Τετάρτη 8 Σεπτεμβρίου 2021

Πράσινη προπαγάνδα: Μια δοκιμασμένη, συστηματική και αρκετά αποδοτική τακτική

Μέρος Β΄: Τα μεγαλύτερα πράσινα παραμύθια







Του Θεολόγου Μιχαηλίδη

1.Το παραμύθι με το έτος ίδρυσης του ΠΑΟ: Τις προάλλες, σκεπτόμουν ποια είναι το πιο χοντροκομμένο κατασκευασμένο πράσινο παραμύθι, από όλα όσα μας έχουν κατά καιρούς έχουν σερβίρει. Στην αρχή, έμεινα στην ιστορία του χρόνου ίδρυσης του ΠΑΟ ( απατεώνες «εξ απαλών ονύχων», που λένε). Ούτε οι ίδιοι ξέρουν πόσα χρόνια έχουν προσθέσει, πόσες ομάδες και συλλόγους έχουν ανακατέψει, πόσα διαφορετικά ονόματα, σήματα, χρώματα έχουν αλλάξει προκειμένου να πείσουν ότι ο ΠΑΟ έχει ιδρυθεί το 1908. Και τα έχουν καταφέρει. Σήμερα έχει επικρατήσει ότι ο ίδιος ΠΑΟ, αυτός που ξέρουμε σήμερα, ιδρύθηκε το 1908, ενώ στην πραγματικότητα ιδρύθηκε πολλά χρόνια αργότερα. Θέλουν να δείξουν αρχαιότεροι από όσο είναι, γιατί η αρχαιότητα ήταν ανέκαθεν αρχή αριστοκρατικότητας, δείγμα υπεροχής και αντικείμενο σεβασμού. Την ίδια ώρα ο Ολυμπιακός, που θα μπορούσε ακόμη πιο άνετα να κάνει το ίδιο, εμφανίζεται ότι ιδρύθηκε το 1925. Από μια άποψη, καλύτερα που δεν γίναμε ίδιοι με αυτούς. Πάντως, σε κάθε περίπτωση, τον σκοπό τους τον έχουν πετύχει. Το παραμύθι τους, πες-πες και γράψε-γράψε, επικράτησε στη συνείδηση του ίσως πιο ανιστόρητου αθλητικού κοινού του κόσμου, του ελληνικού. Η υπόθεση της ίδρυσης του ΠΑΟ έγινε, με την πάροδο των δεκαετιών, ένας διαρκής ιστορικός αυτοσκοπός για τους βάζελους, που έχουν κάνει τα πάντα για να πείσουν για δύο τουλάχιστον πράγματα: ότι ιδρύθηκαν το 1908 και ότι η Λεωφόρος είναι δικό τους γήπεδο, που τους ανήκει νόμιμα. 

2.Το παραμύθι με την ίδρυση της Εθνικής Κατηγορίας: Μετά μου ήρθε στο μυαλό το περίφημο πράσινο σενάριο της Εθνικής Κατηγορίας. Σύμφωνα με αυτό, ο Ολυμπιακός έπαιρνε διαρκώς σχεδόν τα πάντα επειδή δεν υπήρχε θεσμός Εθνικής κατηγορίας, αλλά πανελλήνιο πρωτάθλημα, χωρισμένο σε ομίλους Αθηνών, Πειραιά, Θεσσαλονίκης και από ένα σημείο και έπειτα επαρχίας. Σύμφωνα με το ίδιο σενάριο, ο όμιλος των Αθηνών είχε πιο πολλές ισχυρές ομάδες, σε σύγκριση με αυτόν του Πειραιά, με αποτέλεσμα ο Ολυμπιακός να προκρίνεται εύκολα στους τελικούς, όπου συναντιόντουσαν οι ομάδες, που είχαν περάσει από όλους τους ομίλους και έπαιζαν μεταξύ τους. Αντίθετα ο ΠΑΟ στην Αθήνα δυσκολευόταν και έτσι όταν έπαιζε στους τελικούς, ήταν αγωνιστικά καταπονημένος, με συνέπεια μοιραία (;) να χάνει από τον Ολυμπιακό. Το σενάριο αυτό μοιάζει, καταρχήν, στη θεωρία, κάπως εύλογο, γιατί όντως οι ομάδες των Αθηνών ήταν περισσότερες σε αριθμό και καλύτερες σε ποιότητα. Στη πράξη, όμως, δεν είχε ιδιαίτερη βασιμότητα για πολλούς λόγους: (α) η ομάδα που ιστορικά και παραδοσιακά αντιδρούσε, πάντα και μόνιμα, από καταβολής ελληνικού ποδοσφαίρου στην ίδρυση της Εθνικής κατηγορίας ήταν ο ίδιος ο ΠΑΟ, (β) σε κάθε περίπτωση, στους τελικούς του πανελληνίου πρωταθλήματος, όπου αγωνιζόντουσαν μεταξύ τους οι προκρινόμενες ομάδες, ο ΠΑΟ, κατά κανόνα, έχανε τόσο τους μεταξύ τους αγώνες όσο και τα πρωταθλήματα από τον Ολυμπιακό. Δεν αντέχει, συνεπώς, στη λογική το ίδιο σενάριο να επαναλαμβάνεται μόνιμα κάθε χρόνο, με μόνη δικαιολογία μια κάποια ανεξακρίβωτη «κούραση», (γ) στη δεκαετία του 1950 και ιδίως μετά τα μέσα της δεκαετίας αυτής (την οποία κυρίως είχαν βάλει στόχο οι πράσινοι, αφού τότε, λόγω των επιτυχιών του, ο Ολυμπιακός καθιερώθηκε ως «Θρύλος»), διεξήχθησαν κατ’ επανάληψη (όχι μια και δύο φορές) και κανονικά μίνι-πρωταθλήματα τύπου Εθνικής Κατηγορίας με συμμετοχή 10 και 12 ομάδων, που αγωνίστηκαν όλες εναντίον όλων, σε δύο γύρους, εντός και εκτός έδρας. Όσες φορές έγινε τέτοιο πρωτάθλημα, το πήρε εύκολα ο Ολυμπιακός. Τι διαφορά άραγε είχε ένα πρωτάθλημα 12 ομάδων εκείνης της εποχής από ένα πρωτάθλημα 14 ομάδων σαν κι αυτό που γίνεται τη σύγχρονη εποχή; 

Συνεπώς το σενάριο Εθνικής Κατηγορίας δεν έστεκε και για τον λόγο αυτό, άλλωστε, ουδέποτε το επικαλέστηκε ο ΠΑΟ πριν από ή κατά τη δεκαετία του 1950, που ο Ολυμπιακός σάρωνε τους τίτλους. Ξέρετε πότε άρχισε να κατασκευάζεται και στη συνέχεια να αναπτύσσεται το παραμύθι αυτό; Πολύ αργότερα, τη δεκαετία του 1960, ιδίως από το 1962 και έπειτα, δηλαδή εκ των υστέρων, όπως προαναφέραμε. Τότε που ο ΠΑΟ είχε κάνει επιτέλους μια ισχυρή ομάδα και είχε αρχίσει να παίρνει απανωτά πρωταθλήματα μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 1960. Ο ΠΑΟ δεν τολμούσε να φτιάξει και να καλλιεργήσει νωρίτερα το σενάριο της Εθνικής κατηγορίας, απλούστατα γιατί δεν ήξερε πώς θα εξελισσόντουσαν και πώς θα κατέληγαν τα πρωταθλήματα του νέου θεσμού. Για τους περισσότερους, ο μόνιμος πρωταθλητής Ολυμπιακός θα εξακολουθούσε να παραμένει το φαβορί, ακόμη και με τον νέο θεσμό, κάτι όμως που δεν επαληθεύτηκε στη πράξη. Ο Ολυμπιακός έτυχε να βρεθεί στο ναδίρ και ο ΠΑΟ στο ζενίθ της στελέχωσης και απόδοσης τα πρώτα 5-6 χρόνια της δεκαετίας του 1960, όταν και ξεκίνησε ο νέος θεσμός. Αλλά αυτό δεν ήταν παρά μόνο μια εποχιακή σύμπτωση και συγκυρία και όχι αποτέλεσμα της θεσμικής αλλαγής του τρόπου διοργάνωσης του πρωταθλήματος. Ωστόσο, οι βάζελοι το ερμήνευσαν με τον γνωστό τρόπο-θέσφατο: «ο Ολυμπιακός δεν θα μπορούσε ούτε μπορεί να πάρει πρωτάθλημα σε περίπτωση που υπήρχε Εθνική Κατηγορία». Το παραμύθι αυτό το έχαψε η πλειοψηφία των Ελλήνων φιλάθλων της εποχής. Άλλος ένας θρίαμβος της πράσινης προπαγάνδας. «Αφήστε τη δεκαετία του 1950. Σας είδαμε τι έχετε κάνει και πόσα πρωταθλήματα έχετε πάρει από τότε που άρχισε η Α΄ Εθνική, όταν σταματήσατε να παίζετε μόνο με την Προοδευτική, τον Εθνικό και τα Άσπρα Χώματα». Αυτά άκουγε συνέχεια o οπαδός του Ολυμπιακού εκείνη την περίοδο. 

Περιττό βέβαια να πούμε πόσο πανηγυρικά διαψεύσθηκε και καταρρίφθηκε το συγκεκριμένο πράσινο παραμύθι περί Εθνικής Κατηγορίας όταν ο Ολυμπιακός αργότερα άρχισε να παίρνει τα πρωταθλήματα του νέου θεσμού, το ένα πίσω από το άλλο. Ωστόσο για κάποιο μεγάλο χρονικό διάστημα το παραμύθι αυτό είχε επικρατήσει καθολικά. 

3.Το παραμύθι με την Ντανφέρμλιν: Η μνήμη μου ταξίδεψε αργότερα και στο πράσινο παραμύθι της δήθεν επτάρας, που έφαγε ο Ολυμπιακός από τη σκωτσέζικη Ντανφέρμλιν στο Κύπελλο Κυπελλούχων Ευρώπης την περίοδο 1968/69. Τι απίθανο σενάριο και τούτο, που σήμερα είναι μια εντελώς άγνωστη ιστορία, αλλά στην εποχή της ήταν πασίγνωστη και είχε τεράστια διάδοση, αλλά και μεγάλη πέραση, καθώς αναπαραγόταν επί πολλά χρόνια. Η προέλευση της; Ένα σχόλιο σε οπαδικό πράσινο έντυπο, όπου ένας δημοσιογράφος ισχυριζόταν ότι κάτι σχετικό είχε διαβάσει κάπου, αλλά δεν θυμόταν πού. Τι είχε συμβεί; 

Στο β΄ γύρο του Κυπέλλου Κυπελλούχων Ευρώπης, ο Ολυμπιακός είχε αγωνιστεί με την πολύ ισχυρή τότε Ντανφέρμλιν, η οποία, τη χρονιά 1967/68 είχε πάρει το Κύπελλο Σκωτίας, ενώ τη σεζόν 1968/69, που έπαιξε με τον Ολυμπιακό, είχε βγει τρίτη στο πολυάριθμο τότε πρωτάθλημα Σκωτίας, όχι πολύ πίσω από το κλασικό δίδυμο Σέλτικ και Ρέιντζερς, οι οποίες, σημειωτέον, τότε ήταν πολύ δυνατότερες ομάδες από όσο είναι σήμερα.


Παρά το ισόπαλο πρώτο ημίχρονο, καταρρεύσαμε στο βαρύ και πολύ λασπωμένο γήπεδο της Σκωτίας και χάσαμε 4-0. Το σκορ όμως αυτό δεν ήταν αρκετό για την πράσινη προπαγάνδα, που το μετέτρεψε από το πουθενά σε 7-0 (!). Εδώ πρέπει να πούμε, για όσους εντυπωσιάζονται από το βαρύ 4-0, ότι η Ντανφέρμλιν εκείνη την περίοδο είχε την καλύτερη ομάδα της ιστορίας της. Στον α΄ γύρο του Κυπέλλου Κυπελλούχων είχε ρίξει συνολικά 12 γκολ στον ΑΠΟΕΛ, ενώ στη συνέχεια της ίδιας διοργάνωσης απέκλεισε την κυπελλούχο Αγγλίας και έφτασε μέχρι τα ημιτελικά του θεσμού, όπου αποκλείστηκε από τον τελικό για ένα γκολ διαφορά. Αλλά και το σκωτσέζικο ποδόσφαιρο τότε ήταν πολύ δυνατό και δεν είχε τη σημερινή μεγάλη διαφορά δυναμικότητας σε σχέση με το αγγλικό.

Οι βάζελοι, εκμεταλλευόμενοι απόλυτα το γεγονός ότι τότε στην Ελλάδα υπήρχε χούντα, έβγαλαν βρώμα ότι το πραγματικό σκορ της ήττας του Ολυμπιακού ήταν πολύ βαρύτερο και συγκεκριμένα ήταν 7-0, αλλά η χούντα είχε φροντίσει να αποκρύψει και να περιορίσει την έκταση του αληθινού σκορ, προκειμένου να μην ξεφτιλιστεί υπερβολικά το ελληνικό ποδόσφαιρο. 

Τι και αν όλος ο ελληνικός Τύπος, οι δημοσιογράφοι και οι ανταποκριτές μιλούσαν για το 4-0, αναφέροντας παντού όλες και μάλιστα ακριβώς τις ίδιες λεπτομέρειες. Η πράσινη συνωμοσιολογία οργίαζε και όλη η χώρα βούιζε. Σύμφωνα με την πράσινη προπαγάνδα οι πάντες (εφημερίδες, δημοσιογράφοι κ.λπ.) ήταν μιλημένοι και μέσα στο κόλπο, έπειτα από ρητή εντολή της χούντας. Άλλωστε τηλεοπτική μετάδοση του συγκεκριμένου αγώνα δεν υπήρχε, ώστε οι Έλληνες φίλαθλοι να πεισθούν από την εικόνα. 

Βέβαια, αν και η πρόσβαση στον ξένο Τύπο δεν ήταν εύκολη εκείνη την εποχή, για ευνόητους λόγους, όποιος αμφέβαλλε για το πραγματικό σκορ θα μπορούσε να το επιβεβαιώσει, εφόσον όμως προσπαθούσε και έψαχνε, κάτι όχι πολύ απλό για την εποχή εκείνη. 

Το πράσινο σενάριο δεν στεκόταν άλλωστε σε καμία λογική. Η λογοκρισία της χούντας και η σταγονομετρική της ενημέρωση για το τι συνέβαινε στο εξωτερικό είχαν να ασχοληθούν με πολύ πιο σημαντικά πολιτικά πράγματα από την απόκρυψη ενός αποτελέσματος σε έναν ποδοσφαιρικό αγώνα. Εγώ θυμάμαι ότι είχα αγοράσει --παιδί τότε-- από μεγάλο περίπτερο στο Σύνταγμα ένα αγγλικό ποδοσφαιρικό περιοδικό (το World Soccer;) μόνο και μόνο για να το δείχνω σε όσους πούλαγαν αυτό το παραμύθι. Παρ’ όλα αυτά, πολύ σπάνια αναγκαζόμουν να το κάνω, γιατί μέσα μου αισθανόμουν ντροπή. Ήταν γελοίο να πας να λες σε κάποιον βάζελο: «Ιδού ρε, διάβασε τι λέει εδώ και άσε τα παραμύθια. Δεν φάγαμε 7, αλλά μόνο 4».

Η κατασκευασμένη αυτή ιστορία διαδόθηκε και συντηρήθηκε σε όλη τη χώρα για πολλά χρόνια, ιδίως κατά τη διάρκεια της χούντας, για να καταρριφθεί οριστικά όσο και φυσιολογικά με τον πολλαπλασιασμό των πηγών ενημέρωσης μετά την πτώση της δικτατορίας. Μέχρι τότε, η πλειοψηφία του φίλαθλου κόσμου νόμιζε ότι η χούντα είχε κρύψει τα γκολ που στην πραγματικότητα έφαγε ο Ολυμπιακός.

Ωστόσο το παραμύθι αυτό θα μπορούσε να καταρριφθεί αμέσως και μάλιστα πανηγυρικά στον αγώνα ρεβάνς μεταξύ των δύο ομάδων στο Φάληρο, αν υπήρχε δικαιοσύνη στο ποδόσφαιρο. Εκεί ο Ολυμπιακός, παίζοντας καταπληκτική μπάλα, προηγήθηκε στο μισάωρο με 3-0, που ήταν και το τελικό σκορ. Όμως παρά τις προσπάθειές του δεν μπόρεσε να φέρει το ματς στα ίσα. Κύριος λόγος ως συνήθως η διαιτησία. Κανονικό γκολ του Γιούτσου ένα τέταρτο πριν από την λήξη ακυρώθηκε. Το 3-0 αποδείχθηκε τελικά βούτυρο στο ψωμί της πράσινης προπαγάνδας. Σύμφωνα με αυτήν, ο Ολυμπιακός, αν και είχε προηγηθεί πολύ νωρίς με 3-0, «κρατήθηκε» και δεν σκόραρε παραπάνω, για να μην αποδειχτεί ότι το σκορ του πρώτου αγώνα ήταν στη πραγματικότητα 7-0 και όχι 4-0. Αλλά ακόμη και πιο ακραίες τερατολογίες ακούστηκαν, ότι δηλαδή οι ίδιοι οι Ολυμπιακοί ζήτησαν να ακυρωθεί το γκολ του Γιούτσου, προκειμένου να μην αποκαλυφθεί η χουντική πλεκτάνη του (δήθεν ψεύτικου) 4-0. Συνεπώς, κατά τους βάζελους, η εξέλιξη και έκβαση του αγώνα του Φαλήρου δικαίωναν τα όσα λέγονταν και για τον λόγο αυτό, τις χρησιμοποίησαν ανάλογα. Έτσι το εξωφρενικό παραμύθι συνεχίστηκε ακάθεκτο για πολύ ακόμη. Παρεμπιπτόντως, τη ρεβάνς στο Φάληρο είχαν παρακολουθήσει μόνο 15.000 οπαδοί του Ολυμπιακού, αριθμός απίστευτα χαμηλός για αγώνα Ολυμπιακού και δη στην Ευρώπη. Το γεγονός αυτό αποτελεί ένδειξη πως το πράσινο παραμύθι είχε επηρεάσει πολύ ακόμη και τους φιλάθλους του Ολυμπιακού.


Αν όμως σε εκείνο το ματς μέτραγε το κανονικό γκολ του Γιούτσου, τότε το παραμύθι θα κατέρρεε σαν χάρτινος πύργος, αφού θα γινόταν το 4-0 και θα ισοφαριζόταν το σκορ του πρώτου αγώνα στη Σκωτία. Αλλά πότε είχαμε βοηθό τύχη και διαιτησία στην Ευρώπη; 

4.Το παραμύθι με την ζούγκλα της Ριζούπολης: Ποιο όμως είναι το μεγαλύτερο πράσινο στρεψόδικο παραμύθι; Για μένα, είναι ένα πολύ πρόσφατο. Είναι η δήθεν «κόλαση» και «ζούγκλα» της Ριζούπολης το 2003, που τάχα επηρέασε τόσο πολύ τον ΠΑΟ, ώστε να ξεφτιλιστεί αγωνιστικά και να φάει μόνο 3 γκολ, αντί για 6-7 που θα έπρεπε να φάει εκείνη την ημέρα. Ένα ματς, στο οποίο, μέσα στο γήπεδο και κατά τη διάρκεια του αγώνα, δεν έγινε το παραμικρό επεισόδιο σε βάρος του ΠΑΟ, τίποτε που να μπορεί να επιδράσει στην αγωνιστική απόδοση των βάζελων. 

Ειλικρινά μπροστά σε ό, τι έχω δει τόσες δεκαετίες στα ελληνικά γήπεδα, αυτά που συνέβησαν στη Ριζούπολη τα θεωρώ γελοίο και να τα συζητάμε. Έχουν γίνει ανάλογα ή και απείρως χειρότερα πράγματα και μάλιστα αμέτρητες φορές, σε δεκάδες, για να μην πω εκατοντάδες αγώνες, πριν αλλά και κατά τη διάρκειά τους, χωρίς ποτέ να τα επικαλεστεί κάποια ομάδα ως βασική δικαιολογία για την ήττα της μέσα στο γήπεδο. Το να προσπαθεί ετεροχρονισμένα (μετά από αρκετά χρόνια μάλιστα) και συστηματικά μια ομάδα να κατασκευάσει άλλοθι, προκειμένου δικαιολογήσει την αγωνιστική συντριβή και την εξαφάνισή της από το γήπεδο σε ένα ματς, επειδή κατά την προσέγγιση της αποστολής της στην είσοδο του γηπέδου, παρουσία εκατοντάδων αστυνομικών, η αποστολή της, για κάποιο μικρό διάστημα, δεν έτυχε της ιδανικής υποδοχής που θα επιθυμούσε (συνθηκών ανάλογων του παρακείμενου νεκροταφείου) ή επειδή κατά τη διάρκεια της προθέρμανσης, έπεφταν στο γήπεδο αντικείμενα, κροτίδες και καπνογόνα, ακόμη και σήμερα μου φαίνεται απίστευτο. Ιδίως μάλιστα για την εποχή εκείνη, κατά την οποία ήταν σχεδόν παράδοση όχι μόνο στο ποδόσφαιρο, αλλά και σε άλλα αθλήματα να γίνονται παρόμοια ή πολύ χειρότερα γεγονότα. Θα χαρακτήριζα τα δήθεν φοβερά και τρομερά επεισόδια, όπως εκ των υστέρων εμφανίστηκαν, ως απόλυτα αναμενόμενα, συνηθισμένα, φυσιολογικά και σχεδόν «εθιμικά». Οι πράσινοι πράγματι στη περίπτωση αυτή ξεπέρασαν τους εαυτούς τους στο παραμύθι. 

Θυμίζω ότι τα πάντα ήταν υπέρ τους πριν από τον συγκεκριμένο αγώνα. Για να πάρουν το πολυπόθητο για αυτούς πρωτάθλημα βολευόντουσαν με τρία αποτελέσματα: νίκη, ισοπαλία, ακόμη και με ήττα με ένα γκολ διαφορά. Η ψυχολογία τους λοιπόν θα έπρεπε να ήταν στα ύψη. Για πρώτη φορά, μετά από τόσα χρόνια έβρισκαν τον μεγάλο αντίπαλό τους πραγματικά στριμωγμένο στα σκοινιά, έτοιμο να δεχτεί τελικό χτύπημα. Οι ίδιοι ερχόντουσαν με τις δάφνες του αήττητου επί θητείας Μαρκαριάν. Πώς λοιπόν μπορούσαν να μην είναι απόλυτα συγκεντρωμένοι στον στόχο τους και στην τεράστια ευκαιρία που τους παρουσιαζόταν, αυτή που –επιτέλους-- ήταν τόσο κοντά; 

Έπειτα πάρχει ένα άλλο βασικότατο γεγονός που καταρρίπτει το πράσινο παραμύθι. Από πού και ως πού μπορεί να θεωρηθεί ζούγκλα ένα γήπεδο 10.000 θέσεων, μέσα στο οποίο βρισκόντουσαν 3.000 βάζελοι οπαδοί, που έκαναν ό,τι μπορούσαν για να υποστηρίξουν την ομάδα τους; Εξ ορισμού, η παρουσία και συμμετοχή των οπαδών τους ακυρώνει κάθε κατασκευασμένο ισχυρισμό ότι η ομάδα επηρεάστηκε γιατί ήταν «απροστάτευτη μέσα στην κόλαση της Ριζούπολης». Με 3.000 οπαδούς στο γήπεδο, ο Ολυμπιακός είχε κυριαρχήσει στις εξέδρες κατάμεστων αχανών γηπέδων της Ευρώπης. Επιπλέον, κάθε άλλο παρά άπραγοι έμειναν στο συγκεκριμένο ματς οι βάζελοι οπαδοί, που σημειωτέον τότε είχαν περάσει ήδη με κάθε επιμέλεια από το στάδιο της ακροδεξιάς εθνικιστικής γαλούχησης, η οποία τους είχε φέρει πιο κοντά σε μια πιο λαϊκή βάση και τους είχε απομακρύνει από το Κολωνάκι. Αυτοί οι οπαδοί δεν ήταν που στο συγκεκριμένο ματς, την ώρα του αγώνα, έβαζαν φωτιές ακόμη και σε δικά τους πανό, με αποτέλεσμα τις επανειλημμένες προσπάθειες πυρόσβεσης; Αυτοί δεν ήταν που ξήλωναν και πέταγαν συνέχεια όπου έβρισκαν εκατοντάδες πλαστικά καθίσματα; Όλα αυτά που έκαναν ήταν ή δεν ήταν ζούγκλα σύμφωνα με τα δικά τους πράσινα κριτήρια; Δεν θα μπορούσαν άραγε να θεωρηθούν τρομοκρατικές ή απειλητικές ενέργειες, σύμφωνα με τα πράσινα μέτρα και σταθμά; Υιοθετώντας τη δική τους εξωπραγματική λογική, θα μπορούσε να πει κανείς ότι το σκορ δεν πήρε μεγαλύτερες διαστάσεις, γιατί οι παίκτες του Ολυμπιακού μπορεί και να είχαν επηρεαστεί από τις συμπεριφορές αυτές.

Όσοι μιλάνε με ευκολία για πρωτοφανείς και απαράδεκτες αισχρές συνθήκες, που δεν έπρεπε να επιτρέψουν τη διεξαγωγή του επίμαχου αγώνα έχουν άραγε ιδέα από ιστορία ελληνικού ποδοσφαίρου, ώστε να μπορούν να συγκρίνουν καταστάσεις και γεγονότα; Ξέρουν, για παράδειγμα, τι συνέβαινε επί δεκαετίες στα ματς ΠΑΟΚ-Ολυμπιακού; Ξέρουν μήπως το πρωτοφανές στα παγκόσμια ποδοσφαιρικά χρονικά γεγονός της 24/3/1968, όταν στο ισόπαλο 0-0 ημίχρονο αγώνα ΠΑΟΚ-Ολυμπιακού στη Τούμπα, οι παίκτες του Ολυμπιακού δεν πήγαν καθόλου στα αποδυτήρια, αλλά έμειναν, καθ’ όλη τη διάρκεια της ανάπαυλας, όλοι μαζί (σε εδραία θέση κατάχαμα) στη σέντρα του γηπέδου, επειδή ουδείς μπορούσε να εγγυηθεί το αν θα μπορούσαν να φτάσουν εκεί (στα αποδυτήρια) ή να ξαναβγούν από εκεί σώοι και αβλαβείς για το β΄ μέρος; Μαζί τους βέβαια (όρθιοι αυτοί, για να μη λερωθούν) και ο προπονητής και οι παράγοντες της ομάδας. Ξέρουν άραγε ότι ο ίδιος ο χουντικός ΛΟΚατζής συνταγματάρχης και τότε έφορος του Ολυμπιακού ο Παπαποστόλου αξίωσε την παρέμβαση όλων των διασυνδέσεων και γνωριμιών του, για να σταματήσει άμεσα αυτή η κατάσταση, χωρίς όμως αποτέλεσμα; Μέχρι και η χούντα καταλύθηκε ουσιαστικά στην Τούμπα εκείνη την ημέρα! Γι’ αυτό άλλωστε και ο Παπαποστόλου είχε υποβάλει μετά την παραίτησή του. Σου λέει: «εγώ έκανα πραξικόπημα και υποδούλωσα όλη την Ελλάδα και δεν μπορώ να επιβληθώ σε ένα γήπεδο της Θεσσαλονίκης;» 


Αφήνουμε το πόσες επιθέσεις είχαν δεχτεί στα αποδυτήρια πριν από την έναρξη του συγκεκριμένου αγώνα κάποιοι παίκτες του Ολυμπιακού (Γκαϊτατζής, Σιδέρης κ.ά.) από συναδέλφους τους και ανθρώπους του ΠΑΟΚ, γεγονότα που γράφτηκαν και στο φύλλο αγώνα. Εκείνοι λοιπόν οι παίκτες του Ολυμπιακού, που έπαιξαν κάτω από αυτές τις συνθήκες, αυτοί που δεν μπόρεσαν να πάνε στα αποδυτήρια στο ημίχρονο, γνώριζαν ότι είχαν ένα ολόκληρο ημίχρονο μπροστά τους σε ένα αγώνα, τον οποίο, έτσι και τον κέρδιζαν, το πιθανότερο ήταν να μην έβγαιναν σωματικά ακέραιοι. Ωστόσο, τα έδωσαν όλα και τελικά έχασαν με 1-0, με ένα γκολ στο τελευταίο δεκάλεπτο, για να επακολουθήσουν με τη λήξη, παρά την νίκη του ΠΑΟΚ, απερίγραπτα εκτεταμένα επεισόδια μεγάλης διάρκειας, με τους παίκτες του Ολυμπιακού, παρά την εχθρική ατμόσφαιρα, να μη διστάζουν να πλακωθούν μέσα στο γήπεδο με συναδέλφους και άλλους ΠΑΟΚτσήδες, αλλά και να έρθουν στα χέρια με τα όργανα της τάξης. Μάλιστα 3 ποδοσφαιριστές οι Αγανιάν, Μποτίνος, Γκαϊτατζής συνελήφθησαν μετά τον αγώνα για αντίσταση κατά της αρχής, ενώ στα επεισόδια που έγιναν στο τέλος του αγώνα, σπάσανε το χέρι του προπονητή της ομάδας Σούλη. Η ομάδα, όμως, ακόμη και μετά από όλα αυτά που είχαν γίνει, δεν δείλιασε. Πάλεψε και έχασε στο τέλος. 

Κα μετά έχουν το θράσος οι βάζελοι να μιλάνε για Ριζούπολη, που μπροστά στην Τούμπα ήταν σαν μια συγκέντρωση μεσόκοπων κυριών για απογευματινό τσάι.

Στο έπος της Ριζούπολης (γατί περί έπους πρόκειται), τίποτε δεν κρίθηκε από τα κατ’ ουσία ασήμαντα επεισόδια έξω από το γήπεδο. Κατά τη γνώμη μου, τα πάντα κρίθηκαν στο πρώτο γκολ του Τζιοβάνι, που ήταν πολλαπλά καθοριστικό. Και ήταν καθοριστικό όχι μόνο επειδή ήρθε νωρίς, με αποτέλεσμα να ραγίσει ανεπανόρθωτα η ασφάλεια των τριών αποτελεσμάτων, που είχε στη διάθεσή του ο ΠΑΟ και να χαθεί η αυτοπεποίθησή του, αφού το φάσμα της απώλειας του πρωταθλήματος γινόταν πλέον εξαρχής ορατό. Ήταν καθοριστικό και για τον τρόπο που επιτεύχθηκε. Όταν βλέπεις έναν αλλοδαπό παίκτη να σκοράρει και μολονότι έχει χτυπήσει στο κεφάλι και πονά να θέλει πρώτα να πανηγυρίσει το γκολ και μετά να πέσει αιμόφυρτος στο έδαφος, ε τότε όλοι, συμπαίκτες και οπαδοί, συνειδητά ή υποσυνείδητα, δεν μπορούν παρά να εμπνευσθούν, παραδειγματιστούν και να γιγαντωθούν. Μετά το γκολ και μέχρι το τέλος, οι πράσινοι δεν υπήρχαν στο γήπεδο και πρέπει να μακαρίζουν που είχαν κάτω από τα δοκάρια τους τον πράσινο τότε «Άγιο-Αντώνη». Ο Νικοπολίδης, αποσοβώντας, μετά το 3-0, τουλάχιστον τρία σίγουρα γκολ σε ισάριθμα κλασικά τετ-α-τετ κυρίως του Πίπη, έσωσε τον ΠΑΟ από τον εξευτελισμό. Γιατί άραγε αυτός (ο Νικοπολίδης) δεν επηρεάστηκε καθόλου και έπαιζε λες και σκορ ήταν 0-0, παρά τα όσα είχαν γίνει και παρά το γεγονός ότι είχε ήδη φάει τρία γκολ και καταλάβαινε πως το πρωτάθλημα είχε πετάξει για τα καλά; 

Την επόμενη μέρα, όλα τα ουδέτερα μέσα, αθλητικά και πολιτικά, σε γενικές γραμμές, αναγνώρισαν την ανωτερότητα του Ολυμπιακού σε όλη τη διάρκεια του αγώνα, στην οποία και αποκλειστικά απέδωσαν την νίκη. Τόνισαν ότι, κατά τη διάρκεια του ματς, μέσα στον αγωνιστικό χώρο τίποτε μεμπτό δεν συνέβη. Αλλά ακόμη και πολλοί δημοσιογράφοι, που ήταν φιλικά προσκείμενοι προς τον ΠΑΟ δεν αμφισβήτησαν τη δίκαιη νίκη του Ολυμπιακού. Αντίθετα, κατηγόρησαν τους παίκτες και την τεχνική ηγεσία του ΠΑΟ ως κατώτερους των περιστάσεων και αποκλειστικά υπεύθυνους για την ήττα και την απώλεια του τίτλου. Ζήτησαν μάλιστα την αποπομπή τους ως ανικάνων, που κατάφεραν τελικά να δικαιώσουν τον Κόκκαλη. Την ίδια πεποίθηση συμμερίστηκαν και οι οπαδοί του ΠΑΟ που έκαναν επιδρομή στο προπονητικό κέντρο της ομάδας τους και επιτέθηκαν στους ποδοσφαιριστές, θεωρώντας τους ως τους κυρίως --για να μην πούμε αποκλειστικά-- υπαιτίους της ταπεινωτικής ήττας. Ιδιαίτερη έμφαση στα συμβάντα προ του αγώνα δεν δόθηκε, ενώ κανείς δεν απέδωσε σε αυτά κάποια ουσιώδη συμβολή στην έκβαση και την τροπή του αγώνα. 

Η όλη προσπάθεια αμαύρωσης της νίκης του Ολυμπιακού και δικαιολόγησης της ήττας του ΠΑΟ στη Ριζούπολη υπήρξε και πάλι αποτέλεσμα πολύ ετεροχρονισμένων μεταγενέστερων προσπαθειών, αφού, όπως προαναφέραμε, ο ΠΑΟ δεν σταματά ποτέ να επανέρχεται, να κατασκευάζει και να υποστηρίζει παραμύθια, κυρίως εκ των υστέρων, με σκοπό να δικαιολογήσει τα αδικαιολόγητα ή να ισχυριστεί, προβάλλει ή ενισχύσει απίθανες κατηγορίες. Η προσπάθειά του αυτή δυστυχώς και πάλι καρποφόρησε. Όσο περνούν τα χρόνια, οι πράσινες ψευτιές εντείνονται και παγιώνονται όλο και περισσότερο, ιδίως ανάμεσα στους νέους φιλάθλους, που είναι αδαείς. Έτσι, πολλοί ουδέτεροι σήμερα (και ακόμη περισσότεροι στο μέλλον θα) νομίζουν ότι στη Ριζούπολη έγιναν πολλά απερίγραπτα και αφάνταστα «πράγματα και θαύματα» ψυχολογικής ή και σωματικής βίας, στα οποία, αποκλειστικά και μόνο, οφείλεται η ήττα του ΠΑΟ και όχι στην καταφανή αγωνιστική ανωτερότητα του Ολυμπιακού. Σύντομα λίγοι θα γνωρίζουν την αλήθεια, ότι δηλαδή για την ήττα του ΠΑΟ στη Ριζούπολη δεν έφταιξαν ούτε τα επεισόδια ούτε η διαιτησία (κάτι που άλλωστε ουδείς επικαλέστηκε). Λίγοι θα γνωρίζουν ότι το μόνο που «έφταιξε» ήταν το ότι ο Ολυμπιακός ήταν κλάσεις ανώτερος μέσα στο γήπεδο και ως ομάδα και ως άτομα. 

Και σαν να μην έφταναν όλα αυτά, πρόσφατα ένα νέο πράσινο απατηλό επιχείρημα της πλάκας ήρθε να προστεθεί, με αφορμή την κατάκτηση του EURO το 2004, ξεκινώντας από την αυθαίρετη εκδοχή ότι η Εθνική Ελλάδας ήταν ουσιαστικά ο ΠΑΟ του 2003. Κατά την άποψη αυτή, οι ατσάλινοι πρωταθλητές Ευρώπης του 2004, που δεν είχαν λυγίσει μπροστά στις μεγαλύτερες ποδοσφαιρικές φίρμες της Ευρώπης, δεν θα ήταν ποτέ δυνατό ούτε λογικό να έχουν λυγίσει με κανονικό και ομαλό τρόπο στη Ριζούπολη από τους παίκτες του Ολυμπιακού, παρά μόνο αν είχαν προηγηθεί ή μεσολαβήσει όργια και βασανιστήρια στιλ Γκουαντανάμο σε βάρος τους. Τι να πρωτοπεί κανείς για αυτήν την τόσο αστεία συλλογιστική; 

Και ήρθε, δυστυχώς πάλι, η ώρα να ξαναγυρίσουμε στην επικοινωνιακή πολιτική του Ολυμπιακού και των μέσων του, που είναι τουλάχιστον ανεπαρκέστατη. Ο Ολυμπιακός, την τελευταία δεκαετία (ιδίως πενταετία), δεν έχει κάνει τίποτε το ουσιαστικό να υπερασπιστεί το έπος της Ριζούπολης. Αντίθετα αποφεύγει να αντιπαλέψει την πράσινη ψεύτικη προπαγάνδα, η οποία φυσικά έχει οργιάσει. Η τακτική αυτή δεν είναι άσχετη με τη διαμάχη Μαρινάκη-Κόκκαλη, αφού το έπος της Ριζούπολης θεωρείται επιτυχία του Σωκράτη. Ολυμπιακοί δημοσιογράφοι και φιλο-ολυμπιακά μέσα φοβούνται ή διστάζουν να γράψουν πολλά, μην τυχόν και «χρεωθούν» στον Κόκκαλη, μπουν σε κάποια μαύρη λίστα και αντιμετωπιστούν ανάλογα. Και όσοι γράφουν περιορίζονται στα στοιχειώδη, αποφεύγοντας τα πολλά-πολλά και κυρίως αποφεύγοντας να αναφερθούν στην ενεργό συμμετοχή του Κόκκαλη στο έπος της Ριζούπολης. Και φυσικά για το φαινόμενο αυτό δεν είναι ανάγκη καν να υπάρχει συγκεκριμένη σαφής προεδρική εντολή ή καθοδήγηση. Αρκούν μερικοί καλοθελητές ή ρουφιάνοι, που να βάζουν λόγια και να δίνουν γραμμή στους παρατρεχάμενούς τους. Το «φύλαγε τα ρούχα σου να έχεις τα μισά» ισχύει λοιπόν για τους περισσότερους δημοσιογράφους.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου