Κυριακή 29 Νοεμβρίου 2020

ΑΡΗΣ – ΟΛΥΜΠΙΑΚΟΣ 1-2, και συνεχίζουμε...

Κομβικοί παίκτες επέστρεψαν, η ενδεκάδα ήταν ορθολογική, και ο Ολυμπιακός στάθηκε ανώτερος στο ντέρμπι κορυφής (λέμε τώρα), με τον Μπουχαλάκη να σκοράρει δις! Τώρα, αφήνει στην άκρη το ελληνικό πρωτάθλημα, προκειμένου να επικεντρωθεί στον αγώνα της Τρίτης, που μπορεί να κρίνει τη συνέχεια στις ευρωπαϊκές διοργανώσεις, με τη Μαρσέιγ.





Του Dr. Jekyll

Με παίκτες να επιστρέφουν από τραυματισμούς και covid, o Μαρτίνς είχε την δυνατότητα να κατεβάσει ένα πιο ορθολογικό σχήμα: Σα κάτω από τα δοκάρια, Χολέμπας αριστερό μπακ, Ραφίνια δεξί μπακ, Σισέ και Σεμέδο στο κέντρο της άμυνας, Εμβιλά και Μπουχαλάκης αμυντικά χαφ, Καμαρά και Φορτούνης να εναλλάσσονται ως κεντρικός μέσος και δεξιός μέσος, Λοβέρα αριστερός μέσος και Ελ Αραμπί ως επιθετικός. Οι αλλαγές ήταν ο Μασούρας (63΄, Λοβέρα) και οι Βρουσάι και Κάιπερς (83΄, Φορτούνης, Ελ Αραμπί).

Ο Ολυμπιακός ήταν καλύτερος στο μεγαλύτερο διάστημα του αγώνα, αλλά η φετινή προβληματική, έως τώρα, φυσική κατάσταση, φάνηκε στο τελευταίο μισάωρο . Με λίγα λόγια: ο Ολυμπιακός έχασε δύο καλές ευκαιρίες με Ελ Αραμπί και Φορτούνη, μέχρι να πετύχει το πρώτο γκολ, στο 29΄, σε στημένη φάση: ο Φορτούνης εκτέλεσε φάουλ από τα δεξιά, η μπάλα φάνηκε να περνά από όλους στο πρώτο δοκάρι, για να έρθει τρέιλερ ο Μπουχαλάκης, στο δεύτερο δοκάρι, και να σπρώξει την μπάλα στα δίχτυα.

Με την έναρξη του δευτέρου ημιχρόνου, στο 47΄, ο Ολυμπιακός αναπτύχθηκε άψογα στην αντεπίθεση: ο Σεμέδο, που κέρδισε την μπάλα στο ύψος της μεγάλης μας περιοχής, κράτησε ψύχραιμα μέχρι να βγάλει κάθετη μπαλιά στον Μπουχαλάκη. Αυτός, στο ύψος της ημικύκλιου της σέντρας έδωσε στον Ελ Αραμπί, ο Ελ Αραμπί άνοιξε με τη μία στα δεξιά για τον Φορτούνη, ο Κωστάκης έτρεξε λίγο με την μπάλα και έβγαλε σέντρα. Η μπάλα πέρασε από Ελ Αραμπί και Λοβέρα, που είχαν ήδη βρεθεί στην περιοχή, για να καταλήξει στα πόδια του Μπουχαλάκη, ο οποίος έκανε το κοντρόλ και πριν σκάσει η μπάλα κάτω, την έστειλε με το αριστερό, στα δίχτυα.

Από εκείνο το σημείο, ο ρυθμός του Ολυμπιακού έπεσε (ας μην ξεχνάμε ότι την Τρίτη η ομάδα θα αντιμετωπίσει τη Μαρσέιγ), με αποτέλεσμα ο Άρης να πιέσει και να μειώσει στο 74΄. Στα λεπτά που έμεναν ως το σφύριγμα της λήξης (στο 101΄), ο Ολυμπιακός ροκάνιζε τον χρόνο, ο Άρης προσπαθούσε, μάταια, να δημιουργήσει επικίνδυνες καταστάσεις, και το μόνο άξιο αναφοράς είναι μια ενέργεια του Βρουσάι, που θυμίζοντας Ποντένσε (και την φάση του Μπρούμα με τον ΟΦΗ), ντρίπλαρε διαδοχικά τέσσερις παίκτες του Άρη.

Με λίγα λόγια: ο Ολυμπιακός, μετά την εφιαλτική εμπειρία με τη Σίτυ και πριν από το καθοριστικό αγώνα με τη Μαρσέιγ, πέρασε λάου λάου από το Χαριλάου. Απέναντι σε μια από τις πιο φορμαρισμένες ομάδες του πρωταθλήματος, ο Ολυμπιακός στάθηκε, σε γενικές γραμμές, καλά, έπαιξε λίγο με τη φωτιά, στο τελευταίο 15λεπτο, αλλά με τον Φορτούνη να μοιράζει και τον Μπουχαλάκη να εκτελεί, πήρε τους τρεις πολύτιμους βαθμούς.

Κάποια σχόλια για τους παίκτες: ο Σα δέχτηκε το πρώτο του τέρμα στο πρωτάθλημα (στο άλλο γκολ που έχουμε δεχτεί, με τον ΠΑΣ, αγωνιζόταν ο Τζολάκης), χωρίς να φέρει ευθύνη. Στα δικά μου μάτια, αυτά τα trivial στατιστικά και ρεκόρ, καλό είναι να φεύγουν / πέφτουν νωρίς, χωρίς βαθμολογικές απώλειες που θα στοιχίσουν: ένα, έστω και μικρό, έξτρα κίνητρο πάντα υπάρχει για να γίνεις ο παίκτης που θα σπάσει το ρεκόρ του Σα. Ο Ραφίνια θύμισε το κακό Ραφίνια του ξεκινήματος της χρονιάς. Προσωπικά, έχω πειστεί ότι ο Ραφίνια δεν ήρθε για ένσημα και ότι μπορεί, και θα το κάνει, να προσφέρει στην ομάδα. Βρίσκω άδικο να ξαναρχίσουμε τους μηδενισμούς: ο Ραφίνια τα έδωσε όλα με τον ΠΑΟ, αγωνίστηκε με μισό πόδι με τη Σίτυ (όπως και στα τελευταία λεπτά του αγώνα με το σωματείο της αλογοτροφής), και δεν έχει πάρει ανάσα στα 36 του (και αυτό δεν σημαίνει ότι χθες ίσως να ήταν καλύτερο να αγωνιζόταν ο Ντρέγκερ -- ειδικά αν ο Μαρτίνς έχει στο μυαλό του τον Βραζιλιάνο και για τον αγώνα της Τρίτης).

Στα ρηχά νερά, με προσπάθεια για συμμετοχή στην ανάπτυξη, αλλά και προβληματάκια στην άμυνα, ο Χολέμπας (μην ξεχνάμε ότι επιστρέφει από τραυματισμό, και ότι έχει, σε κάθε περίπτωση, τραβήξει περισσότερο κουπί, από αυτό για το οποίο προοριζόταν). Και όσο και αν ακούγονται διάφορα ονόματα, ενόψει της μεταγραφικής περιόδου του Γενάρη, υποψιάζομαι ότι με τον γερο-Χοσέ, ως βασικό, θα ολοκληρωθεί η φετινή χρονιά (και, μακάρι, να βρεθεί τον Γενάρη ο παίκτης που θα αντικαταστήσει τον Τσιμίκα) -- και αυτό, φυσικά, δεν αποδίδει εύσημα σε όσους ασχολούνται με τον σχεδιασμό.

Σχετικά καλός βαθμός, με περισσότερες κερδισμένες, αλλά και κάποιες αδικαιολόγητα χαμένες, διεκδικήσεις, για το δίδυμο των στόπερ. Νομίζω ότι δεν υπάρχουν διαφωνίες ως προς την ποιότητα του Σεμέδο, όπως και ως προς την επιπολαιότητα του Σισέ: το πρώτο αποδεικνύει η ενέργεια του Σεμέδο στο δεύτερο γκολ και το δεύτερο μια ξέφρενη κούρσα του Σισέ, με κακό τελείωμα, λίγο πριν το γκολ του Άρη. Προσωπικά, θεωρώ βέβαιο ότι κάποια στιγμή η ψυχραιμία του Σεμέδο θα οδηγήσει σε τεράστιο λάθος: έως τότε, όμως, ο Ολυμπιακός θα έχει πάρει πολύ περισσότερα από τις μεταβιβάσεις του Πορτογάλου. Για τον Σισέ μια από τα ίδια: αν δεν ωριμάσει ποδοσφαιρικά, ο Ολυμπιακός θα είναι το ταβάνι του (αυτό δεν σημαίνει ότι δεν θα αγωνιστεί σε καλύτερο πρωτάθλημα από το ελληνικό).

Καλός ο Εμβιλά, αλλά, κρίνοντας από την εικόνα του στα τελευταία λεπτά και με Σίτυ και χθες, με προβληματίζει πόση βενζίνη έχει μείνει στο ρεζερβουάρ για τον αγώνα της Τρίτης. Μακριά από τις καλές του εμφανίσεις, στα δικά μου μάτια, ο ταλαιπωρημένος Καμάρα. Στην περίπτωσή του, ωστόσο, το πρόβλημα είναι λίγο βαθύτερο: ο Καμαρά πραγματοποίησε τις καλύτερές του εμφανίσεις, στη θέση που αγωνίζεται καλύτερα ο Φορτούνης, κατά κανόνα ο Ματιέ, και ελπίζεις να πάρεις (ό,τι μπορείς, τέλος πάντων, να πάρεις) από τον Λοβέρα. Με λίγα λόγια: τρεις πρωταγωνιστές και ένα ταλέντο (δεν έχω λόγο να αμφιβάλω ότι ο χαρακτηρισμός ισχύει) για μια θέση.

Και αυτό που κάνει τον γρίφο ακόμα πιο δύσκολο για τον Μαρτίνς, είναι ότι η ταυτόχρονη παρουσία δύο ή τριών παικτών από αυτό το γκρουπάκι, δημιουργεί ανορθολογισμούς στην ομάδα (ειδικά από τη στιγμή που ο Χολέμπας δεν είναι Τσιμίκας και ο Ραφίνια δεν έχει την σταθερότητα του Ομάρ, ώστε να καλύπτουν την ανάγκη για εξτρέμ και πλάτος στην ανάπτυξη): ο Καμαρά χάνει μεγάλο κομμάτι της επικινδυνότητάς του είτε ως 8αρι, είτε (όπως τον είδαμε --σε συνθήκη ανάγκης-- με τη Σίτυ ή χθες, όταν περνούσε ο Φορτούνης στο κέντρο) από τα πλάγια, ο Φορτούνης χάνει πολύ στις πτέρυγες και ο Λοβέρα επιμένει να μας θυμίζει ότι δεν μπορεί να βοηθήσει καθόλου ως πλάγιος (και μόνο ο Ματιέ δεν επηρεάζεται τόσο από τη μετακίνησή του στα πλάγια -- αυτή ήταν και η φυσική του θέση, πριν η ηλικία καταστήσει αδύνατο να αντεπεξέλθει σωματικά στη θέση του εξτρέμ).

Κομβικός, σε έναν ακόμα αγώνα, ο Φορτούνης: από τα δικά του πόδια δημιουργούνται και οι δύο φάσεις για τα γκολ. Πριν από αυτό, έχει χάσει μια μεγάλη ευκαιρία, όταν σε πολύ καλή μπαλιά του Ελ Αραμπί, αποφεύγει δύο αντιπάλους, για να στείλει την μπάλα ξυστά στο δοκάρι (και αυτό δεν είναι κακή εκτέλεση για να αναιρεί το δεδομένο πως ο Φορτούνης μπορεί να σκοράρει πιο εύκολα από τους άλλους μέσους μας : η κίνηση και το τελείωμα γίνονται υποδειγματικά -- όσο υποδειγματικό μπορεί να είναι ένα τελείωμα που δεν καταλήγει στα δίχτυα). Ως μεγάλος φαν του Κωστάκη, όμως, οφείλω να πω ότι ακόμα απέχει από τον παίκτη που θαυμάσαμε δύο χρόνια πριν. Δεν γνωρίζω αν ευθύνεται ο τραυματισμός ή ότι δεν έχει βρει αγωνιστικό ρυθμό, αλλά έχει χάσει την εκρηκτικότητά του, και οι αντοχές του πέφτουν επικίνδυνα όσο περνάν τα λεπτά.

That said (μου αρέσει η έκφραση), είναι το δεύτερο παιχνίδι που καθαρίζει με δικές του ενέργειες, δικαιώνοντας όσους πιστεύουμε ότι δεν νοείται να μην ξεκινά η ομάδα από αυτόν (εκτός από όταν χρειάζεται ανάσες). Από την άλλη, θα διαφωνήσω, για μια πολλοστή φορά, ότι μπορεί να συγκριθεί η προσφορά του στην άμυνα με τον Ματιέ (για να τροφοδοτούμε και την αέναη σύγκριση): ακόμα και χθες, που, σε γενικές γραμμές, δεν ήταν αδιάφορος για το ανασταλτικό κομμάτι, τις περισσότερες φορές μετά από την κούρσα προς τον πρώτο αντίπαλο, παρακολουθούσε απλά τις φάσεις (όμως αυτό ίσως και να απαιτεί η συντήρηση δυνάμεων).

Πιο βαρύς από ό,τι συνήθως και ο Ελ Αραμπί, ο οποίος επίσης δεν έχει βρει ρυθμό (και πώς να βρει με αλλοπρόσαλλες, λόγω τραυματισμών, covid και συνεχών υποχρεώσεων, συνθέσεων ενδεκάδας). Δεν με τρομάζει, πάντως, καθώς η ποιότητά του φαίνεται ακόμα και στα παιχνίδια που δεν εντυπωσιάζει: η συστημένη πάσα προς τον Φορτούνη, στη φάση που χάνει ο Κώστας, και η --με τη μία-- μπαλιά, πάλι προς τον Φορτού, στην αντεπίθεση του δεύτερου γκολ, αποδεικνύουν ότι πρόκειται για παίκτη με αντίληψη και ικανότητες που δεν συναντάς εύκολα στο πρωτάθλημά μας. Για την ακρίβεια, με όλη την ομάδα να μην έχει βρει ακόμα ρυθμό και να έχει καταλήξει στον τρόπο που θα αγωνίζεται, δεν μου κάνει εντύπωση που και ο Ελ Αραμπί δεν έχει βρει τον περσινό του εαυτό (συμπληρώνω με ένα παράδειγμα: είναι άλλο να γνωρίζεις ότι τα εξτρέμ σου είναι ένας παίκτης σαν τον Ποντένσε και άλλο σε κάθε αγώνα να αλλάζει πρόσωπο --και, το βασικότερο, να αλλάζουν εντελώς τα αγωνιστικά χαρακτηριστικά-- των παικτών που σε πλαισιώνουν στην επίθεση, δηλαδή τον παίκτη που κινείται πίσω σου και στα αριστερά και δεξιά σου).

Λίγα πράγματα από τις αλλαγές, αλλά με κάποια ενδιαφέροντα σημεία: ο Κάιπερς, σε αντίθεση με την πρώτη φορά που χρησιμοποιήθηκε, ήταν πολύ πιο ξεψαρωμένος -- και έτσι όπως πηγαίνει η χρονιά μού φαίνεται βέβαιο ότι θα τον χρειαστούμε. Ακόμα: ένα από τα πιο όμορφα highlights του αγώνα η φάση που ο Βρουσάι νριπλάρει τέσσερις παίκτες του Άρη. Έγραφα, όμως, και στο προηγούμενο κείμενο, ότι καλό είναι τα εγκώμια να δίνονται με φειδώ: δεν είναι μόνο ότι αντίστοιχοι (και πιο πομπώδεις) διθύραμβοι αφιερώνονταν στον Ραντζέλοβιτς, μετά την καθοριστική του συμβολή στα περσινά προκριματικά, αλλά και η πραγματικότητα που το απαιτεί: ο Βρουσάι, ο οποίος σε αντίθεση με τους περισσότερούς μας παίκτες είχε ένα πιο φυσιολογικό καλοκαίρι, δεν έχει τραβήξει φέτος κουπί, ενώ μπήκε στο 83΄, δηλαδή σε μια φάση που αντίπαλοι και συμπαίκτες είχαν αρχίσει να κρεμάνε. Μακάρι να αποδειχτεί ο νέος Τζόλε (αφού το σενάριο του Ραντζέλοβιτς δεν φαίνεται να πετυχαίνει), αλλά, προς το παρόν, έχουμε πολύ χρόνο για να δούμε αν πρόκειται για τον νέο Ποντένσε.

Σε συνδυασμό με τις τελευταίες προτάσεις, και το σχόλιο για τον mvp του αγώνα, τον Αντρέα Μπουτσαλάκη, ο οποίος από την κόλαση και τα αναθέματα, μετά τις τελευταίες του εμφανίσεις, χθες πέτυχε τα δύο τέρματα της νίκης και, συνεπώς, ήταν ο παίκτης που καθόρισε περισσότερο από όλους το νικηφόρο αποτέλεσμα. Στα δικά μου μάτια, το χθεσινό παιχνίδι πιθανότατα θα είναι εξαίρεση, όπως εξαίρεση ήταν και τα πολύ κακά του παιχνίδια. Δεν θα συμφωνήσω με σχόλια που διάβασα, και διαβάζω, ότι η απουσία του ήταν ο λόγος που δεν περνούσαμε τη σέντρα στον αγώνα με την Σίτυ, καθώς τα βρίσκω το ίδιο υπερβολικά με τα σχόλια που θεωρούν δεδομένο ότι ο Ανδρέας δεν έχει θέση στη βασική ενδεκάδα.

Αν θεωρούμε σημαντικό η ομάδα να διατηρεί σταθερό κορμό, μετά τις αγοραπωλησίες στις μεταγραφικές περιόδους, το πακέτο Μπουχαλάκης είναι άκρως απαραίτητο: οι ικανότητές του είναι πάνω από τη βάση (πάντα θα έχει προβλήματα απέναντι σε ομάδες με ποιοτική και πολύ αθλητική μεσαία γραμμή, όμως τέτοιες δεν θα αντιμετωπίσει εντός συνόρων), δίνει τα πάντα για την ομάδα, γνωρίζει την ιστορία του συλλόγου (και την τιμή που έχει να αγωνίζεσαι με τον δαφνοστεφανωμένο) και τη σπουδαιότητα των ντέρμπι. Δεν μπορεί ο Ολυμπιακός να έχει έντεκα Καμαρά (ή Τσιμίκες) στην ενδεκάδα: ακόμα και αν ήταν εφικτό, έξι μήνες μετά, θα είχαν μείνει στο ρόστερ οι μισοί. Ούτε βρίσκω δίκαιο να πρέπει παίκτες όπως ο Φορτούνης, ο Μπουχαλάκης και ο Μασούρας (έστω και με διαφορετικές απαιτήσεις στα κριτήρια) να δίνουν σε κάθε αγωνιστική τεστ για το αν έχουν θέση στην ομάδα. Στα δικά μου μάτια, έχουν ήδη αποδείξει πως έχουν θέση και οι οπαδοί, πιστεύω, θα έπρεπε να είχαν --ειδικά απέναντι σε αυτούς-- περισσότερη υπομονή και διάθεση στήριξης στην κακή τους μέρα, και όχι να είναι --πάντα-- οι πρώτοι που θα βρίσκονται στο στόχαστρο της αυστηρής (και ενίοτε άδικης) κριτικής.

Ένα ακόμα σχόλιο για τις αλλαγές: προσωπικά τρόμαξα όταν ο Μαρτίνς επέλεξε να αντικαταστήσει τους Φορτούνη και Ελ Αραμπί για να βάλει Βρουσάι και Κάιπερς, δηλαδή να βγάλει δύο παίκτες με έντονη προσωπικότητα (στην κατηγορία αυτή θα έβαζα και τον Εμβιλά -- ο Ραφίνια έχει βιογραφικό που θαμπώνει, αλλά δεν βγάζει την εικόνα του παίκτη που θα κρατήσει την ψυχραιμία του στα δύσκολα), για να περάσει δύο πιτσιρικάδες με ελάχιστες παραστάσεις από κρίσιμα παιχνίδια (με τον αντίπαλο να διεκδικεί λυσσασμένα την ισοφάριση). Οι επιλογές κρίνονται από το αποτέλεσμα, η ομάδα νίκησε, ο Κάιπερς έδειξε ξεψάρωτος, ο Βρουσάι έδειξε δείγματα παίκτη που θα βοηθήσει, και ο Μαρτίνς μπορεί να αισθάνεται --ξανά-- δικαιωμένος.

Μια σύγκριση Ελλάδας vs Ευρώπης: την περσινή χρονιά, ο Μαρτίνς δέχτηκε αυστηρή κριτική που ξεκούρασε παίκτες, στον αγώνα του Βελιγραδίου απέναντι στον Ερυθρό Αστέρα, ενόψει (όπως μου θύμισε ο Νικολακό) του τότε αγώνα στο Χαριλάου. Αν είχα βρει πέρσι μια φορά λογική τη στάση του Πορτογάλου Γούναρη (καθώς αυτή, πιστεύω, πως είχε καθορίσει η δυναμική του Αστέρα, και όχι η «επιλογή» διοργάνωσης), τη φετινή χρονιά, που μόνο ο πρωταθλητής θα διεκδικήσει συμμετοχή σε σοβαρή ευρωπαϊκή διοργάνωση, θα το έβρισκα δέκα φορές πιο σημαντικό το να παρουσιάσει αξιόμαχη ομάδα στη Θεσσαλονίκη, παρότι την Τρίτη δίνει το καθοριστικότερο παιχνίδι για τη φετινή συνέχεια σε ευρωπαϊκή διοργάνωση -- και ελπίζω να είναι ξεκάθαρο πως δεν υποστηρίζω ότι πρέπει να αδιαφορήσει για την Ευρώπη.

Είναι αλήθεια ότι το πρωτάθλημα έχει δρόμο μπροστά του (και --ειδικά-- τα πλέι-οφ μπορούν να κρίνουν από μόνα τους τον πρωταθλητή). Είναι επίσης, όμως, αλήθεια ότι μόνο η κατάκτηση του πρωταθλήματος (και η δυνατότητα συμμετοχής σε Ch.L. ή Europa) εξασφαλίζουν (και, πάλι, εν μέρει) τη συνέχεια στο πλάνο που ακολουθεί η ομάδα. Όσο και να θεωρούμε ότι το υλικό του Ολυμπιακού είναι καλύτερο από τους αντιπάλους του, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι και το υλικό των αντιπάλων για τον τίτλο, παραμένει καλύτερο από τις υπόλοιπες ομάδες της Super League -- και αυτό ισχύει ειδικά για τον ΠΑΟΚ.

Ούτε πρέπει να ξεχνάμε τις άλλες «πραγματικότητες» που διέπουν το ελληνικό πρωτάθλημα (και αυτό ας μην εκληφθεί ως γκρίνια, πάντα κάποιος είχε τα ηνία): ο Ολυμπιακός αδικείται στις καθυστερήσεις απέναντι στον ΠΑΣ και το ματς λήγει ισόπαλο, ενώ ο ΠΑΟΚ ευνοείται για να πετύχει, στις καθυστερήσεις, το γκολ της νίκης. Και όσο αδόκιμο και να είναι το να μιλάμε με «αν», παραμένει αλήθεια το ότι αν οι διαιτητές είχαν κρίνει σωστά, η διαφορά (μόνο από αυτά τα δύο παιχνίδια) θα ήταν ήδη συν τέσσερις βαθμούς. Ειδικά τη φετινή χρονιά, που λόγω covid και προβληματικής προετοιμασίας, είναι αδύνατο να περιορίσεις --και να είσαι βέβαιος ότι μπορείς να καλύψεις-- τις απουσίες, ο Ολυμπιακός δεν έχει την πολυτέλεια να χάνει βαθμούς στο πρωτάθλημα.

Κουβέντα να γίνεται, και μια μικρή σύγκριση με τους, εντός συνόρων, ανταγωνιστές: ο ΠΑΟΚ, την πρώτη φορά που επί Σαββίδη δίνει σημασία στην Ευρώπη (καθώς θέλει να είναι ομάδα που θα πορεύεται με σοβαρό --έστω και για ελληνικά δεδομένα-- μπάτζετ), δυσκολεύεται να παρουσιαστεί ανταγωνιστικός, όχι μόνο εκτός, αλλά και εντός συνόρων (πριν και μετά τα ευρωπαϊκά παιχνίδια), ενώ η ΑΕΚ (που, έτσι κι αλλιώς, απέχει από τα σοβαρά μεταγραφικά νταραβέρια) ντροπιάζεται, για μια ακόμα φορά, και, μάλιστα, σε έναν αστείο όμιλο. Από αυτό και μόνο το δεδομένο, γίνεται ξεκάθαρο πόσο δύσκολο είναι αυτό που έχει πετύχει ο Ολυμπιακός τα τελευταία χρόνια, να κατακτά (κατά κανόνα) τίτλους στην Ελλάδα και να είναι (κατά κανόνα) ανταγωνιστικός στην Ευρώπη (και, συνήθως, στο, απλησίαστο πια, Champions League).

Για το τέλος: ανεξάρτητα από όλα τα παραπάνω, και τη --μεγάλη-- νίκη με τον Άρη, τα προβλήματα παραμένουν. Η ελλιπής προετοιμασία και η πραγματικότητα του covid (με απρόσμενες απουσίες και δίχως τον κόσμο να δίνει ώθηση από τις κερκίδες), δεν έχουν επιτρέψει ακόμα στην ομάδα να βρει ρυθμό και να παρουσιάσει αξιόπιστο πρόσωπο (ακόμα και χθες, μια στραβοκλωτσιά θα μπορούσε να φέρει ισοπαλία). Moreover, η ομάδα δεν έχει βρει σταθερό κορμό, οι παίκτες συχνά αγωνίζονται σε διαφορετικούς ρόλους από παιχνίδι σε παιχνίδι, και --ίσως το σημαντικότερο-- η ομάδα δεν αντέχει να βγάλει ένταση και αντοχές για μεγάλα χρονικά διαστήματα (η εικόνα του Ολυμπιακού να πιέζει ασφυκτικά την αντίπαλη άμυνα --στα μάτια μου, το σημαντικότερο της όπλο-- βγαίνει σπάνια, και για πολύ περιορισμένο χρονικό διάστημα, στο γήπεδο). Στη θεωρία, ο χρόνος είναι υπέρ μας, αλλά όλοι γνωρίζουμε ότι συχνά η θεωρία απέχει πολύ από την πράξη.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου