Ο Ολυμπιακός νίκησε τον εκνευρισμό του και τους αξιόμαχους Άγγλους με 3-1, με αρχηγό τον Κώστα Φορτούνη. Για μια ακόμα φορά, η ομάδα ήταν πολύ καλή, ειδικά από τη μέση και μπροστά, και έκανε το πρώτο βήμα για την πρόκριση. Ένα, κάπως μεγάλο, κείμενο, για τον χθεσινό αγώνα, αλλά και λίγες σκέψεις για το πρωτάθλημα που ξεκινά τη Κυριακή.
Του Dr. Jekyll
Η ενδεκάδα που επέλεξε ο Μαρτίνς, όπως ήταν αναμενόμενο, ήταν ακριβώς η ίδια που επιλέχθηκε και για τους δύο αγώνες απέναντι στη Λουκέρνη: Γιαννιώτης, Τσιμίκας (αριστερό μπακ), Βούκοβιτς και Μιράντα (αριστερός και δεξιός κεντρικός αμυντικός), Μπουχαλάκης και Καμαρά (εξάρι κ οκτάρι), Φορτούνης (οργανωτής), Λάζαρος (δεξιός μέσος), Ποντένσε (αριστερός μέσος) και Γκερέρο (επιθετικός). Χωρίς μεγάλες εκπλήξεις και οι αλλαγές: ο Καρίμ στο 84΄ πήρε τη θέση του Λάζαρου (τόσο ο Λάζαρος, ως παίκτης που βγαίνει, όσο και ο Καρίμ, ως παίκτης που μπαίνει, είναι συνηθισμένη κίνηση του Πορτογάλου τεχνικού), ενώ η δεύτερη αλλαγή (τρίτη δεν έγινε) ήταν του Φορτούνη --για να δεχτεί και την αποθέωση από τον κόσμο-- στο 89΄ με τον Φέτφα να παίρνει τη θέση του (αλλαγή που είχε γίνει και στους δύο αγώνες με τη Λουκέρνη).
Η αλήθεια είναι ότι ο Ολυμπιακός μπήκε λίγο επιφυλακτικός ή μουδιασμένος στον αγώνα. Το περίφημο δεκάλεπτο που ο γηπεδούχος πνίγει τον φιλοξενούμενο δεν έγινε ποτέ, αφού η Μπέρνλυ φαινόταν να κρατά το παιχνίδι στο μισό γήπεδο του Ολυμπιακού (με την μπάλα να στήνεται κάμποσες φορές σε καλό σημείο από φάουλ για να βρεθεί στη μεγάλη περιοχή του Ολυμπιακού). Ό,τι, όμως, δεν μπορούσαν να κάνουν με τα στημένα, οι Άγγλοι, έκανε με άνεση ο Κωστάκης, με καταπληκτική απευθείας εκτέλεση φάουλ στο 19΄. Φωτιά στις εξέδρες, η ομάδα παίρνει για τα καλά τα πάνω της, και όλα θα είχαν γίνει πολύ πιο εύκολα αν στο 27΄ ο Σλοβένος διαιτητής σφύριζε πέναλτι σε ανατροπή του Ποντένσε.
Το πέναλτι στον Ποντένσε δεν δόθηκε, αλλά δόθηκε πέναλτι σε άγαρμπη κίνηση του Καμαρά στο 32΄, με το οποίο οι Άγγλοι ισοφάρισαν και έφεραν το παιχνίδι στα μέτρα τους. Ο Ολυμπιακός εκνευρίστηκε, έχασε τον έλεγχο του αγώνα και το ημίχρονο βρήκε τις δύο ομάδες ισόπαλες, με τους παίκτες και τον κόσμο του Ολυμπιακού εξαγριωμένο, μετά την άρνηση, και πάλι, του κόρακα να σφυρίξει πέναλτι όταν σε σέντρα του Λάζαρου, η μπάλα βρήκε το (κολλημένο στη πλάτη, πάντως) χέρι του αμυντικού. Και εκεί που άρχισαν να επανέρχονται ζοφερές μνήμες των περασμένων ετών, ο Ολυμπιακός με το καλημέρα του δευτέρου ημιχρόνου έβαλε τα πράγματα στη θέση τους: άστοχο μακρινό σουτ (καλό, πάντως) του Μπουκχαλάκη (έτσι τον πρόφεραν χθες σε αγγλικό κανάλι) με την έναρξη, κεφαλιά και γκολ δύο λεπτά αργότερα του Μπουκχαλάκη, από πολύ καλή εκτέλεση φάουλ του Φορτούνη.
Οι εξέδρες πήραν και πάλι φωτιά, η Μπέρνλυ φάνηκε, εκτός των άλλων, να έχει ένα ζήτημα δυνάμεων στο πολύ ζεστό, από όλες τις απόψεις Καραϊσκάκης, και ο Καμαρά στο 59΄ εξιλεώθηκε για το πέναλτι του πρώτου ημιχρόνου, με τον ίδιο τρόπο: σουτ του πιτσιρικά, εντυπωσιακή απόκρουση από παίκτη της Μπέρνλυ, ο οποίος, όμως, δεν ήταν ο τερματοφύλακας, με αποτέλεσμα να δοθεί (επιτέλους) πέναλτι και κίτρινη κάρτα (δεύτερη, συνεπώς κόκκινη και τα αγγλάκια με δέκα). Στο υπόλοιπο του αγώνα, ο Ολυμπιακός δημιούργησε και άλλες ευκαιρίες για να αυξήσει την διαφορά (και να εξασφαλίσει, όσο μπορεί να γίνει αυτό από τον πρώτο αγώνα) την πρόκριση, με τους Φορτούνη (μακρινό σουτ), Ποντένσε (διπλή ενέργεια μέσα στην περιοχή) και Γκερέρο (καταπληκτική κίνηση και σουτ εκατοστά δίπλα από το δοκάρι).
Πιο συγκεκριμένα για τους παίκτες: λίγη δουλειά από Γιαννιώτη. Όσες φορές χρειάστηκε ήταν εκεί, και, προφανώς, δεν έχει καμία ευθύνη για το πέναλτι-γκολ των Άγγλων. Ανάμικτα συναισθήματα για το αμυντικό δίδυμο: από τη μία, δεν αντιμετώπισαν πολλά προβλήματα απέναντι σε μια, διαβάσαμε -και είδαμε, αρκετά κλασική αγγλική ομάδα, με βαριά και ψηλά κορμιά, με δυνατό της σημείο τις κεφαλιές. Δεν θεωρώ, όμως, ότι το καλό σκορ και η --σε γενικές γραμμές, πολύ-- καλή εμφάνιση της ομάδας ότι πρέπει να κρύψει τα προβλήματα της άμυνας.
Αρχικά, και για να είμαστε δίκαιοι, ότι υπάρχει διαφορά μεταξύ Βούκοβιτς και Μιράντα: όσο αργός και να είναι ο Βούκοβιτς δείχνει αρκετά πιο ικανός για να φορά φανέλα βασικού σε σύγκριση με τον, υπερβολικά αργό, Μιράντα: αν χάνει χθες τον βαρύ αντίπαλό του της Μπέρνλυ, τρομάζω στην ιδέα να βρεθεί κόντρα σε μικρόσωμο και γρήγορο επιθετικό. Συνεχίζοντας: διώξιμο με τακουνάκι μες στη μεγάλη περιοχή από τον μάγο Μιράντα (με την μπάλα, δυστυχώς, να καταλήγει σε αντίπαλο) και μια, συλλογική, πάντως, αδυναμία να πηδήξει -όλη η αμυντική γραμμή στο 42', με τον παίκτη της Μπέρνλυ να παίρνει -ανενόχλητος- την κεφαλιά που καταλήγει λίγο άουτ.
Και στη φάση της ισοφάρισης: αρχικά, μια στιγμιαία ασυνεννοησία μεταξύ Ποντένσε και Τσιμίκα, δίνει στον παίκτη των αντιπάλων την ευκαιρία για να βγάλει μια σχεδόν ανενόχλητη πάσα (ο Τσιμίκας, πάντως, πηγαίνει κατευθείαν στον αντίπαλο), ο Μιράντα έχει διπλή κακή αντίδραση (αρχικά ψιλοχάνοντας τον αντίπαλό του, και στην συνέχεια αδυνατώντας να διώξει) και το καρέ του λάθους συμπληρώνει ο Καμαρά με το άτσαλο πέσιμό του πάνω στον παίκτη των Άγγλων. Επαναλαμβάνω: δεν θέλω να ισοπεδώσω το αμυντικό δίδυμο, ειδικά αφού έπαιζαν κόντρα σε μια ομάδα με πολλές ικανότητες στο ψηλό παιχνίδι. Είναι, όμως, δεδομένο ότι υπάρχει πρόβλημα και στο αμυντικό δίδυμο, και στην αμυντική λειτουργία, και αυτό, μαθηματικά βέβαιο, θα μας στοιχίσει στην πορεία.
Γεμάτη εμφάνιση από τους δύο πλάγιους αμυντικούς, που έχουν ξαναβρεί ρόλο στην ομάδα. Αρχικά για τον Τσιμίκα: μπορεί να μην είναι ο νέος Γεωργάτος (ακόμα δεν είναι ούτε ο νέος Μαζουακού), αλλά φαίνεται (στο μικρό, πάντως δείγμα) ένας πολύ πιο αξιόπιστος και ολοκληρωμένος παίκτες από τον προκάτοχό του. Αρκετά σταθερός αμυντικά και με μόνιμη συνεισφορά στην επίθεση (με δεδομένο, πάντως, ότι εκεί που ο Κούτρης έβρισκε τον άκεφο και βαριεστημένο Σεμπά, αυτός βρίσκει τον Ποντένσε), κερδίζει την φανέλα του βασικού (και χωρίς να αμφισβητώ την βελτίωσή του στην Ολλανδία, δεν μπορώ παρά να μην γελάω με τον Μπέντο που επέλεγε τον Ρέτσο ή και τον Βιάνα, αντί του αριστερού μας μπακ). Καλός (για δεύτερο σερί παιχνίδι) και ο Ομάρ: με δεδομένη την αύξηση του βαθμού δυσκολίας, δεν πήρε τις επιθετικές πρωτοβουλίες που είχε στην Ελβετία, αλλά, όπως και από τα αριστερά, ο Ολυμπιακός φρόντιζε να δημιουργεί επιθέσεις και αριθμητικό πλεονέκτημα και από την δεξιά πτέρυγα.
Μπουκχαλάκης (aka Μπουτσαλάκης ή Μπουχαλάκης) και Καμαρά. Πρώτο ημίχρονο: δυσφορία και εκνευρισμός από το ισόπαλο αποτέλεσμα, ζέστη και κούραση (άσχετη με το γήπεδο). Σκέψεις: «τρέχει ο Μπουχαλάκης, να τον προτείνουμε για το τμήμα στίβου», «την πάτησε ο Καμαρά στη φάση με το πέναλτι, από πνευμόνια καλός είναι, έχει μέλλον, αλλά όχι ακόμα για βασικός σε σημαντικά παιχνίδια». Τέλος δεύτερου ημιχρόνου: ενθουσιασμός και αδημονία για όσα έρχονται, ζέστη (σταθερή) και κούραση (από τις φωνές και το πάνω κάτω). Δεδομένο: ο Καμαρά στο δεύτερο ημίχρονο (και όχι για το πέναλτι που κέρδισε) κάνει μια από τις πιο ολοκληρωτικές/ μεστές/ ώριμες (και όσα άλλα επίθετα μπορεί να προσθέσει κανείς) εμφανίσεις «αμυντικού» μέσου του Ολυμπιακού τα τελευταία δύο χρόνια. Αυτό από μόνο του μπορεί να μην αλλάζει το γεγονός ότι του λείπει η εμπειρία (κάτι που στο πρώτο ημίχρονο οδήγησε στο πέναλτι), αλλά, στα δικά μου δύσπιστα μάτια, ανεβάζει κατά πολύ το ταβάνι του. Από την άλλη ο Μπουχαλάκης: είναι βέβαιο ότι προορίζεται για αλλαγή του Γκιγιέρμε, και το πιθανότερο είναι πως έχει χαμηλό (για Ολυμπιακό, πάντα) ταβάνι. Θα ήταν άδικο, όμως, ειδικά μετά το γραφείο τουρισμού που ήταν πέρσι η ομάδα, να μην αναγνωρίσουμε το πάθος του και, αμιγώς αγωνιστικά, να μην αναγνωρίσουμε την αποφασιστικότητα με την οποία μπήκε στο δεύτερο ημίχρονο και την αδιαμφισβήτητη συνεισφορά του, με το γκολ που πέτυχε, στη νίκη.
Για την επιθετική τετράδα τα έχουμε (ξανα)πει, και εύχομαι να τα ξαναλέμε στο μέλλον: μετά από δύο χρόνια κακοποίησης του ποδοσφαίρου και ταλαιπωρίας, αρχίζουμε να θυμόμαστε τι σημαίνει καλή εμφάνιση (όχι, καλή εμφάνιση δεν είναι να κερδίζεις με 2-0 και να χάνεις πέντε ευκαιρίες). Ο Ολυμπιακός από την μέση και μπροστά, βασιζόμενος στη θέληση και την ποιότητα (το ένα από τα δύο δεν αρκεί) της επιθετικής του τετράδας (Ποντένσε και Λάζαρος στις πτέρυγες --με αλλαγές θέσης--, Φορτούνης ως κύριος οργανωτής και Γκερέρο ως ακάματος εργάτης και αιχμή του δόρατος), φέτος δημιουργεί φάσεις και πνίγει τον αντίπαλο. Πιο συγκεκριμένα: για τον Φορτούνη δεν υπάρχουν πολλά για να πει κανείς, θα επαναλάβω, όμως, (μπας και αποτρέψουμε μελλοντικές αντίστοιχες στιγμές) ότι με βεβαιότητα δεν είναι ψοφίμι για κλωτσιές (όπως πολλάκις έχει αναφερθεί από οπαδούς) και χαρτί τουαλέτας (όπως άφησε να εννοηθεί --ΚΑΙ ΓΙΑ ΑΥΤΟΝ-- η διοίκηση). Είναι ο καλύτερος Έλληνας μέσος του πρωταθλήματος, ομορφαίνει το παιχνίδι του Ολυμπιακού τα τελευταία τρία χρόνια (ακόμα και πέρυσι, ήταν ο, περισσότερο σταθερά, καλός παίκτης σε δημιουργία) και στο χθεσινό παιχνίδι έκανε ρεσιτάλ: δύο γκολ (άψογες εκτελέσεις φάουλ και πέναλτι), μια ασίστ (άψογη εκτέλεση φάουλ), και συμμετοχή ή δημιουργία σε καλές φάσεις.
Συνέχεια στις πολύ καλές εμφανίσεις και από Ποντένσε και Λάζαρο. Ο μεν Πορτογάλος επιβεβαιώνει ότι έχει πολύ καλή τεχνική, ταχύτητα και αντίληψη του γηπέδου, καθώς και ότι με δυσκολία χάνει τη μπάλα. Ο Λάζαρος, από την άλλη, συνεχίζει να αποδεικνύει ότι είχαμε -τεράστιο- λάθος όσοι βλέπαμε την προσθήκη του ως μια καλή εναλλακτική. Δεν γνωρίζω ακόμα πόσες αντοχές θα έχει -λόγω ηλικίας, αλλά προς το παρόν αντέχει για να προσφέρει (σχεδόν) ολόκληρα ποιοτικά ενενηντάλεπτα, με συνεχή τρεξίματα και βοήθειες στην άμυνα (πολύ περισσότερες από αυτές που, και λόγω σωματοδομής, μπορεί να προσφέρει ο Ποντένσε).
Τέλος ο Γκερέρο: επιτέλους δικαίωση για όλους εμάς που είχαμε σοβαρές αμφιβολίες πως ο άνθρωπος μπορεί να σκοράρει απέναντι σε σοβαρό αντίπαλο. Προφανώς κάνω πλάκα (ή αυτοσαρκάζομαι για τους παίκτες που, φέτος, έχω πέσει έξω)! Ο Γκερέρο, προς το παρόν, φαίνεται, στα δικά μου μάτια, απαραίτητος για να συμπληρώνει το ιδιαίτερα κινητικό τρίο των χαφ. Με συνεχή κινήσεις (και, συνεπώς, μετακινήσεις των αμυντικών) και πολύ δύναμη, μπορεί να μην σκόραρε αυτή τη φορά, αλλά την δουλίτσα του την έκανε. Παρεμπιπτόντως (και σε συνέχεια ενός παλιού μου σχόλιου περί του τετ α τετ που έχασε στην Λουκέρνη): στο χθεσινό αγώνα, ο Γκερέρο χάνει μια σπουδαία ευκαιρία για το 4-1. Σε αντίθεση με το προηγούμενο παιχνίδι, όμως, αυτή τη φορά ο Ισπανός έκανε άψογη κίνηση και σωστό τελείωμα, συνεπώς το γκολ χάθηκε στις λεπτομέρειες και όχι από λάθος ή περιορισμένες ικανότητες.
Αν κάτι είναι άξιο σχολιασμού σχετικά με τις αλλαγές είναι η επιλογή του χρόνου που αυτές έγιναν (θυμίζω ότι η πρώτη έγινε στο 84΄ και η δεύτερη στο 89΄), καθώς και ότι τρίτη αλλαγή δεν έγινε ποτέ. Όσον αφορά στην απόδοση των παικτών που μπήκαν στον αγωνιστικό χώρο, δεν μπορεί να ειπωθεί τίποτα: με τον Ολυμπιακό να είναι αρκετά κουρασμένος, ο Καρίμ δεν έγινε καθόλου απειλητικός (για την ακρίβεια, δεν είμαι βέβαιος αν ακούμπησε την μπάλα), ενώ ο Φέτφα δεν γίνεται, εκ των πραγμάτων, να κριθεί στα κουτσά πέντε λεπτά συμμετοχής που είχε.
Μια, ακόμα, καλή κουβέντα για τον Μαρτίνς. Μετά από δύο χρόνια που ο Ολυμπιακός ήταν ένα μπουλούκι, και το εργαστήριο πειραμάτων του κάθε φαντασμένου προπονητή, η έως τώρα εικόνα δείχνει ένα τακτοποιημένο σύλλογο, με εμφανείς ρόλους, κατά κάποιον τρόπο, προσαρμοσμένους στα χαρακτηριστικά των παικτών. Παράδειγμα: αν ο αργός Βούκοβιτς και ο ακόμα πιο αργός και, πιθανότατα, μέτριος Μιράντα μάρκαραν στη σέντρα (το όνειρο που είχε δει ο Μπέντο με Ντα Κόστα και Μποτία), το αποτέλεσμα νομοτελειακά θα ήταν να είχαν εκτεθεί δεκαπλάσιες φορές. Επίσης: με χαρά διαβάζουμε (και μακάρι να είναι αλήθεια) ότι ο Μαρτίνς τα έχωσε στο αμυντικό δίδυμο για τις μακρινές τους μεταβιβάσεις (με το ποσοστό του Βούκοβιτς υποφερτό και του Μιράντα κακό): θυμίζω ότι οι μακρινές μεταβιβάσεις ήταν αναπόσπαστο στοιχείο ανάπτυξης τόσο επί Μπέντο όσο και έπι Χάσι (και αυτό, παρότι ήταν φανερό ότι τα στόπερ αδυνατούσαν να το εξυπηρετήσουν).
Συνεχίζοντας για Μαρτίνς, αλλά και κάπως γενικότερα: διαβάζω επίσης (και μακάρι να είναι αλήθεια) ότι στο ημίχρονο ο Μαρτίνς ζήτησε από τους παίκτες να σταματήσουν να ασχολούνται με τη διαιτησία και να αποδείξουν ότι είναι καλύτεροι από τους Άγγλους (και αυτό παρότι και ο ίδιος φαινόταν να είναι εκτός εαυτού με το πέναλτι που δεν δόθηκε). Αυτό είναι για εμένα η ενδεδειγμένη στάση που οφείλει να έχει ο Ολυμπιακός, τόσο απέναντι στην ισχυρή αγγλική ομάδα, όσο, και πολύ περισσότερο, απέναντι στους εν Ελλάδι αντιπάλους. Δεν γίνεται, ως σύλλογος, να αναφέρεις ότι χάνεις μέσα στην έδρα σου από τον Ατρόμητο λόγω της διαιτησίας, ΟΣΟ και αν αυτό ισχύει αγωνιστικά. Αν ο χθεσινός Ολυμπιακός άφηνε να κυριαρχήσουν τα νεύρα, το πιθανότερο είναι σήμερα να μην μιλούσαμε για το πρώτο βήμα για την πρόκριση ή, αν το βήμα αυτό είχε γίνει, να μιλούσαμε για ελληνική ψυχή (με τους περισσότερους ξένους) και άλλα γραφικά.
Ο χθεσινός Ολυμπιακός, όμως, ευτυχώς, στην ανάπαυλα ηρέμησε και στο δεύτερο ημίχρονο έκανε αυτό που έως τώρα κάνει καλά φέτος: έπαιξε μπάλα. Ψυχωμένα μεν (άλλωστε στο σύγχρονο ποδόσφαιρο, η ένταση είναι απαραίτητη), αλλά, κυρίως, με μυαλό και με σχέδιο. Είναι κανόνας (και, μάλιστα, χωρίς εξαιρέσεις, αφού αφορά μεγάλο διάστημα): η ψυχή κερδίζει ένα (και δύο και τρία) παιχνίδια, η ομάδα παίρνει πρωταθλήματα. Ο Ολυμπιακός δεν είχε το μυαλό του στις διαμαρτυρίες, αλλά στο να αλλάξει το σκορ: το μαρτυρεί και το πρώτο άστοχο σουτ του Μπούχα (δευτερόλεπτα μετά τη σέντρα) και το γκολ που ακολουθεί ελάχιστα μετά.
Επιστροφή στον Μαρτίνς: η ομάδα αλλάζει μπαλιές, επιτίθεται ορθολογικά και αυτό χωρίς να έχει ακόμα κάποια βασικά γρανάζια της μηχανής ή, πιο συγκεκριμένα, με δίδυμο στις θέσεις 6-8, τους Μπουχαλάκη και Καμαρά (δίδυμο που θα μπορούσε να έχει σχεδόν οποιαδήποτε ελληνική ομάδα). Προσοχή: ο Ολυμπιακός χρειάζεται ακόμα δουλειά, κυρίως ανασταλτικά. Επίσης, ας έχουμε υπόψιν ότι έως τώρα στα χαφ (αριστερό και δεξί χαφ και οργανωτής) έχουν αγωνιστεί τα βαριά σου ονόματα και αντίστοιχης αξίας αναπληρωματικοί δεν γνωρίζουμε, ακόμα, αν υπάρχουν. Ο Ολυμπιακός, πλέον, συχνά θα καλείται (αν, πάντα, ολοκληρώσει την πρόκριση στην Αγγλία) να δίνει δύο παιχνίδια την εβδομάδα (αρχής γενομένης της Κυριακής).
Είναι βέβαιο ότι ο Λάζαρος, για παράδειγμα, δεν γίνεται να βγάλει και τους δύο αγώνες που έρχονται (Λεβαδειακός, Μπέρνλυ) -- όπως και είναι βέβαιο ότι δεν θα έπρεπε ο Ολυμπιακός να χρειάζεται τον Λάζαρο για τον αγώνα με τον Λεβαδειακό. Νάτχο και Γκιγιέρμε, κυρίως, αλλά και Καρίμ, Χασάν, σε δεύτερο πλάνο (και αν ο Καρίμ, πάντα, παραμείνει) πρέπει να βρουν ρόλο στον Ολυμπιακό. Όπως ρόλο πρέπει να βρούν και οι Φέτφα (μοναδική «καθαρόαιμη» αλλαγή του Φορτούνη, με τον Νάτχο να μπορεί, κατά συνθήκη, να καλύψει τη θέση) και Βρουσάι (μαζί με τον Πάρντο, που, δυστυχώς, φαντάζει χαμένο στοίχημα -ή, καλύτερα, συνέχεια της περυσινής αδιάφορης, από όλες τις απόψεις, ομάδας- αποτελούν τις αλλαγές για τις πτέρυγες).
Λίγα ακόμα: τελευταίο δεκάλεπτο του αγώνα και η κούραση είναι πλέον φανερή σε όλους. Ο Ολυμπιακός καλό θα ήταν να κυνηγούσε ένα ακόμα γκολ, αφού το το 4-1 είναι ένα σκορ που θα κλείδωνε εν πολλοίς την πρόκριση. Το 3-2, όμως, και ειδικά απέναντι στην Μπέρνλυ των δέκα παικτών θα ήταν αυτοκτονία. Σε μια αντεπίθεση, η Μπέρνλυ έχει την ευκαιρία να βγει επικίνδυνα από τα αριστερά (την δική μας δεξιά πτέρυγα). Ο Τσιμίκας πραγματοποιεί μια εντυπωσιακή κούρσα και απομακρύνει τον κίνδυνο. Από εκείνη τη φάση και μετά, έκανε κάμποσα λαθάκια, αφού είχε παραδώσει πνεύμα. Η φάση, εκείνη, όμως, ήταν ενδεικτική του πάθους με το οποίο αντιμετώπισε ο Ολυμπιακός το παιχνίδι (και για την σπουδαιότητα πάθους / ποιότητας τα είπαμε, κι ας μην τα ξαναλέμε).
Επίσης: η Ρωσία έχει κερδίσει δύο μεγάλους πολέμους, χάρη στον Στρατηγό Χειμώνα (και δεν το λέω εγώ, αυτοί το λένε, και η ιστορία το επιβεβαιώνει). Έχω την αίσθηση, ότι μερίδιο στη χθεσινή μας νίκη (πρέπει να) έχει η Κυρά Ζέστη. Περίπου στο 35' με 40' ο αγώνας έχει διακοπεί και σύσσωμη η αγγλική ομάδα τρέχει στον πάγκο για να πιει νερό. Όπως πολύ σωστά επισήμανε ένας φίλος που βλέπαμε μαζί τον αγώνα: «αυτοί δεύτερο ημίχρονο με τέτοια ζέστη δεν το βγάζουν. Over είναι το παιχνίδι» (και θυμίζω ότι μιλάμε για αγγλική ομάδα, και με το αγγλικό πρωτάθλημα να έχει ξεκινήσει).
Μην ξεχνιόμαστε: (σχεδόν) τέτοια εποχή πέρσι, ο Ολυμπιακός, μετά από εντυπωσιακές εμφανίσεις στα φιλικά, ήταν στους ομίλους του Ch. L. (με τρεις νίκες και μια ισοπαλία), ενώ Ολυμπιακοί και αλλόθρησκοι, Μαρινακικοί και αντιΜαρινακικοί (για να μην ξεχνάμε και το μικρόβιο που τρώει τις σάρκες μας), παραδεχόντουσαν τα λεφτά που είχε ξοδέψει η διοίκηση και την σοβαρή (δυστυχώς, μόνο στη θεωρεία, όπως αποδείχθηκε) ποιοτική ενίσχυση της ομάδας (επαναλαμβάνω ότι ως βιογραφικά, οι περσινές μεταγραφές ήταν πολύ καλύτερες από τις φετινές). Επίσης: η Λουκέρνη είναι μια, επιεικώς, μέτρια ομάδα που, βάσει των εμφανίσεων της, θα βρισκόταν κάπου στη μέση του βαθμολογικού πίνακα. Επίσης, ας έχουμε υπόψιν μας ότι η Μπέρνλυ, τόσο θεωρητικά, όσο και πρακτικά (στην επιλογή ενδεκάδας) είναι φανερό ότι έχει ως προτεραιότητα το αγγλικό πρωτάθλημα. Αυτά δεν τα γράφω για να μειώσω τις έως τώρα εμφανίσεις (ίσα ίσα που τις βρίσκω άκρως ελπιδοφόρες και σημαντικές, αφού έρχονται να μας υπενθυμίσουν τι σημαίνει «καλή εμφάνιση»), αλλά τα αναφέρω για να έχουμε στο μυαλό μας ότι ακόμα δεν έχει γίνει τίποτα (όπως τίποτα δεν σήμαιναν όλα αυτά πέρσι: σε δύο περίπου μήνες, ο Ολυμπιακός, αφού είχε μείνει εκτός Ευρώπης -ρεαλιστικά- μετά την ήττα από τη Σπόρτινγκ την πρώτη αγωνιστική, έχανε και από το αεκ, θέτοντας τις βάσεις για την πλήρη αποτυχία και εντός των συνόρων).
Ένας καλός λόγος και για τη διοίκηση: παρά τις δικές μου ανησυχίες, οι επιλογές της, έως τώρα, δικαιώνονται. Και αν για τους παίκτες αυτό δεν έχει και τόσο μεγάλη σημασία (αφού κάθε χρόνο, και όχι μόνο στον Ολυμπιακό, άλλους περιμένεις και άλλοι σου βγαίνουν), αποκτά ιδιαίτερη αξία η επιμονή τους στην απόκτηση του, σχετικά άσημου, Μαρτίνς (επιμονή που θυμίζω ότι δεν αφορά μόνο στο τέλος της περυσινής χρονιάς). Ο Ολυμπιακός των δύο τελευταίων ετών, άλλωστε, αποτελεί απόδειξη (του εντελώς λογικού και αναμενόμενου): ο προπονητής είναι το Α και το Ω στην ομάδα. Με την απόσταση που μας χωρίζει, μπορώ με βεβαιότητα να κρίνω ως αρνητικό το πέρασμα και του Μπέντο (για το πέρασμα του Χάσι δεν υπάρχει αμφιβολία): ναι, ανέδειξε κάποια ταλέντα -από τα οποία, δυστυχώς, μόνο ο Ρέτσος, άντε και ο Βιάνα (!!!), συνεχίζουν να έχουν σοβαρή παρουσία στον ποδοσφαιρικό χάρτη, αλλά με την αλλοπρόσαλλη λογική του (αγωνιστικός προσανατολισμός και πλήρη απαξίωση των σπουδαίων ποδοσφαιριστών) έφερε ένα τέλος εποχής και μια μετάλλαξη (προσωρινή ελπίζω) στο dna της ομάδας (για να ακολουθήσει η λαίλαπα Χάσι).
Ένας καλός λόγος και για τον κόσμο. Αν και το καλοκαίρι καλά κρατεί το Καραϊσκάκης ήταν σχεδόν γεμάτο και αν και η ζέστη δεν βοηθούσε την κατάσταση, η εξέδρα (με μπροστάρη, όπως πάντα, το πέταλο της 7) είχε παλμό και ένταση (ειδικά όταν βοηθούσε και η απόδοση της ομάδας). Επίσης, μπορεί στο προηγούμενο εντός έδρας αγώνα να είχα επικρίνει (λιγότερο από ό,τι νομίζω ότι αναλογεί) το σύνθημα: «έτσι ονειρευόμαστε τον Ολυμπιακό», αλλά χθες δεν το βρήκα υπερβολικό. Ναι, η Μπέρνλυ δεν είναι μεγαθήριο του ευρωπαϊκού ποδοσφαίρου, αλλά ο χθεσινός Ολυμπιακός έπαιξε όμορφο ποδόσφαιρο, έβγαλε (μεγάλο) πάθος και (μπόλικη) ποιότητα, και, το βασικότερο ως προς το πώς εγώ τον ονειρεύομαι, δεν μάσησε από την προκλητικά εχθρική διαιτησία (και αντίστοιχες διαιτησίας θα συναντήσει, όπως συνάντησε συχνά τα δύο τελευταία χρόνια, με βεβαιότητα στο πρωτάθλημα που ξεκινά).
Συνέχεια της παραπάνω παραγράφου, με την άνεση που μου προσφέρει η νίκη, στο να σχολιάσω τόσο τη χθεσινή διαιτησία, όσο και να κάνω ένα δύο σχόλια, ειδικά αφού το πρωτάθλημα ξεκινά σε λιγότερο από τρία 24ωρα. Το πέναλτι στον Ποντένσε είναι σαφέστατα πέναλτι, ενώ το χέρι που ζητάμε δεν είναι (πόσο παραπάνω να το κολλήσει στο σώμα). Από την άλλη, όσο και αν μέσα από το πέταλο -όσο και από την κάμερα πίσω από το τέρμα- φαίνεται να μην είναι πέναλτι η φάση της ισοφάρισης, από την κάμερα που “συνάδει” με την οπτική του διαιτητή, φαίνεται καθαρή (και ηλίθια) παράβαση. Παραμένει, πάντως, δεδομένο ότι τα πέναλτι ήταν το κεράσακι στη τούρτα: αυτό που εξόργισε παίκτες και οπαδούς ήταν το οφθαλμοφανές -από το πρώτο πεντάλεπτο- σπρώξιμο στους Άγγλους. Ο Σλοβένος διαιτητής δεν ήταν απλά ένας κακός διαιτητής (χωρίς να το αποκλείω): έκρινε συστηματικά με δύο μέτρα και δύο σταθμά τις φάσεις, και αυτό, σχεδόν πάντα, υπέρ των Άγγλων -προσφέροντας τους συστηματικά την ευκαιρία να πατούν με φάουλ την περιοχή μας, καθώς πρόκειται για ομάδα που αυτό είναι το καλό επιθετικό της όπλο.
Ο Ολυμπιακός, όπως γράφω παραπάνω, είχε την ενδεδειγμένη απάντηση. Και θα επιμείνω: ακόμα και αν το αποτέλεσμα ήταν διαφορετικό (ας μην ξεχνάμε ότι ο Ολυμπιακός είχε την «τύχη» να σκοράρει με την έναρξη του δευτέρου ημιχρόνου), αυτό θα έπρεπε να κάνει στα επόμενα παιχνίδια: να βρει τρόπο να ελαχιστοποιήσει τα αμυντικά λάθη (από μια τετράδα τέτοιων λαθών έρχεται το πέναλτι) και να βελτιώσει (ακόμα περισσότερο) την επιθετική του λειτουργία. Όπως έγινε και πέρσι, οι πολλές φωνές για τα κοράκια, γύρισαν μπούμερανγκ στην ομάδα.
Και επειδή έχω πέσει τώρα τελευταία σε κάμποσους οπαδούς του μπαοκ, που πέρσι αδικήθηκαν --ξανά-- από την κακούργα κενωνία, αλλά και του αεκ, που πέρσι αντιμετώπισαν ένα διαιτητικό 50-50, με κάποια παιχνίδια να ευνοούνται και άλλα τόσα να αδικούνται (με αποτέλεσμα να αισθάνομαι και ΠΟΛΥ μαλάκας που πάντα έλεγα ότι έβλεπα έναν Ολυμπιακό που προστατευόταν, αν και ΣΑΦΕΣΤΑΤΑ ανώτερος των αντιπάλων του, από το σύστημα του ελληνικού ποδοσφαίρου -μια βοήθεια, που άλλωστε, δεν χρειαζόταν συχνά με τους αντιπάλους τους να έχουν καταστραφεί από τα δικά τους οικονομικά λάθη), καλό θα είναι να μην ξεχνάμε τι ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ έγινε πέρσι (και οι αναφορές μου, από εδώ και πέρα, θα είναι, όπως πάντα, ελάχιστες στα κοράκια), χάρη στην εξαιρετική --και χρονοβόρα-- δουλειά του savva gridlock από τους Reds Against the Machine.
Με λίγα λόγια: είναι αστείο να συζητάμε αν ο Ολυμπιακός δυο χρόνια τώρα αντιμετωπίζεται εχθρικά από τα κοράκια. Είναι, όμως, αναγκαίο να αναγνωρίσουμε ότι το περσινό πρωτάθλημα δεν χάθηκε από τα κοράκια, αλλά, κυρίως, από την κακή απόδοση του συνονθυλεύματος που φορούσαν τη ριγωτή. Είναι αστείο να συζητάμε, επίσης, αν ο Ολυμπιακός δέχεται ή όχι, ξεκάθαρο πόλεμο από το υβρίδιο αριστεροακροδεξιάς κυβέρνησης, ανεξάρτητα από τα αν πρωταρχικός στόχος είναι ο Μαρινάκης ή ο Ολυμπιακός (όπως στην αγωνιστική και εξωαγωνιστική αβάντα των συνεταίρων της εξυγίανσης, μικρή σημασία έχει αν ο στόχος είναι να ικανοποιηθούν τα οικονομικά συμφέροντα των Μελισσανίδη -χορηγού των μισών ομάδων 1ης και 2ης κατηγορίας- και Σαββίδη -επίσημου χορηγού της Super League- ή ο μπαοκ και το Αεκ. Είναι, όμως, αναγκαίο να διαχωρίσουμε αυτόν τον πόλεμο από το αμιγώς αγωνιστικό κομμάτι (η χυδαία συμπεριφορά του καμμένου Καμμένου ή ξ πρωτόγνωρη κομματική απάντηση απέναντι σε θύρα (!!!) δεν πρέπει να αποτελούν άλλοθι για τους παίκτες -αυτοί οφείλουν να κερδίζουν εντός αγωνιστικών χώρων τους, έτσι κι αλλιώς, κατά κανόνα, υποδεέστερους αντιπάλους.
Ο οργανισμός που αποτελεί τον Ολυμπιακό αναγνωρίζοντας όλες τις παραπάνω συνθήκες, με τα εμπόδια που θα συναντήσει και το χεράκι βοήθειας στους εξυγιαντές, πρέπει να απαντήσει με αγωνιστική βελτίωση και όχι να αναζητά (υπαρκτές) δικαιολογίες για πιθανές αποτυχίες. Ακόμα και ο Ολυμπιακός των πέτρινων χρόνων (τότε που με την δίκαιη επίβλεψη του Καπετάνιου όλα στο ελληνικό ποδόσφαιρο ήταν ειδυλλιακά σαν το Μικρό Σπίτι στο Λιβάδι -και πώς να μην είναι όταν οι μισές ομάδες ανήκαν και επίσημα στον ίδιο άνθρωπο), νικούσε, κατά κανόνα, τα ντέρμπι κόντρα στον Παναθηναϊκό.
Αν το ζήτημα είναι να δούμε κάτι καλύτερο από πέρσι, τότε ο πήχης είναι πολύ χαμηλά και βρισκόμαστε μισό ντέρμπι μακριά από το να το καταφέρουμε: σε μια χρονιά που δεν αναδείχθηκε ούτε ένας ποδοσφαιριστής (εκτός των βετεράνων Προτό και του, συγκινητικού Ρομαό), και τα αγωνιστικά highlights είναι η ισοπαλία με την Μπάρτσα και το μισό μηδέν με τον μπαοκ, αρκούν δύο τρία παιχνίδια πρωταθλήματος με εμφάνιση αντίστοιχη με αυτή των αγώνων κόντρα στη Λουκέρνη, και μια εμφατική νίκη σε κάποιο πιο σοβαρό παιχνίδι για να κρίνεται η χρονιά ως πιο επιτυχημένη. Αυτό, όμως, που πραγματικά θέλουμε να δούμε φέτος είναι μια ομάδα (και όχι ένα τουριστικό μπουλούκι) που να γυαλίζει το μάτι της, ειδικά στα παιχνίδια που έχουν ξεχωριστή σημασία για τον κόσμο. Αν ο Ολυμπιακός είναι στο ύψος του, ό,τι και να κάνουν τα συνεταιράκια, το πρωτάθλημα θα επιστρέψει εκεί που είναι η φυσική του θέση.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου