Τετάρτη 19 Δεκεμβρίου 2018

Ολυμπιακός-ΠΑΟΚ: οι ρίζες μιας έχθρας

Στις 15.12.1968 διεξήχθη ο πρώτος αγώνας που έγινε ποτέ μήνα Δεκέμβρη για το Πρωτάθλημα Α΄ Εθνικής μεταξύ Ολυμπιακού και ΠΑΟΚ. Έγινε στο Καραϊσκάκη και ο Ολυμπιακός νίκησε 3-0, μια βροχερή μέρα, σε ένα βαρύ και λασπωμένο τερέν. Από εκείνη τη μέρα και μέχρι σήμερα θα ακολουθήσουν άλλοι 11 αγώνες τον ίδιο μήνα ανάμεσα στις ίδιες ομάδες. Το περίεργο είναι ότι ο Δεκέμβρης δεν είναι ένας καλός μήνας για τον Ολυμπιακό όσον αφορά τις αναμετρήσεις του με τον ΠΑΟΚ για το πρωτάθλημα. Και δεν είναι καλός επειδή κατ’ εξαίρεση τον μήνα Δεκέμβρη δεν επιβεβαιώνεται η μεγάλη γενικότερα υπεροχή που έχουμε σε νίκες έναντι του ΠΑΟΚ. Έτσι παρά τον μεγάλο αριθμό (12) αγώνων που έχουν δώσει, Δεκέμβρη μήνα, οι δύο ομάδες για τον πρωτάθλημα, οι νίκες είναι μοιρασμένες (5-5) ενώ υπάρχουν και δύο ισοπαλίες.


Του Θεολόγου Μιχαηλίδη

Αλλά και γενικότερα αν σκεφτεί κανείς πόσο ανώτερο και μεγαλύτερο ποδοσφαιρικό μέγεθος είναι ανέκαθεν ο Ολυμπιακός, σε σύγκριση τον ΠΑΟΚ, θα διαπιστώσει ότι ο ΠΑΟΚ ασφαλώς υστερεί μεν καταφανώς, αλλά όχι απελπιστικά, όπως κανονικά θα έπρεπε, έναντι του Ολυμπιακού σε επιτυχίες στους αγώνες μεταξύ των δύο ομάδων. Οι βασικότεροι λόγοι για αυτό το φαινόμενο είναι το μίσος και ο φανατισμός, που από παλιά υπήρχαν στον ΠΑΟΚ εναντίον του Ολυμπιακού, στοιχεία που παραδοσιακά συντελούν στο να υπερβάλλουν εαυτούς όταν παίζουν με μας. Γι’ αυτή την εχθρότητα και τις ιστορικές και αγωνιστικές καταβολές και ρίζες της θα μιλήσουμε σήμερα. 

Η έχθρα μεταξύ Ολυμπιακού και ΠΑΟΚ δεν είχε αφετηρία την πασίγνωστη υπόθεση Κούδα, που συνέβη το 1966, όπως νομίζουν πολλοί. Υπήρχε και προηγουμένως μια αντιπαλότητα μεταξύ των δύο συγκεκριμένων ομάδων, η οποία στη συνέχεια κλιμακώθηκε και μετατράπηκε σε εχθρότητα. Όπως έχω ήδη γράψει ευθαρσώς και ειλικρινώς το μεγαλύτερο μέρος της ευθύνης για την υπόθεση Κούδα βαρύνει τον Ολυμπιακό και τους κακούς χειρισμούς του.

Εκείνο όμως που δεν είναι γνωστό είναι ότι δεν ξεκινάνε όλα από την υπόθεση Κούδα, μολονότι ασφαλώς η υπόθεση αυτή αποτέλεσε τον σοβαρότερο λόγο και το χαρακτηριστικότερο επεισόδιο στη διαδρομή της ακραίας επιδείνωσης των σχέσεων των δύο ομάδων. Και για ό,τι είχε συμβεί πριν από την υπόθεση Κούδα υπεύθυνος είναι αποκλειστικά και μόνο ο ΠΑΟΚ.

Κατ’ αρχάς, αν ανατρέξουμε στη δεκαετία του 1950 (και ιδίως από τα μέσα της δεκαετίας αυτής και πέρα), θα δούμε ότι κατά ένα περίεργο τρόπο ο ΠΑΟΚ, αν και ήταν τότε πάντα μια μέτρια ομάδα, που ποτέ ή σχεδόν ποτέ δεν πρωταγωνίστησε και ποτέ δεν διεκδίκησε με αξιώσεις τίτλους, παρ’ όλα αυτά τα κατάφερνε, ομολογουμένως, αρκετά καλά για το αγωνιστικό επίπεδό της απέναντι στον Ολυμπιακό.

Κάποιοι αποδίδουν το γεγονός αυτό στην επιθυμία του ΠΑΟΚ για εκδίκηση που ξεκίνησε από τη συντριβή του από τον Ολυμπιακό στον τελικό του Κυπέλλου Ελλάδας του 1951 με σκορ 4-0. Ήταν βλέπετε η πρώτη και για πολλά χρόνια η μοναδική φορά που ο ΠΑΟΚ έφτανε τόσο κοντά στην κατάκτηση ενός τροπαίου και η βαριά ήττα τον προσγείωσε απότομα, διαψεύδοντας τις όποιες ελπίδες του, αλλά και τραυματίζοντας την αξιοπρέπειά του.

Πάντως το γεγονός των επιτυχιών του ΠΑΟΚ με αντίπαλο τον Ολυμπιακό γινόταν ακόμη πιο παράδοξο αν ληφθεί υπόψη ότι στη θρυλική δεκαετία του 1950 η ομάδα του Ολυμπιακού ήταν κυριολεκτικά ασυναγώνιστη και σάρωνε κάθε χρονιά τα νταμπλ, το ένα μετά το άλλο. Παρ’ όλα αυτά, ο ΠΑΟΚ έπαιρνε αποτελέσματα και μιλάμε όχι μόνο για κάποιες ισοπαλίες, αλλά και για νίκες. Για παράδειγμα την περίοδο 1956/57 μας είχε κερδίσει 2-1, ενώ την επόμενη περίοδο μας είχε νικήσει δύο φορές, μέσα-έξω, με το ίδιο σκορ 1-0.

Η κατάσταση αυτή συνεχίσθηκε και στις αρχή της δεκαετίας του 1960 μετά την έναρξη της Εθνικής Κατηγορίας όταν την περίοδο 1959/60 ο ΠΑΟΚ μας νίκησε πάλι δύο φορές (2-0 και 2-1) εντός και εκτός έδρας.

Το γεγονός ότι ο ΠΑΟΚ αποτελούσε εκείνες τις εποχές ένα μικρομεσαίο σύλλογο, που δεν κυριαρχούσε ούτε καν στη Θεσσαλονίκη, έκανε την όλη υπόθεση ακόμη πιο ανεξήγητη.

Γι’ αυτό και ο ΠΑΟΚ αποκαλείτο τότε από τον Τύπο της Μακεδονίας ως «κακός δαίμων του Ολυμπιακού». Βέβαια τέτοιοι τίτλοι υποδηλώνουν στην πραγματικότητα μικρές ομάδες. Ήταν κάτι περίπου ανάλογο με το προσωνύμιο «ο φονεύς των γιγάντων», το οποίο είχε αποκτήσει ο Φωστήρας.

Οι ερυθρόλευκοι οπαδοί είχαν κάπου εκνευριστεί από αυτή την ιστορία και δεν χώνευαν τον ΠΑΟΚ. Την ίδια ώρα, οι οπαδοί του τελευταίου υπερηφανευόντουσαν ότι είχαν το προνόμιο να κάνουν τη ζωή των μόνιμων πρωταθλητών δύσκολη και διαρκώς ήθελαν τη συνέχιση αυτής της οιονεί παράδοσης. Μεταξύ των οπαδών των δύο ομάδων είχε αναπτυχθεί από πολύ νωρίς μια αμοιβαία αντιπάθεια.

Βέβαια, προς αποφυγή παρεξηγήσεων, πρέπει να διευκρινίσω και πάλι ότι η μεγάλη πλειοψηφία των νικών ανήκε στον Ολυμπιακό, αλλά αυτό βέβαια δεν ήταν αρκετό για τους οπαδούς του Ολυμπιακού, δεδομένης της μεγάλης διαφοράς των ομάδων. Όταν κέρδιζες συνέχεια τους συν-διεκδικητές τίτλων ΠΑΟ και ΑΕΚ ήταν παράξενο να δυσκολεύεσαι απέναντι στον ΠΑΟΚ. Επιπλέον μπορεί οι νίκες του Ολυμπιακού επί του ΠΑΟΚ να ήταν πολύ περισσότερες, αλλά συνήθως δεν ήταν εμφατικές και πειστικές.

Την αντιπαλότητα μεταξύ των δύο ομάδων είχε καλλιεργήσει επίσης επί πολλά χρόνια, συστηματικά και μεθοδικά, ο τοπικός Τύπος της Θεσσαλονίκης, που έγραφε αφάνταστα πράγματα για να δικαιολογήσει τις ήττες του ΠΑΟΚ. Έτσι πάντοτε --και όταν λέμε πάντοτε κυριολεκτούμε κι εννοούμε πάντοτε-- οι εφημερίδες της Θεσσαλονίκης και Μακεδονίας έγραφαν τερατώδη ψέματα για ανύπαρκτες αδικίες που συνέβαιναν μόνιμα σε βάρος του ΠΑΟΚ σε όλους ανεξαιρέτως τους αγώνες με τον Ολυμπιακό.

Οι σχέσεις των δύο ομάδων επιδεινώθηκαν πολύ στη δεκαετία του 1960, κατά τη διάρκεια της οποίας η κλιμάκωση της αντιπαλότητας υπήρξε ραγδαία και μεγάλη.

Το πρώτο βήμα έγινε σε ένα παιχνίδι ανάμεσα στις δύο ομάδες την 27.11.1960 στο Καραϊσκάκη (1-1) όταν σε ένα πέναλτι που κέρδισε ο Ολυμπιακός, οι παίκτες του ΠΑΟΚ έδειξαν για πρώτη φορά τη διάθεση να αποχωρήσουν από το γήπεδο. Την τελευταία στιγμή αποφάσισαν να μην το κάνουν, αλλά η σκέψη αυτή από τότε είχε φωλιάσει στο μυαλό τους. Θα το έκαναν με την πρώτη ευκαιρία, όπως και συνέβη λίγα χρόνια αργότερα.

Σημαντικό ρόλο στην επιδείνωση των σχέσεων έπαιξε η παρουσία στον ΠΑΟΚ από τα μέσα της δεκαετίας του 1950 και πέρα, αλλά κυρίως κατά την δεκαετία του 1960, ενός παίκτη, του Λέανδρου Συμεωνίδη, που προερχόταν από τα τσικό της ομάδας και δεν έπαιξε ποτέ πουθενά αλλού, παρά μόνο στον ΠΑΟΚ. Ήταν ένας κοντός, ταχύς και επιδέξιος εξτρέμ, αλλά και ικανός σκόρερ, που έπαιξε και στην εθνική. Ο Λέανδρος (που έμεινε στα ποδοσφαιρικά χρονικά της χώρας με το μικρό του όνομα) ήταν σούπερ-άρρωστος ΠΑΟΚτζής, αλλά ακόμη πιο άρρωστος αντιολυμπιακός.

Από την άλλη πλευρά, στον Ολυμπιακό είχαν γινάτι τον ΠΑΟΚ και περίμεναν την ευκαιρία να του δώσουν ένα νομοτελειακά οφειλόμενο άλλωστε καλό μάθημα. Το μάθημα αυτό ήταν ζήτημα χρόνου να έρθει και ήρθε όντως την 3.6.1962 όταν ο Ολυμπιακός συνέτριψε 6-0 τον ΠΑΟΚ στο Καραϊσκάκη, με τον Γιώργο Σιδέρη να πετυχαίνει τέσσερα γκολ μέσα σε οκτώ λεπτά!



Ο ΠΑΟΚ έκτοτε έφερε βαρέως το αποτέλεσμα αυτό και ήθελε να πάρει ρεβάνς.

Τον επόμενο χρόνο, την 27.11.1963, οι δύο ομάδες αγωνίστηκαν στο γήπεδο της ΑΕΚ στη Νέα Φιλαδέλφεια, επειδή το Καραϊσκάκη ανακατασκευαζόταν. Ενώ ο Ολυμπιακός προηγείτο 1-0 οι παίκτες του ΠΑΟΚ σε μια φάση στο πρώτο ημίχρονο ζήτησαν πέναλτι για χέρι του Σημαντήρη, αλλά ο ξένος διαιτητής δεν έδωσε τίποτε. Αυτό ήταν! Έξαλλοι οι παίκτες του ΠΑΟΚ αποχώρησαν σε ένδειξη διαμαρτυρίας από το γήπεδο, με αποτέλεσμα η ομάδα τους να μηδενιστεί και να και τιμωρηθεί, κάτι που δεν είχε ξαναγίνει σε αγώνα Εθνικής Κατηγορίας. Πρωταγωνιστής της αποχώρησης ο κυριολεκτικά έξαλλος Λέανδρος, που τραβούσε με το ζόρι από το χέρι κάθε παίκτη, που σκεπτόταν αν έπρεπε να αποχωρήσει από το γήπεδο.

Όπως γίνεται αντιληπτό στον αγώνα του β΄ γύρου στη Τούμπα, που έγινε την 29.3.1964 έγινε το «έλα να δεις», παρά τα μέτρα που είχαν ληφθεί. Το γήπεδο κατακλύστηκε από οπαδούς του ΠΑΟΚ που ζητούσαν νίκη-εκδίκηση, η οποία όμως τελικά δεν ήλθε, αφού το ματς έληξε ισόπαλο 0-0.

Το κλίμα σε όλο το γήπεδο πριν, κατά τη διάρκεια, αλλά και μετά τον συγκεκριμένο αγώνα ήταν όχι μόνο πολεμικό, αλλά απόλυτα τρομοκρατικό. Ήταν απερίγραπτο το πόσα αντικείμενα πέσανε με στόχο παίκτες του Ολυμπιακού. Μετά τη λήξη, η ερυθρόλευκη αποστολή παρέμεινε επί πολύ, πολιορκούμενη μέσα στα αποδυτήρια του γηπέδου από χιλιάδες οπαδούς και έκανε πολλές ώρες να διαφύγει, με ειδική επιχείρηση της αστυνομίας.



Χαρακτηριστικό ήταν ότι ο Λέανδρος και πάλι πρωταγωνίστησε στα φοβερά επεισόδια, μολονότι αναγκαστικά δεν μπορούσε να παίξει σε εκείνο το ματς. Παρ’ όλα αυτά, φορώντας τα κανονικά-πολιτικά του ρούχα, επιτέθηκε με τρομερή μανία και κτύπησε παίκτες του Ολυμπιακού, μέσα στο γήπεδο, μετά τη λήξη του αγώνα.

Την επόμενη χρονιά,1964/65, ο αγώνας του πρώτου γύρου ήταν να γίνει την 3.1.1965 στη Τούμπα, αλλά αναβλήθηκε για την επομένη 4.1.1965, λόγω ακαταλληλότητας του γηπέδου, εξαιτίας μεγάλης νεροποντής, που είχε προηγηθεί και συνεχιζόταν. Όμως και την επόμενη ημέρα, ο Αυστριακός διαιτητής Σίλερ έκρινε ότι το γήπεδο ήταν και πάλι ακατάλληλο, αν και την ημέρα του αγώνα είχε σταματήσει να βρέχει. Οι οπαδοί του ΠΑΟΚ που βρέθηκαν στο γήπεδο, έγιναν πάλι έξαλλοι λόγω της νέας αναβολής, μπήκαν στο γήπεδο και κατέστρεψαν τα πάντα, διαλύοντας το γήπεδο της ίδιας της ομάδας τους! Ο λόγος (αν υποτεθεί ότι μπορεί λογικά να υπάρξει λόγος για τέτοια ψυχοπαθή συμπεριφορά) που το έκαναν αυτό ήταν γιατί φαντάστηκαν ότι η αναβολή ήταν αποτέλεσμα συμπαιγνίας μεταξύ των δύο ομάδων, με σκοπό περισσότερες εισπράξεις σε ένα νέο αγώνα ,επειδή το γήπεδο εκείνη την ημέρα δεν είχε γεμίσει.

Και εύλογα δεν είχε γεμίσει, διότι η μέρα διεξαγωγής του αγώνα ήταν καθημερινή και ο κόσμος είχε δουλειές, ενώ επιπλέον πολλοί σκέφτηκαν ότι δεν θα γινόταν το παιχνίδι, γιατί πάλι ο αγωνιστικός χώρος θα ήταν ακατάλληλος. Οι οπαδοί του ΠΑΟΚ έκαναν μάλιστα απίθανες σκέψεις και υποθέσεις όπως π.χ. ότι δολίως αφέθηκαν ανοιχτά ποτιστικά συστήματα, προκειμένου το γήπεδο να έχει νερά και να βγει ακατάλληλο.

Αργότερα η άποψη που καλλιεργήθηκε και προβλήθηκε προς τα έξω από τον ΠΑΟΚ, προκειμένου αφενός να δικαιολογηθεί αυτή η απίθανη σχιζοφρενική συμπεριφορά των οπαδών του, αφετέρου δε (και κυρίως) να αποκατασταθούν οι σχέσεις του συλλόγου με τους οπαδούς του, ήταν μια ακόμη θεωρία συνωμοσίας, από αυτές που συνηθίζει ο ΠΑΟΚ. Συγκεκριμένα θεωρήθηκε ότι υπαίτιος για τη διακοπή ήταν ο διαιτητής, που (δήθεν) είχε «μιληθεί» από τον Ολυμπιακό για να αναβάλλει το ματς, προκειμένου να μπορέσει να αγωνιστεί στο καινούργιο παιχνίδι, που θα γινόταν μετά την αναβολή, ο νεοαποκτηθείς τότε από τον Ολυμπιακό Νίκος Γιούτσος, του οποίου η έκδοση δελτίου αναμενόταν από μέρα σε μέρα.

Πράγματι, κατά σύμπτωση, την επόμενη ημέρα της αναβολής εκδόθηκε δελτίο στον Γιούτσο, με αποτέλεσμα οι θεωρίες συνωμοσίας, στις οποίες αρέσκονται οι ΠΑΟΚτζήδες, να θεριέψουν. Αλλά όπως είπαμε αυτό ήταν κάτι που θα γινόταν από μέρα σε μέρα, καθώς τα χαρτιά είχαν κατατεθεί πριν από καιρό. 

Φυσικά οι υποθέσεις αυτές ήταν ανόητες, αφού κανείς δεν είχε δει μέχρι τότε τον Γιούτσο να παίζει. Επιπλέον ο Γιούτσος δεν προερχόταν δα και από την Ρεάλ, αλλά από μια μέτρια ουγγρική ομάδα την Τσέπελ. Συνεπώς κανείς δεν γνώριζε πώς θα απέδιδε στον πρώτο του αγώνα, σε ένα άγνωστο περιβάλλον, με άγνωστους συμπαίκτες, σε μια αφιλόξενη έδρα και σε ένα ματς που θα γινόταν πάλι σε ένα βαρύ γήπεδο υπό κακές συνθήκες. Με άλλα λόγια, κανείς δεν μπορούσε να ξέρει αν η συμμετοχή του θα ήταν προς το καλό ή το κακό του Ολυμπιακού.

Ως νέα ημερομηνία διεξαγωγής του αγώνα ορίστηκε η 27.1.1965, γιατί έπρεπε να αποκατασταθούν και οι ζημιές της Τούμπας. Ο ΠΑΟΚ περίμενε πώς και πώς τον αγώνα. Αλλά το ίδιο συνέβαινε και με τον Ολυμπιακός, ο οποίος είχε βαρεθεί την τεράστιων διαστάσεων «φιλολογία», που είχε αναπτυχθεί γύρω από τον αγώνα και κατέβηκε αποφασισμένος.

Αποτέλεσμα: Ο Ολυμπιακός διέλυσε τον ΠΑΟΚ 4-0 μέσα στην Τούμπα, επιτυγχάνοντας την (ακόμη και σήμερα) μεγαλύτερη εκτός έδρας νίκη του επί του δικεφάλου του Βορρά και αναγκάζοντας ακόμη και τους οπαδούς του ΠΑΟΚ να καταπιούν την γλώσσα τους και μάλιστα να τον χειροκροτήσουν (!), χωρίς να μπορούν να βρουν αυτή τη φορά τίποτε να πούνε. Το μίσος τους βέβαια εναντίον του Ολυμπιακού κατά βάθος έγινε ακόμη μεγαλύτερο, λόγω της ταπείνωσης αυτής.

Η ειρωνεία ήταν ότι καλύτερος παίκτης του γηπέδου σε εκείνο τον αγώνα και ένας από τους σκόρερ του Ολυμπιακού ήταν ο Γιούτσος, στον πρώτο του αγώνα με τον Ολυμπιακό. Το γεγονός αυτό αναζωπύρωσε, όπως ήταν αναμενόμενο, τις θεωρίες ακραίας συνωμοσίας και τα σενάρια απέραντης φαντασίας των ΠΑΟΚτζήδων περί σκόπιμης και φτιαχτής αναβολής της προηγούμενης συνάντησης την 4.1.1965.

Αλλά και ο αγώνας του δευτέρου γύρου της ίδιας χρονιάς μεταξύ τω δύο ομάδων, που έγινε την 6.6.1965 ήταν πάλι μια τραυματική εμπειρία για τον ΠΑΟΚ, αφού ο Ολυμπιακός τον διέλυσε εκ νέου στο Καραϊσκάκη με 5-2.

Αυτά τα σκορ που περίμεναν οι οπαδοί του Ολυμπιακού προς τιμωρία του ΠΑΟΚ είχαν επιτέλους έλθει.

Ο ΠΑΟΚ και οι οπαδοί του είχαν λουφάξει και κανονικά δύσκολα θα συνέρχονταν από αυτό το σοκ. Εκείνο που τους συσπείρωσε και τους έκανε να ορθοποδήσουν πάλι ήταν η υπόθεση Κούδα, που συνέβη μετά από λίγο. Γι’ αυτήν την υπόθεση όμως έχουμε ήδη μιλήσει.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου