Όντως, την παραμονή του αγώνα έσκασε μια είδηση-βόμβα. Δημοσιεύθηκε --αποκλειστικά στην εφημερίδα Αθλητικά Νέα Θεσσαλονίκης-- η είδηση της επιβολής αρχικά διμήνου και εν συνεχεία αορίστου αποκλεισμού του βασικού κεντρικού αμυντικού του ΠΑΟΚ Λιτόπουλου, ο οποίος είχε κληθεί μάλιστα σε απολογία ενώπιον του ΔΣ, με ερώτημα τη διαγραφή του από τον ΠΑΟΚ. Κατά την εφημερίδα ο Λιτόπουλος είχε επιδιώξει να πείσει συμπαίκτες του να έχουν ηθελημένα μειωμένη απόδοση έναντι οικονομικών ανταλλαγμάτων, με σκοπό να χάσει ο ΠΑΟΚ από τον Ολυμπιακό. Το δημοσίευμα επικαλείτο ως πηγή της πληροφορίας του σημαντικό παράγοντα μέλος του ΔΣ του ΠΑΟΚ. Το γεγονός αυτό επιβεβαιώθηκε πολύ σύντομα και επίσημα. Ο παράγοντας που το επιβεβαίωσε ήταν ο Ι. Κοντόπουλος, ο Γενικός Γραμματέας του ΠΑΟΚ. Σημειωτέοn ότι εκείνη την εποχή ο ΓΓ συχνά ήταν το σημαντικότερο κατ’ ουσία μέλος του ΔΣ, πάνω και από τον Πρόεδρο, ο οποίος είχε δευτερεύοντα ή και διακοσμητικό ρόλο. Μάλιστα ο Κοντόπουλος είχε προβεί τότε και σε μια πύρινη συμπληρωματική δήλωση: «Έχουν αγοράσει και τον αέρα που αναπνέουμε. Τους ξεσκεπάσαμε όμως και σύντομα θα μάθει ο κόσμος αυτό το πολύ μεγάλο που έχει συμβεί». Φυσικά, έστω και αν δεν κατονόμαζε κάποιον συγκεκριμένα, ήταν προφανές ότι αναφερόταν στον Ολυμπιακό και στους ανθρώπους του. Αυτό άφηνε να εννοηθεί. Εκεί πήγαινε το μυαλό κάθε φιλάθλου. Εύκολα γίνεται αντιληπτός ο αντίχτυπος των γεγονότων αυτών. Εντάθηκε πολύ το υφιστάμενο εχθρικό προς τον Ολυμπιακό κλίμα. Η είδηση της φερόμενης απόπειρας δωροδοκίας Λιτόπουλου δημοσιεύθηκε και στον τύπο της Αθήνας, αλλά σε πολύ πιο περιορισμένη κλίμακα και έκταση και για ελάχιστο χρονικό διάστημα.
Τελικά το ματς των δύο ομάδων της 3.1.1965 δεν διεξήχθη, γιατί ο αγωνιστικός χώρος ήταν ακατάλληλος λόγω των συνεχών και έντονων βροχοπτώσεων, που είχαν προηγηθεί. Το ματς επρόκειτο να επαναληφθεί την επομένη (4.1.1965) βάσει των κανονισμών. Όμως και πάλι αυτό δεν συνέβη, αν και η βροχή είχε σταματήσει από την προηγουμένη και η ημέρα ήταν ηλιόλουστη. Ο Αυστριακός διαιτητής έκρινε εν νέου ακατάλληλο τον αγωνιστικό χώρο. Η αλήθεια είναι ότι το γήπεδο ήταν ένας βούρκος, ένας λασπότοπος, γεμάτος νερά.
Μετά από αυτά τα γεγονότα, η διοίκηση του ΠΑΟΚ βρέθηκε σε δύσκολη θέση. Η νέα αναβολή του ματς την είχε βάλει στο στόχαστρο των οπαδών της ομάδας. Δεν έπρεπε λοιπόν με τίποτε να συμβεί το ίδιο και με την ταυτόχρονη υπόθεση Λιτόπουλου. Ίσα-ίσα που η εν λόγω υπόθεση προσφερόταν για αντιστρέψει την κατάσταση και να δώσει άλλο προσανατολισμό στα συναισθήματα, αλλά και στο ενδιαφέρον των φιλάθλων της ομάδας, αλλά και των κατοίκων της πόλης.
Δύο μέρες είχαν περάσει και ο ΠΑΟΚ δεν είχε εκδώσει καμία ανακοίνωση για τα επεισόδια, αλλά ούτε για την υπόθεση Λιτόπουλου, με αποτέλεσμα να δεχτεί έντονη κριτική από τη μεγαλύτερη εφημερίδα της Β. Ελλάδας τη Μακεδονία. Η εφημερίδα άρχισε να αμφισβητεί τη βασιμότητα της υπόθεσης Λιτόπουλου και την ύπαρξη αξιόπιστων στοιχείων τεκμηρίωσής της, χαρακτηρίζοντας την συμπεριφορά του ΠΑΟΚ «τουλάχιστον βεβιασμένη». Ο κύριος λόγος για αυτή τη στάση της Μακεδονίας έναντι του ΔΣ του ΠΑΟΚ ήταν η οργή της εφημερίδας επειδή η διοίκηση του ΠΑΟΚ έκανε επιλεκτικές διαρροές ειδήσεων αποκλειστικά σε μια πολύ μικρή μερίδα του Τύπου και τολμούσε να αγνοήσει τη «ναυαρχίδα» της ενημέρωσης σε όλη τη Β. Ελλάδα, που ήταν μακράν πρώτη σε κυκλοφορία.
Κάτω από την πίεση των γεγονότων, αλλά και του Τύπου, ο ΠΑΟΚ την 6.1.1965 εξέδωσε τελικά μια ανακοίνωση, στην οποία εξέφραζε την πικρία και απογοήτευσή του για τα επεισόδια, αρνούμενος κάθε κατηγορία περί στημένης δεύτερης αναβολής του αγώνα. Στην ως άνω ανακοίνωση προτίμησε να μην αναφερθεί στο θέμα Λιτόπουλου. Ωστόσο, κάθε άλλο παρά το είχε εγκαταλείψει. Απλώς προετοιμαζόταν για το τι θα πει. Την ίδια ώρα η Μακεδονία επέμενε, και την επόμενη μέρα επανήλθε εκ νέου στο θέμα Λιτόπουλου, κριτικάροντας αυστηρά τη διοίκηση του ΠΑΟΚ και ιδίως τον Γ.Γ. Κοντόπουλο, επειδή δεν ενημέρωνε υπεύθυνα, αλλά είχε αφήσει να οργιάζουν οι φήμες και οι διαδόσεις, με αποτέλεσμα ο καθένας «να λέει το μακρύ και το κοντό του».
Στο μεταξύ ο Λιτόπουλος (που είχε απομακρυνθεί από την ομάδα του, έχοντας πάει στην πατρίδα του στις Σέρρες), αρνείτο τα πάντα, θεωρώντας τα ως ψευδή και κακόβουλα και αμφισβητούσε την ύπαρξη οποιωνδήποτε στοιχείων, επιφυλασσόμενος να καταθέσει μήνυση για συκοφαντική δυσφήμηση. Ο Λιτόπουλος κλήθηκε να απολογηθεί στο ΔΣ την 12.1.1965. Προηγουμένως, η διοίκηση του ΠΑΟΚ είχε αφήσει να διαρρεύσει πως όχι μόνο υπήρχαν καταθέσεις συμπαικτών του Λιτόπουλου, αλλά και ότι υπήρχε μαγνητοφωνημένη ταινία τηλεφωνικής συνομιλίας του με παίκτη του Ολυμπιακού, που ενεργούσε ως μεσολαβητής στην υπόθεση. Εξακολουθούσε, όμως, η διοίκηση του ΠΑΟΚ μετά από ένα ολόκληρο δεκαήμερο από την γνωστοποίηση της υπόθεσης, να μην εκδίδει σχετική επίσημη ανακοίνωση.
Παρά τις θριαμβολογίες της διοίκησης του ΠΑΟΚ, η Μακεδονία εξακολουθούσε να παραμένει δύσπιστη και δήλωσε ότι θα περίμενε επίσημη γραπτή ανακοίνωση του συλλόγου, όπου ανέμενε να δει επιτέλους τα ονόματα των παικτών που έχουν καταθέσει, καθώς και το όνομα του μεσολαβητή στην απόπειρα δωροδοκίας, αλλά και το περιεχόμενο της τηλεφωνικής συνομιλίας.
Πέρασαν 2-3 μέρες χωρίς να εκδοθεί πλήρης επίσημη ανακοίνωση από τον ΠΑΟΚ ή να υπάρξει νεότερη εξέλιξη. Την 14.1.1965, η Μακεδονία υπενθύμισε και πάλι ότι περίμενε άμεσα την επίσημη ανακοίνωση του ΠΑΟΚ με τις αναγκαίες λεπτομέρειες και τα απαραίτητα στοιχεία. Η εφημερίδα έκανε μια ολομέτωπη επίθεση στο ΔΣ του ΠΑΟΚ. Εξέφρασε καθαρά και ανεπιφύλακτα την αμφιβολία και τη δυσπιστία της, θέτοντας εκ νέου μια σειρά ερωτημάτων για τα εξής θέματα: ποιοι παίκτες προσεγγίσθηκαν, ποιοι κατέθεσαν ενόρκως και τι ακριβώς κατέθεσαν, γιατί κάποιοι από αυτούς δεν τιμωρήθηκαν, ποιος ώθησε τον Λιτόπουλο, τι περιέχει η μαγνητοφωνημένη ταινία κ.λπ. Επιπλέον, ζήτησε να κληθούν οι εκπρόσωποι του Τύπου να ακούσουν με τα αυτιά τους την μαγνητοφώνηση
Μετά από την τόσο μεγάλη αύξηση της πίεσης, τα μέλη του ΠΑΟΚ συγκέντρωσαν τον προβλεπόμενο από το καταστατικό αριθμό, προκειμένου να ζητήσουν τη διεξαγωγή έκτακτης ΓΣ. Η ΓΣ προκηρύχθηκε για την 24.1.1965, με σκοπό να ριχτεί επιτέλους φως στην υπόθεση Λιτόπουλου. Η εν λόγω ΓΣ την πρώτη φορά αναβλήθηκε, λόγω τεχνητής έλλειψης απαρτίας, και θα επαναλαμβανόταν την 31.1.1965. Για πολλούς, η αναβολή της ήταν σκόπιμη, προκειμένου να κερδηθεί χρόνος για την καλύτερη υπεράσπιση της υπόθεσης.
Μέσα σε βαρύ κλίμα, την 31.1.1965, συνήλθε η ΓΣ, στην οποία ο Κοντόπουλος απαγόρευσε να παρίστανται δημοσιογράφοι. Το τι ακριβώς συνέβη εκεί δεν είδε άμεσα το φως της δημοσιότητας, τουλάχιστον μέσω της υπεύθυνης επίσημης οδού. Απλώς κάποια πράγματα μεταφέρθηκαν στην φίλα προσκείμενη στη διοίκηση μερίδα του Τύπου και σε μερίδα φιλάθλων μελών του Συνδέσμου Φίλων του ΠΑΟΚ. Η Μακεδονία κατάγγειλε και πάλι τη συμπεριφορά του Κοντόπουλου. Λίγες μέρες αργότερα, την 3.2.1965, ο Κοντόπουλος παραιτήθηκε από ΓΓ, επειδή, όπως τελικά αποκαλύφθηκε, η ΓΣ είχε αποφασίσει να μην ισχύσει η ποινή διαγραφής του Λιτόπουλου, λόγω έλλειψης επαρκών στοιχείων. Εντύπωση προκάλεσε και το γεγονός ότι παρά τις διακηρύξεις του ΔΣ, η υπόθεση δεν είχε προωθηθεί στην ΕΠΟ. Ο Κοντόπουλος είχε θέσει θέμα παραίτησής του, του ενώπιον της ΓΣ, κατηγορώντας τον Λιτόπουλο ακόμη και για το γεγονός ότι ουδέποτε είχε ζητήσει συγγνώμη, ούτε είχε δείξει μεταμέλεια. Πάντως, για να τηρηθούν κάποια προσχήματα και να μην αποτελέσει η απόφαση της ΓΣ ισχυρό ράπισμα στο ΔΣ, ζητήθηκε από τη ΓΣ μια τυπική έκφραση λύπης και συγγνώμης από τον Λιτόπουλο για τη γενικότερη συμπεριφορά του στην όλη αυτή περιπετειώδη υπόθεση και την εκ μέρους του απειλή περί υποβολής μήνυσης κατά του ΔΣ. Ο Λιτόπουλος δέχθηκε, προκειμένου να κλείσει ομαλά η υπόθεση και να επανέλθει στην ομάδα. Η παραίτηση του Κοντόπουλου δεν έγινε τελικά δεκτή από τα υπόλοιπα μέλη του ΔΣ. Επειδή όμως ο Κοντόπουλος επέμεινε, την 17.2.1965, σύσσωμο το ΔΣ αποφάσισε να παραιτηθεί για λόγους ηθικής συμπαράστασης προς τον παραιτηθέντα. Έτσι αποφασίστηκε να προκηρυχθεί σύγκληση ΓΣ, με αντικείμενο τη διεξαγωγή εκλογών για ανάδειξη νέου ΔΣ. Στη ΓΣ, αυτή εκλέχτηκε για πρώτη φορά μέλος του ΔΣ ο σημαντικότερος διοικητικός παράγοντας στην ιστορία του ΠΑΟΚ, ο Γ. Παντελάκης, ο οποίος όμως δεν αποδέχθηκε την εκλογή του, επειδή δεν επιθυμούσε να συμμετάσχει στην ίδια διοίκηση με άλλα μέλη που είχαν εκλεγεί.
Και ο Ολυμπιακός; Τι έκανε, πώς αντέδρασε και πώς συμπεριφέρθηκε σε όλη αυτή την ιστορία στην οποία άδικα είχε εμπλακεί το όνομά του; Σε γενικές γραμμές δεν έδωσε ιδιαίτερη σημασία, μη θεωρώντας τη σοβαρή. Δεν εξέδωσε επίσημη γραπτή ανακοίνωση, αλλά άνθρωποι του, με δηλώσεις τους, αρνήθηκαν κάθε εμπλοκή ή ανάμιξη του συλλόγου ή ανθρώπων του. Ο Ολυμπιακός θα μπορούσε βέβαια να αντιδράσει πολύ πιο έντονα. Γιατί δεν το έκανε;
Επειδή ακριβώς εκείνο τον καιρό είχε να ασχοληθεί με πράγματα, που τα θεωρούσε πολύ σοβαρότερα. Προσπαθούσε να βρει προπονητή για την ομάδα, ικανό να την οδηγήσει στην αγωνιστική ανάκαμψη και στην κατάκτηση τίτλων. Επικρατούσε μεγάλη απογοήτευση για τους προπονητές, που είχαν περάσει από τον σύλλογο την δεκαετία του 1960. Οι άνθρωποι του συλλόγου δεν ήξεραν πού να στραφούν. Δεν ήξεραν τι ακριβώς είδος προπονητή ήθελαν και πού να ψάξουν. Προσπάθησαν αρχικά για το μεγάλο όνομα από το εξωτερικό, τον Ούγγρο Χιντεγκούτι. Η προσπάθεια δεν καρποφόρησε.
Το ΔΣ του Ολυμπιακού, μπροστά στα νέα αυτά δεδομένα, αναθεώρησε την 15/1 τη στάση του και εγκατέλειψε την περίπτωση Πάλφυ, το ίδιο βράδυ που ο τελευταίος ήταν έτοιμος να υπογράψει τα τελευταία τυπικά χαρτιά, αφού είχαν συμφωνηθεί και τα οικονομικά πριμ σε περίπτωση κατάκτησης τίτλων από τον Ολυμπιακό. Αξίζει να σημειωθεί ότι είχε συμφωνηθεί ο Πάλφυ να ξεκινήσει να προπονεί τον Ολυμπιακό την 16.1.1965. Ο Ολυμπιακός για να μη «χάσει πρόσωπο», ισχυρίσθηκε ότι την πρόταση-προσέγγιση την είχε κάνει ο ίδιος ο Πάλφυ και όχι ο Ολυμπιακός, ο οποίος, ως εκ τούτου διατηρούσε πάντα το δικαίωμα να μην την κάνει δεκτή. Οι σχέσεις Ολυμπιακού-Άρη όχι μόνο δεν χάλασαν, αλλά αντίθετα επιβεβαιώθηκαν για μια ακόμη φορά, όπως δήλωσαν εκπρόσωποι των δύο ομάδων. Ο Πάλφυ, που είχε μείνει ξεκρέμαστος και χωρίς δουλειά, απευθύνθηκε στην πρεσβεία του για να βοηθήσει την κατάσταση. Ωστόσο δεν θα έμενε ξεκρέμαστος για πολύ. Συνεννοήθηκε με τον Άρη που τον δέχτηκε ξανά πίσω ως προπονητή του με ανοιχτές αγκάλες. Ο Πάλφυ προπόνησε ξανά τον Άρη την 20.1.1965. Έτσι η υπόθεση αυτή άνοιξε και έκλεισε σε χρόνο ρεκόρ, στο στιλ της παροιμίας «ούτε γάτα, ούτε ζημιά». Ο Ολυμπιακός, μετά το φιάσκο Πάλφυ, κατέληξε στο δίδυμο Μπούκοβι-Λάντος όπως ανακοίνωσε μετά από λίγες μέρες. Ποιος ξέρει το τι θα γινόταν αν η υπόθεση Πάλφυ είχε διαφορετική εξέλιξη και ο Γιουγκοσλάβος ερχόταν τελικά στον Ολυμπιακό. Είναι πολύ πιθανό σε μια τέτοια περίπτωση να μην ερχόταν ποτέ ο Μπούκοβι και να μην είχαμε ποτέ «του Μπούκοβι την ομαδάρα!»
Όσον αφορά την υπόθεση Λιτόπουλου, ο Ολυμπιακός και ο παίκτης φαινομενικά δικαιώθηκαν. Η υπόθεση αποδείχθηκε ατεκμηρίωτη και κατασκευασμένη και κατέρρευσε πλήρως. Ωστόσο στη πραγματικότητα τα πράγματα εξελίχθηκαν διαφορετικά. Ο Λιτόπουλος, παρά την δικαίωσή του, δεν μπόρεσε να συνεχίσει την καριέρα του στον ΠΑΟΚ τα επόμενα χρόνια. Η απλή εμπλοκή του ονόματός του στην υπόθεση αποδείχθηκε καταλυτική, όσο και αν ο ίδιος δεν έφταιγε. Αλλά ούτε ο Ολυμπιακός ωφελήθηκε κάπου. Αντίθετα, στην πράξη, η υπόθεση αυτή, έστω και αβάσιμη και σκηνοθετημένη, πέτυχε τον αρχικό σκοπό της, που ήταν η καλλιέργεια, συντήρηση και όξυνση μιας υστερικής αντιολυμπιακής ατμόσφαιρας και ενός έξαλλου αντιολυμπιακού κλίματος. Αποτέλεσε ένα ακόμη κρίκο στην αλυσίδα μίσους και εχθρότητας, που κορυφώθηκε λίγους μήνες αργότερα με την υπόθεση Κούδα. Είναι χαρακτηριστικό ότι, παρά την απόδειξη των συκοφαντιών, η επίσημη οπαδική οργάνωση των «Φίλων του ΠΑΟΚ» διασπάστηκε, με τους περισσότερους να τάσσονται με το μέρος του Κοντόπουλου και του εχθρικού προς τον Ολυμπιακό πνεύματος που εκπροσωπούσε. Η «αντικειμενική» αλήθεια που αποδείχθηκε μετρούσε πολύ λίγο για αυτούς. Μετά από λίγο καιρό, το μόνο που θυμόντουσαν από αυτή την υπόθεση οι οπαδοί του ΠΑΟΚ ήταν το αρχικό προπαγανδιστικό ψέμα, δηλαδή ότι δήθεν οι ανέντιμοι Ολυμπιακοί πήγαν να δωροδοκήσουν τον τερματοφύλακα του ΠΑΟΚ και τίποτε άλλο πέραν αυτού.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου