Κυριακή 22 Οκτωβρίου 2017

Μια Ολυμπιακή Ιστορία (από όσες τύχει να γραφτούν) #8

Το Νοέμβριο του 2013 είχα βρεθεί στη Θεσσαλονίκη για δουλειά. Το ξεκαθαρίζω: η Θεσσαλονίκη ως πόλη μου αρέσει. Βλέπει θάλασσα (όπως γνωρίζουν, δεν είναι τόσο βαθιά όσο του Περαία), έχει ωραίους δρόμους με βυζαντινά και ρωμαϊκά μνημεία, καλό φαγητό και αποστάσεις που δεν κουράζουν τα πόδια.






Του Dr. Jekyll

Στο προκείμενο: θεωρώ τους μΠαοκτζήδες τον πιο άμπαλο λαό (και πώς να γίνει διαφορετικά, αφού η ομάδα τους έχει να παίξει μπάλα από την όγδοη δεκαετία --και αυτό αν τους πιστέψουμε-- του 20ου αιώνα -- σιγά σιγά, μαζί με τους απόγονους των μακεδονομάχων στις παρελάσεις, θα συμμετέχουν και όσοι είδαν τον μΠΑΟΚ πρωταθλητή). Για να μην παρεξηγηθώ: σε όλες τις ομάδες βλέπεις οπαδούς που δεν κατέχουν ούτε τα βασικότερα του αθλήματος ή οπαδούς που βλέπουν τα πάντα με βαμμένα γυαλιά και μυαλά (ούτε εμένα θεωρώ αντικειμενικό -- άλλωστε η αλήθεια δεν μπορεί παρά να είναι υποκειμενική). Την αμπαλίαση και την έλλειψη οποιασδήποτε επαφής με την πραγματικότητα (είτε αυτό αφορά σε αξία παικτών και ομάδας, είτε σε εικόνα αγώνα, είτε --στο αγαπημένο τους κομμάτι-- στη διαιτησία ενός αγώνα, είτε σε οπαδικά) που βρίσκεις στους μΠαοκτζήδες, δεν τη συναντάς πουθενά αλλού στην Ελλάδα.

Για να ξαναγυρίσουμε, όμως, στο θέμα μας. Καλό το φαγητό στη Θεσσαλονίκη, ακόμα καλύτερη η παρέα, αλλά εκείνο το απόγευμα είχε και ματσάκι. Ολυμπιακός-μΠΑΟΚ στο Καραϊσκάκη, και από τη μία να σε πιάνει τσαντίλα που, λόγω δουλειάς, χάνεις τον αγώνα (το διαρκείας, όπως πρέπει όλοι πάντα να κάνουμε σε τέτοιες περιπτώσεις --το ηθικό δίδαγμα του κειμένου-- προφανώς το είχα αφήσει σε φίλο), και από την άλλη να αναρωτιέσαι πού να πας να το δεις.

Καλές οι φοιτητικές καφετέριες στη Ναυαρίνου, όλο και κάνα Ολυμπιακό θα πετύχεις, αλλά πολύ απρόσωπες. Να το δεις με φίλους μΠαοκτζήδες ούτε εσύ θέλεις --σε καμία περίπτωση-- και το πιθανότερο ούτε αυτοί. Άσε που οι περισσότεροι φίλοι στη Θεσσαλονίκη δεν ασχολούνται καθόλου με ποδόσφαιρο και δεν έχουν ιδέα πού μπορείς να δεις έναν αγώνα. Για να μην τα πολυλογώ, ένας φίλος μού αναφέρει ένα συνοικιακό καφενείο, λίγο κάτω από την Αγίου Δημητρίου, κοντά στα Πανεπιστήμια, στο οποίο, τουλάχιστον, γνωρίζει ότι βλέπουν αγώνες.

Το καφενείο γεμάτο μεσήλικες μΠαοκτζήδες. Το πρωί στη δουλειά μιλώντας με συναδέλφους εξέφραζα τη --συντηρητική μου-- άποψη: «να ελπίζετε να είστε τυχεροί και να μην κατηφορίσει πολύ, γιατί για βαθμό στον Πειραιά ούτε για πλάκα» (δυστυχώς, δεν μπορώ να εκφράσω αντίστοιχη βεβαιότητα για τον αποψινό αγώνα). Οι μΠαοκτζήδες στον κόσμο τους: ποιος Ολυμπιακός, ποιος Μήτρογλου, ποιος Μίτσελ, κοτζάμ Αθανασιάδης υπάρχει, θα σας κάνουμε, θα σας δείξουμε (ότι θα μας γαμήσουν έλεγαν, αλλά είπα να μην το γράψω έτσι).

Πίσω στο καφενείο: εγώ ατάραχος στην μπάρα να πίνω το τσαγάκι μου, περιμένοντας με ανυπομονησία την έναρξη και απολαμβάνοντας τους εμπεριστατωμένους διαλόγους που ανέλυαν διεξοδικά όλους τους λόγους που η μΠαοκάρα υπερτερεί και αν «το κοράκι δεν τους κάνει και δεν τους δείξει», τότε «θα μας έκαναν και θα μας έδειχναν» (και μην επαναλαμβάνω τη λέξη, γιατί δεν κάνει να βωμολοχούμε).

Ο αγώνας αρχίζει και το «Πάμε μΠαοκάρα, κάνε τους και δείξε τους» δονεί το συνοικιακό καφενείο. Ο αγώνας κυλάει. Ο Ολυμπιακός έχει ανούσια κατοχή και μικροευκαιρίες. Τα καρντάσια βλέπουν άλλον αγώνα. «Κάντε τους, ρε», «Δείξτε τους» (μην επαναλαμβάνομαι). Τριακοστό πέμπτο λεπτό: σέντρα του Κάμπελ, η μπάλα στον Μήτρογλου και 1-0. Τα καρντάσια δεν μασάν (έτσι κι αλλιώς, στον αγώνα που έβλεπαν ο μΠαοκ πρωταγωνιστούσε). Ημίχρονο: περιμένω μια αυτοκριτική, ένα σχόλιο του στιλ «έτσι δεν κάνουμε δουλειά», «να βγει ο χ να μπει ο ψ», «έχουμε θέμα στην άμυνα», κάτι που να δείχνει ότι για 45 λεπτά η αντίληψη μιας ομάδας ανθρώπων δεν είναι κάτι τόσο υποκειμενικό. Μάταια... Ειλικρινά, δεν άκουσα έναν μπάρμπα να θεωρεί ότι η ομάδα τους έχει πρόβλημα. Όλοι έλεγαν ότι ο Ολυμπιακός (δεν τον έλεγαν έτσι, αλλά ας μη βωμολοχούμε) ήταν τυχερός και αν αλλάξει η τύχη (και όχι οι ενδεκάδες των δύο ομάδων), θα το γυρίσουν το ματσάκι.

Δεύτερο ημίχρονο: ο μΠΑΟΚ κάποια στιγμή χάνει ευκαιρία! Τρέλα μιλάμε -- εδώ ήταν ικανοποιημένοι με τον Ρομπέρτο να μετρά τα τετραγωνάκια στα δίχτυα, στο πρώτο ημίχρονο, για να περάσει η ώρα, δεν θα χαιρόντουσαν τώρα που έχασαν και ευκαιρία; Κάπου εκεί, όμως, μετά την ύβρη, έρχεται και η τιμωρία: 2-0 ο Σαβιόλα, και λίγο αργότερα 3-0 ο Φουστέρ. Τα παλικάρια, που έπαιζαν και καλύτερα, αλλά ήταν άτυχα, γίνονται χέστες, γίνονται ρεμάλια και ένας πλούτος επιθέτων --που δυστυχώς δεν θυμάμαι-- έρχεται να στολίσει τους πρώην γίγαντες. «Βάλτε και άλλο γκολ στους ξεφτιλισμένους». Και εκεί, ωσάν να τον άκουσε, ο Κάμπελ, μεγαλόψυχος, έβαλε το τέταρτο, για κερασάκι στην τούρτα και τελειωτική κάθαρση.

Σε αυτό το γκολ του Κάμπελ, ελάχιστα λεπτά πριν το σφύριγμα της λήξης, και ενώ τελείωνα και το δεύτερο τσάι, θυμήθηκα τη διαφήμιση: ταξί για τα Πανεπιστήμια: χ ευρώ, σουβλάκι στο χέρι: χ ευρώ, τσάι: χ ευρώ, αξία να βλέπεις αυτόν τον αγώνα σε καφενείο γεμάτο μΠαοκτζήδες: αξία ανεκτίμητη. Αυτό θέλω και απόψε: χωρίς πολλά πολλά, ρε Θρύλε, πάτησε (δεύτερη βρισιά δεν μπαίνει στο κείμενο) τους άμπαλους του Ιβάν...


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου