Eπόμενη στάση Νέο Φάληρο
Στις αφηγήσεις των αναμνήσεων δεν χωράνε λεπτομέρειες. Πώς όμως να ξεχάσει ένας πιτσιρικάς εκείνο το απόγευμα; Ήταν Οκτώβρης του 2005 και η κλήρωση είχε φέρει στον δρόμο μας τους βάζελους για τον ημιτελικό του Κυπέλλου στο μπάσκετ. Στο τμήμα της ομάδας μας υπήρχε εδώ και λίγο καιρό νέα διοίκηση και οι προσδοκίες για επιστροφή του τμήματος στην κορυφή είχαν επιστρέψει στον κόσμο. Η επιστροφή βέβαια άργησε λίγο, γιατί όπως θα αποδεικνυόταν αργότερα, για κάποιους το μοναδικό θέμα ήταν να γίνουν πλούσιοι μέσω του Ολυμπιακού και να διασκεδάζουν μετά από ήττες σε νυχτερινά μαγαζιά της παραλιακής.
Του red1925white
Σε αντίθεση λοιπόν με κάποιους «επαγγελματίες» Ολυμπιακούς, ο κόσμος της ομάδας βρισκόταν στις επάλξεις για να υποδεχτεί για ακόμη μια φορά τις βαζέλες στον τόσο αφιλόξενο γι' αυτούς Πειραιά. Τα εισιτήρια μισά μισά, κάτι που σήμαινε από 4.500 χιλιάρικα. Το ραντεβού των πάντα ανυπόμονων σε θέματα φιλοξενίας Ολυμπιακών είχε δοθεί ανεπίσημα από νωρίς το μεσημέρι στο Καραΐσκάκη και στους δρόμους περιμετρικά του ηλεκτρικού στο Νέο Φάληρο. Η ώρα περνούσε και όλο και περισσότερος κόσμος μαζευόταν αυθόρμητα για να υποδεχθεί τους οπαδούς της ομάδας που έχει σήμα ένα ζαρζαβατικό. Η πληροφορία πως έχει πέσει τηλέφωνο για βόμβα στο Θησείο καθυστερεί το τρένο με τους βάζελους. Ο κόσμος πλησιάζει κι άλλο τον ηλεκτρικό του Φαλήρου. Μια ομάδα από αμούστακα παιδιά που μόλις έχουν τελειώσει το σχολείο καταλαμβάνουν τα παλιά σιδερένια σκαλάκια απ' την πίσω πλευρά του σταθμού. Με μια πιο προσεκτική ματιά, θα διαπιστωθεί πως οι νεανίες κρατούν στα χέρια τους «σαλάμια». Ααα, όλα κι όλα, όταν τελειώνεις το σχολείο, και πριν πας για σπουδές στα ανώτερα κι ανώτατα ιδρύματα, πρέπει να κάνεις και μερικά σεμινάρια στο σχολείο του δρόμου, αλλιώς θα σε φάνε ζωντανό.
Ο ένας από αυτούς --ας τον πούμε Α-- διακατέχεται απ' την ανυπομονησία της ηλικίας, καθώς κι από την καύλα της σύγκρουσης. Ξέρετε για ποιο συναίσθημα μιλάμε έτσι; Εκείνο το ελαφρύ τρέμουλο στα χέρια από τη συσσώρευση της αδρεναλίνης που σου σφίγγει τα μηνίγγια και κάνει την καρδιά σου να πάλλεται χαοτικά. «Έρχονται, έρχονται», ακούγεται η φωνή από το βάθος. Μυρμηγκιάζει ο ερυθρόλευκος λαός γύρω από τον ηλεκτρικό (δεν υπήρχε ποτέ περίπτωση εκείνα τα χρόνια να έρθουν οι βάζελοι μόνοι τους με μηχανάκια), ετοιμάζονται και οι μπάτσοι, ασπίδες, κράνη, κλομπ, και όλοι περιμένουμε την έναρξη του τελετουργικού. Ο μικρός Α είναι όμως λίγο πιο ανυπόμονος και έχει ανάψει τη λαμπάδα του. «Να τη ρίξω;» ρωτάει, με την άγνοια της νεότητας. «Περίμενε», του λένε. «Τι να περιμένει, ρε μαλάκα, θα καούμε ζωντανοί». Τη ρίχνωωω!!! Και φαπ, προσγειώνεται στις πόρτες του συρμού που έχει μόλις φτάσει. Πανικός! Οι μπάτσοι να πετάνε δακρυγόνα, εμείς ό,τι έχουμε και δεν έχουμε, οι γιαγιάδες που ήταν στον συρμό να ουρλιάζουν, κάτι βάζελοι να έχουν πηδήξει στις γραμμές του τρένου να σωθούν (εκεί έχασαν και το ένα από τα δυο πανιά που έχασαν εκείνο το απόγευμα στο Φάληρο). Ατόφια ερυθρόλευκη ποίηση δρόμου. Και δώστου ντου εμείς και δώστου δακρυγόνα οι μπάτσοι και να κρατάει η φάση παραπάνω από το κανονικό. Και γυρνάνε τα μυαλά (λέμε τώρα) των ματατζήδων και αρχίζουν και κοπανάνε ό,τι περνάει, φτάνουν μέχρι στο σημείο να χτυπάνε κόσμο στις τουαλέτες των μαγαζιών κάτω απ' το Καραϊσκάκη που φυσικά αναγκάζονται να κατεβάσουν τα ρολά τους. Και γυρνάνε και τα μυαλά στον υπέροχο κόσμο του Θρύλου και γίνεται σε όλο το Φάληρο πανικός. Κάδοι να καίγονται για οδοφράγματα, ελικόπτερα να πετάνε από πάνω, κόσμος να έχει βγει στα μπαλκόνια και να πετάει γλάστρες στους μπάτσους. «Αφήστε ήσυχα τα παιδιά, εδώ είμαστε όλοι Ολυμπιακοί», να λένε, και να γίνεται ο κακός χαμός.
Και έχουν οι μπάτσοι τρομερό σχέδιο (ως συνήθως) να μας πάνε προς τα πίσω, για να μπορέσουν να μπουν οι βάζελοι από τη στοά, προς την πίσω πλευρά του πάρκινγκ. Και φτάνουμε έξω από τη Στρατιά. Τότε οι μπατσοι κάνουν το μοιραίο λάθος. Ρίχνουν κάτι μηχανάκια δικών μας κάτω. Ε και φυσικά, μετά μιλάει το στοιχείο της εντοπιότητας: σε φάση «ήρθατε σπίτι μας να κάνετε τους μάγκες;» Και ξεκινάει ένα ντου στους μπάτσους που από τη Στρατιά φτάνουν τρέχοντας μέχρι το «Θέατρο Κάτω Από τη Γέφυρα» -- γιατί εκτός από επιστήμονες είμεθα και κουλτουριάρηδες. Και έγινε το «Θέατρο κάτω από τη γέφυρα», «Μπάτσοι κάτω από τη γέφυρα»! Τότε σκάει ένας δικός μας και λέει: «Φτάνει, ρε μαλάκες, φτάνει!!! Πρέπει να μπούμε και μέσα. Οι βάζελοι μπήκαν». Στις δύσκολες στιγμές που μιλάει η πρωτογενής ανάγκη για δράση, χρειάζεται και μια φωνή λογικής. Άλλωστε, μέσα μας περίμενε και δεύτερος γύρος φιλοξενίας.
Τότε κάνουμε το αυτονόητο. Αποφασίζουμε να πάμε προς το ΣΕΦ μέσω εθνικής οδού που περνάνε τα αμάξια με καμιά κατοσταριά χιλιόμετρα. Και πηδάμε τη γέφυρα και βγαίνει μια τρακοσάδα άτομα δωράκι πάνω στην εθνική, αρχίζουν τα φρένα να σκούζουν τα λάστιχα. Και δώστου πάνω στην εθνική «Γαμιέται ο παο και η αστυνομία» και «Εδώ είναι Πειραιάς». Και έχει γίνει ένα μποτιλιάρισμα 200 μέτρα να μπούμε εμείς γήπεδο -- κανονική παρέλαση ζουλού. Φτάνουμε λοιπόν έξω από τις θύρες μας και φυσικά, για να συνεχιστεί καλά η νύχτα, ενώ έχουμε όλοι μας εισιτήρια, αποφασίζουμε να μπούμε με ντου! Έτσι για το καλό, μιας και δεν είχε γίνει και τίποτα μέχρι τώρα. Μπαίνουμε λοιπόν, κάτι καημένοι μπάτσοι να σκούζουν «θα τα πούμε μετά» (σας είδαμε και πριν που τα λέγαμε) και με το που μπαίνουμε γήπεδο έχει βουτήξει ένας δικός μας (γνωστός, αλλά δεν έχει σημασία) ένα πανί και τρέχει προς τη πλευρά μας. Το πετάει πάνω, πάει να ανέβει κι αυτός πάνε κάτι καπελάκηδες να τον πιάσουν τρώνε κάτι κλωτσιές και κάτι ζωνιές και ανεβαίνει κι αυτός μαζί με το πανί στη κερκίδα. Οι βάζελοι φρικάρουν (δεύτερο χαμένο πανί σε λιγότερο από μισή ώρα) και πάνε να κάνουν κίνηση στα επίσημα, αν και λιγότεροι εμείς εκείνη την ώρα μέσα προλαβαίνουν κάποιοι δικοί μας χώνονται κι εκεί και το κόβουν οι μπάτσοι στα τριάντα δευτερόλεπτα.
Tα εντός παρκέ είναι λίγο πολύ γνωστά. Η ομάδα δεν επέδειξε το ίδιο πάθος με τον κόσμο της. Ο βάζελος κερδίζει πανεύκολα και περνάει στον τελικό. Οι βαζέλες κάνουν τις γνωστές ποζεριές εκ του ασφαλούς με μάσκες χειρουργείου (ήταν η εποχή με την φρενίτιδα της νόσου των πουλερικών). Βέβαια, ποιοι φάνηκαν πουλερικά εκείνο το απόγευμα ας το κρίνει η ιστορία. Μετά από χρόνια κυκλοφόρησαν και βίντεο από την «απόβαση» στο ΣΕΦ και γέλασαν μέχρι και τα πληκτρολόγια.
Πληγώθηκε ο κόσμος του Θρύλου από την ήττα. Αργότερα βέβαια θα μαθαίναμε και εμείς σαν οπαδοί, αλλά και η καινούργια διοίκηση της ομάδας, πως τις επιτυχίες δεν τις φέρνουν τα εκατομμύρια και όσοι επιβουλεύονταν το τμήμα, αλλά οι παίχτες που γίνονται οικογένεια και γουστάρουν να παίζουν για τον Έφηβο (όχι άμισθοι φυσικά· δεν ζούμε στον κόσμο μας), όπως βέβαια και η σκληρή δουλειά. Τσαντισμένοι για την ήττα και περήφανοι για τη φιλοξενία μας, κατά τις 12 το βράδυ επιστρέψαμε σπίτια μας και τα σιφώνια του Πειραιά πρέπει να καθάρισαν τόση μαυρίλα από τα ρούχα και το δέρμα μας από τα δακρυγόνα και τα καμμένα που δεν πρέπει να είχαν καθαρίσει ούτε όταν έγινε η μαζική απεργία των ναυτεργατών...
Σε αντίθεση λοιπόν με κάποιους «επαγγελματίες» Ολυμπιακούς, ο κόσμος της ομάδας βρισκόταν στις επάλξεις για να υποδεχτεί για ακόμη μια φορά τις βαζέλες στον τόσο αφιλόξενο γι' αυτούς Πειραιά. Τα εισιτήρια μισά μισά, κάτι που σήμαινε από 4.500 χιλιάρικα. Το ραντεβού των πάντα ανυπόμονων σε θέματα φιλοξενίας Ολυμπιακών είχε δοθεί ανεπίσημα από νωρίς το μεσημέρι στο Καραΐσκάκη και στους δρόμους περιμετρικά του ηλεκτρικού στο Νέο Φάληρο. Η ώρα περνούσε και όλο και περισσότερος κόσμος μαζευόταν αυθόρμητα για να υποδεχθεί τους οπαδούς της ομάδας που έχει σήμα ένα ζαρζαβατικό. Η πληροφορία πως έχει πέσει τηλέφωνο για βόμβα στο Θησείο καθυστερεί το τρένο με τους βάζελους. Ο κόσμος πλησιάζει κι άλλο τον ηλεκτρικό του Φαλήρου. Μια ομάδα από αμούστακα παιδιά που μόλις έχουν τελειώσει το σχολείο καταλαμβάνουν τα παλιά σιδερένια σκαλάκια απ' την πίσω πλευρά του σταθμού. Με μια πιο προσεκτική ματιά, θα διαπιστωθεί πως οι νεανίες κρατούν στα χέρια τους «σαλάμια». Ααα, όλα κι όλα, όταν τελειώνεις το σχολείο, και πριν πας για σπουδές στα ανώτερα κι ανώτατα ιδρύματα, πρέπει να κάνεις και μερικά σεμινάρια στο σχολείο του δρόμου, αλλιώς θα σε φάνε ζωντανό.
Ο ένας από αυτούς --ας τον πούμε Α-- διακατέχεται απ' την ανυπομονησία της ηλικίας, καθώς κι από την καύλα της σύγκρουσης. Ξέρετε για ποιο συναίσθημα μιλάμε έτσι; Εκείνο το ελαφρύ τρέμουλο στα χέρια από τη συσσώρευση της αδρεναλίνης που σου σφίγγει τα μηνίγγια και κάνει την καρδιά σου να πάλλεται χαοτικά. «Έρχονται, έρχονται», ακούγεται η φωνή από το βάθος. Μυρμηγκιάζει ο ερυθρόλευκος λαός γύρω από τον ηλεκτρικό (δεν υπήρχε ποτέ περίπτωση εκείνα τα χρόνια να έρθουν οι βάζελοι μόνοι τους με μηχανάκια), ετοιμάζονται και οι μπάτσοι, ασπίδες, κράνη, κλομπ, και όλοι περιμένουμε την έναρξη του τελετουργικού. Ο μικρός Α είναι όμως λίγο πιο ανυπόμονος και έχει ανάψει τη λαμπάδα του. «Να τη ρίξω;» ρωτάει, με την άγνοια της νεότητας. «Περίμενε», του λένε. «Τι να περιμένει, ρε μαλάκα, θα καούμε ζωντανοί». Τη ρίχνωωω!!! Και φαπ, προσγειώνεται στις πόρτες του συρμού που έχει μόλις φτάσει. Πανικός! Οι μπάτσοι να πετάνε δακρυγόνα, εμείς ό,τι έχουμε και δεν έχουμε, οι γιαγιάδες που ήταν στον συρμό να ουρλιάζουν, κάτι βάζελοι να έχουν πηδήξει στις γραμμές του τρένου να σωθούν (εκεί έχασαν και το ένα από τα δυο πανιά που έχασαν εκείνο το απόγευμα στο Φάληρο). Ατόφια ερυθρόλευκη ποίηση δρόμου. Και δώστου ντου εμείς και δώστου δακρυγόνα οι μπάτσοι και να κρατάει η φάση παραπάνω από το κανονικό. Και γυρνάνε τα μυαλά (λέμε τώρα) των ματατζήδων και αρχίζουν και κοπανάνε ό,τι περνάει, φτάνουν μέχρι στο σημείο να χτυπάνε κόσμο στις τουαλέτες των μαγαζιών κάτω απ' το Καραϊσκάκη που φυσικά αναγκάζονται να κατεβάσουν τα ρολά τους. Και γυρνάνε και τα μυαλά στον υπέροχο κόσμο του Θρύλου και γίνεται σε όλο το Φάληρο πανικός. Κάδοι να καίγονται για οδοφράγματα, ελικόπτερα να πετάνε από πάνω, κόσμος να έχει βγει στα μπαλκόνια και να πετάει γλάστρες στους μπάτσους. «Αφήστε ήσυχα τα παιδιά, εδώ είμαστε όλοι Ολυμπιακοί», να λένε, και να γίνεται ο κακός χαμός.
Και έχουν οι μπάτσοι τρομερό σχέδιο (ως συνήθως) να μας πάνε προς τα πίσω, για να μπορέσουν να μπουν οι βάζελοι από τη στοά, προς την πίσω πλευρά του πάρκινγκ. Και φτάνουμε έξω από τη Στρατιά. Τότε οι μπατσοι κάνουν το μοιραίο λάθος. Ρίχνουν κάτι μηχανάκια δικών μας κάτω. Ε και φυσικά, μετά μιλάει το στοιχείο της εντοπιότητας: σε φάση «ήρθατε σπίτι μας να κάνετε τους μάγκες;» Και ξεκινάει ένα ντου στους μπάτσους που από τη Στρατιά φτάνουν τρέχοντας μέχρι το «Θέατρο Κάτω Από τη Γέφυρα» -- γιατί εκτός από επιστήμονες είμεθα και κουλτουριάρηδες. Και έγινε το «Θέατρο κάτω από τη γέφυρα», «Μπάτσοι κάτω από τη γέφυρα»! Τότε σκάει ένας δικός μας και λέει: «Φτάνει, ρε μαλάκες, φτάνει!!! Πρέπει να μπούμε και μέσα. Οι βάζελοι μπήκαν». Στις δύσκολες στιγμές που μιλάει η πρωτογενής ανάγκη για δράση, χρειάζεται και μια φωνή λογικής. Άλλωστε, μέσα μας περίμενε και δεύτερος γύρος φιλοξενίας.
Τότε κάνουμε το αυτονόητο. Αποφασίζουμε να πάμε προς το ΣΕΦ μέσω εθνικής οδού που περνάνε τα αμάξια με καμιά κατοσταριά χιλιόμετρα. Και πηδάμε τη γέφυρα και βγαίνει μια τρακοσάδα άτομα δωράκι πάνω στην εθνική, αρχίζουν τα φρένα να σκούζουν τα λάστιχα. Και δώστου πάνω στην εθνική «Γαμιέται ο παο και η αστυνομία» και «Εδώ είναι Πειραιάς». Και έχει γίνει ένα μποτιλιάρισμα 200 μέτρα να μπούμε εμείς γήπεδο -- κανονική παρέλαση ζουλού. Φτάνουμε λοιπόν έξω από τις θύρες μας και φυσικά, για να συνεχιστεί καλά η νύχτα, ενώ έχουμε όλοι μας εισιτήρια, αποφασίζουμε να μπούμε με ντου! Έτσι για το καλό, μιας και δεν είχε γίνει και τίποτα μέχρι τώρα. Μπαίνουμε λοιπόν, κάτι καημένοι μπάτσοι να σκούζουν «θα τα πούμε μετά» (σας είδαμε και πριν που τα λέγαμε) και με το που μπαίνουμε γήπεδο έχει βουτήξει ένας δικός μας (γνωστός, αλλά δεν έχει σημασία) ένα πανί και τρέχει προς τη πλευρά μας. Το πετάει πάνω, πάει να ανέβει κι αυτός πάνε κάτι καπελάκηδες να τον πιάσουν τρώνε κάτι κλωτσιές και κάτι ζωνιές και ανεβαίνει κι αυτός μαζί με το πανί στη κερκίδα. Οι βάζελοι φρικάρουν (δεύτερο χαμένο πανί σε λιγότερο από μισή ώρα) και πάνε να κάνουν κίνηση στα επίσημα, αν και λιγότεροι εμείς εκείνη την ώρα μέσα προλαβαίνουν κάποιοι δικοί μας χώνονται κι εκεί και το κόβουν οι μπάτσοι στα τριάντα δευτερόλεπτα.
Tα εντός παρκέ είναι λίγο πολύ γνωστά. Η ομάδα δεν επέδειξε το ίδιο πάθος με τον κόσμο της. Ο βάζελος κερδίζει πανεύκολα και περνάει στον τελικό. Οι βαζέλες κάνουν τις γνωστές ποζεριές εκ του ασφαλούς με μάσκες χειρουργείου (ήταν η εποχή με την φρενίτιδα της νόσου των πουλερικών). Βέβαια, ποιοι φάνηκαν πουλερικά εκείνο το απόγευμα ας το κρίνει η ιστορία. Μετά από χρόνια κυκλοφόρησαν και βίντεο από την «απόβαση» στο ΣΕΦ και γέλασαν μέχρι και τα πληκτρολόγια.
Πληγώθηκε ο κόσμος του Θρύλου από την ήττα. Αργότερα βέβαια θα μαθαίναμε και εμείς σαν οπαδοί, αλλά και η καινούργια διοίκηση της ομάδας, πως τις επιτυχίες δεν τις φέρνουν τα εκατομμύρια και όσοι επιβουλεύονταν το τμήμα, αλλά οι παίχτες που γίνονται οικογένεια και γουστάρουν να παίζουν για τον Έφηβο (όχι άμισθοι φυσικά· δεν ζούμε στον κόσμο μας), όπως βέβαια και η σκληρή δουλειά. Τσαντισμένοι για την ήττα και περήφανοι για τη φιλοξενία μας, κατά τις 12 το βράδυ επιστρέψαμε σπίτια μας και τα σιφώνια του Πειραιά πρέπει να καθάρισαν τόση μαυρίλα από τα ρούχα και το δέρμα μας από τα δακρυγόνα και τα καμμένα που δεν πρέπει να είχαν καθαρίσει ούτε όταν έγινε η μαζική απεργία των ναυτεργατών...
Το ηθικό δίδαγμα της ολυμπιακής ιστορίας θα μπορούσε να συνοψιστεί στο:
«Ολυμπιακός γεννιέσαι, γαύρος γίνεσαι, βάζελος καταντάς»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου