Του RedTerso
Αφορμή για αυτό το αφιέρωμα είναι η πρόσφατη αποχώρηση του Μαρσέλο. Αυτή η αποχώρηση έδωσε το έναυσμα να γίνει ένα ψάξιμο στην πρόσφατη ιστορία του Ολυμπιακού. Τα κριτήρια επιλογής είναι «σχετικά χαλαρά»: Ναι μεν παίζει σίγουρα ρόλο η ηλικία, αλλά κομβικό επίσης ρόλο παίζει η δημοσιότητα που πήραν οι συγκεκριμένες μεταγραφές και το «κεφάλαιο» (όχι μόνο οικονομικό αλλά και επικοινωνιακό, προσδοκιών, «καταπραϋντικό» κ.λπ.) που επενδύθηκε στις συγκεκριμένες μεταγραφές. Ταυτόχρονα, αποτελεί και μια κριτική στον τρόπο που παρουσιάζονται τα γεγονότα μέσα από τον παραμορφωτικό φακό των ΜΜΕ. Γιατί τα τελευταία (ειδικά τα «φίλια») πάντα πριμοδοτούν αυτές τις κινήσεις, αναδεικνύοντας ταυτόχρονα τη συμβολή των διοικήσεων, αλλά στο τέλος της ημέρας και αφού βλέπουμε το αποτέλεσμα στο γήπεδο, οι πηχυαίοι τίτλοι, τα άρθρα και τα εγκώμια εξαφανίζονται, μπας και ξεχαστούν οι συγκεκριμένες περιπτώσεις. Πάμε όμως να περάσουμε στο περιεχόμενο ακολουθώντας χρονολογική σειρά από το σήμερα προς το παρελθόν.
Μαρσέλο. Ήρθε το καλοκαίρι στην ομάδα και παραλίγο να «γκρεμιστεί» το εγχώριο ίντερνετ από τα άρθρα, τα αφιερώματα και τα σχόλια. Ο Βραζιλιάνος ήταν πράγματι ένα πολύ σπουδαίο όνομα και ένας αναμφισβήτητα μεγάλος ποδοσφαιριστής. Όμως, όπως αποδείχθηκε και στο γήπεδο, είχε στην πραγματικότητα αποσυρθεί από την ενεργό δράση στο πιο υψηλό επίπεδο. Μπορεί να έκανε κάποιες «φαντεζί» ενέργειες (και 3 γκολ) στα 10 παιχνίδια που αγωνίστηκε, αλλά η εικόνα ενός μάλλον παχουλούτσικου ποδοσφαιριστή που δεν έτρεχε ιδιαίτερα είναι αυτή που κυριαρχούσε. Η απόκτηση του 34χρονου Μαρσέλο με το τεράστιο παλμαρέ (5 τσάμπιονς λιγκ, 6 πρωταθλήματα Ισπανίας κ.λπ.) στην εκπνοή των μεταγραφών, λειτούργησε πυροσβεστικά για το τεταμένο (από τις καλοκαιρινές«αστοχίες») κλίμα. Το «Μαρσέλο έλα, μας έχει πιάσει τρέλα» ξεχάστηκε αρκετά γρήγορα. Και τα ΜΜΕ ενώ το φθινόπωρο γέμιζαν με άρθρα για τη «βόμβα που συντάραξε τον ποδοσφαιρικό πλανήτη», λίγες μέρες πριν, περιορίστηκαν στο λιτό «και επίσημα τέλος ο Μαρσέλο»...
Σίμε Βρσάλκο. Ο Κροάτης αποτέλεσε μια από τις πρώτες φετινές καλοκαιρινές μεταγραφές. Και στη δική του περίπτωση γράφτηκαν τα κλασικά περί «βόμβας» (που αποδείχθηκε στρακαστρούκα). Ο Βρσάλκο δεν ήρθε σε «περασμένη» ποδοσφαιρικά ηλικία (ήταν 31 το καλοκαίρι του '22), όμως ήταν γνωστό στους ποδοσφαιρικούς κύκλους ότι είχε σοβαρά προβλήματα από προηγούμενους τραυματισμούς και γι' αυτό ανακοίνωσε ο ίδιος την αποχώρησή του από την εθνική της χώρας του. Την προηγούμενη χρονιά είχε παίξει συνολικά 29 παιχνίδια με την Ατλέτικο Μαδρίτης (ο μέσος όρος λεπτών του βέβαια για λίγο ξεπερνούσε το ένα ημίχρονο, 49 λεπτά μ.ό.), αλλά δεν φάνηκε να υπάρχει προβληματισμός για το γεγονός ότι αφέθηκε ελεύθερος από το κλαμπ του. Ο Βρσάλκο έπαιξε μόλις 9 παιχνίδια, πριν ανακοινωθεί και επίσημα το διαζύγιο με τον Ολυμπιακό.
Ραφίνια. Ο «αγαπημένος mr. Μπούτια» του biancorossi. Τον είχαμε ονομάσει έτσι λόγω της «επιμονής» του να ανεβάζει το σορτσάκι του και να φαίνονται οι καλογυμνασμένοι μηροί του, σε συνδυασμό με την απόδοσή του που σε καμία περίπτωση δεν έθελξε. Ο 35χρονος τότε Ραφίνια ήρθε στην ομάδα για να καλύψει το κενό του Ομάρ στο δεξί άκρο της άμυνας (ακόμα αναζητούμε τον αντικαταστάτη του, γιατί δεν δεχτήκαμε τότε να τον ανανεώσουμε επειδή ζήταγε πολλά...), κουβαλώντας ένα βαρύ βιογραφικό (με κατάκτηση Τσάμπιονς Λιγκ με τη Μπάγερν αλλά και 7 πρωταθλήματα Γερμανίας). Παρουσιάστηκε και αυτός σαν βόμβα μεγατόνων, αλλά ήταν σαφές ότι είχαν περάσει τα prime του. Κατά πολύ. Θα μείνει στη μνήμη μας περισσότερο για το μαλλί και το σορτσάκι παρά για τις επιδόσεις του.
Γιάγια Τουρέ. Ο Τουρέ αναμφίβολα πρόκειται για μια ιδιαίτερη περίπτωση γιατί πέρασε από το λιμάνι σε δύο διαφορετικές περιόδους. Όταν αποκτήθηκε το καλοκαίρι του μακρινού 2005 από τον Σωκράτη (τι ποιον Σωκράτη;) τρίβαμε τα μάτια μας από την ποιότητα που έβγαζε στο παιχνίδι του. Από τον Γενάρη βέβαια εκείνης της σεζόν σταμάτησε να πολυβάζει τα πόδια του στη φωτιά, γνωρίζοντας ότι θα πάρει μεταγραφή. Η καριέρα του αποδεικνύει την ποιότητά του μιας και αγωνίστηκε στη Μονακό, την Μπαρτσελόνα και τη Μάντσεστερ Σίτι (κατακτώντας 1 Τσάμπιονς Λιγκ, πρωταθλήματα Αγγλίας και πολλές διακρίσεις και με την εθνική του). Στο τέλος του καλοκαιριού του 2018, αποκτήθηκε ως ελεύθερος από τον Ολυμπιακό στα 35 του χρόνια και παρουσιάστηκε ξανά ως μεταγραφή-βόμβα. Αγωνίστηκε μόλις για 5 παιχνίδια παρουσιάζοντας μια εικόνα παλαίμαχου, που δεν έτρεχε ιδιαίτερα στο γήπεδο.
Όσκαρ Καρντόσο. Ήρθε στο τέλος του καλοκαιριού του 2016 με περγαμηνές ενός σπουδαίου «κανονιέρη» από την Μπενφίκα σε ηλικία 33 ετών. Αγωνίστηκε 34 παιχνίδια με την ερυθρόλευκη φανέλα σκοράροντας μόλις 3 γκολ. Πάντως, σε πολλές περιπτώσεις, στάθηκε άτυχος έχοντας κάμποσα δοκάρια και πάσχιζε μέσα στο γήπεδο πάντα. Ήταν όμως εκ του αποτελέσματος αναντίστοιχος της φήμης του.
Στον αντίποδα. Τη φανέλα της ομάδας φόρεσαν παίχτες που ήρθαν σε προχωρημένη ποδοσφαιρικά ηλικία στον Ολυμπιακό, οι οποίοι πρόσφεραν άλλοι λιγότερο και άλλοι περισσότερο. Ενδεικτικά αναφέρουμε τους γκολκίπερ Αντώνη Νικοπολίδη (που δέθηκε απόλυτα με την ομάδα παρόλο που ήρθε από τους πράσινους και έφτασε να φορέσει και το περιβραχιόνιο του Αρχηγού), Ρόι Κάρολ και Σίλβιο Προτό. Στα χαφ δεν μπορούμε να μην αναφέρουμε τον Εστεμπάν Καμπιάσο (που ήρθε το καλοκαίρι του 2015 σε ηλικία 35 χρόνων και αγωνίστηκε για 2 χρόνια στην ομάδα δείχνοντας αδιαμφισβήτητη ποιότητα), τον Αριέλ Ιμπαγάσα που ήρθε στα 33 του το 2010 και ήταν εξαιρετικός για 3 χρόνια και τον Ματιέ Βαλμπουενά, ο οποίος ήρθε σε ηλικία 34 χρόνων το 2019, αγωνίζεται ακόμα στην ομάδα και πέρα από την τεράστια διαφήμιση (κάποιες φορές υπερβολική) που έχει γίνει στο πρόσωπό του, πάντα προσπαθεί και δείχνει μεγάλη διάθεση στο χορτάρι ανεξαρτήτως του ονόματος του αντιπάλου. Στην επίθεση κυριαρχούν τα ονόματα του Ντάρκο Κοβάσεβιτς (ήρθε στα 33 το καλοκαίρι του 2007 και έπαιξε δύο χρόνια αγωνιζόμενος σε 61 ματς και σκοράροντας 31 φορές) και του Μάρκο Πάντελιτς (που ήρθε το καλοκαίρι του 2010 παίζοντας 2 χρόνια, κάνοντας 42 φορές και σκοράροντας 26 φορές με τη φανέλα της ομάδας μας).
Μπόνους. Ο Σπουδαίος Σίνισα Γκόγκιτς. Έφτασε στον Ολυμπιακό χωρίς ιδιαίτερες περγαμηνές το καλοκαίρι του 1997 σε ηλικία 34 χρονών ως ελεύθερος από την Ανόρθωση. Λόγω της ηλικίας, τον αποκάλεσαν υποτιμητικά «παππού». Έμεινε στον Θρύλο για 3 χρόνια μέχρι το καλοκαίρι του 2000, προλαβαίνοντας να αγωνιστεί 103 φορές και σκοράροντας 23 γκολ, σε μια περίοδο που η ομάδα μας είχε και άλλους σπουδαίους επιθετικούς (Τζιοβάνι, Αλεξανδρής κ.λπ.). Μάλιστα είχε σημαντική συμβολή σε κάποια πολύ μεγάλα αποτελέσματα εκείνης της ομάδας. Και γι' αυτό ο κόσμος του Θρύλου απάντησε στα υποτιμητικά σχόλια με το σύνθημα «ο παππούς πίνει χασίς και κόκα, γεια σου Γκόγκα» προς τιμήν του Σίνισα!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου