Παρασκευή 9 Δεκεμβρίου 2016

Μια πρώτη αποτίμηση της πορείας του Ολυμπιακού στο 1/3 της Ευρωλίγκας

So far, so good, so what!
Ο τίτλος που επιλέξαμε για τη σημερινή ανάλυση βασίζεται στις εκτιμήσεις που είχαμε για την ομάδα πριν ξεκινήσει ο μαραθώνιος της φετινής Ευρωλίγκας. Ο Θρύλος έχει πραγματοποιήσει μέχρι στιγμής αξιοπρεπή πορεία -- που θα μπορούσε να είναι καλύτερη αν είχε αποφύγει τη μεγάλη γκέλα που λέγεται «ήττα από τη Μακάμπι στο ΣΕΦ». Πολλοί μιλάνε για παραπάνω γκέλες, αλλά θα εξηγήσουμε στην πορεία για ποιο λόγο θεωρούμε ότι το μοναδικό μέχρι στιγμής εκτός προγράμματος άσχημο αποτέλεσμα ήταν αυτό απέναντι στους Ισραηλινούς στο Φάληρο. Ας πάρουμε όμως τα πράγματα με τη σειρά ρίχνοντας μια ματιά συνολικά στη φετινή διοργάνωση. 


Του RedTerso

Οι προβλέψεις επιβεβαιώθηκαν. Είναι ένα κολασμένο πρωτάθλημα.

Όλες οι αναλύσεις το φθινόπωρο είτε προέρχονταν από επαγγελματίες δημοσιογράφους είτε από οπαδικές σελίδες ταυτίζονταν στο σημείο της εκτίμησης οτι η φετινή ευρωλίγκα θα είναι το πιο ανταγωνιστικό ευρωπαϊκό πρωτάθλημα των τελευταίων χρόνων σίγουρα. Ο ανταγωνισμός, η ένταση και η ποιότητα σίγουρα θα φέρνουν στο μυαλό των μεγαλύτερων σε ηλικία το κύπελλο πρωταθλητριών του τέλους της δεκαετίας του 80 και της αρχής της δεκαετίας του 90 όπου οι ομάδες ήταν λιγότερες αριθμητικά αλλά με τρομερά ρόστερ και πολύ μεγάλη ποιότητα των αθλητών. Στα ίδια μονοπάτια βαδίζει η φετινή Euroleague, που έχει όμως ένα μακροπρόθεσμα πολύ μεγάλο αρνητικό και αυτό είναι η δημιουργία ενός κλειστού ουσιαστικά πρωταθλήματος, που έχει ως συνέπεια την σε βάθος χρόνου  υποβάθμιση των εγχώριων πρωταθλημάτων. Αν αυτό το δούμε σε συνδυασμό με την παράλληλη κόντρα της Euroleague με τη FIBA (και τη δημιουργία της διοργάνωσης του Champions League του, μπάσκετ) και την ύπαρξη 2 υποτίθεται κορυφαίων διοργανώσεων (μιας και η ευρωλίγκα είναι πολύ μπροστά κυρίως λόγω του μεγέθους των ομάδων, που συμμετέχουν) τότε θα μπορούσαμε να πούμε ότι υπάρχει μια κίνηση να δημιουργηθεί μια κλειστή λίγκα στα πρότυπα του NBA, που «παραγνωρίζει» βέβαια την ευρωπαϊκή μπασκετική παράδοση. Αυτή όμως είναι από μόνη της μια μεγάλη κουβέντα, που θα μπορούσε να γίνει στο μέλλον. 

Περνώντας στο αγωνιστικό καθαρά σκέλος θα μπορούσαμε να πούμε οτι πρόκειται για ένα ιδιαίτερα ανταγωνιστικό και απρόβλεπτο μέχρι στιγμής πρωτάθλημα. Ο ρυθμός των παιχνιδιών είναι αρκετά πιο γρήγορος ακολουθώντας τις σύγχρονες μπασκετικές επιταγές και τα σκορ είναι επίσης μεγαλύτερα. Σαν ομάδα ξεχωρίζει μέχρι στιγμής η ΤΣΣΚΑ, αλλά κατά τη γνώμη μου όχι στο βαθμό που παρουσιάζεται. Σίγουρα είναι η ομάδα με το μεγαλύτερο πλουραλισμό, που διαθέτει και την ισχυρότερη περιφέρεια της διοργάνωσης (Τεόντοσιτς, Ντε Κολό, Τζάκσον κ.λπ.). Πατάει ταυτόχρονα στην εξαιρετική της ομοιογένεια μιας και διατήρησε σχεδόν ανέπαφο τον περσινό της κορμό και οι μόνες προσθήκες, που έγιναν ήρθαν να καλύψουν τις ελάχιστες ελλείψεις, που υπήρχαν στο ούτως ή άλλως πολύ δυνατό περσινό της ρόστερ (π.χ. Αγκουστιν). Θα είναι ενδιαφέρον όμως να δούμε πως θα αντιδράσει στο προσεχές διάστημα, που θα λείπουν οι δύο καλύτεροί της παίκτες  Τεόντοσιτς και  Ντε Κολό. Αξίζει να σημειωθεί ότι σε παιχνίδια, που κρίθηκαν οριακά (με ΟΣΦΠ και Μπάμπεργκ), η ΤΣΣΚΑ πήρε όλα τα σφυρίγματα υπέρ της από τη διαιτησία.

Στη συνέχεια της βαθμολογίας γίνεται ένα μικρό χάος με 9 ομάδες να έχουν απόσταση 2 νικών από τον 2ο μέχρι και τον 10ο. Σε αυτό το γκρουπ βρίσκεται και ο Ολυμπιακός, με τη Ρεάλ μέχρι στιγμής να φαίνεται η πιο δυνατή ομάδα. Ακόμα και η Φενέρ του Ομπράντοβιτς παρουσιάζει σκαμπανεβάσματα και δεν είναι τυχαίο ότι από την 5η αγωνιστική έκανε 3 σερί ήττες, ενώ την προηγούμενη αγωνιστική πήρε το ντέρμπι με τη Ρεάλ εξαιτίας ενός χαζού φάουλ, που έκανε ο Κάρολ. Σε αυτό το γκρουπ ομάδων πέρα από τις παραπάνω θα δούμε τη Μπασκόνια, τη Νταρουσάφακα, την Εφές και τον Παναθηναϊκό. 

Πιο πίσω βαθμολογικά βρίσκονται ο Αστέρας, η Ζαλγκίρις, η Ούνικς, η Μιλάνο, η Γαλατασαράι και η Μπάμπεργκ. Καμία όμως από αυτές τις ομάδες δεν δείχνει διατεθειμένη να παραδοθεί, μιας και όλες ανεξαιρέτως έχουν κάνει και μεγάλες νίκες. Κάποιες από αυτές δεν ξεκίνησαν καλά και φαίνεται ότι θα ανέβουν βαθμολογικά (Μπάμπεργκ και Γαλατά ) ενώ η Αρμάνι, που ξεκίνησε δυνατά, φαίνεται ότι θα ταλαιπωρηθεί για άλλη μια χρονιά από το άσχημα δομημένο ρόστερ και τους εσωτερικούς κλυδωνισμούς (επικείμενος δανεισμός Τζεντίλε). Παρ’ όλα αυτά, όπως έχει φανεί μέχρι στιγμής, όποια ομάδα από τα υψηλότερα «πατώματα» της διοργάνωσης υποτιμήσει κάποια από αυτές τις ομάδες είναι σίγουρο ότι θα το πληρώσει ακριβά.

Η φετινή ευρωλίγκα είναι ένα πρωτάθλημα με ασταμάτητη δράση και διαρκή εναλλαγή συναισθημάτων και αγωνιστικής συμπεριφοράς. Οι ομάδες, που θα καταφέρουν να διατηρήσουν το χαρακτήρα τους και θα διαχειριστούν καλύτερα τις καταστάσεις θετικές ή αρνητικές, που παρουσιάζονται θα είναι αυτές, που θα έχουν καλύτερες πιθανότητες για ένα καλό πλασάρισμα στην τελική βαθμολογία. Όσο προχωράει η σεζόν νομίζω ότι νομοτελειακά θα οδηγηθούμε σε ένα πιο «σκληρό» και κλειστό μπασκετικό μοτίβο, που τον πρώτο λόγο θα αποκτήσουν ξανά ο ρυθμός, οι άμυνες και η τακτικές επιλογές των προπονητών. 

Ο Ολυμπιακός μέσα στην Ευρωλίγκα.

Στην αρχή του κείμενου υποστηρίξαμε ότι με βάση τις εκτιμήσεις πριν την έναρξη της σεζόν ο Ολυμπιακός έχει πραγματοποιήσει μια αξιοπρεπέστατη πορεία και έχει τα φόντα να την κάνει πολύ καλύτερη στη συνέχεια. Ο Ολυμπιακός αυτή τη στιγμή βρίσκεται στην τέταρτη θέση έχοντας 6 νίκες και 4 ήττες. Οι περισσότεροι που έχουν καταθέσει γνώμη μέχρι στιγμής θεωρούν ότι ο Ολυμπιακός έχει κάνει 2 άσχημες γκέλες εννοώντας την εντός έδρα ήττα από τη Μακάμπι και την εκτός έδρας από τη Γαλατά. Στα δικά μου μάτια πραγματική γκέλα είναι αυτή από τη Μακάμπι γιατί έγινε από μια θεωρητικά ανταγωνίστρια ομάδα και μάλιστα στην έδρα μας. Η ήττα από τη Γαλατά παρόλο, που ήρθε με πολύ άσχημο τρόπο, με την απώλεια μιας διαφοράς 19 πόντων και έφερε στην επιφάνεια μερικές αναταράξεις (βλ. δημόσια τιμωρία Γκριν) δεν θεωρώ ότι συνιστά γκέλα. Το ρόστερ της Γαλατά είναι πολύ δυνατό και η έδρα της είναι κολασμένη. Μπορεί οι Τούρκοι να ξεκίνησαν άσχημα, αλλά στην πορεία των παιχνιδιών βελτιώνονται και είμαι σίγουρος ότι η τελική κατάταξη θα τους βρει πιο ψηλά ενδεχομένως κυνηγώντας και την πρόκριση στα πλέι-οφ. Οι άλλες δύο ήττες έχουν έρθει από τα θεωρητικά μεγάλα φαβορί, στην πρεμιέρα στη Μαδρίτη με τη Ρεάλ και εντός με την ΤΣΣΚΑ, που είχαμε και διαιτητικό χειρουργείο. 

Από εκεί και πέρα η ομάδα μας έχει κάνει τα αναμενόμενα εντός έδρας κερδίζοντας στο ΣΕΦ την Εφές (90-66), την Αρμάνι (91-81) και την Μπαρτσελόνα (59-52). Ταυτόχρονα έχει κάνει και 3 πραγματικά σπουδαίες εκτός έδρας νίκες με τη Μπασκόνια (90-95), τον Παναθηναϊκό (77-79) και στην Κων/πολη με τη Νταρουσάφακα (71-77). Και οι τρεις αυτές εκτός έδρας νίκες έχουν σημειωθεί απέναντι σε ομάδες, που θα παλέψουν για το καλύτερο δυνατό πλασάρισμα για την πρόκριση και ταυτόχρονα, έχουν επιτευχθεί σε έδρες, που ελάχιστες ομάδες θα επαναλάβουν το κατόρθωμα του Ολυμπιακού και θα τις κερδίσουν εκεί.

Συνολικά λοιπόν φαίνεται ότι ο Θρύλος, πατάει αρκετά καλά στα πόδια του βαθμολογικά και αν δεν είχε χάσει από τη Μακάμπι (σε ένα ματς που έγιναν όλα λάθος) θα ισοβαθμούσε αυτή τη στιγμή με τη Ρεάλ και τη Φενέρ στη δεύτερη θέση. Με τα αν όμως δεν γράφεται ιστορία, ιδιαίτερα στη φετινή Ευρωλίγκα. 

Ο Ολυμπιακός σε αγωνιστικό επίπεδο βασίζεται κυρίως σε στοιχεία παιχνιδιού της προηγούμενης χρονιάς, έχοντας όμως προσθέσει και κάποια νέα. Αυτά τα είδαμε κυρίως στην αρχή της χρονιάς με περισσότερο τρέξιμο και αναζήτηση transition παιχνιδιού. Στην άμυνα η ομάδα παράτησε το περσινό χιλιοπαιγμένο hedge-out των σέντερ φορ και έπαιξε περισσότερο με αλλαγές (κάτι, που ξεκίνησε στους περσινούς τελικούς με τον Παναθηναϊκό), αναγνωρίζοντας τα μειονεκτήματα των Γιανγκ και Μιλουτίνοβ σε αυτόν τον τομέα. Σε παιχνίδια, που χρειάστηκε (βλ. Νταρουσάφακα) έπαιξε και με παραλλαγές με under the screener π.χ. μη προβαίνοντας σε αλλαγές, κάνοντας την άμυνά του πιο δύσκολη στο διάβασμα για τον αντίπαλο. Ο Ολυμπιακός βασίζεται στην ομοιογένεια, που έχει ως ομάδα μιας και το καλοκαίρι δεν χρειάστηκε να κάνει αλλαγές, προσθέτοντας στο ρόστερ τον εκτελεστή Έρικ Γκριν. Αυτή η συνθήκη τον έχει βοηθήσει να μπορεί να ενσωματώσει πιο γρήγορα τα στοιχεία παιχνιδιού, που επιθυμεί ο Σφαιρόπουλος. Επίσης έχει καταφέρει να διατηρήσει ένα υψηλό επίπεδο συγκέντρωσης και ψυχραιμίας στο παιχνίδι του, που εκφράστηκε καλύτερα στις νίκες με τη Μπασκόνια, τη Μπαρτσελόνα και την Νταρουσάφακα. Στα ματς, που η ομάδα δεν είχε υψηλή συγκέντρωση έχασε από τη Γαλατά και τη Μακάμπι.

Επίσης σημαντικό είναι ότι ο Ολυμπιακός έχει εκμεταλλευτεί πλήρως την αθλητικότητά του και τον έλεγχο του ρυθμού. Δεν είναι τυχαίο ότι βρίσκεται στη δεύτερη θέση της ομαδικής κατάταξης των ριμπάουντ με σχεδόν 37 σκουπίδια μέσο όρο στο κάθε παιχνίδι. Αυτό τον βοηθά να ελέγχει το ρυθμό του παιχνιδιού και άλλοτε να παίζει πολύ γρήγορα όπως στο ματς με τους Βάσκους και άλλοτε να επιλέγει ένα τελείως low-pace παιχνίδι, με λίγες κατοχές όπως αυτό με τη Μπαρτσελόνα. Φυσικά δεν υποστηρίζω ότι το εκτελεί τέλεια σε κάθε παιχνίδι και γι’ αυτό τον λόγο υπάρχουν τα σκαμπανεβάσματα, που έχουμε παρατηρήσει μέχρι στιγμής. 

Προσπαθώντας να αναλύσουμε τα αρνητικά του παιχνιδιού της ομάδας μας θα μπορούσαμε να σταθούμε σε 2 κυρίως σημεία. 1ον Η ομάδα δεν έχει καθόλου ποστ παιχνίδι εκτός από αυτό, που παράγεται από τον Γιώργο Πρίντεζη. Όταν λοιπόν οι αντίπαλες άμυνες προσαρμόζονται στον υπαρχηγό, κλείνουν οι διάδρομοι προς τη ρακέτα και το επιθετικό μας παιχνίδι γίνεται πολύ προβλέψιμο  και αντιμετωπίσιμο. Σε όλες τις ήττες μας φέτος έχει επαναληφθεί το ίδιο φαινόμενο. 2ον Παρόλο, που υπάρχει η μεγάλη ομοιογένεια, που αναφέρθηκε παραπάνω δεν φαίνεται να έχουν δοκιμαστεί καινούργια συστήματα στην επίθεση, που θα μπορούσαν να βοηθήσουν τους δολοφόνους Λοτζέσκι και Γκριν.  Αν το τεχνικό τιμ διορθώσει τις παραπάνω ανορθογραφίες και παράλληλα διατηρηθεί η υψηλή συγκέντρωση της ομάδας και ο έλεγχος του ρυθμού έχω την εκτίμηση ότι ο Ολυμπιακός θα βελτιώνεται διαρκώς όσο προχωράει η χρονιά. Σε αυτό δεν πρέπει να ξεχνάμε και τον συνήθως προσεκτικό και επιστημονικό σχεδιασμό της φυσικής κατάστασης της ομάδας (από τον μετρ γυμναστή μας Αντρέα Γκατζούλη) , που φτάνει στο υψηλότερο επίπεδο την άνοιξη.

Κριτική των Παιχτών και του Κοουτς 

Έρικ Γκριν: Πολύ καλή η παρουσία του μέχρι στιγμής έχοντας μ.ο. 8,3 πόντους σε κάθε παιχνίδι. Έχει βοηθήσει τα μέγιστα στις μεγάλες νίκες στη χώρα των Βάσκων και την Τουρκία. Έχουν υπάρξει και παιχνίδια, που ήταν ωσεί παρών όπως αυτά με τη Ρεάλ, τη Γαλατά και τη Μακάμπι, ενώ ήταν αυτός, που "πλήρωσε" με δημόσιο κράξιμο από το Σφαιρόπουλο το μειωμένο βαθμό συγκέντρωσης και αμυντικής προσήλωσης. Αν βοηθηθεί περισσότερο και από την ομάδα μέσα από στοχευμένα plays (μιας και δεν είναι καλός δημιουργός) και διατηρεί σε υψηλό βαθμό την συγκέντρωση του θα βοηθήσει καταλυτικά την πορεία της ομάδας. Παρουσιάζεται επίσης πάρα πολύ καλός στο κλείσιμο των δεκαλέπτων ή πετυχαίνοντας buzzer-beater καλάθια αναδεικνύοντας και την "clutch" πλευρά του εαυτού του.

Κεμ Μπιρτς: Μέχρι στιγμής είναι η αποκάλυψη του Ολυμπιακού αποτελώντας άλλον έναν πετυχημένο κρίκο στην αλυσίδα επιλογών των mobile-centers (Χάινς, Ντάνστον), που αναδεικνύει η ομάδα. Ο Καναδός έχει μέχρι στιγμής 8,3 πόντους, 7 ριμπάουντ και 1,3 κοψίματα σε 20,17 λεπτά μ.ο. σε κάθε παιχνίδι. Αποκτήθηκε για δεύτερος σέντερ φορ (πίσω από τον Γιανγκ) αλλά μέχρι στιγμής έχει γίνει βασικός και υπεραπαραίτητος στο παιχνίδι της ομάδας, βοηθούμενος πάρα πολύ από το pick'n'roll παιχνίδι του αρχηγού. Ελπίζουμε σε ανάλογη συνέχεια. Λίρα εκατό ο Μπιρτς.

Πάτρικ Γιανγκ: Το αντίθετο άκρο από τον Μπιρτς. Είναι η παραφωνία μέχρι στιγμής του φετινού ρόστερ της ομάδας, μιας και παρόλο, που ιατρικά είναι σε καλό επίπεδο, είναι τραγική η ψυχολογική του κατάσταση, με αποτέλεσμα να μοιάζει πραγματικά σαν κούτσουρο μέσα στο παρκέ και να προκαλεί λύπηση σε σχέση με αυτό που θυμόμασταν πέρυσι. Αν συνδυάσουμε τις τραγικές του αναρτήσεις στα social media και τις απαράδεκτες δηλώσεις του, ότι θα είναι έτοιμος το Φλεβάρη (1,5 χρόνο μετά τον τραυματισμό του) φαίνεται ότι αποτελεί τον πολύ αδύναμο κρίκο του ρόστερ.

Ιωάννης Παπαπέτρου: Είχε γίνει το καλοκαίρι ένας μικρός χαμός για το αν έπρεπε η ομάδα να αποκτήσει αναπληρωματικό τεσσάρι πίσω από τον υπαρχηγό. Η διοίκηση σε συνεννόηση με τον προπονητή αποφάσισαν να μην αποκτηθεί τέτοιος παίχτης και να δοθεί η ευκαιρία στον Παπαπέτρου (κυρίως) και στον Αγραβάνη (για να στηριχτεί και ο ελληνικός κορμός). Μέχρι στιγμής λοιπόν φαίνεται ότι ο Παπαπέτρου δικαιώνει τη συγκεκριμένη επιλογή. Αυτό δε φαίνεται κυρίως στα στατιστικά (4 πόντοι μ.ο. και 2,3 ριμπάουντ) αλλά στον υψηλό βαθμό ενέργειας, που δίνει ο Παπαπέτρου και στην άμυνα, που παίζει. Αν δουλέψει περισσότερο στο μακρινό σουτ (28,5% στα τρίποντα) και αναλάβει περισσότερες επιθετικές πρωτοβουλίες θα βοηθήσει την ομάδα και θα παγιώσει για τον εαυτό του το ρόλο του πρωταγωνιστή. Τα αθλητικά του προσόντα είναι τέτοια, που θα μπορούσε να υπερκεράσει σε ταχύτητα βαριά τεσσάρια ή να βάλει μέσα στο καλάθι ελαφρύτερα. Αν εκμεταλλευτεί το ταλέντο του αυτή μπορεί να είναι και η χρονιά της εκτόξευσής του.

Βασίλης Σπανούλης: Ο αρχηγός όντας ξεκούραστος μετά το πρώτο καλοκαίρι, που δεν ακολούθησε την εθνική κάνει μάλλον την πιο ώριμη χρονιά της καριέρας του. Συνεχίζει και αποτελεί τον ακρογωνιαίο λίθο της ομάδας. Πέρα από το σκοράρισμά του που κυμαίνεται σε υψηλά επίπεδα (15,2 πόντοι) έχει ανεβάσει πολύ τη δημιουργικότητά του όντας με 6,9 ασίστ μ.ο. 3ος σε όλη τη διοργάνωση. Με τέτοιο Σπανούλη να τον οδηγεί, ο Ολυμπιακός δεν έχει να φοβηθεί τίποτα, αντίθετα όταν φτάσουμε στα κρίσιμα παιχνίδια οι αντίπαλοι θα ξαναδούν τον τρόμο στα μάτια τους...

Δημήτρης Αγραβάνης: Δυστυχώς τραυματίστηκε σε μια περίοδο, που θα μπορούσε να βοηθήσει περισσότερο (μιας και ο Γιανγκ είναι σκιά του εαυτού του). Επίσης στην αρχή πλήρωσε για άλλη μια φορά τη χαμηλή του συγκέντρωση. Μετά την τραγική φάση της Μαδρίτης, που χρεώθηκε με τεχνική ποινή «έφαγε πάγκο» για 1-2 παιχνίδια. Ο Αγραβάνης παίζει με μεγάλη ενέργεια και έχει καλό μακρινό σουτ. Αν έχει το μυαλό στο κεφάλι του μπορεί να βοηθήσει σε δευτερεύοντες ρόλους. 

Νίκολα Μιλουτίνοβ: Η ομάδα επέλεξε να τον διατηρήσει στο ρόστερ το καλοκαίρι λογίζοντάς τον ως τρίτο ψηλό. Φαίνεται ότι υπήρχε μια εικόνα για την κατάσταση του Γιανγκ, στον προπονητή. Έχουμε πει από την αρχή της σεζόν ότι ο Σέρβος είναι ένας σέντερ ειδικών συνθηκών. Δεν μπορεί να παίξει απέναντι στον Χάινς, τον Τάιους ή αντίστοιχους ευκίνητους ψηλούς. Όμως απέναντι σε ψηλά κορμιά και seven-footers είναι τουλάχιστον θετικός. Απέναντι σε παίχτες όπως ο Τόμιτς ή ο Ερντέν έχει κάνει εξαιρετικά παιχνίδια. Είναι καλή επιλογή για τρίτος ψηλός στο rotation, όντας το "πεντάρι" των ειδικών αποστολών. 

Γιώργος Πρίντεζης: Σταθερή αξία ο υπαρχηγός με 12 πόντους, 4,4 Ριμπάουντ και 3 κερδισμένα φάουλ μ.ο. σε 25' συμμετοχής ανά παιχνίδι. Όντας το καλύτερο τεσσάρι επιθετικά στην Ευρώπη δέχεται πολύ μεγάλη πίεση σε αρκετά παιχνίδια από τους αντίπαλους προπονητές, που εστιάζουν πάνω του τις άμυνές τους. Έχουν υπάρξει κάποια παιχνίδια, που δεν έχει φανεί καθόλου. Είμαστε σίγουροι ότι όσο περνάει ο καιρός και βαδίζουμε προς την άνοιξη ο Πρίντεζης θα ανεβαίνει. Εκεί στα κρίσιμα παιχνίδια, που η μπάλα θα καίει θα κάνει την εμφάνισή του ο Αή-Γιώργης Πρίντεζης.

Κώστας Παπανικολάου: Πέρυσι λέγαμε ότι ο Κωστάκης θα κριθεί στη φετινή χρονιά. Μέχρι στιγμής δεν έχει δικαιώσει τις προσδοκίες. Δεν είναι επ' ουδενί αρνητικός, μιας και προσφέρει στην άμυνα με την ένταση, που βγάζει και την ενέργεια, που καταθέτει αλλά μέχρι στιγμής δεν μοιάζει με εκείνο το πυραυλοκίνητο τριάρι της πρώτης περιόδου του στον Ολυμπιακό. Αν σε αυτό προσθέσουμε και την τραγική του αστοχία από τα 6,75 (3 στα 25 με 12% ποσοστό) βγαίνει το συμπέρασμα ότι πρέπει να προσπαθήσει πολύ περισσότερο και να ανακτήσει τη χαμένη του αυτοπεποίθηση μιας και πολλά από τα χαμένα σουτ του είναι με εξαιρετικές προϋποθέσεις.

Βαγγέλης Μάντζαρης: Το γεγονός ότι ο Μάντζαρης είναι τρίτος παίχτης του ρόστερ σε λεπτά συμμετοχής (22,5') δημιουργεί σε διάφορους ερωτηματικά. Ο Μάντζαρης όμως φέτος δεν είναι αρνητικός έχοντας 6,8 πόντους μ.ο. και παίζοντας τη γνωστή καλή του άμυνα. Οφείλει όμως είναι πολύ πιο επιθετικός δοκιμάζοντας και μερικά ντράιβ. Παράλληλα πρέπει να βελτιώσει πολύ και τη δημιουργικότητά του όντας ο βασικός play-maker με τις λιγότερες ασίστ (1,3 μ.ο.) στην Ευρωλίγκα. 

Ντάνιελ Χάκετ: Ο Χάκετ θα έπρεπε να παίζει παραπάνω (14,5' μέχρι στιγμής). Είναι παίχτης που μπορεί να βοηθήσει σε πολλούς τομείς του παιχνιδιού παίζοντας αμυνάρες ενώ μπορεί να αποτελέσει έναν ακόμα πόλο στην επίθεση ποστάροντας τους κοντύτερους και πιο αδύναμους αντιπάλους του ή πραγματοποιώντας τις εξαιρετικές του διεισδύσεις. Είναι παίχτης, που μπορεί να αποτελέσει το βαρόμετρο για την ομάδα. Βρίσκεται και σε χρονιά συμβολαίου και μακάρι αυτό να αποτελέσει κίνητρο για την εκτόξευσή του στη συνέχεια. 

Ματ Λοτζέσκι: Το «βελούδινο σφυρί» της ομάδας είναι και φέτος κομβικό για το παιχνίδι μας. Ο Ματ είναι τρίτος σκόρερ με 10 πόντους και 50% στα τρίποντα (19/38). Ο Λοτζέσκι όταν έχει ρυθμό στο παιχνίδι του μπορεί να σκοτώσει οποιαδήποτε άμυνα όπως έκανε με τη Μπασκόνια και τη Νταρουσάφακα. Διανύει και αυτός χρονιά συμβολαίου. Βρίσκεται στην ομάδα για 4η χρονιά και επειδή "κολλάει" στην ψυχοσύνθεσή της καλό θα ήταν να ανανεώσει, εξαργυρώνοντας έναν ακόμα καλύτερο δεύτερο γύρο.

Γιάννης Αθηναίου, Βασίλης Τολιόπουλος και Πάρις Μαραγκός δεν έχουν αγωνιστεί μέχρι στιγμής στην Ευρωλίγκα και δεν μπορούν να κριθούν.

Γιάννης Σφαιρόπουλος: Γνωρίζουμε τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα, που έχει ως προπονητής. Δεν πρόκειται να δημιουργήσει ποτέ μια φαντεζί επιθετικά ομάδα. Παρ’ όλα αυτά, ο Ολυμπιακός παρουσιάζεται φέτος πολύ πιο προσαρμοστικός στις απαιτήσεις των παιχνιδιών. Μπορεί σε 1-2 ματς η ομάδα να μην παρουσιάστηκε έτοιμη από πλευράς πνευματικής συγκέντρωσης και αυτό να χρεώνεται στο Σφαιρόπουλο, όμως σε γενικές γραμμές ο φετινός Ολυμπιακός κυριαρχεί στα περισσότερα παιχνίδια των αντιπάλων του ακόμα και με στιλ παιχνιδιού, που φαινομενικά δεν μας ταιριάζει όπως αυτά με την Εφές και τη Μπασκόνια. Στον κόουτς μπορεί να πιστωθεί και η εκ του αποτελέσματος σωστή διαχείριση της κρίσης με τον Γκριν, που παρουσιάστηκε μετά από την ήττα με τη Γαλατά. Εννοείται ότι αποτελεί θετικό γεγονός ότι συνεχίζει την πελατειακή σχέση, που έχει δημιουργήσει με το βάζελο. Κλείνοντας την αναφορά μας στον προπονητή θα λέγαμε ότι έχει αφήσει πίσω πολλές από τις περσινές του εμμονές και αν «ομορφύνει» λίγο περισσότερο το επιθετικό μας παιχνίδι θα μπορούσαμε να έχουμε υψηλότερες βλέψεις.

Φάκελος Πάτρικ Γιανγκ

Όπως φάνηκε και από την ατομική ανάλυση των παικτών του ρόστερ, ο Πάτρικ Γιανγκ αποτελεί τη μαύρη τρύπα. Πέρα από το γεγονός ότι ακόμα δείχνει να φοβάται μετά τον τραυματισμό του, μοιάζει να είναι και αρκετά πιο αργός τόσο στον τρόπο παιχνιδιού του όσο και στις αντιδράσεις του σε μπασκετικό επίπεδο. Οι στιγμές που βολοδέρνει στο παρκέ αναρωτώμενος αν θα πρέπει να δώσει σκριν ή να «βυθιστεί» στη ρακέτα είναι περισσότερες από αυτές που κάνει κάτι εποικοδομητικό για την ομάδα.  Η διοίκηση βρίσκεται σε ένα σταυροδρόμι. Θα δώσει παραπάνω χρόνο στο Γιανγκ γνωρίζοντας ότι είναι ένας παίχτης με υπερφυσικά αθλητικά προσόντα και υψηλό potential (που λένε και οι Αμερικάνοι) ή θα προχωρήσει σε μια κίνηση, που θα στηρίξει περαιτέρω το ήδη πολύ καλό μας ρόστερ; Αν μπορούσα να απαντήσω μονολεκτικά θα πήγαινα αναμφίβολα στο δεύτερο σενάριο. Και αυτό κυρίως λόγω της πνευματικής κατάστασης του Αμερικάνου, που ενώ λέμε να τον στηρίξουμε αυτός κάνει εκείνες τις απίστευτες δηλώσεις ότι θα είναι έτοιμος το Φλεβάρη στα γενέθλιά του και μας προκαλεί απίστευτο εκνευρισμό. Αν λοιπόν η διοίκηση πήγαινε στο δεύτερο σενάριο και αποκτούσε έναν ακόμα ψηλό θα μπορούσε να θωρακιστεί η ομάδα και να μη βασίζεται μόνο σε έναν κανονικό σέντερ (Μπιρτς) και έναν εξαιρετικών συνθηκών (Μιλουτίνοβ). Αυτό βέβαια με την προϋπόθεση οτι αν αποκτηθεί ένας ψηλός θα πρόκειται για κανονικό παίκτη και όχι για προσθήκη τύπου Σον Τζέιμς ή Χακιμ Γουόρικ. Γνωρίζοντας όμως πως κινείται η διοίκηση του Ολυμπιακού (με τα καλά και τα κακά της) νομίζω ότι θα διατηρηθεί το ρόστερ ως έχει. Και αυτό δεν θα οφείλεται στην "τσιγγουνιά" των προέδρων αλλά στην πίστη, που έχουν στο ρόστερ και τον κόουτσ και στη μη διάθεσή τους να διαταραχθεί η χημεία της ομάδας όπως έγινε πέρυσι με την προσθήκη του Όντομ. Ας ελπίσουμε ο δρόμος που θα ακολουθήσουν να βοηθήσει εν τέλει την ομάδα. Όποιος και αν είναι... 

Ο κόσμος και το ΣΕΦ

Μέχρι στιγμής ο κόσμος δεν έχει στηρίξει την ομάδα όσο της αρμόζει (με βάση αυτά, που μας έχει προσφέρει τα προηγούμενα χρόνια ή και φέτος στην ευρωλίγκα ή το πρωτάθλημα). Αν θυμηθούμε την ένταση που βγάζουν οι παίχτες μας σε γεμάτο γήπεδο και την παραπάνω διάθεση, που δείχνουν θα έπρεπε σε κάθε ματς να γεμίζουμε το φαληρικό στάδιο. Ας φέρουμε μόνο 2 παραδείγματα στο μυαλό μας. Στο ματς με τη Μακάμπι το ΣΕΦ ήταν εκκλησία με αποτέλεσμα το άσχημο μομέντουμ, που εμφανίστηκε από την αρχή του ματς δεν μπόρεσε ποτέ να ανατραπεί. Στο ματς με την ΤΣΣΚΑ, που είχε γίνει και σφαγή από την παρέα του Λαμόνικα, μόλις η ομάδα αντέδρασε το σεφ έγινε κόλαση και παραλίγο ο Θρύλος να κάνει μια μεγάλη ακόμα ανατροπή. Ας έχουμε αυτά στο μυαλό μας και να γεμίζουμε το γήπεδο μιας και μπορεί και φέτος αυτή η ομάδα να μας ξανακάνει υπερήφανους.

Και η συνέχεια...

Δεν θα βιαστούμε για να κάνουμε μια πρόβλεψη για το τέλος της κανονικής περιόδου. Δεν μας το επιτρέπει και η ίδια η διοργάνωση με τα σκαμπανεβάσματα που έχει και τις συγκινήσεις, που προσφέρει μέχρι στιγμής. Παρ’ όλα αυτά μπορούμε να εκτιμήσουμε ότι ο Ολυμπιακός βαδίζει σε καλό δρόμο, που θα μπορούσε να είναι και μια-δύο νίκες καλύτερος. Το πρόγραμμα μέχρι το τέλος του πρώτου γύρου είναι θεωρητικά ευνοϊκό αν ο Ολυμπιακός παίξει σύμφωνα με τις δυνατότητές του. Αύριο παίζουμε με την Ούνικς στο ΣΕΦ. Στη συνέχεια ταξιδεύουμε στο Κάουνας για να παίξουμε με τη Ζαλγκίρις. Μετά πάλι ΣΕΦ για το ματς με τα αδέρφια του Ερυθρού Αστέρα. Νέο ταξίδι στη Γερμανία για να αντιμετωπίσουμε την ανεβασμένη Μπάμπεργκ και κλείνουμε τον πρώτο γύρο υποδεχόμενοι στο τέλος του έτους τη Φενέρ του Ομπράντοβιτς. Ο Ολυμπιακός σε αυτά τα 5 παιχνίδια οφείλει να παρουσιάσει το σοβαρό του πρόσωπο. Αυτό με τον απόλυτο έλεγχο του ρυθμού, της υψηλής συγκέντρωσης, της γρήγορης μετάβασης στον αιφνιδιασμό και ταυτόχρονα της σπουδαίας άμυνας με την αστείρευτη ενέργεια, που βγάζει η ομάδα. Αν τα καταφέρει αυτά και δεν έχει νεκρά διαστήματα (όπως με τη Γαλατά) ή δεν εξαφανιστεί από το γήπεδο (όπως με τη Μακάμπι) είμαι αισιόδοξος ότι μπορεί να πετύχει ένα σκορ 4-1 ή καλύτερο. 

Αν βάλουμε ένα «πρέπει» στην ομάδα, τους παίκτες και το προπονητικό τιμ, αυτό είναι της διατήρησης του αήττητου --από εδώ και πέρα-- στο ΣΕΦ. Η ομάδα έχει κάνει σπουδαίες νίκες εκτός, που μπορούν να είναι καλή παρακαταθήκη με μόνη προϋπόθεση να μη γίνουν ξανά τα ίδια λάθη και χαθεί άλλο παιχνίδι στο Φάληρο. Αν η ομάδα ακολουθήσει αυτό το δρόμο με ενδεχόμενη νίκη απέναντι στη Φενέρ ίσως και βρισκόμαστε στις 3 πρώτες θέσεις με το τέλος του πρώτου γύρου. Για αυτό βάλαμε και τίτλο του άρθρου so far, so good, so what. Γιατί μέχρι στιγμής είμαστε σε θετικό δρόμο, αλλά αν δεν συνεχίσουμε με την ίδια αν όχι περισσότερη ένταση δεν θα έχουμε κάνει τίποτα. Πιστεύουμε στην ομάδα και τη στηρίζουμε μέχρι τέλους. 

Θρύλε παίξε γερά, παίξε με τσαμπουκά, και ο κόσμος σου θα τραγουδά!

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου