Όποιος νεότερος οπαδός του Ολυμπιακού ασχοληθεί με την ιστορία της ομάδας, κρίνοντας πολλά χρόνια αργότερα και επηρεασμένος από τα ονόματα των αντιπάλων και από τα δεδομένα της σημερινής εποχής θα θεωρήσει εύλογα ότι η απώλεια --με σκορ 6-5 στα πέναλτι (κανονικός αγώνας 2-2, παράταση 4-4)-- του Κυπέλλου Ελλάδας του 1976 στον τελικό της Ν. Φιλαδέλφειας απέναντι στον Ηρακλή υπήρξε μεγάλη αποτυχία. Η κρίση του αυτή δεν απέχει από την αλήθεια, ανεξάρτητα από το αν δεν γνωρίζει τι είχε συμβεί εκείνη την εποχή πριν από τον συγκεκριμένο αγώνα. Κατά κανόνα υπερβάλλουμε. Στις μεν αποτυχίες με μηδενιστικές και ισοπεδωτικές κριτικές, στις δε επιτυχίες πάντα με διθυραμβικές και αποθεωτικές κριτικές. Κάτι ανάλογο ισχύει και για τις αναμνήσεις. Στις αποτυχίες μένουν και αποκλειστικά μόνο κακές, ενώ στις επιτυχίες μένουν πάντα μόνο καλές. Σήμερα θα ασχοληθούμε με ένα συγκεκριμένο αγώνα, που έμεινε στην ιστορία ως ο τελικός του Χατζηπαναγή, γιατί αποκάλυψε σε όλο το πανελλήνιο το ταλέντο του μεγάλου αυτού ποδοσφαιριστή, εκτοξεύοντας μέσα σε ένα βράδι, την τεράστια αξία του στα ύψη. Αυτό ισχύει σχεδόν για όλους τους Έλληνες φιλάθλους. Όχι όμως και για μένα. Για μένα εκείνο που μου μένει και κρατώ από το παιχνίδι εκείνο, πάνω και από το φαινόμενο Χατζηπαναγή, είναι κάτι άλλο, αυτό που θα διηγηθώ στη συνέχεια. Ας τα πάρουμε όμως όλα από την αρχή, με την σειρά τους.