτι στον τελικό Κυπέλλου, που επίσης πήγαινε κατά διαόλου) άρχισα να σκέφτομαι μήπως πράγματι μιλάμε για το τέλος ενός κύκλου και την ανάγκη να ανοίξει ένας άλλος. Πόσοι από τους ξεζουμισμένους παίκτες μας θα μπορέσουν να έχουν καλύτερη εικόνα φυσικής κατάστασης την επόμενη σεζόν (με δεδομένο ότι πάλι οι διακοπές τους θα είναι λειψές); Πόσο μπορεί να εμπνεύσει και να ξεπεράσει τη «φοβικότητά» του ο Μαρτίνς; (το επαναλαμβάνω: είναι άλλο να χτίσεις μια ομάδα από το μηδέν --εξετάσεις που πέρασε με επιτυχία ο Πορτογάλος--, άλλο να την οδηγήσεις σε επιτυχίες --που επίσης το έκανε-- και άλλο να τη διατηρήσεις στην κορυφή -- πράγμα που, έως τώρα, κάνει, δίνοντας, όμως, όλο και μεγαλύτερη σημασία στο να κρατήσει πίσω το μηδέν, σε σχέση με το να δημιουργήσει και να παίξει θεαματικό ποδόσφαιρο).

Συνεχίζοντας: είναι σε θέση να αφήσει εκτός ομάδας τους παίκτες που τον οδήγησαν σε επιτυχίες όταν αυτοί δεν αντέχουν να τραβήξουν άλλο κουπί; (οι εμφανίσεις του κουρασμένου και ντεφορμέ --κουρασμένος και φορμαρισμένος δεν γίνεται-- Μπουχαλάκη, ούτε στον παίκτη κάνουν καλό, αφού φορτώνεται --αδίκως για εμένα-- με αυστηρή κριτική, ούτε στην ομάδα -- και σε όλο το πρώτο ημίχρονο αναρωτιόμουν πόσο χειρότερος θα μπορούσε να είναι ο Κούντε, που βρισκόταν εκτός αποστολής). Πόσοι από τους παίκτες έχουν την ξεχωριστή ποιότητα που απαιτείται για να είναι σταθερά σημεία αναφοράς στην ομάδα; Ο Ματιέ είναι 38, και μπορεί να δώσει (και, ευτυχώς, δίνει) ποιοτικά 20λεπτα, αλλά ως εκεί. Ο Ελ Αραμπί είναι 36 και κανείς δεν ξέρει αν θα ανανεώσει και σε τι βαθμό ετοιμότητας θα είναι του χρόνου.

Ο Φορτούνης επιστρέφει από δεύτερο χιαστό και αμφιβάλω αν οι σχέσεις του με τον Μαρτίνς είναι σε καλό σημείο. Ο Παπασταθόπουλος έκανε λίγα, πραγματικά, σπουδαία παιχνίδια στο ξεκίνημα της χρονιάς και έκτοτε είναι ένας σταθερός, αλλά αργός, κεντρικός αμυντικός: το ζητούμενο δεν ήταν να είχες καλύτερο παίκτη από τον Μπα, αλλά τον ηγέτη της άμυνας. Μία από τα ίδια, στο μικρό δείγμα γραφής, για τον Μανωλά: περνά τη βάση, αλλά απέχει πολύ από τον ρόλο για τον οποίο αποκτήθηκε (προφανώς και είναι νωρίς για να κριθεί). Ακόμα και ο Εμβιλά: αν η φυσική του κατάσταση την επόμενη χρονιά έχει αντίστοιχη πτώση (όπως η φετινή σε σχέση με πέρυσι) αμφιβάλλω αν θα μπορεί να αντεπεξέλθει στον απαιτητικό ρόλο που έχει στην ομάδα

Δεν υποτιμώ τους υπόλοιπους, αλλά αν δεν έχουμε κάποια απίθανη βελτίωση (όπως αυτή που είχε ο Τσιμίκας), παραμένουν τα πολύτιμα εργαλεία για να φτιάξεις μια καλή ομάδα, και όχι οι σπουδαίοι παίκτες που θα καθαρίζουν συστηματικά για την ομάδα. Δύσκολα ο Μασούρας θα γίνει ο νέος ηγέτης (και ας το έκανε στον αγώνα Κυπέλλου με τον Παναιτωλικό), ο Μπουχαλάκης δεν θα γίνει Μιλιβόγιεβιτς, ούτε ο Ρέαμπτσιουκ Τσιμίκας, και τα φετινά αποκτήματα δεν δείχνουν ότι έχουν την δυνατότητα να γίνουν μελλοντικά σημεία αναφοράς.

Κάπως βελτιώθηκε η διάθεσή μου στο δεύτερο ημίχρονο: όχι, δεν παίξαμε μπαλάρα, αλλά η πίεση που ασκήσαμε στον Βόλο, για ένα διάστημα του αγώνα, θύμισε κάτι από τον παλιό Ολυμπιακό: το μυαλό ήταν στην επίθεση (αυτό έδειξαν και οι αλλαγές του Μαρτίνς), ο Βόλος δεν μπορούσε να κρατήσει καθόλου μπάλα, και οι επιθέσεις (άσχετο το ότι οι περισσότερες δεν κατέληξαν καν σε ευκαιρίες) ερχόντουσαν κατά κύματα. Και κάπως έτσι ήρθε και το γκολ, για να μας θυμίσει πόση σημασία έχει και η ατομική ποιότητα: ο Βρουσάι κάνει την (πολύ καλή) μακρινή μπαλιά, ο Τικίνιο --που έχει κάνει πολύ καλή κίνηση-- καθαρίζει τη φάση, κερδίζοντας την μπάλα από τον αντίπαλο αμυντικό, δίνει την πάσα στον Βαλμπουενά, αυτός δίνει στον Ελ Αραμπί, που του στρώνει για το σουτ (φροντίζοντας με την κίνησή του και να βγει από τη μέση), και ο Ματιέ στέλνει την μπάλα στα δίχτυα. Πα μαλ (που λένε και στο χωριό μου).

Στα υπόλοιπα: χωρίς προβλήματα ο Βατσλίκ (που με τις εξόδους έχει ένα θεματάκι), μέτριος προς κακός ο Μπα (και όχι μόνο για τη φάση που του κλέβει την μπάλα ο Νίνης), συγκινητικός (ως προς το πάθος και την προσπάθεια να βγάλει την ομάδα μπροστά) ο Σισέ (ο οποίος κάνει και ένα σουτ, που αν είχε βρει δίχτυα θα το μνημονεύαμε καιρό), μια καλή σέντρα από Όλεγκ και άλλη μία από Λαλά (που μεγάλα αμυντικά προβλήματα δεν είχαν -- ο Βόλος είχε περισσότερο στο μυαλό του το μηδέν), μέτριος προς κακός ο Μπουχαλάκης (που δυσκολεύεται στην κανονική του θέση, όχι στο να καλύψει τη θέση του Εμβιλά), αδιάφορος στο πρώτο, σχετικά βελτιωμένος (και με δύο συμπαθητικά σουτ) στο δεύτερο ο Μαντί Καμαρά, δραστήριος ο Αγκιμπού (με ένα προβληματάκι στη διαχείριση δυνάμεων -- και ας ξαναπούμε ότι παίζει καλύτερα στον άξονα από τα πλάγια) που έχει και το δοκάρι, χωρίς κάτι ιδιαίτερο η 45λεπτή εμφάνιση Μασούρα, που χάνει το άχαστο (θυμίζοντας ότι όλα μπαίνουν και όλα χάνονται), με πινελιές ποιότητας (σε πάσες που ο ίδιος κάνει να φαίνονται εύκολες) ο Ελ Αραμπί, και στα πολύ ρηχά ο Καρβάλιο (που υποπτεύομαι ότι, όπως ο Φορτούνης, ο Αγκιμπού και ο Μαντί, παίζει καλύτερα πίσω από τον φορ, παρά από τα πλάγια ή σε άλλη θέση -- μπλέξαμε πάλι...).

Από τις αλλαγές, τα εύσημα προφανώς στον Ματιέ (64΄, Καρβάλιο) που πετυχαίνει το γκολ, ενώ βρίσκεται και σε άλλες φάσεις. Σημαντική βοήθεια και από Εμβιλά (64΄, Μπούχα) που συμμαζεύει το κέντρο (και έχει και ένα καλό σουτ), σε ένα σημείο του αγώνα, πάντως, που ο Βόλος είχε περισσότερο το μυαλό του στην άμυνα. Διάθεση για προσφορά, ως συνήθως, από Ονιεκουρού (ημίχρονο, Μασούρας), τίποτα το ιδιαίτερο, ως συνήθως, στο αποτέλεσμα. Αν κρίνεται με τα ίδια κριτήρια που έχει ο Βρουσάι (ο οποίος, πάντως, βγάζει την καλή μακρινή μπαλιά για το γκολ), ο Ραντζέλοβιτς και ο Μασούρας (στο ξεκίνημα του με τη ριγωτή), είναι κομπλέ, αν κρίνεται με το βάρος του κόστους της μεταγραφής του, τότε μιλάμε για αποτυχία (και σε κάθε περίπτωση, ειδικά μετά τα χθεσινά αποτελέσματα, υπάρχει η πολυτέλεια να πάρει και άλλο χρόνο μπας και αλλάξει την εικόνα του). Συμμετοχή στο γκολ, άρα εκ των πραγμάτων με θετικό πρόσημο, και οι δύο τελευταίες αλλαγές, Τικίνιο και Βρουσάι (77΄,  Αγκιμπού και Λαλά). Ο Τικίνιο, μάλιστα, έχει και ένα καλό σουτ, που θα μπορούσε να κλειδώσει τη νίκη.

Επιστροφή στους αρχικούς προβληματισμούς: όλη η καλή διάθεση που μου έβγαζε η ομάδα στο δεύτερο ημίχρονο, θα πήγαινε περίπατο αν ο Βόλος ισοφάριζε (ο ΦανΦερτ χάνει τεράστια ευκαιρία στο 87΄) -- ειδικά αν το παιχνίδι στο Χαριλάου έβρισκε νικητή τον ΠΑΟΚ. Έγραφα και πριν από κάποιες μέρες ότι δεν βλέπω πώς ο ΠΑΟΚ θα συνέχιζε να βρίσκεται στο κατόπι του Ολυμπιακού και ότι η όλη κουβέντα για το αν μπορεί η συμπαθής ομάδα του συμπαθή Ιβάν Σαββίδη να διεκδικήσει τον τίτλο γινόταν μόνο λόγω της δική μας εικόνας. Μέσα σε λίγες ώρες, η κουβέντα σταμάτησε: ακόμα και τα πιο γλιτσερά ΣαββιδοΑΡΔάκια, που μετά το ντέρμπι της Τούμπας, μιλούσαν για τα χάλια του Ολυμπιακού (δικαίωμα που απλόχερα τους προσφέραμε), μετά την ισοπαλία (και, βασικότερο, την εικόνα) της ένδοξης αρμάδας τους απέναντι στον Άρη, τονίζουν ότι ο ΠΑΟΚ δεν ενδιαφέρθηκε για τον αγώνα (αφού το πρωτάθλημα είχε χαθεί), αλλά για την Ευρώπη (ο ΠΑΟΚ; Ευρώπη;)...

Αυτό δεν αλλάζει κάτι, πάντως, για τη φετινή μας εικόνα και την προσέγγιση που είχαμε σε πολλά παιχνίδια. Θυμάμαι παλιά την περηφάνια μας, ακόμα και μετά από κακά αποτελέσματα, για την προσπάθειά μας να παίξουμε ποδόσφαιρο απέναντι στις γραμμές Μαζινό των αντιπάλων στην Ελλάδα (και να κοροϊδεύουμε ΠΑΟ και ΑΕΚ για το ότι δεν τολμούσαν να περάσουν τη γραμμή της σέντρας -- ο ΠΑΟΚ ήταν ανύπαρκτο μέγεθος για να ασχοληθούμε σοβαρά μαζί τους) ή αδιαφορώντας για το μέγεθος του ευρωπαϊκού μας αντίπαλου. Πώς γίνεται να μιλήσουμε πλέον για τον (κάθε) Βόλο που παίζει με όλη την ομάδα πίσω από την μπάλα, όταν τα ίδια κάνουμε εμείς; (ειδικά αφού ένα μεγάλο κομμάτι κόσμου και δημοσιογράφων δικαιολογούσαν --για να μην πω πως έδιναν και τα εύσημα-- αυτή την εικόνα στο βωμό του αποτελέσματος).

Θεωρούσα ότι η νίκη της Ελλάδας στο Euro 2004 ήταν μια ήττα του ποδοσφαίρου (και ας ήταν ο πανάξιος τροπαιούχος νικώντας σε πρεμιέρα και τελικό τον ποιοτικό οικοδεσπότη, περνώντας από έναν δύσκολο όμιλο --με Ισπανία, Ρωσία να συμπληρώνουν τις ομάδες--, και αποκλείοντας τόσο την καλύτερη σε ποιότητα ποδοσφαιριστών --Γαλλία-- όσο και την καλύτερη σε απόδοση --Τσεχία-- ομάδα του θεσμού), και δεν μπορούσα να υποστηρίξω αυτή την Ατλέτικο Μαδρίτης, ούτε καν απέναντι στη μισητή Ρεάλ. Μπορώ να καταλάβω τη διοίκηση, τον προπονητή και (άντε, και) τους παίκτες, όταν βάζουν το αποτέλεσμα πάνω από το θέαμα (στην περίπτωσή μας, και το DNA ενός συλλόγου, γιατί ο Ολυμπιακός --που δεν είναι Μπαρτσελόνα--, για τα ελληνικά δεδομένα, είναι ομάδα συνυφασμένη με το θεαματικό ποδόσφαιρο), εμείς ως οπαδοί ας κρατήσουμε τον ρομαντισμό ότι το ποδόσφαιρο είναι παιχνίδι/άθλημα και όχι αποτελέσματα σε βαθμολογίες.

Δεν τρέφω αυταπάτες: μια πρόκριση επί της Αταλάντα θα μας κάνει όλους να ξεχάσουμε τον παθητικό (αγγλιστί pathetic) τρόπο που αγωνιστήκαμε στην Ιταλία (παρά τις δύο σοβαρές ευκαιρίες, που θα μπορούσαν να μας έδιναν ακόμα και καθαρή νίκη -- στην τελική, πόση Σούπερ Λιγκ να δει ο ποδοσφαιρικός θεός για να τον πάρει ο ύπνος;). Αυτό, όμως, δεν είναι ποδόσφαιρο. Η εικόνα των στατιστικών ήταν απολύτως περιγραφική: μία ομάδα, με τα προβλήματά της, προσπαθούσε να παίξει μπάλα και η άλλη κακοποιούσε το άθλημα (το επαναλαμβάνω: μια τέτοια προσέγγιση μπορώ να την δεχτώ όταν έχεις απέναντί σου ένα από τα μεγαθήρια, όπως η Μπάγερν στο Μόναχο, η τωρινή Αταλάντα --ούτε αυτή περνά την καλύτερή της φάση-- απέχει από αυτόν τον χαρακτηρισμό, και ως όνομα/ιστορία και ως απόδοση αυτή την περίοδο).

Δεν έχω ιδέα τι θα γίνει την Πέμπτη, καθώς από το πρώτο παιχνίδι δεν μπορώ να βγάλω συμπέρασμα. Προφανώς η Αταλάντα έχει τον πρώτο λόγο και είναι πιο ποιοτική ομάδα (δεν χρειαζόταν μεταξύ μας αγώνας για να το μάθουμε), αλλά ο Ολυμπιακός δεν προσπάθησε ποτέ να παίξει ποδόσφαιρο για να δούμε πόσο μεγάλη είναι η απόσταση μας αυτό το χρονικό διάστημα. Σε κάθε περίπτωση: δεν διαφωνώ πως στον --επαγγελματικό-- αθλητισμό, το αποτέλεσμα κρίνει την επιτυχία. Προσωπικά, πάντως, αν αρχίσουν οι επιτυχίες μας να έχουν όλο και συχνότερα αυτή τη μορφή (ισοπαλία με ΠΑΟΚ, νίκη με ΑΕΚ, πρόκριση, με αυτή την ποδοσφαιρική εικόνα --αν και δεν υπάρχει περίπτωση με αντίστοιχη προσέγγιση να προκριθούμε--, απέναντι στην Αταλάντα), το να βλέπω την ομάδα, αντί για αιτία προσμονής και χαράς, θα μετατραπεί σε αγγαρεία.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου