Πέμπτη 19 Μαρτίου 2020

Βρίζοντας τον Ασλανίδη: Πώς η ομάδα μπάσκετ επέστρεψε το 1972 στην Ευρώπη

Ασφαλώς γνωρίζετε ότι ο Ολυμπιακός ήταν η πρώτη ελληνική ομάδα μπάσκετ που έπαιξε στην Ευρώπη και συγκεκριμένα στο Κύπελλο Πρωταθλητριών με αντίπαλο την τουρκική Γαλατά Σαράι τον Νοέμβριο του 1960. Ακολούθησε ως γνωστό μια περίοδος παρακμής, που έθεσε τον Ολυμπιακό εκτός διοργανώσεων Ευρώπης. Το όνειρο της επιστροφής της ομάδας μπάσκετ σε αγώνες της Ευρώπης άργησε πολύ. Χρειάστηκε να περάσουν 12 χρόνια για να ξαναγυρίσει ο Ολυμπιακός στον χώρο που αργότερα θα διέπρεπε. Ήταν το έτος 1972.




Το ματς, στο οποίο θα κρινόταν ουσιαστικά η επιστροφή μας στην Ευρώπη ήταν ένας κρίσιμος αγώνας ντέρμπι με την ΧΑΝΘ την 1η του Ιούλη του 1972 στο γήπεδο Γλυφάδας. Γινόταν τέσσερεις αγωνιστικές πριν από τη λήξη του πρωταθλήματος. Αν κέρδιζε το ματς εκείνο ο Ολυμπιακός, θα εξασφάλιζε --ανεξαρτήτως άλλου αποτελέσματος στα υπολειπόμενα ματς-- τη θέση στην πρώτη δυάδα. Γεγονός που ισοδυναμούσε με πρόκριση στην Ευρώπη στο Κύπελλο Κυπελλούχων, που υπήρχε τότε, ακόμη και σε περίπτωση που δεν έπαιρνε το πρωτάθλημα. Για τον Ολυμπιακό, που πριν από λίγα χρόνια δεν αγωνιζόταν καν στην Α΄ Εθνική Κατηγορία, η Ευρώπη ήταν ένας πολύ σημαντικός στόχος, ιδίως εκείνη την εποχή που ο αριθμός των ευρωπαϊκών εισιτηρίων ήταν ελάχιστος. 

Προηγουμένως έγραψα ότι επρόκειτο περί αγώνα ντέρμπι. Είμαι βέβαιος ότι ανάμεσα σε όσους το πρωτοδιάβασαν θα υπήρξαν κάποιοι που θα αναρωτήθηκαν ποια είναι η ΧΑΝΘ, ενώ οι περισσότεροι θα παραξενεύτηκαν και θα απόρησαν. Ενδεχομένως να υπήρξαν και κάποιοι άλλοι, που θα χαμογέλασαν στο στυλ: «Τι είναι αυτά που διαβάζουμε! Άκου ντέρμπι με ΧΑΝΘ!» 

Κι όμως ήταν 100% αλήθεια. Η ΧΑΝΘ των Γιαννουζάκου και Ανανιάδη εκείνη την εποχή και ιδίως την περίοδο 1971/72, για την οποία μιλάμε, είχε μια φοβερή ομάδα μπάσκετ, η οποία, τελικά, τη συγκεκριμένη σεζόν κατέλαβε την 3η θέση σε ένα πολύ δύσκολο πρωτάθλημα 14 ομάδων, λίγο πίσω από τους ισοβαθμήσαντες στην πρώτη θέση Ολυμπιακό και ΠΑΟ και μπροστά από πολύ ισχυρές τα χρόνια εκείνα δυνάμεις του αθλήματος όπως π.χ. την ΑΕΚ, τον Άρη, το Παγκράτι, τον ΠΑΟΚ, τον Πανελλήνιο κ.λπ. Επιπλέον, η ΧΑΝΘ πριν από τον συγκεκριμένο αγώνα διεκδικούσε ακόμη τη δεύτερη θέση και την έξοδό της στην Ευρώπη, παίζοντας ίσως το τελευταίο της χαρτί. 

Το χαρακτηριστικό εκείνης της ΧΑΝΘ ήταν η γρανιτένια της άμυνα, ιδίως στους εντός έδρας αγώνες, στη Θεσσαλονίκη, όπου ο μέσος όρος πόντων που δεχόταν ήταν μόλις 57 (!). Η άμυνα της ΧΑΝΘ ήταν έργο του σπουδαίου κόουτς Θόδωρου Ροδόπουλου. Σε ένα ολόκληρο πρωτάθλημα, μόνο μια ομάδα είχε καταφέρει να βάλει στη ΧΑΝΘ 70 πόντους σε ένα αγώνα. Όλες οι άλλες σκόραραν κάτω από 70 και οι περισσότερες κάτω από 60 πόντους. Στη Θεσσαλονίκη, η ΧΑΝΘ είχε νικήσει τους πάντες, συντρίβοντας τους δύο μεγάλους: τον μεν Ολυμπιακό με 70-47, τον δε ΠΑΟ με 77-59. Για να καταλάβετε τι άμυνα έπαιζε η ΧΑΝΘ αρκεί να σας πω ότι σε ένα αγώνα με το Μαρούσι είχε νικήσει 65-33 (!), ενώ σε ένα άλλο με τον ΒΑΟ 73-25 (!!).

Επί τη ευκαιρία, αυτά τα στοιχεία, που προαναφέρω, αφιερώνονται σε όλους εκείνους που νομίζουν ότι η άμυνα αποτελούσε άγνωστο φρούτο στις παλιές εποχές του μπάσκετ. Είναι οι ίδιοι που πιθανώς θεωρούν ότι τις παλιές εποχές οι ρυθμοί διεξαγωγής αγώνων του πρωταθλήματος ήταν πολύ χαλαροί και καθόλου απαιτητικοί. Θα τους πληροφορήσω λοιπόν επιπροσθέτως πως για παράδειγμα την περίοδο 1970/71 από την 3/1/1970 μέχρι την 4/2/1970, δηλαδή μέσα σε διάστημα ενός μόνο μήνα, είχαν γίνει 11 (!) πλήρεις αγωνιστικές πρωταθλήματος. 

Όσο για το πόσο ισχυρό ήταν εκείνο το πρωτάθλημα, σε σύγκριση με τα σημερινά, αρκεί να αναφέρω ότι ο Ολυμπιακός και ο ΠΑΟ, που ισοβάθμησαν στην κορυφή, γνώρισαν συνολικά από 4 ήττες, ο καθένας. Επίσης η ατομική ποιοτική αξία των ελλήνων μπασκετμπολιστών εκείνης της εποχής ήταν πολύ καλύτερη από την αντίστοιχη των σημερινών. Εκείνα τα πράγματα που έλλειπαν τότε ήταν κυρίως τα ύψη των παικτών και οι υποδομές του αθλήματος. 

Επανερχόμαστε στον αγώνα με την ΧΑΝΘ.

Το ματς ήταν τρομερό σε ένταση, καθώς και ο Ολυμπιακός διακρινόταν για την πολύ δυνατή αμυντική απόδοσή του, χάρις στον Ματθαίου. Τελικά μετά από ένα κλειστό ματς, με χαμηλό σκορ όπως αναμενόταν, ο Ολυμπιακός νίκησε 53-49. Τους πόντους της ομάδας μας είχαν σημειώσει οι εξής: Μαχαίρας 16, Γιαντζόγλου 10, Σπανός 8, Αμερικάνος 7, Ρέττος 7, Ευστρατίου 3, Χαλατσιάδης 2, ενώ είχαν αγωνιστεί χωρίς να σημειώσουν πόντο ο Μάκης Κατσαφάδος και ο Πολυκανδριώτης. 

Την άλλη μέρα ο αθλητικός τύπος της χώρας και ιδίως το ΦΩΣ μιλούσαν για τον «γίγαντα Ολυμπιακό, που είχε ανοίξει τις θύρες της Ευρώπης». Στην πρώτη σελίδα της ίδιας εφημερίδας υπήρχε μια φωτογραφία με μια θεαματική βουτιά του Νικαιώτη Στέλιου Αμερικάνου για την κατοχή μιας μπάλας, που θύμιζε εξαιρετικό πλονζόν τερματοφύλακα. Τέτοιο αγωνιστικό πάθος είχαν οι παίκτες της ομάδας εκείνης, πάθος, που ευτυχώς δεν έμεινε ακληρονόμητο, αφού διέκρινε και αρκετούς εκπροσώπους επόμενων γενιών αθλητών της ομάδας μπάσκετ.

Το χαρακτηριστικό του αγώνα Ολυμπιακού-ΧΑΝΘ ήταν η πολύ κακή διαιτησία των Θεσσαλονικέων Τσολακίδη και Ταλιαδώρου, που αδίκησαν κατάφωρα τον Ολυμπιακό. 

Ωστόσο εδώ έφταιγε καθαρά η ομοσπονδία, που όχι μόνο όρισε διαιτητές δύο Θεσσαλονικείς, αλλά έκανε κάτι πολύ χειρότερο. Όρισε διαιτητή τον Τάκη Ταλιαδώρο, τον μπασκετμπολίστα, αλλά και αθλητή-σύμβολο της ΧΑΝΘ, μια από τις μεγαλύτερες αθλητικές μορφές της Θεσσαλονίκης, που το όνομα του θεωρείται συνώνυμο του ΧΑΝΘ, όπου πέρασε όλη του τη ζωή. Πώς λοιπόν θα μπορούσε να παίξει δίκαια και ισότιμα έναν αγώνα, στον οποίο θα κρινόταν η μεγαλύτερη διάκριση στην ιστορία της ΧΑΝΘ; Ο ορισμός των δύο Θεσσαλονικέων διαιτητών και ιδίως του Ταλιαδώρου έβαλε μπουρλότο στο ματς προτού αρχίσει, αφού ο κόσμος ήταν ιδιαίτερα φιλύποπτος. Ακόμη και το πιο καλό και αντικειμενικό παιχνίδι να έπαιζαν οι δύο διαιτητές οι οπαδοί του Ολυμπιακού ήταν προκατειλημμένοι και μάλιστα δικαιολογημένα. Έτσι το γήπεδο είχε μετατραπεί εξαρχής σε ένα καζάνι, που έβραζε. 

Όπως είπαμε ήταν 1972, περίοδος χούντας και ο πανίσχυρος ΓΓΑ Ασλανίδης είχε την φαεινή ιδέα να πάει να παρακολουθήσει τον αγώνα. Ο κόσμος του Ολυμπιακού, που στη πλειοψηφία του είχε ποδοσφαιρική καταγωγή, ήταν ήδη προκατειλημμένος, εκνευρισμένος και θορυβημένος λόγω του ορισμού του ως άνω διαιτητικού διδύμου. Σαν να μην έφτανε αυτό, ο ερυθρόλευκος κόσμος ήταν και αγανακτισμένος με την εύνοια της χούντας προς τον ΠΑΟ τόσο στο πρωτάθλημα όσο και στην πορεία για το Γουέμπλεϊ, ένα χρόνο νωρίτερα. Μόλις λοιπόν άρχισαν στο ματς οι διαιτητικές αδικίες, οι διαιτητές τα άκουγαν συνέχεια και για τα καλά. Το γήπεδο αντιλαλούσε. 

Μπροστά σε αυτή την κατάσταση, ο Ασλανίδης εκδήλωσε επιδεικτικά τη δυσφορία του για τη συμπεριφορά των ερυθρόλευκων οπαδών. Τι το ήθελε αυτό; Νόμιζε ότι έτσι θα μπορούσε να συνετίσει ή να ψαρώσει οργισμένους οπαδούς; Το μόνο που κατάφερε ήταν να προκαλέσει ένα εντονότερο κλίμα αγανάκτησης. Σε ελάχιστο χρόνο, αποδοκιμάστηκε έντονα. Οι οπαδοί μάλιστα δεν περιορίστηκαν μόνο σε γιουχαΐσματα. Σε λίγο ακούστηκε στο γήπεδο και ένα υβριστικό σύνθημα κατά του ίδιου του Ασλανίδη: «Κρα-κρα-κρα, Ασλανίδη πουσταρά».

Στον χώρο των επισήμων τον αγώνα, δίπλα στον Ασλανίδη, παρακολουθούσε ο Νίκος Γουλανδρής, ο οποίος ήταν φρεσκοεκλεγμένος πρόεδρος του Ολυμπιακού και μόλις είχε φέρει τη φουρνιά των ελληνοαμερικανών μπασκετμπολιστών της ομάδας. Ο Γουλανδρής βρέθηκε ασφαλώς σε πολύ δύσκολη θέση, λόγω των αποδοκιμασιών και κυρίως των υβριστικών συνθημάτων των οπαδών του Ολυμπιακού κατά του Ασλανίδη. Βλέπετε πριν από λίγο καιρό ο ίδιος είχε δώσει αγώνα για να πείσει τη χούντα να του αφήσει τον έλεγχο του Ολυμπιακού και να μην ανακατεύεται. 

Ο Ασλανίδης οργίσθηκε τόσο πολύ από τις ασυνήθιστες αποδοκιμασίες και συνθήματα κατά του προσώπου του, που θέλησε να φύγει. Ο Γουλανδρής προσπάθησε να τον μεταπείσει. Έγιναν και συστάσεις από τα μεγάφωνα. Ο Ασλανίδης όμως εμφανώς εκνευρισμένος αποχώρησε από το γήπεδο λίγο πριν τελειώσει το ημίχρονο. Τα συνθήματα συνεχίσθηκαν και μετά την αποχώρησή του, αφού κάποιοι ξεθάρρεψαν πιο πολύ όταν είδαν ότι είχε φύγει. 

Ο επίσημος Ολυμπιακός και ο ίδιος ο Γουλανδρής, που δεν ήθελαν προβλήματα με τη χούντα, ιδίως την εποχή εκείνη, που είχαν επιτύχει ουσιαστικά το αυτοδιοίκητο του συλλόγου, προσπάθησαν τις επόμενες μέρες να κάνουν ό,τι μπορούσαν για να μαλακώσει η κατάσταση. Εξέδωσαν μάλιστα μια δριμεία και αυστηρή ανακοίνωση προκειμένου να ικανοποιήσουν τον ΓΓΑ. Η ανακοίνωση καταδίκαζε έντονα τις απαράδεκτες και θλιβερές και αδικαιολόγητες εκδηλώσεις των οπαδών του σε βάρος προσώπων (χωρίς να κατονομάζει τον Ασλανίδη, ώστε να προστατεύσει το κύρος του τελευταίου) που είχαν βοηθήσει τον Ολυμπιακό και έχαιραν της εκτίμησης του συλλόγου και προειδοποιούσε-απειλούσε τους παραβάτες οπαδούς με λήψη μέτρων σε περίπτωση επανάληψης τέτοιων πράξεων. Τι άλλο θα μπορούσε να πει άλλωστε η ανακοίνωση ; 

Η σεζόν εκείνη έκλεισε άσχημα με την απώλεια του τίτλου στον αγώνα μπαράζ με τον ΠΑΟ στο γήπεδο του Σπόρτινγκ, την οποία είχε διευκολύνει σκανδαλωδώς η ομοσπονδία. 

Έτσι η ομάδα θα έπρεπε όντως να αγωνιστεί στο Κύπελλο Κυπελλούχων Ευρώπης, όπως και έγινε. Πρώτη αντίπαλος του Ολυμπιακού, μετά από τόσα χρόνια απουσίας από τα σαλόνια της Ευρώπης, ήταν η ισχυρή τότε και ενισχυμένη με ξένους Ολλανδική ΡΑΑΚ. Το περίεργο ήταν ότι με τους Ολλανδούς αγωνιζόταν και ένας έλληνας μπασκετμπολίστας ονόματι Σιδέρης (ευτυχώς όχι ισάξιος με τον Σιδέρη του ποδοσφαίρου). Στον πρώτο αγώνα εκτός έδρας ο άπειρος Ολυμπιακός έχασε με είκοσι πόντους διαφορά (88-68). 

Την 14.11.1972 έγινε η ρεβάνς στο κλειστό της Γλυφάδας. Ήταν το πρώτο παιχνίδι της επιστρέψασας μετά από δωδεκαετή απουσία ομάδας μπάσκετ του Ολυμπιακού σε ελληνικό έδαφος για διοργανώσεις της Ευρώπης. Ήταν και το πρώτο ευρωπαϊκό παιχνίδι μπάσκετ του Ολυμπιακού, που παρακολούθησα και εγώ, όντας έφηβος. Και το αποτέλεσμα της αναμέτρησης ήταν θριαμβευτικό. 

Ο Ολυμπιακός κατόρθωσε να κερδίσει 107-77, μετά από παράταση, αφού ο κανονικός αγώνας έληξε 89-69, δηλαδή με νίκη με την ίδια διαφορά πόντων που είχαμε χάσει στην Ολλανδία. Για την ομάδα μας, που είχε ενισχυθεί πλέον με Καστρινάκη, Διάκουλα, σκόραραν οι Γιαντζόγλου 30, Σπανός 22, Μαχαίρας 17, Καστρινάκης 10, Ράμμος 9, Κατσαφάδος 8, Αμερικάνος 8, Διάκουλας 2, Χατζηκώστας 1. 

Θυμάμαι όλο το γήπεδο να χοροπηδά όρθιο, από την αρχή μέχρι το τέλος της παράτασης. Η επιστροφή είχε γίνει. 

* * * 

Κάτι σχετικό και άσχετο μαζί, από εκείνα τα χρόνια: Κάποιοι μπορεί να θυμούνται ότι σε ένα άρθρο είχα γράψει για την εντελώς απροσδόκητη δήλωση στα τέλη της δεκαετίας του 1960 του πολύ νέου τότε Γιάννη Ιωαννίδη (καλύτερου εκείνη την εποχή παίκτη του Άρη): «Στο μπάσκετ μπορεί να είμαι Άρης, αλλά στο ποδόσφαιρο είμαι Ολυμπιακός».

Αυτή τη δήλωση, που την έκανε άνευ λόγου, στα καλά-καθούμενα, προκάλεσε ως ήταν φυσικό μεγάλες αντιδράσεις στη Θεσσαλονίκη και του στοίχισε μια διαρκή επιτήρηση σε κάθε ματς, που ο Άρης αντιμετώπιζε τον Ολυμπιακό, όπου η απόδοσή του περνούσε από μικροσκόπιο. 

Ο Ιωαννίδης δεν ήταν ρομπότ να παίζει καλά σε κάθε τέτοιο αγώνα. Η διοίκηση του την είχε στημένη και περίμενε. Η αφορμή δεν άργησε να έρθει.

Στις αρχές Γενάρη του 1970, στην πρεμιέρα του πρωταθλήματος της περιόδου 1970/71, ο Άρης έχασε στη Θεσσαλονίκη από τον Ολυμπιακό με 67-76 και ο Ιωαννίδης όντως υστέρησε, τουλάχιστον για τα δικά του στάνταρντ απόδοσης. Ο Άρης μέχρι τότε θεωρείτο καλύτερη ομάδα από τον Ολυμπιακό και τερμάτιζε πιο ψηλά από μας στη βαθμολογία. Ωστόσο ο Ολυμπιακός κάθε άλλο παρά αμελητέο μέγεθος ήταν στο μπάσκετ. Χτύπαγε κάθε αγώνα και κέρδιζε πολύ καλύτερους από αυτόν αντιπάλους, όπως συνήθως τον ΠΑΟ, ακόμη και όταν ο τελευταίος έβγαινε πρωταθλητής. Ήμασταν πάντα ικανοί για το καλύτερο, αλλά και συχνά για το χειρότερο. Ο επίσημος Άρης, όμως, δεν επρόκειτο να αφήσει την ευκαιρία να πάει χαμένη. Άντε να περιμένεις να ξαναβρείς τον Ιωαννίδη υστερήσαντα. 

Έτσι την επομένη του προαναφερόμενου αγώνα ανακοινώθηκε από το ΔΣ του Άρη η τιμωρία του Ιωαννίδη με αποκλεισμό από κάθε αγώνα και από κάθε προπόνηση της ομάδας μπάσκετ μέχρι το τέλος του πρώτου γύρου του πρωταθλήματος, το οποίο μόλις είχε αρχίσει. Ο επίσημος λόγος, που δεν δίστασε να τον αναφέρει επί λέξει η ανακοίνωση: «διότι κατά τον αγώνα με τον Ολυμπιακό επέδειξε αδιαφορία, που άγγιζε τα όρια της εσκεμμένα μειωμένης απόδοσης»,

Μετά από εκείνο το γεγονός, ο Ιωαννίδης όφειλε να πιάνει το 100% της απόδοσης του όταν έπαιζε εναντίον του Ολυμπιακού, για να μην παρεξηγηθεί. Και αυτό συνέβαινε. Μάλιστα την χρονιά, στην οποία αναφερόμαστε στο σημερινό κείμενο, δηλαδή την περίοδο 1971/72 ο Άρης ήταν η μόνη ομάδα, που με πρωταγωνιστή τον Ιωαννίδη κατάφερε να μας κερδίσει δύο φορές, τόσο εντός όσο και εκτός έδρας, και το γεγονός αυτό αποδείχθηκε καθοριστικό για την απώλεια του τίτλου από την ομάδα μας. Αν έλλειπε αυτή η εντός έδρας ήττα από τον Άρη, που ήταν και η μοναδική μας στη σεζόν, θα παίρναμε τον τίτλο, καθώς δεν θα ισοβαθμούσαμε με τον ΠΑΟ στο τέλος του πρωταθλήματος. Αντίθετα ο ΠΑΟ εκείνη τη χρονιά δεν έχασε ούτε ένα ματς εντός έδρας. Και φυσικά στην Ευρώπη θα παίζαμε στο Κύπελλο Πρωταθλητριών, αντί του Κυπέλλου Κυπελλούχων.

Και τελειώνω με άλλη μια σχετική αναφορά. Την επόμενη της νίκης μας με τον Άρη το 1970 στη Θεσσαλονίκη, αυτής που στάθηκε η αφορμή να τιμωρηθεί ο Ιωαννίδης, (ουσιαστικά για τις δηλώσεις του και τυπικά για κακή απόδοση) παίξαμε ξανά στη Θεσσαλονίκη. Ξέρετε με ποιον αντίπαλο; Με την ΧΑΝΘ. 

Χάσαμε 53-43, γεγονός που επιβεβαιώνει όλα όσα προαναφέραμε περί ΧΑΝΘ (σκληρός αντίπαλος, πολύ δυνατή άμυνα, μικρά σκορ). Η ήττα μας αυτή μάλιστα χρησιμοποιήθηκε ανεπίσημα από τον Άρη ως επιχείρημα υπέρ της ορθότητας της επιβολής της ποινής στον Ιωαννίδη. 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου