Του Θεολόγου Μιχαηλίδη
Επρόκειτο για μια εντελώς ασυνήθιστη δήλωση για προπονητή, ο οποίος ξεχώρισε τόσο πολύ την απόδοση ενός παίκτη του από τους υπολοίπους. Μια δήλωση, που κανείς δεν περίμενε από ένα τόσο έμπειρο προπονητή όπως ο Ούγγρος. Τι είδε άραγε ο Μπούκοβι στην απόδοση της ομάδας και των παικτών της στον συγκεκριμένο αγώνα, που τόσο δεν του άρεσε, ώστε να κάνει μια τέτοια έντονη δήλωση;
Αρκετοί ποδοσφαιριστές της ομάδας δυσαρεστήθηκαν έντονα από την δήλωση αυτή του προπονητή τους και φανέρωσαν τη δυσφορία τους. Ο Μπούκοβι μίλησε τις επόμενες ημέρες στη προπόνηση μαζί τους και τους εξήγησε την δήλωσή του, τεκμηριώνοντας και τα παράπονα του από την απόδοσή τους. Σε νέες δηλώσεις του όμως δικαιολόγησε και πάλι τη δήλωσή του, στην οποία και επέμεινε.
Την ίδια ώρα κάποιοι από τη διοίκηση, μαζί με χουντικούς παρατρεχάμενους της εποχής, συντηρούσαν, αντί να σβήσουν, τη δυσαρέσκεια των παικτών, στους οποίους δεν άρεσε η συγκεκριμένη δήλωση. Τους έλεγαν ότι η δήλωση αυτή δείχνει ότι ο προπονητής τους κάνει διακρίσεις, ότι τους αδικεί και τους προσβάλλει.
Αλλά δεν έλεγαν μόνο αυτά. Αναφερόντουσαν --δήθεν εμπιστευτικά-- στις συζητήσεις τους με κάποιους παίκτες και στο προπονητικό μέλλον του Μπούκοβι στον Ολυμπιακό, επικαλούμενοι διάφορες πληροφορίες, φήμες ή κάνοντας εκτιμήσεις και προβλέψεις.
Εντελώς απροσδόκητα στα επόμενα πέντε παιχνίδια του Πρωταθλήματος, ο Ολυμπιακός δεν κερδίζει κανένα (!). Μάλιστα μέσα σε ένα δεκαπενθήμερο --από 19/11/1967 μέχρι 3/12/1967-- κάνει τέσσερις συνεχόμενες ήττες, τις δύο μέσα στο Καραϊσκάκη. Πρόκειται για ένα πρωτοφανές και απίστευτο φαινόμενο για τον μεγάλο Ολυμπιακό του Μπούκοβι, που είχε πάρει δύο σερί πρωταθλήματα την προηγούμενη διετία, καθ’ όλη την διάρκεια της οποίας δεν είχε υποστεί συνολικά τόσες πολλές ήττες.
Όταν μια ομάδα σαν τον Ολυμπιακό παθαίνει τέτοιες νίλες τότε και ο προπονητής αναμφίβολα κάπου ευθύνεται. Για πρώτη φορά η εικόνα του Μπούκοβι ραγίζει στην συνείδηση του κόσμου του Ολυμπιακού και η εμπιστοσύνη προς το πρόσωπο του δεν είναι πλέον απεριόριστη. Του ασκείται κριτική, έστω και καλόπιστη. Πλέον οι συνθήκες για την απομάκρυνση του Μπούκοβι είναι ιδεώδεις. Μια ενδεχόμενη απομάκρυνσή του δεν θα πείραζε, ούτε θα ενοχλούσε πια τόσο πολύ, αφού ο Μπούκοβι είχε πάψει να είναι άτρωτος στα μάτια του κόσμου. Επιπλέον ήταν και ηλικιακά μεγάλος, γεγονός που διευκόλυνε στην αποδόμηση της εικόνας του στον λαό της ομάδας.
Ο Μπούκοβι στο μεταξύ έχει πάθει σοκ, καθώς δεν μπορούσε να πιστέψει στα μάτια του. Μετά από τέτοια ανεξήγητα και απροσδόκητα αποτελέσματα και βλέποντας ότι δεν μπορεί να βελτιώσει την κατάσταση, παραιτείται για το καλό της ομάδας και αποχωρεί. Μήπως όμως αυτά που είδε στις αλλεπάλληλες ήττες είχαν ήδη φανεί από το ματς με τον Πανιώνιο και ήταν αυτά τον είχαν αναγκάσει να κάνει την επίμαχη δήλωση;
Ο κόσμος του Ολυμπιακού τα είχε χαμένα. Υπήρξαν όμως και μερικοί που χάρηκαν. Ήταν η παρουσιαζόμενη τότε ακόμη ως διοίκηση του Ολυμπιακού, που λειτουργούσε υπό τη διορισμένη επίσημη και ανεπίσημη χουντική της εποπτεία, με την οποία συνεργαζόταν στενά. Ήταν πάνω από όλα η ίδια η χούντα, γενικά και συνολικά, και όχι μόνο κάποιο μεμονωμένο αθλητικό της κομμάτι ή παραφυάδα.
Έτσι επιτέλους όλοι αυτοί απαλλάχτηκαν από τον κομμουνιστή προπονητή, που κατόρθωσε να πάρει δύο πρωταθλήματα το 1966 και το 1967, πράγμα που έγινε γιατί είχε αργήσει το χουντικό πραξικόπημα, αφού όταν συνέβη απέμεναν μόνο πέντε αγώνες για την λήξη του πρωταθλήματος της περιόδου 1966/67, οπότε δεν μπορούσε πλέον ούτε ο Ολυμπιακός να χάσει το πρωτάθλημα, ούτε γινόταν να απομακρυνθεί αμέσως ο Μπούκοβι από την ομάδα και τη χώρα. Άλλωστε η χούντα, όταν πήρε την εξουσία, δεν είχε χρόνο να ασχοληθεί με το πώς θα χάσει ο Ολυμπιακός το πρωτάθλημα και πώς θα φύγει ο Μπούκοβι. Είχε άλλα θέματα τότε στα οποία είχε δώσει τότε προτεραιότητα και κυρίως νοιαζόταν για το πώς θα παγιωθεί παντού.
Πιθανότατα και κάποιοι παίκτες της ομάδας να μη δυσαρεστήθηκαν από την απομάκρυνση του Ούγγρου «πατέρα». Ήταν μεταξύ τους μερικοί από αυτούς που πείθονται από λόγια, υποσχέσεις ή και απειλές, ιδίως όταν γίνονται από ισχυρούς, μέσα σε ένα απόλυτα εξουσιαστικό και καταπιεστικό δικτατορικό καθεστώς, το οποίο μπορεί να ρυθμίζει και κανονίζει κατά το δοκούν καταστάσεις. Όταν λοιπόν ακούς από τους εκπροσώπους ή τα φερέφωνα των ισχυρών της δικτατορικής εκείνης εποχής ότι ο προπονητής σου: «έχει φάει τα ψωμιά του και είναι θέμα χρόνου η απομάκρυνσή του» τότε εύκολα επηρεάζεσαι. Αφήνω στην κρίση σας το κατά πόσο η επιρροή αυτή θα μπορούσε να συμβάλλει στην επίσπευση εξέλιξης σαν κι αυτή που σχεδιάστηκε και επιδιώχτηκε στην περίπτωση Μπούκοβι.
Υπήρχαν και κάποιοι που ανακατεύτηκαν στη συγκεκριμένη ιστορία και έκρυβαν και προσωπικά κίνητρα. Ήταν αυτοί που στα μέσα της δεκαετίας του 1960 ζητούσαν επίμονα την απομάκρυνση του Γιώργου Σιδέρη, με κύριο επιχείρημα ότι η επταετής μέχρι τότε παρουσία του στον Ολυμπιακό δεν είχε συνδυαστεί με την κατάκτηση ενός πρωταθλήματος, έστω και αν ο Σιδέρης ήταν τότε, αναμφισβήτητα, ο καλύτερος παίκτης της ομάδας αλλά και ο καλύτερος επιθετικός της Ελλάδας.
Οι ίδιοι μάλιστα είχαν πιάσει τον Μπούκοβι όταν ήλθε το 1965, τότε που δεν ήξερε πρόσωπα και πράγματα, και του είχαν πει να διώξει τον Σιδέρη, κατηγορώντας τον ότι δημιουργούσε συνεχή προβλήματα στο εσωτερικό της ομάδας. Όμως ο Μπούκοβι δεν τους άκουσε, στήριξε τον Σιδέρη, αλλά και στηρίχτηκε πάνω του.
Σήμερα όλοι παραδέχονται πως οι πραγματικοί λόγοι και τα αληθινά κίνητρα πίσω από τη μεθοδευμένη απομάκρυνση Μπούκοβι ήταν καθαρά πολιτικής φύσης. Θα ήταν άλλωστε αδιανόητο το εθνοσωτήριο έτος 1967 να συνέχιζε να καθοδηγεί τον Ολυμπιακό ένας «παλιοκομμουνιστής». Θα έπρεπε να φύγει το συντομότερο.
Κι όλα αυτά ξεκίνησαν και δρομολογήθηκαν με αφορμή ένα ματς με τον Πανιώνιο τον Νοέμβριο του 1967.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου