Δευτέρα 20 Ιανουαρίου 2020

Η νίκη επί του Άρη... και κάμποσα ακόμα

O Ολυμπιακός, παίζοντας, κατά διαστήματα, πολύ καλό επιθετικό ποδόσφαιρο, αλλά και με αμυντικά προβλήματα, νίκησε τον Άρη με 4-2, και ετοιμάζεται για τα εκτός έδρας παιχνίδια με ΟΦΗ και ΑΕΚ.









Του Dr. Jekyll

Ας ξεκινήσουμε από τα αρνητικά: για έναν ακόμα αγώνα η άμυνα του Ολυμπιακού δεν ενέπνευσε εμπιστοσύνη. Τόσο ο Σεμέδο (ίσως να πραγματοποίησε το χειρότερό του παιχνίδι με τη φανέλα του Ολυμπιακού), όσο και ο Σα έδειξαν να έχουν έλλειψη συγκέντρωσης και έκαναν αβίαστα λάθη. Ο μεν Σεμέδο (ο οποίος, πάντως, έχει την πολύ καλή κίνηση στο, πολύ καλό, κόρνερ του Βαλμπουενά, από το οποίο ξεκίνησε το πρώτο μας γκολ) πούλησε αβίαστα την μπάλα τέσσερις φορές (και πραγματικά αναρωτιέμαι πώς θα είχαν αντιδράσει οι κεντρικές θύρες αν αντίστοιχα μαζεμένα λάθη είχε κάνει ο Μεριά), ενώ και ο τερματοφύλακάς μας δεν βρέθηκε σε καλή ημέρα, με αποκορύφωμα τη λανθασμένη του έξοδο στο γκολ του Άρη που ακυρώθηκε ως οφσάιντ (και έχω ξαναγράψει ότι είναι σαν να δημιουργούν ανασφάλεια οι κεντρικοί αμυντικοί στον τερματοφύλακα και το αντίστροφο).

Ο Άρης είναι πράγματι μια από τις καλύτερες μεσοεπιθετικά ομάδες του πρωταθλήματος, αλλά και πάλι δεν δικαιολογούνται οι πολλές μεγάλες ευκαιρίες, τα δύο γκολ και κάμποσες ακόμα φάσεις που θα μπορούσαν να είχαν γίνει ευκαιρίες. Θυμίζω ότι ο Ολυμπιακός έδειξε προβλήματα στις στημένες φάσεις ακόμα και απέναντι στην Καλαμάτα (αν και εκεί, υπάρχουν οι δικαιολογίες της πειραματικής σύνθεσης και της χαμηλής δυναμικότητας του αντιπάλου). Το ζήτημα, όμως, παραμένει: τόσο ο Σεμέδο όσο και ο Σα, από τους μεγάλους πρωταγωνιστές των καλοκαιρινών προκριματικών, πρέπει να συνέλθουν άμεσα, αφού ισάξιοι αντικαταστάτες τους δεν υπάρχουν. Το μοντέλο «πολλά γκολ μπροστά και ας φάμε λίγα πίσω» μπορεί να λειτουργήσει σε πολλούς από τους αγώνες της Super League, αλλά είναι απίθανο να φανεί λειτουργικό σε ντέρμπι και Ευρώπη (και εκτός από τους αγώνες σε ΟΑΚΑ, Τούμπα και με Άρσεναλ, που πλησιάζουν, ο Ολυμπιακός θα έχει φέτος και τα πλέι-οφ).

Κατά τ΄άλλα: πολύ καλή εμφάνιση από τον Ομάρ (με κερασάκι στην τούρτα, το καταπληκτικό γκολ), που --θυμίζω-- δεν έχει ανανεώσει το συμβόλαιό του και έχει δικαίωμα να διαπραγματευτεί ελεύθερη μεταγραφή (προφανώς για καλοκαίρι), καλή εμφάνιση (μία ακόμα) από τον Τσιμίκα και σταθερότητα από τον Μπα, που δεν πρόκειται για ηγέτη, αλλά δεν κάνει λάθη και αυτό φέτος φαίνεται πολύτιμο για το κεντρικό μας αμυντικό δίδυμο. Καλός ο Γκιγιέρμε, που ανοίγει το σκορ, και αποδεικνύει γιατί είναι πολύτιμος και αναντικατάστατος στην ομάδα. Καλό παιχνίδι, στην ανάπτυξη, για τον Καμαρά, πιο μέτριος στα ανασταλτικά του καθήκοντα. Σταθερός στο “6” και ο Μπουχαλάκης, που, όπως πρέπει να αποδεχτούμε, σε παιχνίδια που ο αντίπαλος έχει γρήγορους μέσους θα έχει προβλήματα.

Πολύ καλός, στα μάτια μου και ο Μασούρας: βγάζει δύο καταπληκτικές σέντρες (με τη μία, παραλίγο να χριστεί σκόρερ με κεφαλιά ο Βαλμπουενά) και συνεχίζει να δίνει πολύτιμες βοήθειες πίσω (νομίζω πως δεν είναι τυχαίο ότι και ο Ομάρ με τον Μασούρα μπροστά του είχε περισσότερες και καλύτερες προωθήσεις). Καλός και ο Ελ Αραμπί, που πρόσθεσε ένα ακόμα γκολ στο ενεργητικό του (αν και έχω την αίσθηση ότι θα μπορούσε να είχε γίνει και πιο επικίνδυνος). Σπουδαίο παιχνίδι από τον Βαλμπουενά: από τα πόδια του η εκτέλεση του κόρνερ που ο Ολυμπιακός ανοίγει το σκορ (κεφαλιά του Σεμέδο στο πρώτο δοκάρι, απόκρουση και γκολ για τον Γκιγιέρμε), καταπληκτική μακρινή μπαλιά για το τέρμα του Ομάρ και κερδισμένο (και εύστοχα εκτελεσμένο) πέναλτι.

Λίγα πράγματα στον λίγο χρόνο συμμετοχής για τις αλλαγές: οι Λοβέρα (70΄, Βαλμπουενά), Σουντανί (80΄, Ελ Αραμπί) και Λάζαρος (84΄, Γκιγιέρμε) δεν έκαναν κάτι αξιοσημείωτο. Οι αλλαγές, πάντως, μάλλον έγιναν λίγο αργά, αν σκεφτούμε τη διαβολοβδομάδα που έρχεται: ο Ολυμπιακός την Τετάρτη αγωνίζεται στο Ηράκλειο κόντρα στον ΟΦΗ και την Κυριακή στο ΟΑΚΑ απέναντι στον Δικέφαλο της Καρδιάς μας. Το φετινό πρωτάθλημα έχει πολύ δρόμο ακόμα, αλλά ο Ολυμπιακός του Μαρτίνς πρέπει να αποδείξει ότι δεν έχει πρόβλημα ούτε με τους εκτός έδρας αγώνες, ούτε με τα ντέρμπι. Στα δικά μου μάτια, οτιδήποτε λιγότερο από 4 βαθμούς στα δύο αυτά παιχνίδια είναι αποτυχία (και ως τέτοια πρέπει να λογίζεται από τη στιγμή που ο βασικός σου ανταγωνιστής για τον τίτλο στα αντίστοιχα παιχνίδια πήρε 4 βαθμούς).

Και έστω και καθυστερημένα, λίγα λόγια για τα παιχνίδια με Λαμία (0-4) και Καλαμάτα (4-1), όσο και αν το δεύτερο δεν μπορεί να αποτελεί σοβαρό κριτήριο για παίκτες και συστήματα. Αρχικά για τη Λαμία: ο Ολυμπιακός πήρε τη νίκη σε μια δύσκολη έδρα, με εμφατικό σκορ (και αυτό καλό είναι να τονίζεται, ειδικά όταν αρκετοί έχουμε αμφιβολίες για την ικανότητα του Μαρτίνς να προετοιμάζει την ομάδα ψυχολογικά για τα εκτός έδρας παιχνίδια). Ο Ελ Αραμπί φαίνεται να είναι ο παίκτης που ψάχναμε για την κορυφή της επίθεσης (και, με βεβαιότητα, ανώτερος από όσους είδαμε σε αυτή τη θέση τα τελευταία χρόνια). Ο Βαλμπουενά είναι πολύτιμος για τον φετινό Ολυμπιακό, ειδικά από τη στιγμή που δεν υπάρχει (ακόμα) ο Φορτούνης: με δική του, συστημένη, σέντρα, άνοιξε το σκορ (το σημαντικότερο στους αγώνες με αντίπαλο που στήνει πούλμαν είναι να πετύχεις το πρώτο γκολ -- στο χαμηλής ποιότητας ελληνικό πρωτάθλημα, πολύ συχνά ο αντίπαλος δεν έχει καν πλάνο αντίδρασης). Επίσης: σε παιχνίδια με αντίπαλο που δεν έχει ποιότητα στο κέντρο, η απουσία του Γκιγιέρμε δεν γίνεται τόσο αισθητή (και γι' αυτό θα μπορούσε --και μπορεί-- να πάρει ανάσες σε κάποια παιχνίδια), με αντίπαλο, όμως, έστω της δυναμικής του Παναθηναϊκού, δεν υπάρχει αντικαταστάτης του.

Για τον επαναληπτικό με την Καλαμάτα: ο Λάζαρος μπορεί να προσφέρει μέσα στη χρονιά, αλλά ακόμα δεν βγάζει ενενηντάλεπτο (το ίδιο, προφανώς, ισχύει για τον Φορτούνη). Ο Λοβέρα βρίσκει καλύτερα τα πατήματά του (η άμυνα --ξέφραγο αμπέλι-- της Καλαμάτας, πάντως, δεν προσφέρεται για βέβαια συμπεράσματα -- είναι αμφίβολο αν, ακόμα και απέναντι στον χειρότερο της Super League, θα βρεις τέτοιους αεροδιάδρομους μπροστά από τη μεγάλη τους περιοχή). Ο Ραντζέλοβιτς πρέπει να πάρει αγώνες, όπως και ο --πολύ καλός-- Κούτρης. Ο Μεριά ξέρει μπάλα (με εξαίρεση τον Σεμέδο, είναι ο ποιοτικότερος κεντρικός αμυντικός μας): ο Μαρτίνς σπάνια κάνει πειράματα και έχει ενδιαφέρον το γεγονός ότι δύο από τις ελάχιστες φορές αυτά αφορούν στον Μεριά, πέρσι που (αποτυχημένα) τον δοκίμασε ως δεξί μπακ, και στο παιχνίδι της Τετάρτης που τον δοκίμασε αμυντικό χαφ.

Τον Μεριά τον είχα σε εκτίμηση (προσωπικά, θεωρούσα ότι είναι με διαφορά ο καλύτερος για τη θέση του παρτενέρ του Σεμέδο). Η άποψή μου άλλαξε: όχι λόγω των λαθών του, με αποκορύφωμα το λάθος απέναντι στην Τότεναμ, αλλά λόγω της αδυναμίας του να διαχειριστεί ψυχολογικά αυτά τα λάθη. Αν βρίσκω μια φορά προβληματική την αδυναμία διαχείρισης του Σισέ (24 ετών) και Καμαρά (22 ετών), δεν μπορώ να την δικαιολογήσω σε έναν παίκτη που πλησιάζει τα 27. Δυστυχώς, η θέση του κεντρικού αμυντικού, αλλά και του αμυντικού χαφ, δεν συγχωρεί τα λάθη. Αν το πρώτο σου λάθος ακολουθούν άλλα τέσσερα, όχι λόγω ανικανότητας, αλλά λόγω ψυχολογίας, τότε σίγουρα δεν μπορείς να παίξεις σε αυτές τις θέσεις.

Ολοκληρώνοντας για την Τετάρτη: ανάμεσα σε Χασάν και Γκερέρο, προτιμώ τον Ισπανό. Όχι απλά επειδή θεωρώ ότι είναι γενικότερα καλύτερος παίκτης (άλλωστε ο Χασάν είχε καλύτερη επαφή με τα δίχτυα, κομβικό για την αξία ενός επιθετικού), αλλά επειδή είναι διαφορετικού στιλ από τον Ελ Αραμπί. Αν η πρώτη σου επιλογή πίσω από τον Ελ Αραμπί είναι ένας παίκτης ίδιου στιλ, που τα κάνει, όμως, όλα λίγο χειρότερα, δεν νομίζω ότι στα παιχνίδια που δεν ευνοείται αυτό το στιλ επιθετικού θα μπορέσει να δώσει λύσεις ο Αιγύπτιος. Προφανώς, όμως, θα πρέπει και ο Γκερέρο να --θέλει να-- συμβιβαστεί με τον ρόλο της «καθαρής» ρεζέρβας (οι επιδόσεις του Ελ Αραμπί δεν επιτρέπουν συχνό rotation).

Λίγα λόγια και για τις μεταγραφές: μετά τον αγώνα με την Καλαμάτα, ο Μαρτίνς τόνισε, με όλους τους τρόπους, ότι αυτό που τον ενδιαφέρει είναι η ομάδα να μείνει ως έχει και να τελειώσει η μεταγραφική περίοδος. Σε μια ομάδα που είναι καλυμμένη σε όλες τις θέσεις (προφανώς με παίκτες διαφορετικής ποιότητας -- οι δύο ισάξιες ενδεκάδες υπάρχουν μόνο στη φαντασία των δημοσιογράφων και τις επιθυμίες των οπαδών), εκτός των αναπληρωματικών του Γκιγιέρμε και του Σα, δεν το βρίσκω υπερβολή: με τα χρήματα που ο Ολυμπιακός μπορεί να διαθέσει, στη χειμερινή --τονίζω-- μεταγραφική περίοδο, είναι αμφίβολο αν θα μπορέσει να αποκτήσει παίκτη που θα προσφέρει περισσότερα από τους ήδη υπάρχοντες. Ακόμα και για το κέντρο της άμυνας, δεν είμαι αισιόδοξος ότι θα μπορέσει να βρεθεί παίκτης που θα προσφέρει άμεσα περισσότερα από όσα μπορούν οι Αβραάμ, Μπα, Σισέ και Μεριά.

Με εξαίρεση, λοιπόν, τη θέση έξι (γιατί για μπακ απ του Σα δεν νομίζω ότι θα γίνει κίνηση), ο Ολυμπιακός μπορεί να μείνει ως έχει (και αυτή είναι η εκπεφρασμένη θέληση του Μαρτίνς). Με αφορμή, λοιπόν, τα σενάρια για Τσιμίκα, αλλά και την αρθρογραφία που προσπαθεί να πείσει για το αναπόφευκτο, και την αναγκαιότητα, μιας τέτοιας μεταγραφής: πολλές φορές έχω υπερασπιστεί τη διοίκηση για τις πωλήσεις (έχοντας ομηρικές διαφωνίες ακόμα και μέσα στο biancorossi): ο Ολυμπιακός πρέπει να πουλάει, αφού, εκτός από το οικονομικό αντάλλαγμα, αυτή είναι, στη συντριπτική πλειοψηφία των περιπτώσεων, η επιθυμία του παίκτη -- και του μάνατζερ (για να μην ξεχνιόμαστε), ενώ είναι ένας --πιο-- σίγουρος δρόμος για να έρχονται αξιόλογα νέα ταλέντα, αφού θα γνωρίζουν (αυτοί και οι μάνατζερ τους -- για να μην ξεχνιόμαστε) ότι ο Ολυμπιακός είναι μια καλή βιτρίνα και δεν θα τους κόψει τον δρόμο.

Πολλές φορές, ο Ολυμπιακός οφείλει να αποδεχτεί μια πρόταση που, αντικειμενικά, υπερκαλύπτει την αξία του παίκτη, όπως αυτή του Ρέτσου, τη στιγμή που η αξία του ποδοσφαιριστή έχει χτυπήσει ταβάνι (μην ξεχνάμε ότι ο Ολυμπιακός παραμένει ομάδα της Ελλάδας). Πίστευα, και πιστεύω, ότι ο Ολυμπιακός έπρεπε να είχε δώσει το καλοκαίρι τον Σισέ: έχει τρομερές σωματικές ικανότητες, αλλά είναι επιπόλαιος. Ο Ολυμπιακός δεν φαίνεται να έχει τις υποδομές για να εστιάσει τόσο πολύ σε έναν παίκτη και τα προβλήματα ψυχολογίας του (και το ίδιο ισχύει, σαφώς σε μικρότερο βαθμό, για τον Καμαρά). Οι ξένοι σύλλογοι μπορεί να διαθέσουν ένα μεγάλο (για ελληνικά δεδομένα) ποσό, προκειμένου να επενδύσουν ότι θα βελτιώσουν έναν τέτοιο παίκτη, όσο είναι μικρός. Όσο μεγαλώνει και η επιπολαιότητά (ή, γενικότερα, τα μειονεκτήματά του) παραμένει, το ποσό αυτό συνέχεια θα μειώνεται -- όπως θα μειώνεται και η δυνατότητα του Ολυμπιακού να ρισκάρει αγωνιστικά με τη συμμετοχή του επιπόλαιου παίκτη.

Για να μην μακρηγορώ: δεν θα μου άρεσε, αλλά θα μπορούσα να καταλάβω την άμεση πώληση -για ένα πολύ μεγάλο ποσό- του Καμαρά. Είναι πολύ καλός παίκτης, έχει τεράστιο ταβάνι (το οποίο, σε καμία περίπτωση, δεν θα φτάσει παραμένοντας στον Ολυμπιακό) και έχει χτυπητές αδυναμίες, που δύσκολα θα διορθωθούν στην Ελλάδα. Αν έρθει μια πρόταση που, για την κρίση του συλλόγου, είναι το ταβάνι του, θα αντιλαμβανόμουν (το τεράστιο λάθος σε ενδεχόμενη πώληση του Καμαρά είναι πως αυτός και οι Γκιγιέρμε, Μπουχαλάκης είναι οι μόνοι τρεις παίκτες του ρόστερ για δύο θέσεις στην ενδεκάδα) την πώλησή του. Στην περίπτωση του Τσιμίκα, όμως, βλέπω τα πράγματα εντελώς διαφορετικά.

Ο Τσιμίκας είναι, από τα καλοκαιρινά προκριματικά έως και σήμερα, ένας από τους καλύτερους παίκτες (αν κριτήριο ήταν η σταθερότητα, θα έλεγα, αυτόν και τον Γκιγιέρμε). Με λίγα λόγια, έχεις έναν ολοκληρωμένο παίκτη (μπορεί στα μάτια του κόσμου να διακρίνεται για τη συνεισφορά του στην επίθεση, αλλά τον θεωρώ ακόμα σημαντικότερο για την αμυντική λειτουργία), ο οποίος έξι μήνες τώρα (από τα μέσα Ιουλίου) είναι μονίμως στους διακριθέντες. Αυτόν τον παίκτη, με ανοικτό το μέτωπο του πρωταθλήματος, αλλά και της Ευρώπης, δεν τον παραχωρείς Ιανουάριο, παρά μόνο για μια εξωπραγματική πρόταση (ναι, στο δικό μου μυαλό, μόνο με μια πρόταση που μπροστά είχε το «τρία» θα έπρεπε η διοίκηση να ξεκινούσε να μπει σε διαδικασία σκέψης για ενδεχόμενη άμεση πώληση).

Το επαναλαμβάνω: σε αντίθεση με Σισέ και Καμαρά (ακόμα και με τον Ποντένσε, που, όπως για τον Καμαρά, δεν θα ήθελα καθόλου να αποχωρήσουν τώρα -- με τον Ολυμπιακό να διεκδικεί πρωτάθλημα) ο Τσιμίκας φαίνεται πολύ πιο ολοκληρωμένος για τη θέση που αγωνίζεται. Το καλοκαίρι απέχει λίγους μήνες (μέσα στους οποίους ο Ολυμπιακός θα κληθεί να πετύχει τους στόχους του) και τότε θα μπορεί να ξαναγίνει κουβέντα, αφού, πράγματι, η οικονομική πραγματικότητα και η επιθυμία του παίκτη (και του μάνατζερ -- για να μην ξεχνιόμαστε) καθιστούν αναπόφευκτες τις πωλήσεις. Ακόμα και αν --που, προσωπικά, δεν το πιστεύω-- η αξία του Τσιμίκα πέσει λίγα εκατομμύρια μέχρι τότε (το κυρίαρχο επιχείρημα υπέρ της άμεσης πώλησης του είναι ότι τον Ιανουάριο οι ομάδες καίγονται για να καλύψουν τα κενά τους και πληρώνουν υπεραξίες), θεωρώ ότι ο Ολυμπιακός έχει πολλά περισσότερα να κερδίσει (ακόμα και οικονομικά) με την παραμονή του. Στα κέρδη, πάντως, ας προσθέσουμε και την επιθυμία του κόσμου, αλλά και την ικανοποίηση του Μαρτίνς ότι δεν παίρνεις από τα χέρια του ένα από τα βασικότερα γρανάζια της φετινής περιόδου, με την ομάδα να διεκδικεί όλους τους στόχους της.

Και ένα μικρό σχόλιο για το ζήτημα συνιδιοκτησίας ΠΑΟΚ και Ξάνθης. Πιθανολογώ, από όσα διαβάζω, ότι η Ξάνθη θα την πατήσει, όσον αφορά στη μεταβίβαση των μετοχών, και μάλλον θα υποβιβαστεί. Θεωρώ, όμως, εντελώς απίθανο το ίδιο να συμβεί με τον ΠΑΟΚ (στο ζήτημα της συνιδιοκτησίας): για όσους ενδιαφέρονται, τα στοιχεία πράγματι οδηγούν σε αυτό το συμπέρασμα (και από αυτή την πλευρά, δηλαδή μόνο και μόνο για το ξεμπρόστιασμα, καλά έκανε και το κυνήγησε ο Ολυμπιακός). Δεν αρκεί, αυτό, όμως για να δέσει και μια υπόθεση νομικά: οι «παράξενες» διαδρομές χρημάτων, περισσότερο νομίζω ότι θα απασχολήσουν για πιθανές οικονομικές παραβάσεις, ενώ οι μικρές υπέροχες λεπτομέρειες, όπως ότι ο προπονητής της Ξάνθης δεν γνώριζε ότι ο Ζίβκοβιτς είχε υπογράψει στον ΠΑΟΚ (ακόμα και να μην υπήρχε η υποψία για «αλλόκοτα» λάθη, είναι πολύ πιθανό να μην τον επέλεγε σε αυτό το παιχνίδι) ή ότι η Ξάνθη --διαβάζω-- πουλούσε τα εισιτήρια για το μεταξύ τους αγώνα στην Τούμπα και μετακίνησε ακόμα και διαρκείας της για να έχουν φιλόξενο κλίμα οι οπαδοί του ΠΑΟΚ, δεν αποτελούν αποδείξεις.

Ακόμα, όμως, και να προκύψουν πολύ ισχυρές ενδείξεις (αμφιβάλω ότι το νομικό επιτελείο του Ιβάν θα φέρεται τόσο αλαζονικά όσο ο Γιωργάκης ή τόσο τσαπατσούλικα, ώστε να έχει κάνει τόσο κραυγαλέα λάθη και να έχει αφήσει απτές αποδείξεις της συνιδιοκτησίας) δεν νομίζω πως υπάρχει κυβέρνηση που θα τολμούσε να υποβιβάσει το --μονίμως-- χαϊδεμένο σωματείο της Θεσσαλονίκης (και για να είμαστε ειλικρινείς, καμία από τις --λέμε τώρα-- Big 4). Η μόνη από τις (θεωρητικά) μεγάλες ομάδες που έπεσε κατηγορία είναι η ΑΕΚ, και γιατί αγωνιστικά ήταν για να πέφτει, αλλά κυρίως επειδή αυτή ήταν η επιλογή του μεγάλου ευεργέτη της (αφού πρόεδρος, όπως μάθαμε και για τον Σαββίδη, δεν είναι), προκειμένου να την αποκτήσει τζάμπα και χωρίς χρέη (και αυτό έγινε και με τις ευλογίες του Δημοσίου)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου