Το πρωτάθλημα ξαναρχίζει, με το ντέρμπι στην Τούμπα, και μένει να δούμε πόσο η διακοπή επηρέασε την ομάδα.
Του Dr. Jekyll
Όταν το πρωτάθλημα διακόπηκε, ο Ολυμπιακός είχε βρει ρυθμό. Είχε προκριθεί στο Λονδίνο απέναντι στην Άρσεναλ, είχε νικήσει στην Τούμπα για το πρωτάθλημα (μια νίκη που τον έχριζε απόλυτο φαβορί για τον τίτλο) και ως στόχο είχε να ανατρέψει τα αρνητικά (αλλά όχι καταδικαστικά -- ειδικά με την φόρα που είχε η ομάδα) αποτελέσματα της ισοπαλίας με την Γουλβς στο Καραϊσκάκης και την ήττα με 3-2 από τον ΠΑΟΚ για το Κύπελλο.
Το διάστημα της διακοπής, το ενδιαφέρον μετατοπίστηκε στις δικαστικές διαμάχες, με λίγη σάλτσα μεταγραφών (για τις οποίες όλα δείχνουν πως θα πρέπει να περιμένουμε καμπόσο, καθώς ακόμα δεν έχουν γίνει ξεκάθαρες οι επιπτώσεις του Covid-19 στο παγκόσμιο ποδόσφαιρο). Προσωπικά, αναρωτιέμαι σε τι κατάσταση θα εμφανιστούν οι παίκτες μετά από τόσο μεγάλο διάστημα αποχής (αφήνω έξω τον φόβο που μπορεί να αισθάνονται για τον ιό). Ο περσινός Ολυμπιακός (και αυτό ήταν ένα από τα μεγαλύτερα εύσημα του Μαρτίνς) ήταν, έως το τέλος των αγωνιστικών του υποχρεώσεων, με το πόδι στο γκάζι.
Ο φετινός Ολυμπιακός ξεκίνησε τα επίσημα παιχνίδια μέσα Ιουλίου, δηλαδή --αν πιστέψουμε όσα διαβάζουμε για τον επαναληπτικό με την Γουλβς-- θα χρειαστεί να βρίσκεται σε εγρήγορση για διάστημα που ξεπερνά τον έναν χρόνο (και η διακοπή του Μαρτίου, με την αβεβαιότητα του πότε και αν θα ξαναμπούν οι ποδοσφαιριστές σε αγωνιστική δράση, κάθε άλλο παρά διακοπές φαντάζομαι πως ήταν -- και ας μην ξαναλέμε πως όσο και να πληρώνονται αδρά και όσο και αν είναι επαγγελματίες, παραμένουν άνθρωποι με πεπερασμένα όρια).
Οι προκλήσεις παραμένουν ίδιες: η κατάκτηση του πρωταθλήματος (και καλό θα είναι να θεωρούν όλοι ότι η διαφορά είναι στους +7), του κυπέλλου (το 3-2 είναι σκορ που εύκολα ανατρέπεται, ειδικά με όσα είχαν δείξει οι δύο ομάδες κατά την διάρκεια της χρονιάς) και όσο μακριά μπορεί να φτάσει στο Europa (προφανώς το να αποκλείσεις για δεύτερη φορά αγγλική ομάδα στην έδρα της, με το σκορ του πρώτου αγώνα να μην είναι θετικό, μόνο εύκολο δεν είναι).
Στα υπόλοιπα: όπως ήδη ανέφερα, δεν έχω ιδέα σε τι κατάσταση θα εμφανιστούν οι παίκτες. Θεωρητικά, τα πλέι-οφ αποτελούν μια χρυσή ευκαιρία για την επιστροφή (μετά τον καλοκαιρινό τραυματισμό και την εσωτερική τιμωρία) του Κώστα Φορτούνη στη θέση του ηγέτη. Οι πέντε αλλαγές που θα επιτρέπονται σε κάθε αγώνα, εκτός από το προφανές ότι μπορεί να βοηθήσουν στο να αποφευχθούν μυϊκοί τραυματισμοί, θα δώσουν ίσως την ευκαιρία σε κάποιους παίκτες να δείξουν αν έχουν μέλλον στον Ολυμπιακό (όχι τόσο στους φιλάθλους, αλλά στην τεχνική ηγεσία): Καφού, Γκασπάρ και Μπρούνο (αν είναι έτοιμος) πρέπει να δείξουν κάποια πράγματα (ο Μορ έχω την αίσθηση πως είναι τελειωμένη περίπτωση).
Και, αναπόφευκτα, με το ημερολόγιο να δείχνει Ιούνιο, δεν μπορεί παρά να επιστρέψει επιτακτικά στο κάδρο και το θέμα των μεταγραφών: αν για τους Καφού, Γκασπάρ και Μπρούνο μένει να δούμε αν κάνουν για τον Ολυμπιακό, τα ανοιχτά μέτωπα της παραμονής των Ομάρ και Χασάν (που, αντικειμενικά, κάλυψε με μεγάλη επιτυχία τη θέση του αναπληρωματικού επιθετικού), της προ-covid βέβαιης αποχώρησης του Τσιμίκα (που η νέα οικονομική πραγματικότητα ελπίζω να φρενάρει), καθώς και όποιας άλλης αποχώρησης (ο Σεμέδο, για παράδειγμα, δείχνει αποφασισμένος να πιέσει για την αποχώρησή του) είναι ζητήματα που πιθανότητα θα τρέχουν παράλληλα με την κορύφωση των αγωνιστικών υποχρεώσεων.
Προσωπικά, πάντως, και ανεξάρτητα από τις προσθαφαιρέσεις στο ρόστερ, η μεγαλύτερή μου επιθυμία πραγματοποιήθηκε με την παραμονή του Μαρτίνς στο τιμόνι της ομάδας. Ο Πορτογάλος Γούναρης, ο προπονητής που απέναντί του ήμουν πιο επιφυλακτικός από κάθε άλλον (μεγαλώνοντας γίνομαι όλο και πιο προσεκτικός), νομίζω ότι είναι η σημαντικότερη εγγύηση πως η ομάδα θα συνεχίσει να δουλεύει σωστά (και ο Μαρτίνς --από την επιμονή για την απόκτησή του μέχρι την πρόσφατη ανανέωση-- αποτελεί, προφανώς, εύσημο και για τη διοίκηση).
Και ένα σχετικό-άσχετο για το τέλος: έχοντας περάσει πλέον τα σαράντα, όλο και περισσότερο αντιλαμβάνομαι πως η αγάπη για την ομάδα δεν προϋποθέτει μίσος για τον αντίπαλο. Ο οπαδικός μικρόκοσμος, όπως και όλα τα κοινωνικά υποσύνολα, έχει δικούς του κανόνες και κώδικες συμπεριφοράς που οι απέξω αδυνατούν να κατανοήσουν. Όσο, πάντως, το επίπεδο βίας αναβαίνει, τόσο γίνεται πιο αναπόφευκτο να υπάρξει και άλλος νεκρός (και όχι “να υπάρξει νεκρός”: την φετινή χρονιά υπάρχει ήδη ένας, ο οποίος δεν είναι ο “Βούλγαρος οπαδός της Μπότεφ”, αλλά ο 28χρονός Τόσκο Μποζατζίσκυ).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου