Τρίτη 5 Μαρτίου 2019

Γκούμας και Ολυμπιακός: μια άγνωστη κρυφή σχέση

Την τελευταία ημέρα του Φεβρουαρίου του 1992 ο Βασίλης Γκούμας, παρά τους συνολικά 11.000+ πόντους της καριέρας του, έχασε την πρωτοκαθεδρία στον πίνακα των σκόρερ όλων των εποχών στην ιστορία του ελληνικού μπάσκετ. Τον ξεπέρασε ο Νίκος Γκάλης. 










Μπορεί ο Γκούμας να βρίσκεται πίσω από τον Γκάλη από πλευράς σκοραρίσματος, αλλά από πλευράς προσωπικότητας επισκιάζει σχεδόν τους πάντες ή τουλάχιστον δεν υστερεί μπροστά σε κανένα. Είναι ο πρώτος Έλληνας μπασκετμπολίστας που επέκρινε διαρκώς και ανοιχτά την ΕΟΚ και δεν δίστασε να συγκρουστεί μετωπικά, περισσότερο από όλους, με αυτήν και προσωπικά με τον Βασιλακόπουλο, με αποτέλεσμα να τιμωρηθεί κατ’ επανάληψη.

Η απάντηση του στις ποινές: «Ακόμη και αν έφταιξα, ακόμη και όπου έφταιξα είχα περισσότερο δίκιο από αυτούς που με τιμώρησαν και γι’ αυτό ποτέ δεν δέχτηκα να με τιμωρούν άτομα χειρότερα από μένα».

Ο αυτοκράτορας Μπίλαρος αποτελεί μια ατέλειωτη πηγή σπάνιας αξίας αναμνήσεων για όσους τον έχουν δει να αγωνίζεται όπως είχα την τύχη επί χρόνια. Ακόμη όμως και οι πάμπολλες επεισοδιακές του στιγμές ήταν ιδιαίτερα εντυπωσιακές, ξεχωριστές και αξέχαστες.

Όπως πολλοί θα γνωρίζετε, παρά την τεράστια αγωνιστική του αξία, ο Γκούμας δεν κατέκτησε παρά μόνο ένα και μοναδικό τίτλο στη δύση της καριέρας του, με την ΑΕΚ. Παρ’ όλα αυτά δεν δέθηκε ιδιαίτερα με την ομάδα αυτή (την ΑΕΚ). Πήγε εκεί περισσότερο για να δει προσωπικά, πριν το τέλος της καριέρας του, πώς είναι να αγωνίζεσαι σε μια παραδοσιακή μεγάλη δύναμη του ελληνικού μπάσκετ, γιατί τέτοια ήταν στο μυαλό του η ΑΕΚ, όπως τη γνώρισε ο Βασίλης, ιδίως στις δεκαετίες της ακμής του (1960 και 1970).

Φαντασθείτε ότι ακόμη και μετά από την κατάκτηση το 1981 του συγκεκριμένου --μοναδικού για τον ίδιο—τροπαίου, όχι μόνο δεν είχε ενθουσιαστεί, αλλά είχε τσατιστεί τόσο που προβληματιζόταν έντονα αν θα έπρεπε να εμφανιστεί στην απονομή, επειδή MVP είχε αναδειχθεί ο ξενόφερτος τουρίστας Κερτ Ράμπις ή Ραμπίδης και όχι ο ίδιος, αυτός που είχε σφραγίσει ανεξίτηλα μια μακρά εποχή στο ελληνικό μπάσκετ, αυτός που, στο κάτω-κάτω, είχε πετύχει στον τελικό πάνω από 30 πόντους. Για τον Γκούμα, αυτό που είχε γίνει τότε ήταν μια ανεπίτρεπτη και ασυγχώρητη ασέβεια σε βάρος του.

Στο γεγονός ότι δεν δέθηκε ιδιαίτερα με την ΑΕΚ μπορεί να έφταιξαν και τα επεισόδια (στα οποία είχε πρωταγωνιστήσει πολύ και ο ίδιος) στους αγώνες του Πανελληνίου με την ΑΕΚ, που ήταν τα συχνότερα-περισσότερα συγκριτικά με όλες τις άλλες ομάδες αντιπάλους του ΠΓΣ. Πράγματι οι αγώνες μεταξύ Πανελληνίου και ΑΕΚ κατά κανόνα ήταν «αίμα και άμμος». Το γήπεδο μετατρεπόταν τις περισσότερες φορές σε αρένα, με συρράξεις μεταξύ παικτών (κυρίως) αλλά και οπαδών, καθώς μάλιστα τότε ο Πανελλήνιος είχε μια τάση να κατεβάζει συχνά στο γήπεδο, ανάμεσα στους θεατές, και αθλητές στίβου και δη ρίψεων, παλαιστές, πυγμάχους και άλλους βαρέων και δυναμικών αθλημάτων. Ίσως να έπαιξε κάποιο ρόλο στην αντιπάθεια προς την ΑΕΚ και η μεγάλη φιλία του Γκούμα με τον Γιώργο Κολοκυθά, ηγέτη των πράσινων, οι οποίοι είχαν για βασικό τους ανταγωνιστή εκείνη την εποχή τον δικέφαλο.

Αν υπήρχε μια ομάδα που έμπρακτα συμπάθησε ο Γκούμας, αυτή ήταν ο Ολυμπιακός. Σε όλη του τη ζωή, είχε ένα κρυφό δέσιμο με την ομάδα μας. Δεν ήταν κάτι, που έβγαινε ρητά, καθαρά και σαφώς μέσα από δηλώσεις, συνεντεύξεις και εξομολογήσεις του ίδιου, αν και κάποτε δεν κρατήθηκε και, μετά την πρόκριση του Ολυμπιακού στο Final Six των πρωταθλητριών το 1979, δήλωσε καθαρά ότι ο Ολυμπιακός απέδειξε στην ομοσπονδία, αλλά και σε όλους όσους ασχολούνται με το άθλημα, ότι αυτός ήταν που «μόνος του καθάρισε για όλο το ελληνικό μπάσκετ».

Βλέπετε δεν ταιριάζανε σε ένα αυτοκράτορα λόγια και πράξεις που εκδηλώνανε συναίσθημα ή προτίμηση σε μια ομάδα. Μια σούπερ ηγετική και πρωταγωνιστική μορφή σαν τον Γκούμα δεν έπρεπε να δείχνει, ούτε να εμφανίζεται ότι αγαπά, κολακεύει ή γλύφει κάποια ομάδα ή κάποιο άτομο. Περίμενε από τους άλλους ομάδες ή πρόσωπα να τον πλησιάζουν, να τον θαυμάζουν και να τον αποθεώσουν. Δεν είχε ανάγκη ο ίδιος να πλησιάζει, να θαυμάζει και να αποθεώσει κανένα. Γιατί ήταν ο Γκούμας, one of a kind. Ήταν πάντοτε τρομερά ευθύς, σιχαινόταν την υποκρισία και οι όροι «πολιτική» και «διπλωματία» απουσίαζαν μόνιμα από τη συμπεριφορά του.

Θα προσπαθήσω να τεκμηριώσω όσο μπορώ αυτό που λέω για την κρυφή και άγνωστη σχέση του με τον Ολυμπιακό. Μια σχέση που ξεκίνησε από τότε που ήταν παιδί, συνεχίστηκε στην εφηβική και νεανική του ζωή και δεν σταμάτησε ακόμη και όταν εξελίχτηκε σε ανδρική ηλικία σε ένα από τους μεγαλύτερους, όχι μόνο έλληνες, αλλά και ευρωπαίους μπασκετμπολίστες.

Κατ’ αρχάς, από παιδί του δημοτικού στην πατρίδα του τον Βόλο είχε γραφτεί στον Ολυμπιακό Βόλου, όπου έκανε τα πρώτα του αθλητικά βήματα, μολονότι συνήθισε να παίζει σε ανοιχτά γηπεδάκια άλλων ομάδων της πόλης. Και όλοι καταλαβαίνουμε ότι κατά κανόνα οι παιδικές και άδολες προτιμήσεις και επιλογές τις περισσότερες φορές αποκαλύπτουν τις μύχιες ή δημιουργούν τις πραγματικές αγάπες.

Αλλά και αργότερα όταν η σούπερ ατίθαση και γεμάτη παραπτώματα συμπεριφορά του Γκούμα στην Αθήνα και στον Πανελλήνιο τον ανάγκασε, λόγω των κυρώσεων και περιορισμών (εκπαιδευτικών και αθλητικών), να αυτοεξοριστεί σε νεανική-εφηβική ηλικία στην Αφρική --αρχικά στη Νότια Αφρική και μετά στην Αιθιοπία--, πάλι σε Ολυμπιακό κατέληξε.

Έπαιξε κατά τη διετία 1964-1966 στην ομάδα μπάσκετ του Ολυμπιακού Αντίς Αμπέμπα της ελληνικής ομογένειας, εκεί, όπου, όπως ο ίδιος έχει κατηγορηματικά αναγνωρίσει, διαμόρφωσε σωστότερα από οπουδήποτε αλλού, μέχρι τότε, τον χαρακτήρα του. Εκεί (στον Ολυμπιακό Αντίς Αμπέμπα) έγινε από ατίθασο αγρίμι άνθρωπος, όπως παραδέχτηκε και ο ίδιος.

Για τον Ολυμπιακό Αντίς Αμπέμπα έχουμε μιλήσει όταν είχαμε αναφερθεί στο αφιέρωμά μας στο δεύτερο πρωτάθλημα Ελλάδας, που κατέκτησε ο Ολυμπιακός στο μπάσκετ το 1960. Τότε ο Ολυμπιακός Αντίς Αμπέμπα είχε συμμετάσχει στην τελική φάση του πανελλήνιου πρωταθλήματος.

Ήταν άραγε μια τυχαία επιλογή ο Ολυμπιακός της ελληνικής παροικίας στην Αιθιοπία; Άραγε ο Ολυμπιακός Αντίς Αμπέμπα τυχαία είχε ονομαστεί έτσι; Μήπως κατά τύχη ή λόγω συγκυρίας έφερε αυτό το όνομα και είχε ερυθρόλευκα χρώματα; Μήπως ήταν μια ασυνείδητη πράξη ή απλώς μια μίμηση, άνευ άλλης σημασίας;
Ας δούμε τα πράγματα από πιο κοντά.

Ο αθλητικός οργανισμός, ο οποίος ονομάστηκε Ολυμπιακός Αντίς Αμπέμπα, που καλλιέργησε και εξακολουθεί να καλλιεργεί τον αθλητισμό στην Αιθιοπία, αλλά και να διαδραματίζει σπουδαίο ευρύτερο πολιτιστικό και κοινωνικό ρόλο στην χώρα ιδρύθηκε τον Μάρτη του 1943. Ο βασικός αθλητικός του άξονας όπως εύλογα ανέμενε κανείς ήταν επηρεασμένος από το ποδόσφαιρο, αλλά γρήγορα οργάνωσε διάφορα αθλητικά τμήματα μπάσκετ, βόλεϊ κλπ.

Το σημαντικό όμως, αυτό που πρέπει να ξέρουμε και να κρατήσουμε, είναι ότι προηγουμένως, πριν από την συγκεκριμένη ίδρυση και επιτυχή παγίωση του συλλόγου αυτού είχε επιχειρηθεί το ίδιο κι άλλες δύο φορές κατά τις περιόδους 1933-1937 και 1938-40.

Ξέρετε με ποια ονόματα πρότειναν να ιδρυθεί; «Τριφύλλι», την πρώτη φορά, και «Παναθηναικός» την δεύτερη και με χρώματα το πράσινο και το άσπρο!

Οι απόπειρες όμως αυτές συνάντησαν αντίδραση, δεν πέρασαν και απέτυχαν, ενώ αντίθετα λίγα χρόνια αργότερα υλοποιήθηκε η σωστή και επιτυχημένη επιλογή που ήταν ο «Ολυμπιακός», με όνομα, πνεύμα και κουλτούρα (αθλητική και κοινωνική) εμπνευσμένα από τον ποδοσφαιρικό Ολυμπιακό Πειραιά και όχι από την ομάδα της Λεωφόρου.

Συνεπώς γίνεται περισσότερο από σαφές ότι η επιλογή «Ολυμπιακός» ήταν μια απόλυτα συνειδητή και καθόλου τυχαία επιλογή της μεγάλης πλειοψηφίας της ελληνικής παροικίας, που ήθελε να έχει εκπρόσωπο ένα Ολυμπιακό, δηλαδή ένα σύλλογο, που να βρίσκεται στον αντίποδα του ΠΑΟ όσον αφορά συμβολισμό αξιών και αρχών.

Γρήγορα ο Ολυμπιακός Αντίς Αμπέμπα έγινε μια από τις καλύτερες ομάδες μπάσκετ της Αφρικής. Κατακτούσε μόνιμα επί μια εικοσαετία περίπου το εθνικό πρωτάθλημα και έφτασε μάλιστα και να κερδίσει και το κύπελλο πρωταθλητριών ομάδων της μαύρης ηπείρου το 1964.

Τότε (1964) ο πρόεδρος Βελισσαρίου του τοπικού Ολυμπιακού, που ταυτόχρονα ήταν πρόεδρος της ομοσπονδίας μπάσκετ της Αιθιοπίας, έκρινε ότι ήλθε η ώρα να αναμετρηθεί ο τοπικός Ολυμπιακός με τον αιώνιο αντίπαλο. Έτσι προσκάλεσε ευγενικά τον ΠΑΟ, που είχε τότε μια πολύ καλή ομάδα, σε ένα φιλικό τουρνουά μπάσκετ στην Αιθιοπία.

Ο ΠΑΟ αποδέχθηκε την πρόσκληση. Είχε τότε στο δυναμικό του γνωστούς και καλούς διεθνείς παίκτες όπως τον Παναγιωταράκο, τον Πολίτη, τον Χαικάλη, τον Ταβουλάρη, τον Αντωνιάδη, τον Κυρίτση αλλά και τον ίδιο τον Βασιλακόπουλο. Επίσης τον ΠΑΟ ενίσχυσε ειδικά σε εκείνο το τουρνουά ο περίφημος πλέι-μέηκερ Αλέκος Κοντοβουνήσιος, του Παγκρατίου, που τότε αγωνιζόταν στον Τρίτωνα.

Στους αγώνες που έπαιξαν οι δύο ομάδες επικράτησε μεγάλος φανατισμός, με τον ΠΑΟ να παίρνει τελικά την νίκη. Παρόλα αυτά ο Ολυμπιακός ζήτησε και πέτυχε την διεξαγωγή ενός ένα έξτρα αγώνα, στον οποίο κατάφερε τελικά να νικήσει τον ΠΑΟ 72-71, εν μέσω αποθέωσης, πραγματοποιώντας το όνειρο του τοπικού Ολυμπιακού. Ο Γκούμας μάλιστα, στην προσπάθεια του για νίκη, έδειξε κάποια ανάρμοστη συμπεριφορά κατά την διάρκεια των αγώνων, με αποτέλεσμα να επιπληχθεί από την ίδια την ομάδα του.

Φυσικά ο Γκούμας δεν μπορεί να έμεινε αμέτοχος και ανεπηρέαστος από την θητεία του στον τοπικό Ολυμπιακό και όλα όσα διδάχθηκε και βίωσε εκεί σε μια ευαίσθητη εφηβική ηλικία (18 ετών) η οποία όμως δεν τον εμπόδισε να είναι από τότε ο μακράν καλύτερος παίκτης της ομάδας.

Δεν σταματά όμως εδώ το αφανές και άγνωστο δέσιμο του Γκούμα με την ομάδα μας. Ο Βασίλης αργότερα, άντρας πλέον και σε πλήρη αθλητική ακμή, θα φορέσει τη φανέλα της ομάδας μπάσκετ του κανονικού Ολυμπιακού Πειραιά ενισχύοντας τον, σε φιλικούς αγώνες εναντίον ξένων αμερικανικών ομάδων.

Και δεν ήταν μοναδική φορά ο αγώνας του ενός ημιχρόνου στο Στάδιο (ήττα 28-32) κατά των περίφημων Harlem Globetrotters, για τον οποίο έχουμε ξαναμιλήσει.

Ήταν και άλλοι δύο φιλικοί αγώνες του Ολυμπιακού, στους οποίους ο Γκούμας φόρεσε τη φανέλα της ομάδας, διακριθείς όλως ιδιαιτέρως.

Δυο αγώνες, που έγιναν την άνοιξη του 1972 στην Αθήνα εναντίον μιας πολύ ισχυρής ομάδας αμερικανών επίλεκτων μπασκετμπολιστών με την επωνυμία Coca Cola All Stars, που τελούσε υπό την καθοδήγηση του γνωστού μάνατζερ και προπονητή McGregor (ο οποίος, σημειωτέον, για πολύ λίγο, το 1956, είχε διατελέσει και προπονητής της Εθνικής μας).

Η ομάδα αυτή όπως και πολλές άλλες που δημιουργούσε με την ίδια ευκαιριακή λογική ο McGregor βρισκόταν κάτω από χορηγική υποστήριξη (άλλες τέτοιες ομάδες του McGregor που μας επισκέφθηκαν ήταν η TWA All Stars, η Gulf Oil All Stars κλπ) και έκαναν τουρνέ στην Ευρώπη, διαφημίζοντας τις εταιρείες. Ο McGregor στελέχωνε την ομάδα με καλούς αμερικανούς μπασκετμπολίστες, που συγκέντρωνε, με δέλεαρ καλά επαγγελματικά συμβόλαια σε ομάδες της Ευρώπης.

Από την ατζέντα του McGregor ποτέ δεν έλειπαν στις περιοδείες αυτές τα ματς στην Ελλάδα, αφού ο ίδιος είχε μακρόχρονους ισχυρούς δεσμούς, φιλίες και γνωριμίες στην χώρα μας.

Η Coca Cola All Stars λίγες μέρες πριν από τον αγώνα με τον Ολυμπιακό είχε νικήσει μια φορά 79-73 την Εθνική Ελλάδας του κόουτς Ντουκσάιρ στη Γλυφάδα και είχε χάσει άλλα μια φορά σε αγώνα ρεβάνς από την Εθνική μας 92-91 στο Αλεξάνδρειο Μέλαθρο στη Θεσσαλονίκη.

Στον πρώτο αγώνα που έγινε 28/4/1972 οι Αμερικανοί Coca Cola All Stars νίκησαν τον Ολυμπιακό 87-85, ενώ στον δεύτερο που έγινε ανήμερα την Πρωτομαγιά του 1972 ο Ολυμπιακός πήρε ρεβάνς, νικώντας τους Αμερικανούς επίλεκτους 95-92.

Και στους δύο αγώνες έπαιξε ο Γκούμας, που μάλιστα εκνευρίσθηκε από τάπες που έφαγε (από ψηλότερους και αλτικούς αμερικάνους) κάτι ασυνήθιστο γι αυτόν στο ελληνικό πρωτάθλημα, με αποτέλεσμα να ζητά αμέσως μετά επίμονα ξανά την μπάλα για να βάλει καλάθι και να πάρει άμεσα την ρεβάνς.

Στον πρώτο αγώνα ιδίως, που έγινε στο κατάμεστο γήπεδο του Σπόρτινγκ καταργήθηκε το αδιαχώρητο από τους οπαδούς του Ολυμπιακού, που κατέκλυσαν το γήπεδο για να δούνε τον Γκούμα με τον δαφνοστεφανωμένο έφηβο στο στήθος. Ένα σωρό φίλαθλοι έμειναν έξω στο γήπεδο των Πατησίων και άκουγαν τους μέσα να φωνάζουν.

Όπως γίνεται αντιληπτό από τα προαναφερόμενα δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι ο Ολυμπιακός κατ’ επανάληψη θέλησε και κάλεσε για ενίσχυση, από όλους τους έλληνες μπασκετμπολίστες, τον Γκούμα. Όπως δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι ο ιδιόρρυθμος Γκούμας δέχτηκε πρόθυμα την πρόσκληση του Ολυμπιακού. Γιατί ο Γκούμας πήγαινε κάπου μόνον όταν και όπου γούσταρε. Αυτός ήταν ο τύπος του, δύσκολος και (προβλέψιμα για όσους τον ήξεραν) απρόβλεπτος.

Υπενθυμίζουμε εδώ ότι είχε απορρίψει μια φορά μέχρι και μια τιμητική πρόσκληση συμμετοχής στην μικτή Ευρώπης. Επίσης για την εποχή για την οποία μιλάμε είχε απορρίψει την οικονομικά δελεαστική πρόταση του McGregor να γίνει μέλος των Coca Cola All Stars και να περιοδεύσει μαζί τους ανά την Ευρώπη.

Αν μη τι άλλο φαίνεται ότι υπήρχε μια κρυφή χημεία και ένα περίεργο, επαναλαμβανόμενο κατά διαστήματα, δέσιμο μεταξύ της ομάδας μας και του Βασίλη Γκούμα. Μακάρι να ήταν στενότερο και σταθερότερης διάρκειας.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου